Τρίτη 21 Μάρτη 1995
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
"Η ταυτότητα" στο Εθνικό Θέατρο

"Χρονιά Ασημάκη Γιαλαμά" θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η χειμερινή θεατρική περίοδος '94-'95. Οχι τόσο επειδή παρουσιάστηκαν τρία έργα του, όσο γιατί ο Γιαλαμάς παραμένει δραματουργικά παραγωγικός και θαλερότερος στο πνεύμα, στο ήθος, στη συνείδηση του κοινωνικού ρόλου του θεάτρου απ' ό,τι νεότεροί του και νέοι συγγραφείς. Αστείρευτος ο Γιαλαμάς δε γράφει, πλέον, θέατρο απλώς από συνήθειο, ή, απλώς, λόγω της αποδεδειγμένης ευχέρειάς του να "γεννά" ιδέες, αντλώντας από τον καθ' ημέραν ανθρώπινο και κοινωνικό βίο, σαν ικανότατος παρατηρητής τους - όπως ήταν και παραμένει - και να πλάθει μύθους θεατρικά εύστροφους και εύφορους, γεμάτους ανθρωπιά, θαυμαστή αίσθηση του χιούμορ και της διαπλοκής του κωμικού με το δραματικό.

Ο Γιαλαμάς, ιδιαίτερα τώρα, γράφει θέατρο από μια βαθύτερη απ' όσο, ίσως, παλαιότερα ανάγκη του. Από ένα βαθύτερο καημό και "αίτημα", στη "διακονία" του οποίου - ως χρέος του - θέτει την πένα του. Πένα που δε συνθηματολογεί εγκεφαλικά, με έπαρση για τις υπηρεσίες της, αλλά βουτά στο "μελάνι" της δικής του αγωνίας για το πού βαδίζει η σημερινή κοινωνία μας, της δικής του τρυφερής έγνοιας του για τον ταλαίπωρο λαϊκό άνθρωπο και της δικής του ευχής να μη χαθεί, κάτω απ' την πίεση της ανάγκης και της δύναμης του χρήματος να εξαγοράζει και να αλλοτριώνει συνειδήσεις, το ήθος κι ανθρωπιά.

Το ήθος και η ανθρωπιά πρέπει να είναι η "ταυτότητα" του ανθρώπου. Την αγωνία του για την απώλεια αυτής της "ταυτότητας", με τραγικές συνέπειες για τον απλό άνθρωπο και ολέθριες για την κοινωνία, δραματούργησε ο Γιαλαμάς με το τελευταίο έργο του "Η ταυτότητα",που ανεβάστηκε από το Εθνικό Θέατρο και παρουσιάζεται στο "Θέατρο Παξινού".Εργο γνήσιου, υποδειγματικού λαϊκού θεάτρου που "εξοικονομεί" την κοινωνική διδαχή χωρίς συνθηματολογικό διδακτισμό, αλλά με ηθογραφική αλήθεια, σοφή μυθοπλαστική οικονομία, ισορροπία μεταξύ κωμικού και δραματικού, οικείους χαρακτήρες και γλώσσα καθημερινή που δεν... πεζοδρομεί προς εντυπωσιασμό. Ενα δράμα που, με το δραματουργικό σθένος του, σε κάνει να γελάς και με την προειδοποιητική κοινωνική συνείδησή του, σε κάνει στο τέλος να δακρύζεις.

Στη διπλή θεατρική απόλαυση γέλιου και συγκίνησης, στο διπλό σκοπό του έργου για διδαχή και σκηνική ευφορία, συνέβαλε τα μέγιστα η παράσταση. Το έργο βρήκε στη σκηνοθεσία του Γιώργου Αρμένη τον καλύτερο "αγωγό" για να φθάσει στο θεατή με όλη του τη θεατρική ομορφιά και κοινωνική αξία. Ο Γ. Αρμένης, από καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία, φύσει και θέσει, ταίριαξε με το έργο και τη λαϊκή του "θερμοκρασία", στην οποία έδωσε εικαστική όψη το όμορφο, λειτουργικό σκηνικό και τα αρμόζοντα κοστούμια του Τάσου Ζωγράφου και ήχο η μουσική επιμέλεια της Ολυμπίας Κυριακάκη.Η απόλυτη επικοινωνία έργου - σκηνοθεσίας καθρεφτίζεται και στις καλές ερμηνείες όλων των ηθοποιών. Στυλοβάτης, όμως, αυτής της δημιουργικής σκηνικής επικοινωνίας είναι η άμεση, αληθινή, δυνατά συγκινητική ερμηνεία του Στέφανου Κυριακίδη.Υποκριτική ευαισθησία και εκφραστικότητα διαθέτει η νέα ηθοποιός Γεωργία Αποστόλου.Τα κωμικο-σατιρικά στοιχεία προβάλουν καθάρια και αποτελεσματικά οι Θοδωρής Γκόγκος, Μιράντα Ζαφειροπούλου, Μάκης Ρευματάς,με το χιούμορ και το σκηνικό νεύρο τους. Γόνιμες είναι και οι υποκριτικές "πινελιές" των υπολοίπων ηθοποιών: Λιλής Κοκκώδη, Μιχάλη Μαραγκάκη, Γιώργου Παλιού, Νίκου Καψή.

