Οι τράπεζες αναπροσαρμόζουν τα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων με αποκλειστικό γνώμονα τη μεγιστοποίηση του κέρδους
Ανώτερα τραπεζικά στελέχη υποστηρίζουν ότι τα χορηγητικά επιτόκια, και ειδικότερα αυτά των καταναλωτικών δανείων και των πιστωτικών καρτών, βρίσκονται σε "φυσιολογικά" επίπεδα και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν τοκογλυφικά. Για να τεκμηριώσουν τη συγκεκριμένη άποψη προβάλλουν σαν επιχειρήματα τα εξής:
Ασχέτως αντεγκλήσεων και εκατέρωθεν ερμηνειών, γίνεται σαφές ότι οι τράπεζες κερδίζουν σε κάθε περίπτωση που χορηγούν δάνεια και, ταυτόχρονα, από όλες τις μορφές καταθέσεων. Είτε ο πελάτης είναι "μικρός", είτε "μεγάλος", οι τράπεζες από την ιστορία "πάρε καταθέσεις - δώσε δάνεια" αποκομίζουν δισεκατομμύρια. Από τους πελάτες όμως, περισσότερο ευνοημένοι είναι οι "μεγάλοι", που μπορούν μέχρι και να... εκβιάσουν την τράπεζα άμεσα(εδώ λειτουργούν οι "ιδιαίτερες" σχέσεις) ή έμμεσα (επειδή η διπλανή τράπεζα θα τους εξυπηρετήσει με καλύτερους όρους). Οι "μικροί" είναι διπλά χαμένοι, είτε ως καταθέτες (εισπράττουν πενιχρούς τόκους) είτε ως δανειολήπτες (χρεώνονται με πολύ υψηλά επιτόκια).
Μήπως, όμως, αυτή δεν είναι και η ουσία της απελευθέρωσης του τραπεζικού συστήματος; Αυτό δεν επιδίωκαν οι εμπνευστές και οι υποστηρικτές της; Την αποδέσμευση, δηλαδή, των τραπεζών από παντός είδους έλεγχο - αν είναι δυνατό - έτσι ώστε να διευκολύνεται η συσσώρευση των υπερκερδών, ασχέτως της ποσότητας και, κυρίως, της ποιότητας των πηγών άντλησής τους; Είναι όμως προφανές, ότι σε τέτοιες συνθήκες δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει υγιής ανταγωνισμός.
Γιατί, δεν υφίσταται ανταγωνισμός όταν, για παράδειγμα, το επιτόκιο του καταναλωτικού δανείου πέσει μισή μονάδα, τη στιγμή που ο πληθωρισμός υποχωρεί ισόποσα - φαινόμενο που παρατηρείται συχνά - πυκνά σε ορισμένες τράπεζες. Οι τεχνοκράτες γνωρίζουν ότι το πρώτο μπορεί - και πρέπει - να υποχωρεί πάντοτε περισσότερο από το δεύτερο. Αλλά και οι ίδιοι οι τραπεζίτες κατά τα φαινόμενα δεν επιδιώκουν τη δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού. Αντί να δανειοδοτήσουν π.χ. ένα μικρομεσαίο επιχειρηματία που έχει ανάγκη από κεφάλαια - ενέργεια που ενισχύει και την παραγωγική δραστηριότητα - αποκομίζουν περισσότερα και ευκολότερα κέρδη διοχετεύοντας τα διαθέσιμά τους σε παρασιτικές δραστηριότητες (τα γνωστά "παράγωγα" προϊόντα), δηλαδή σε "αέρα κοπανιστό"...