Δεν είναι, άλλωστε, τυχαία, η αναφορά στα αίτια της οικονομικής κρίσης, τουλάχιστον κατά την τελευταία 15ετία, όπου πολλά απ' αυτά όπως διαπιστώνει, "οφείλονται σε δομικές αδυναμίες του οικονομικού και κοινωνικού μας συστήματος, κατά τρόπο που αναπαράγει την κρίση" (σελ.17 του οικονομικού προγράμματος της ΝΔ). Αρα, έστω και τυπικά τουλάχιστον, δεν αναγνωρίζει την "άψογη" λειτουργία του συστήματος, πράγμα που όμως αναφέρεται στις νεοφιλελεύθερες θεωρίες και συνταγές.
Επομένως, απαιτείται η "επέμβαση" του κράτους, προκειμένου να ανακοπεί αυτή η αναπαραγωγή της κρίσης, και να διορθωθούν οι κοινωνικές αδικίες. Η "επέμβαση" αυτή, έρχεται συνεπώς σαν αρωγή στο να "διορθωθούν" τα κακώς κείμενα του συστήματος. Η "επέμβαση" αυτή επικεντρώνεται στην "πολιτική της κανονιστικής ρυθμιστικής παρέμβασης", πολιτική που αναφέρεται διεξοδικότερα στο 60σέλιδο έντυπο του προγράμματος.
Το κράτος, μεταξύ των άλλων, θα αναλαμβάνει την προστασία των επενδυτών μέσω της εξασφάλισης της δημόσιας τάξης, από τις "κοινωνικές εκρήξεις". Ουσιαστικά, δηλ. το κράτος, αναλαμβάνει την προστασία του κεφαλαίου σ' όλες του τις εκφράσεις και μορφές, μια και η εξάλειψη των κοινωνικών εκρήξεων, θεωρείται σαν βάση για τη δημιουργία του κατάλληλου επενδυτικού κλίματος. Οι επενδυτές, λοιπόν, αδύναμοι να αντιδράσουν, καταφεύγουν στην προστασία του κράτους. Ενάντια στον "εχθρό λαό". Μα μήπως όλα αυτά τα χρόνια, το κράτος μέσω των διαφόρων νόμων και Προεδρικών Διαταγμάτων, ολόκληρο το νομικό οικοδόμημα (απεργοκτόνο άρθρο 4, τρομονόμοι κ. ά. ), δεν αποτελούσε τον προστάτη των συμφερόντων του κεφαλαίου;
Η παραγωγική λοιπόν διαδικασία, αφήνεται στις αγκάλες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, που θεωρείται ο ακρογωνιαίος λίθος της ανάπτυξης, μιας και στη σελ. 4, αναφέρεται ότι "η οικονομική μας πολιτική, στηρίζεται στο πιο δημιουργικό κομμάτι της οικονομίας, που είναι η ιδιωτική πρωτοβουλία".
Οι τράπεζες, οι ασφάλειες, οι τηλεπικοινωνίες, η πληροφορική, οι μεταφορές, ο τουρισμός, η υγεία και η παιδεία, τίθενται με τις ευλογίες του κράτους, στην υπηρεσία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας (σελ. 5). Ενισχύεται δηλ. ακόμα περισσότερο η εμπορευματοποίηση της υγείας, της παιδείας, του κράτους πρόνοιας ουσιαστικά, παρά τα περί αντιθέτου ισχυριζόμενα, τα οποία αν μη τι άλλο αποτελούν πολιτική λαϊκισμού στη χειρότερη εκδοχή της.
Οπως όμως αναφέρεται στη σελ. 13 "η ανάπτυξη της οικονομίας που θα στηρίζεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία", δεν εμπνέει την πρέπουσα εμπιστοσύνη, "και γι' αυτό θα πρέπει να γίνεται χωρίς τον κίνδυνο φαλκίδευσης του δημόσιου συμφέροντος, το οποίο και θα προστατεύεται από την πολιτική της κανονιστικής παρέμβασης". Το πώς βέβαια μεταφράζεται αυτή η λαϊκίζουσα μορφή της κρατικής παρέμβασης, περιγράφεται στη σελ. 15, όπου μεταξύ των άλλων αναφέρεται ότι "ο ρόλος της θα είναι ο καθορισμός των τιμολογίων των δημοσίων επιχειρήσεων", όσων θα έχουν απομείνει φυσικά. Καμιά όμως αναφορά στον καθορισμό των τιμολογίων των ιδιωτικών επιχειρήσεων: Και πώς βέβαια να υπάρξει, όταν "το κράτος μετατρέπεται από παραγωγό, σε ρυθμιστή της οικονομικής δραστηριότητας", υπέρ των συμφερόντων βέβαια του ιδιωτικού τομέα, χωρίς καμιά αμφιβολία. Η ίδια λοιπόν αυτή κρατική παρεμβατική πολιτική, κατά των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων, όπου αποσαφηνίζεται ότι "η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, δε στηρίζεται στην επίκληση των κεκτημένων, αλλά προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της εποχής"(σελ. 18). Και βέβαια αυτές οι απαιτήσεις της εποχής οδηγούν σε νέες μορφές εκμετάλλευσης των εργαζομένων, ίσως πιο εξωραϊσμένες, μέσα από πολιτικές που εκφράζουν τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα του κεφαλαίου της "νέας Οικονομικής τάξης", όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη σελ. 19.
