Κυριακή 6 Απρίλη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Σταθεροποίησαν τη... μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών

Ενώ το 1985 με τις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων καλύπταμε πάνω από το 40% των εισαγωγών, σήμερα - ελέω μονόπλευρης λιτότητας - οι ελληνικές εξαγωγές καλύπτουν μόλις το 23% των εισαγωγών!

Η ιστορία διδάσκει πως όπως τα μεγαλύτερα εγκλήματα στον κόσμο έγιναν στο όνομα της "δημοκρατίας" και το "καλό του λαού", έτσι και οι ελληνικές κυβερνήσεις αξιοποίησαν τα υπαρκτά και μεγάλα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών - που σκιαγραφούν και τα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας - για να δικαιολογήσουν την επιβολή σκληρών αντιλαϊκών μέτρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα ελλείμματα του ισοζυγίου, που στην τελευταία δεκαετία αξιοποιήθηκαν δύο φορές για σκληρά αντιλαϊκά μέτρα. Η πρώτη φορά ήταν το 1985, όταν η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ είχε αναθέσει στον τότε υπουργό Εθνικής Οικονομίας Κ. Σημίτη (και σήμερα πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ) να εφαρμόσει το διετές πρόγραμμα λιτότητας με τον ψευδεπίγραφο τίτλο "πρόγραμμα σταθεροποίησης" και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η δεύτερη φορά ήταν το 1990, όταν η κυβέρνηση της ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κ. Μητσοτάκη έθεσε σε εφαρμογή το δικό της πρόγραμμα "σταθεροποίησης" με νέα δέσμη αντιλαϊκών μέτρων.

Και την πρώτη και τη δεύτερη φορά, οι κυβερνώντες ζήτησαν τη "βοήθεια" της ΕΟΚ (σήμερα Ευρωπαϊκή Ενωση) και πήραν δάνεια από την Κοινότητα (με τους γνωστούς πολιτικοοικονομικούς όρους) για να καλύψουν τα υπέρογκα ελλείμματα του ισοζυγίου. Με πρόσχημα λοιπόν τα ελλείμματα του ισοζυγίου, πριν δώδεκα περίπου χρόνια, ο τότε υπουργός Εθνικής Οικονομίας και σήμερα πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Κ. Σημίτης έλεγε στον ελληνικό λαό αυτό που είχε πει πριν 20 χρόνια (το 1977) ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΝΔ Κ. Καραμανλής.Οτι δηλαδή σαν χώρα "καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε" και ότι αυτή η πορεία πρέπει να αντιστραφεί, έλεγε ο Κ. Σημίτης, σημειώνοντας μεταξύ άλλων πως σήμερα:

  • "Στο βιομηχανικό τομέα δεν παράγουμε, όπως θα έπρεπε, περισσότερα προϊόντα, με καλύτερη ποιότητα και σε πιο ανταγωνιστικές τιμές".
  • "Πληρώνουμε για εισαγωγές από το εξωτερικό 4 τρισεκατομμύρια δραχμές το χρόνο, περισσότερα απ' ό,τι εισπράττουμε από τις ελληνικές εξαγωγές" και ότι τη διαφορά την καλύπτουμε με εξωτερικό δανεισμό.
  • Συνέπεια της έξαρσης των ελλειμμάτων του ισοζυγίου είναι πως "από κάθε χιλιάρικο που ξοδεύει ο μέσος Ελληνας πολίτης, μόνο οι 920 δραχμές βγαίνουν από δική μας παραγωγή".

Και το διά ταύτα ήταν, πως για να λύσουμε το πρόβλημα, δηλαδή "να παράγουμε περισσότερα, απ' ό,τι καταναλώνουμε", πρέπει ο λαός να σφίξει για δύο χρόνια το ζωνάρι, προκειμένου να έρθουν οι "ακόμη καλύτερες μέρες" που υποσχόταν η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ παραμονές των βουλευτικών εκλογών του 1985.

