Κυριακή 13 Ιούλη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
Τα "τατουάζ" της φωτιάς

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

Φεύγω για λίγες μέρες. Αφήστε με, λοιπόν, να σας αποχαιρετήσω με λίγη από την ποίηση που τον τελευταίο καιρό με πλημμυρίζει, όσο τα "πράγματα" σκουραίνουν και εκφυλίζονται. Λέω να πάω κάπου να χαθώ, όχι για να ξεχάσω, αλλά για να θυμηθώ πιο έντονα ότι ζωμέσα στα αρχαιολογικά ανεβοκατεβάσματα, μπροστά σε ανοιχτά, πληκτικά βιβλία. Πάνω από θραύσματα κεραμεικής, υπολείμματα εργαλείων, ανεξήγητες τροπιδώσεις αγγείων και μέσα σε ανασκαφικά σκάμματα, όπου ο κλαυσίγελως του εθνικού παρελθόντος μεταλλάσσεται σεανυπέρβλητα ιζήματα και παλλινολογικές ρυτίδες. Ας μη συνεχίσω όμως έτσι, γιατί θα σας μπερδέψω, καλοί μου καλοκαιρινοί αναγνώστες. Θέλω πολύ όμως να επιμείνω πάνω σ' αυτό, πως δε θέλω να ξεχάσω και δε θα κάνω καμιά προσπάθεια γι' αυτό. Αυτό που έγραψε ο Καβάφης και το ερμηνεύσαμε ως δυστυχία, θα το επιχειρήσω, θα πάρω, δηλαδή, μέσα μου την "πόλη" και θα την παρακαλέσω να μ' ακολουθήσει. Θα πάρω την πόλη μου, όπου γεννήθηκα, τυλιγμένη σε φλόγες μέσα στις αποσκευές μου. Κι αν με συμβούλεψαν να καθίσω απέναντι στον Ατλαντικό, γιατί εκεί θα πάω, και ν' αφήσω μέσα στη γλαυκή του σκληρότητα τον κουρασμένο μου εαυτό, για να πλυθεί το κουρασμένο μου πρόσωπο, δε θα το κάνω. Θα φύγω και θα πάρω μαζί μου την πόλη, όπου γεννήθηκα και τώρα καίγεται. Καίγονται τα δέντρα του Σέιχ Σου, όπου ερωτεύτηκα. Πάνω στις πευκοβελόνες, δίπλα στις κάμπιες. Ωρες ολόκληρες. Κι όσο Εκείνη μού διάβαζε τα αδικοχαμένα μου ποιήματα, ή έβγαζε από τα μακριά της μαλλιά τα ξερά χόρτα, εγώ μετρούσα τα κύματα του Θερμαϊκού που κυνηγιόνταν με τα φώτα. Δε θέλω, λοιπόν, το γλαυκό του Ατλαντικού, το μαύρο που αφήνω πίσω μου θέλω να θυμούμαι. Τους καπνούς που από την Κυριακή, την περασμένη, πέρασαν ως ανελέητες ντουφεκιές την κουρασμένη μου καρδιά θα πάρω μαζί μου. Θα γεμίσω τις τσέπες μου αποκαϊδια, τις φλόγες που όλη τη νύχτα κατηφόριζαν προς τα σπίτια μας θα τις κάνω άλικο τατουάζ, για να το πάρω μαζί μου.

Να ένα θέμα για τατουάζ, οι φλόγες που καίνε τη γενέθλια πόλη. Οι πεταλούδες και οι ιππόκαμποι, οι δράκοντες και τα κουφικά σκέρτσα είναι για άλλες στιγμές. Είναι για τις ανούσιες νύχτες του καλοκαιριού που οι κύκνοι κουρνιάζουν μέσα σε μολυσμένες λίμνες και οι άσπροι αφροί κυνηγιούνται μέσα σε ποτήρια, γεμάτα μπίρα, άσπρο κρασί από τη Ζίτσα, πηλιορείτικο τσίπουρο γονατισμένο μέσα σε κρυστάλλινα ποτηράκια. Κι απέναντι τα μικρά κοριτσάκια του χωριού να φοράνε στ' αυτιά τους σκουλαρίκια από κεράσια, να τρώνε μεγάλες φέτες καρπούζι και ύστερα να βγάζουν τις μελωμένες τους γλώσσες και να κοροϊδεύουν τον ήλιο.

