Σάββατο 21 Φλεβάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟ

H πτώση του ρυθμού του πληθωρισμού στο 4,4% - σε δωδεκάμηνη βάση - που κατέγραψε η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας το Γενάρη, σχολιάστηκε ποικιλότροπα. Στελέχη της κυβέρνησης και τα φιλικά σ' αυτήν Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σημείωσαν με ιδιαίτερη έμφαση το γεγονός ότι το ποσοστό του πληθωρισμού έχει πέσει στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 25 ετών, επιχειρώντας έτσι να τεκμηριώσουν την άποψη - ισχυρισμό ότι η οικονομική πολιτική μονόπλευρης λιτότητας "αποδίδει καρπούς". Ανεξάρτητα από τα "τρικ", που χρησιμοποιήθηκαν για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στα σημερινά επίπεδα και ανεξάρτητα από τις αποκλίσεις (προς τα πάνω) σε σχέση με τους στόχους που είχαν τεθεί, κανείς δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι υπήρξε σημαντική μείωση του πληθωρισμού.

Αυτή είναι μια πρώτη, η μισή, αλήθεια. Υπάρχει όμως και η άλλη μισή αλήθεια, που αποτελείται από μια σειρά άλλες αλήθειες και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι, παράλληλα με την πτωτική πορεία του πληθωρισμού, έχουμε σχετική και - σε πολλές περιπτώσεις - απόλυτη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και, άρα, υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Ιδού μερικές από αυτές τις αλήθειες, για τις οποίες οι αρμόδιοι προτιμούν να... "καταπίνουν τη γλώσσα τους":

* * *

Μια πρώτη αλήθεια είναι ότι το τίμημα για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στα σημερινά επίπεδα - που ήταν ιδιαίτερα βαρύ - το πλήρωσαν μόνο τα πλατιά λαϊκά στρώματα, που βλέπουν χρόνο με το χρόνο το βιοτικό τους επίπεδο να κατρακυλά όλο και πιο χαμηλά. Φτάνει μόνο ν' αναφερθεί ότι οι μισθωτοί - συνταξιούχοι - αγρότες - επαγγελματοβιοτέχνες και έμποροι κλήθηκαν και πλήρωσαν το μεγάλο τίμημα αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, τόσο με την εισοδηματική πολιτική λιτότητας, όσο και με τη φορολογική πολιτική ή την πολιτική της "σκληρής δραχμής".

Μια δεύτερη αλήθεια είναι ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού επιτεύχθηκε και με τεχνητά μέσα, όπως οι συγκρατημένες αυξήσεις τιμολογίων, που ενέκρινε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στις ΔΕΚΟ, γεγονός που για τα λαϊκά στρώματα ίσως είναι ωφέλιμο, αλλά μόνο προσωρινά. Η κυβέρνηση επέλεξε την τακτική του "παγώματος" των τιμών σε ορισμένες ΔΕΚΟ ή της επιβολής αυξήσεων μικρότερων του πληθωρισμού. Και το έκανε αυτό, εν γνώσει της ότι έτσι, είτε θα περιοριστεί η κερδοφορία των κερδοφόρων, είτε θα διογκωθούν τα ελλείμματα των ζημιογόνων ΔΕΚΟ, καθώς η επιδείνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων τους διευκολύνει τα σχέδια της κυβέρνησης για την εκποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων. Και φυσικά, όταν θα πουληθούν σε ιδιώτες μεγάλα πακέτα μετοχών τους ή και ολόκληρες ΔΕΚΟ, τότε οι αυξήσεις των τιμολογίων θα είναι πάνω και ίσως πολλαπλάσιες του πληθωρισμού (αδιάψευστος μάρτυρας οι "τσουχτερές" αυξήσεις τιμολογίων του ΟΤΕ, που επιβλήθηκαν αμέσως μετά την πώληση του πρώτου πακέτου μετοχών του σε ιδιώτες).

Μια τρίτη αλήθεια είναι ότι στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού επέδρασε θετικά η πολιτική της "σκληρής δραχμής", με τίμημα βέβαια την επιδείνωση στα ελλείμματα του ισοζυγίου (εμπορικό και τρεχουσών συναλλαγών) και σε άλλους τομείς της οικονομίας, η αντιμετώπιση των οποίων πέφτει στις πλάτες των εργαζομένων.

Μια τέταρτη αλήθεια είναι ότι σημαντικό μερίδιο στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού είχαν, τόσο οι διεθνείς τιμές πετρελαίου, όσο και οι τιμές πρώτων υλών και καταναλωτικών αγαθών, που εισάγει η Ελλάδα από το εξωτερικό (εισαγόμενος πληθωρισμός). Ενδεικτικά θα αναφέρουμε τη διατήρηση των τιμών πετρελαίου σε χαμηλά επίπεδα, κάτι που επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι σήμερα το πετρέλαιο πουλιέται στις διεθνείς αγορές περίπου 3 δολάρια φτηνότερα το βαρέλι συγκριτικά με πέρσι.