Με μικρά διαλείμματα - κυρίως στις παραμονές των εκλογών - τα τελευταία 12 χρόνια, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ εφαρμόζουν με ευλαβική συνέπεια προγράμματα σκληρής λιτότητας για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, με το επιχείρημα ότι έτσι:

  • "Θα" αντιμετωπιστούν τα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας που αντανακλούν τα ελλείμματα του ισοζυγίου.
  • Οι ιδιώτες επιχειρηματίες "θα" επενδύσουν τα κέρδη τους στον εκσυγχρονισμό των εργοστασίων τους και ότι μόνο έτσι θα αυξηθεί και η ανταγωνιστικότητα και η απασχόληση και οι εξαγωγές και ο πλούτος της χώρας, από τον οποίο "θα" πάρουν το μερτικό τους και οι εργαζόμενοι.

Ολα τα "θα" αποδείχτηκαν κενό γράμμα. Αν και με τα προγράμματα λιτότητας η αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων μειώθηκε δραματικά στην τελευταία δεκαετία, οι "μαύρες τρύπες" των ελλειμμάτων στο ισοζύγιο (εμπορικό και τρεχουσών συναλλαγών) μεγάλωσαν. Αποδείχτηκε, δηλαδή, ότι η "ρίζα του κακού" για τα αδιέξοδα της ελληνικής οικονομίας και του ισοζυγίου δεν είναι η δήθεν μεγάλη αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, αλλά ο μεταπρατικός και παρασιτικός χαρακτήρας, που ενίσχυαν οι πολιτικές των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Κανείς, για παράδειγμα, δεν αμφισβητεί ότι μειώθηκε σημαντικά τόσο η πραγματική αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων, όσο και άλλων πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Οπως, επίσης, κανείς δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι με την πολιτική αυτή συνεχίστηκε και εντάθηκε η παραγωγική αποδιάρθρωση της χώρας και η ένταση της εξάρτησης από τα χρηματοπιστωτικά κέντρα του εξωτερικού. Για όσους αμφισβητούν αυτή τη δυσμενή εξέλιξη, δε θα επισημάνουμε μόνο το γεγονός ότι τα ελληνικά προϊόντα χάνουν αγορές - συχνά και παραδοσιακές - στο εξωτερικό, ενώ αντίθετα τα ξένα προϊόντα κερδίζουν έδαφος στην Ελλάδα και εκτοπίζουν τα ελληνικά.Θα παραθέσουμε ορισμένα στοιχεία, που τεκμηριώνουν το γεγονός ότι κάθε χρόνο εισάγουμε περισσότερα και παράγουμε λιγότερα.

Ιδού και τα τεκμήρια:

  • Αν το 1985, όπως έλεγε ο Κ. Σημίτης, η κατάσταση ήταν κακή - και ήταν κακή επειδή ξοδεύαμε 10.561 εκατ. δολάρια για εισαγωγές και εισπράξαμε μόλις 4.293 εκατ. δολάρια από τις ελληνικές εξαγωγές και καλύπταμε τη διαφορά των 6,3 δισ. δολαρίων με εξωτερικό δανεισμό - σήμερα είναι χειρότερη. Και είναι χειρότερη, γιατί όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας Ελλάδας, στο εντεκάμηνο Γενάρης - Νοέμβρης 1996 πληρώσαμε 21.882 εκατ. δολάρια για εισαγωγές και εισπράξαμε μόλις 5.232 εκατ. δολάρια από τις εξαγωγές. Και φυσικά, τη διαφορά των 16.650 εκατ. δολαρίων - που είναι 2,5 φορές μεγαλύτερη από το 985 - την καλύπτουμε και με εξωτερικό δανεισμό.
  • Ενώ το 1985, με το συνάλλαγμα που εισπράτταμε από τις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων καλύπταμε το 40,65% των εισαγωγών, το 1996 (με βάση τα στοιχεία του εντεκάμηνου) οι εισπράξεις συναλλάγματος από τις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων έφταναν να καλύψουν μόλις το 23,9%.

Και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική η κατάσταση, αφού με την ακολουθούμενη πολιτική, μεγάλες παραγωγικές επιχειρήσεις της χώρας οδηγήθηκαν σε μαρασμό και λουκέτο - γιατί έτσι εξυπηρετούνταν καλύτερα τα συμφέροντα των πολυεθνικών - και αντί να παράγουμε περισσότερα προϊόντα παράγουμε λιγότερα, εξάγουμε λιγότερα και εισάγουμε περισσότερα.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