Και πιο κάτω, αυτή η προσαρμογή, αναφέρεται και στην ανάγκη "ενίσχυσης των συναινετικών διαδικασιών, στην αγορά εργασίας, ώστε οι κοινωνικοί εταίροι να μπορούν να καταλήγουν σε συμφωνίες... ". Βέβαια αυτές οι συμφωνίες ανταποκρίνονται προς "τη θεωρία των συνεταίρων", εργοδοτών - εργαζομένων, σύννομη προς τις διατάξεις της γνωστής Λευκής Βίβλου. Η θεωρία αυτή αντανακλάται και στην "πολιτική της εξάπλωσης της μετοχικής ιδέας, στα ευρύτερα στρώματα", όπως αναφέρεται στη σελ. 36. Οι εργασιακές σχέσεις που θα προκύψουν μέσω των συναινετικών διαδικασιών, θα ενισχύσουν, όπως αναφέρεται στη σελ. 31, την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Πέρα βέβαια των διαμορφουμένων εργασιακών σχέσεων κατ' εντολή του κεφαλαίου, δε χρειάζεται κανείς πολλή προσπάθεια, για να αντιληφθεί, ότι πρόκειται για τη γνωστή εδώ και πολλά χρόνια ακολουθούμενη οικονομική πολιτική, στηριγμένη στο ξένο κεφάλαιο. Και βέβαια για τους οικονομικούς εγκεφάλους της ΝΔ, δεν έχει καμιά σημασία, ότι μια τέτοιου είδους πολιτική και έτσι όπως εφαρμόζεται, ουσιαστικά σημαίνει ιδιοποίηση της υπεραξίας από το ξένο κεφάλαιο, (π. χ. το αεροδρόμιο των Σπάτων όπου η εκμετάλλευσή του δίνεται για 30 χρόνια στο γερμανικό κεφάλαιο) και η εξαγωγή της στο εξωτερικό ή και η παραμονή της στο εσωτερικό, κατευθυνόμενη όμως σε επιλεκτικές επενδύσεις, που δεν έχουν καμιά σχέση με τα πραγματικά συμφέροντα της ελληνικής οικονομίας, αλλά και με αρνητικές συνέπειες για την εσωτερική συσσώρευση του κεφαλαίου, υπό καθεστώς μάλιστα "απελευθέρωσής του". Ο αφελληνισμός των επιχειρήσεων, κύρια κατεύθυνση του ξένου επιχειρηματικού κεφαλαίου, μέσα από εξαγορές και συγχωνεύσεις, αφήνει ασυγκίνητους τους οικονομικούς παράγοντες όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων.
Ιδιαίτερα για το τραπεζικό σύστημα, η ΝΔ υποστηρίζει ότι οι "αδυναμίες του οφείλονται μεταξύ των άλλων και στο δημόσιο χαρακτήρα μεγάλου μέρους του τραπεζικού συστήματος. Γι' αυτό λοιπόν θα πρέπει να χαλαρώσει αυτός ο δεσμός... και να ενισχυθεί ο ιδιωτικός χαρακτήρας του".
Πέραν βέβαια των συνεπειών για την ελληνική οικονομία, που ουδόλως ενδιαφέρει τη "μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη της ΝΔ", η υποκριτική αναφορά της στον τομέα ευθύνης της Τράπεζας Ελλάδας (ΤΕ), προκαλεί τουλάχιστο μειδίαμα. Μα δε γνωρίζουν οι συντάκτες του οικονομικού προγράμματος της ΝΔ, ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ, ο σχεδιασμός της νομισματικής πολιτικής, δεν είναι πλέον ευθύνη της ΤΕ, αλλά του Ευρωπαϊκού Συστήματος των Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) , και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ); Η μόνη αρμοδιότητα της ΤΕ, θα είναι απλά και μόνον, η υλοποίηση των αποφάσεων του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ.
Τα βασικά καθήκοντα του ΕΣΚΤ είναι: α) να χαράζει και να εφαρμόζει τη νομισματική πολιτική της Κοινότητας... (παρ. 2 του άρθρου 105 της Συνθήκης του Μάαστριχτ).
Τα περί εγκατάλειψης των ιδεολογιών περί ταξικών διαφορών που αναφέρονται παρακάτω, ουσιαστικά ενισχύουν τα συμφέροντα της καπιταλιστικής τάξης. "Η σύγχρονη φύση των σχέσεων μεταξύ εργοδοτών - εργαζομένων, προτάσσει το κοινό ενδιαφέρον για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας, εγκαταλείποντας τις ιδεολογίες περί ταξικών διαφορών και προκαταλήψεων"(σελ. 59 - εργασιακές σχέσεις).
Γίνεται λοιπόν φανερό ότι βρισκόμαστε μπροστά σε προγραμματικές κατευθύνσεις που υποτάσσονται τυφλά στις αξιώσεις του χρηματιστικού κεφαλαίου, που οδηγούν τη χώρα μας σε ακόμη μεγαλύτερη κοινωνικοοικονομική παρακμή και εξάρτηση. Οι συνέπειες για το λαό τέτοιων προγραμμάτων είναι δραματικές. Η λαϊκή αντίσταση στην υλοποίησή τους είναι μονόδρομος.
Μιχάλης ΚΑΧΡΗΣ
Μέλος Οικονομικού Τμήματος
της ΚΕ του ΚΚΕ
Το όλο πρόγραμμα της ΝΔ διακρίνεται από μια αναπαλαίωση ιδεών, από ένα συνονθύλευμα ιδεολογικών καπιταλιστικών αντιλήψεων, όπου μεταξύ των άλλων, αναδεικνύεται και η πολιτική της αυτοματοποίησης της οικονομίας, σε βάρος της εργασίας