Οι «Σφήκες» είναι η κωμωδία, από τις σωζόμενες αριστοφανικές δημιουργίες, που έχει ίσως παρουσιαστεί λιγότερες φορές στη σύγχρονη εποχή. «Το γεγονός αυτό» - πιστεύει ο Σπύρος Ευαγγελάτος - «μπορεί κατ' αρχήν να ερμηνευτεί από το ότι αυτό που φαίνεται να είναι το κεντρικό θέμα του έργου - η κριτική του τότε δικαστικού συστήματος - δεν ενδιαφέρει το σύγχρονο θεατή. Τότε κάθε Αθηναίος πολίτης μπορούσε, αμειβόμενος - να ασκεί δικαστική εξουσία. Υπάρχει ωστόσο ένα στοιχείο που συνδέει τις δύο εποχές και είναι διαχρονικό: και τότε και τώρα υφίσταται ένα μικρό -ευτυχώς- ποσοστό λειτουργών της δικαιοσύνης που δρουν με τρόπο φαύλο. Ομως, το νόημα του έργου δε σταματά εκεί. Ο γιος που εμφανίζεται ως ο "λογικός" της πλοκής, αποδεικνύει μεν με ατράνταχτα επιχειρήματα το σαθρό πολιτικό σύστημα που αδικεί τον πολίτη και εξωθεί σε χρηματισμό κάποιους δικαστές, αλλά η αντιπρότασή του είναι ακόμη πιο αισχρή. Οδηγεί τον διασωθέντα σε μια νεοπλουτίστικη ζωή χλιδής, φαυλότητας και αυταρέσκειας. Κατά την παράστασή μας το τέλος του έργου είναι ένα ερωτηματικό. Τι θα διαδεχτεί την ευτέλεια και το κοινωνικό χάος»;