Φυσικά δεν ξέρω τι θα συμβεί όσο θα λείπω, μα εγώ θέλω να γράψω γι' αυτό που βλέπω, καθισμένος στο παράθυρο της δουλιάς μου, να κατηφορίζει από το βουνό της αθωότητας των ερωτικών μου χρόνων. Να γράψω για την υποκρισία αυτών που μας παραμυθιάζουν, που μας περιγελούν, που μας βγάζουν την αρμόδια γλώσσα τους και μας λένε: μην τρομάζετε, τα έχουμε εμείς φροντίσει. Υπάρχουν προγράμματα, σχετικά, σχέδια ανελέητα. Μην τρομάζετε, ούτε η φωτιά θα σας αγγίξει ούτε οι σεισμοί θα ταράξουν τον ύπνο σας. Εμείς ξαγρυπνούμε για σας. Είμαστε όρθιοι, για να πλαγιάζετε εσείς ανέμελοι. Να ορειρεύεστε και να ετοιμάζετε της άλλης ημέρας το πρωινό σας ταξίδι. Τους ψεύτες! Τους υποκριτές! Τους γελοίους ιππόκαμπους, που ούτε ως ενεπίγραφο παιγνίδισμα στο λαιμό μιας γυναίκας δεν μπορούν να σταθούν. Είναι οι ίδιοι που λατρεύουν το περιβάλλον, μάς λένε. Στήνουν γιορτές γι' αυτό. Δίνουν βραβεία. Κατασκευάζουν σύμβολα και μεταξωτές "παπαρδέλες". Κι όταν έρθει η ανάγκη, είναι φευγάτοι αυτοί. Την έχουν "κάνει" από νωρίς, για να μη δουν το δράμα το δικό μας.

Αφήστε με να τους βρίσω. Να τους διαπομπεύσω. Να τους καταραστώ με λέξεις που βγαίνουν μαυρισμένες από την "αναγωγή", όμοιες με τα μελανοστεφή αγγεία της προϊστορίας. Να τους πω πως η φωτιά δε φταίει σε τίποτε. Κι ο αέρας αυτή τη δουλιά κάνει από τότε που τον γέννησαν: να φυσάει. Εσείς όμως πληρώνεστε, για να σβήνετε τις φωτιές, να σταματάτε τον αέρα μακριά από τις εστίες μας, να έχετε αεροπλάνα και βαπόρια έτοιμα να μας παρασταθούν, πού ήσασταν; Πόσο πασχίσατε, για να είμαστε έτοιμοι; Μόνο κανόνια ξέρετε ν' αγοράζετε, γιατί μας απειλούν, λέει, από το Βορρά. Και τώρα μάς απειλούν από την ανατολή. Τίποτε δε μας απειλεί, ψεύτες και υποκριτές! Πρακτοράκια ελεεινά των μεγάλων εμπόρων είστε. Μεσάζοντες της βιομηχανίας του τρόμου και της καταπίεσης. Τίποτε δε μας απειλεί. Η ίδια μας η ζωή, όπως την καταντήσατε, μάς απειλεί. Αυτή κατρακυλάει, και την πήρε ο χαμός παραμάσχαλα, και ποιος ξέρει σε ποια χωματερή θα την πετάξει. Και από πάνω παριστάνετε τους θλιμμένους και τους ανήσυχους. Να σας δείχνουνε τα κανάλια ιδρωμένους και κατάκοπους. Γιατί, λέει, ξαγρυπνήσατε δίπλα στους μαχόμενους πυροσβέστες. Δίπλα στα μικρά παιδιά που χτυπάνε τις φλεγόμενες πευκοβελόνες. Δίπλα στις τρομαγμένες γυναίκες που φωνάζουν βοήθεια και καταγγέλλουν ανώνυμα. Ο ιδρώτας σας είναι ψεύτικος και ο κόπος σας φανταστικός. Θέατρο παίζετε, μικρά μου ανθρωπάκια, κρατώντας με το ένα χέρι γερά την καρέκλα σας και με το άλλο το μικρόφωνο. Ρωτήστε και τις δικές μας καρδιές όμως. Προσέξτε λίγο και τα δικά μας δάκρυα που πότισαν σε ώρες γλυκές τα δέντρα που εσείς τα κάψατε, σύμμαχοι θλιβεροί του αέρα και της φωτιάς. Θυμηθείτε αυτούς που εκτελέστηκαν πίσω από το Σέιχ Σου και πότισαν με το αίμα τους τα δέντρα που εσείς κάψατε, σύμμαχοι θλιβεροί της υποκρισίας και της ψευτιάς.

Γι' αυτό σάς λέω, φεύγω και δε θέλω να ξεχάσω. Θα πάρω μαζί μου όλο το μαύρο που μπήκε βαθιά σε όλες μου τις ρυτίδες. Το γλαυκό του Ατλαντικού δε με αφορά.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Σήμερα η συγκέντρωση στη Λίμνη (2023-10-03 00:00:00.0)
Εκατό χρόνια από τον πρόωρο θάνατό του από φυματίωση (2023-01-14 00:00:00.0)
Στον Κόζιακα (2006-02-08 00:00:00.0)
Φάλτσα καλλιτεχνών (2000-11-19 00:00:00.0)
"Εις το πυρ το εξώτερον" (1998-08-06 00:00:00.0)
Μετά τις φωτιές τα σκυλιά (1997-07-27 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