Μια πέμπτη αλήθεια είναι ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, αν οι μεγαλοεπιχειρηματίες και τα μονοπώλια δεν επέβαλλαν τις ανεξέλεγκτες κερδοσκοπικές ανατιμήσεις στα εμπορεύματα και υπηρεσίες, όπου οι ίδιοι έχουν το πάνω χέρι στη διαμόρφωση των τιμών. Ομως, αξιοποιώντας το καθεστώς της "απελευθερωμένης αγοράς", επέβαλαν "τσουχτερές" ανατιμήσεις, επιδιώκοντας έτσι τη μεγιστοποίηση των κερδών τους (δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων είναι μεγαλύτερα και πολλαπλάσια του πληθωρισμού) και αδιαφορώντας για τις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει η κερδοσκοπική τους ασυδοσία στον πληθωρισμό.

* * *

Με βάση τις παραπάνω αλήθειες, είναι φανερό ότι η όποια "αποδοτικότητα" και τα όποια "επιτεύγματα" της κυβέρνησης στο μέτωπο του πληθωρισμού - που είναι υπαρκτά - είναι οφέλη που τα καρπώθηκε το μεγάλο κεφάλαιο. Οπως, επίσης, το μεγάλο κεφάλαιο καρπώθηκε ολόκληρο το μερίδιο από την αύξηση του εγχώριου πλούτου (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν).

Σε αντίθεση με τους μεγαλοεπιχειρηματίες, που καρπώθηκαν όλα τα οφέλη της αντιπληθωριστικής και της γενικότερης οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, οι εργαζόμενοι ζουν σήμερα σχετικά χειρότερα απ' ό,τι ζούσαν πριν 25 χρόνια. Ως παράδειγμα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και τα εξής:

Πρώτον, αν πριν 25 χρόνια αρκούσε ένας μόνο μισθός - δηλαδή ο μισθός του συζύγου - για να καλυφθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης μιας τετραμελούς οικογένειας, σήμερα για πολλές οικογένειες δεν αρκούν ούτε οι δύο μισθοί. Αυτή η εξέλιξη είχε συνέπεια, σήμερα ο ένας από τους δύο συζύγους να εργάζεται ή να αναζητά και δεύτερη δουλιά για να τα φέρει βόλτα. Από αυτή την άποψη, λοιπόν, δικαιολογημένα αυξάνουν και πληθύνονται οι εργαζόμενοι, που λένε ότι δεν τους "καίγεται καρφί" για την πορεία του πληθωρισμού, αφού - όπως εξηγούν - η μείωσή του δε συνοδεύεται με βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Αντίθετα, αυτό που βιώνουν καθημερινά οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, τα μικρομεσαία νοικοκυριά των αγροτών και των αυτοαπασχολούμενων βιοτεχνών - εμπόρων, είναι ότι τα μέσα και οι πολιτικές που οδηγούν στη μείωση του πληθωρισμού έχουν συνέπεια την υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου. Εκείνοι που βαφτίζουν αποτελεσματική τη συγκεκριμένη πολιτική - επικαλούμενοι τη βελτίωση του πληθωρισμού ή άλλων δεικτών της οικονομίας - κρίνουν την αποτελεσματικότητα μόνο με γνώμονα την κερδοφορία των καπιταλιστικών επιχειρήσεων.

Δεύτερον, αν κυβέρνηση και βιομήχανοι κρίνουν έτσι την αποτελεσματικότητα της ακολουθούμενης πολιτικής, δικαίως οι εργαζόμενοι αδιαφορούν για τη βελτίωση κάποιων μεγεθών της οικονομίας και επικαλούνται την παροιμία που λέει "από πίτα που δεν τρως τι σε νοιάζει κι αν καεί". Οπως, επίσης, δικαίως η δυσφορία τους για την ακολουθούμενη πολιτική μετατρέπεται σε αγώνες για ένα καλύτερο αύριο. Αν πυκνώνουν οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις των μισθωτών, των συνταξιούχων, των αγροτών και άλλων πλατιών λαϊκών στρωμάτων - που όλο και πιο συχνά κατεβαίνουν στους δρόμους - αυτό δεν οφείλεται στο ότι θέλουν να κάνουν "επαναστατική γυμναστική", ούτε γιατί τους υποκινεί ο Περισσός, αλλά γιατί θέλουν να βάλουν φρένο στην υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου, και αυτό δε γίνεται χωρίς την εναντίωση στα κέρδη και υπερκέρδη των μεγαλοεπιχειρηματιών.

Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

Αυτό που βιώνουν καθημερινά οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, τα μικρομεσαία νοικοκυριά των αγροτών και των αυτοαπασχολούμενων βιοτεχνών - εμπόρων, είναι ότι τα μέσα και οι πολιτικές, που οδηγούν στη μείωση του πληθωρισμού, έχουν συνέπεια την υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου. Εκείνοι λοιπόν που βαφτίζουν αποτελεσματική τη συγκεκριμένη πολιτική - επικαλούμενοι τη βελτίωση του πληθωρισμού - κρίνουν την αποτελεσματικότητα μόνο με γνώμονα την κερδοφορία των καπιταλιστικών επιχειρήσεων


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