"Αυγά μαύρα" στη "Θεατρική Σκηνή"

Ο εμφύλιος πόλεμος και οι τραγικές συνέπειές του, που τις γεύτηκαν χιλιάδες φαμίλιες αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, ήταν θέμα καυτό, επίφοβο, δύσκολο για τη σύγχρονη ελληνική δραματουργία. Τέτοιο παραμένει και σήμερα για τους περισσότερους συγγραφείς μας. Ισως μερικοί δεν το αγγίζουν ακόμα από φόβο και πόνο. Αλλοι, ίσως, παγιδευμένοι από το πνεύμα της "εθνικής συμφιλίωσης". Αλλοι, ίσως, από άγνοια ή και αποστασιοποίηση από την εποχή εκείνη. Κι όμως από την τραγικότητα της εμφιλιοπολεμικής και μετεμφιλιοπολεμικής εποχής θα μπορούσε να αντληθεί πολύτιμο δραματουργικό "υλικό". Και είναι κρίμα που το θέατρό μας δεν τόλμησε, έστω και καθυστερημένα να σκύψει πάνω σε θεατρικά έργα που γράφτηκαν παίχτηκαν στην ξενιτιά. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα, διδαχή για τη δραματουργία μας, θα ήταν το μονόπρακτο δράμα του αξέχαστου Γιώργου Σεβαστίκογλου "Η Μαρουσώ η Βαγγέλαινα παίρνει όρκο".

Για όποιον δοκίμασε άμεσα, ή έμμεσα εξαιτίας των γονιών του, ή δεν κλείνει τα μάτια μπροστά στην ιστορικά αποδεδειγμένη αλήθεια για τις άγριες διώξεις, το ξεκλήρισμα ακόμα και ολόκληρων χωριών, τις δολοφονικές παγίδες που δεν αποκαλύπτονταν, τα βασανιστήρια και κολαστήρια, τις προκατασκευασμένες δίκες, θανατικές καταδίκες και εκτελέσεις ή τη διάσωση διά της φυγής στην πικρή ξενιτιά και στην αναγκαστική υπερορία, την οδυνηρή στέρηση της ψυχής του γονιού για το ξενιτεμένο παιδί του που δε θα ξανάβλεπε, του ορφανεμένου παιδιού από το ξενιτεμένο γονιό, του παιδιού που στερήθηκε το αδέλφι του σε τρυφερή ηλικία, την κατασυκοφάντηση των αγωνιζόμενων γονιών ή αδελφών, με σκοπό να βεβηλωθούν τα ιδανικά για τα οποία αγωνίστηκαν, είναι ορατός και ο θεματικός πλούτος αυτής της περιόδου και ποιος είναι - και δραματουργικά - ο "Δίκαιος Λόγος" και ο "Αδικος Λόγος" και ποιος από τους δυο αξίζει να εμπνέει, χωρίς φόβο, συγχύσεις και ζυγοσταθμιστικούς συμβιβασμούς...

Δε γνωρίζουμε πόση γνώση έχει από αυτή την εποχή και τα πολύμορφα δράματα που επέφερε ο Διονύσης Χαροτόπουλος.Δε γνωρίζουμε αν έχει ή όχι προσωπικά βιώματα, με ποια πλευρά είναι αυτά τα βιώματά του. Θετικό πάντως είναι το γεγονός ότι τόλμησε να αγγίξει αυτή την εποχή με το έργο του "Αυγά μαύρα" και ακόμη θετικότερο που το ανέβασε η "Θεατρική Σκηνή" του Αντώνη Αντωνίου σε σκηνοθεσία του ίδιου, εξομαλύνοντας προς όφελος του έργου τον κίνδυνο να γείρει μονόπλευρα, προς αντιδραστική κατεύθυνση. Ο συγγραφέας οφείλει πράγματι χάρη, στη σκηνοθεσία και στην έξοχης ευαισθησίας, αμεσότητας και συνταρακτικής ψυχογραφική αλήθειας ερμηνεία της Πηνελόπης Πιτσούλη και στην ιδιαιτέρως προσεκτικής, εξαιτίας του κινδύνου που διατρέχει το έργο, αλλά και αισθαντική ερμηνεία του Αντώνη Αντωνίου.Και οι δύο ηθοποιοί πρόβαλαν τις αρετές του έργου: οικείος, πυκνός δραματικός λόγος, λεπτομερειακά ψυχογραφημένοι οι δύο χαρακτήρες, δυνατή εσωτερική - ψυχολογική δράση του λόγου, παρά την "ακινησία", τη στατικότητα της πλοκής και ένα τέλος που συγκινεί αλλά και σχεδόν απαλείφει τον κίνδυνο να βγάλει ο θεατής το συμπέρασμα ότι η ευθύνη για την τραγωδία του εμφυλίου αποδίδεται στους αγωνιστές που θυσιάστηκαν και μάλιστα από παιδιά τους που για να σωθούν βρέθηκαν στην αναγκαστική εξορία. Ασφαλώς υπήρξαν και παιδιά, που το δράμα τους και ο αντιδραστικός περίγυρός τους τα "δηλητηρίασε" συναισθηματικά απέναντι στους αγωνιστές γονιούς τους. Αλλά όσο κι αν σε κάποια φοβισμένα και συγχυσμένα τέκνα αγωνιστών περίσσεψαν τα βάσανα, αβάσταχτα βάσανα σε πολλές περιπτώσεις, η κρυφή γι' αυτά, αλλά και η δηλωμένη από άφοβα - και εξίσου βασανισμένα - τέκνα περηφάνια για τέτοιους γονιούς, είναι που κυριάρχησε. Και τέτοια άφοβα, περήφανα τέκνα αγωνιστών μπορούν να δώσουν "υλικό" στη δραματουργία μας.

ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