Τρίτη 10 Μάρτη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

"Γερτρούδη" από την "Πράξη"

Μακρινή "απόγονος" της ιψενικής "Νόρας", με στριντμπεργκικές αλλά αβαθείς αποχρώσεις, με έντονα αισθητή όμως την ιδιαιτερότητα του ψυχολογικού κλίματος στο βορρά και μάλιστα σ' ένα περιβάλλον αστών στις αρχές του αιώνα, είναι η "Γερτρούδη" (1906), του Γιάλμαρ Σέντεμπεργκ (1869 - 1941), γνωστή από την εξαιρετική ομώνυμη ταινία του Κ. Ντράγιερ, που ανέβασε για πρώτη φορά ο θίασος "Πράξη".Εργο εν πολλοίς αυτοβιογραφικό, με θέμα τις σχέσεις των δύο φύλων και το αγεφύρωτο χάσμα τους σε μια ανδροκρατική κοινωνία, που κατανοεί ανεπιφύλακτα ως φυσικό δικαίωμα, υποχρέωση και πρώτιστο προορισμό του άνδρα τη φιλοδοξία του να διακριθεί κοινωνικά (είτε με αξιώματα, είτε με την πνευματική ή καλλιτεχνική δημιουργία του). Κοινωνία που υποβιβάζει τη γυναίκα σαν υπαρξιακή, κοινωνική και δημιουργική οντότητα, υπόχρεη μόνο απέναντι στα δεσμά του γάμου και στις κοινωνικές συμβάσεις. Κοινωνία που δεν κατανοεί, καν το δικαίωμά της στον απόλυτο έρωτα και τη φυγή της, όταν μεταβάλλεται σε περιθώριο, σε διακοσμητικό στοιχείο της ζωής του άνδρα. Τρεις άνδρες "πλέκουν" το δράμα της ηρωίδας του Σέντεμπεργκ. Τρεις"προδοσίες" του πόθου της να αγαπήσει και να αγαπηθεί απόλυτα, πλέρια, ισότιμα, με εκατέρωθεν αφοσίωση. Ενας συγγραφέας που αντί αυτής πόθησε τη διασημότητα. Ο μεγαλοαστός άντρας της, που αντί να της επουλώσει την "πληγή" του χαμένου έρωτα και του χαμού του παιδιού τους, πόθησε κυβερνητικό αξίωμα. Και ένας συνθέτης, όταν εγκαταλείπει τον άντρα της, για να ξαναγυρίσει στο λυρικό τραγούδι όπου διέπρεπε κάποτε, που ποθεί τη φήμη και την εγκαταλείπει για μιαν άλλη.

Ρεαλιστικής γραφής και χαμηλόφωνων δραματικών τόνων το έργο, σκηνοθετήθηκε από τη Νικαίτη Κουντούρη ατμοσφαιρικά, μουσικά, αλλά και με έντονη φορμαλιστική, αισθητικιστική εκζήτηση, σε μια προσπάθεια να υπερβεί η σκηνοθεσία τη φύση και αξία του έργου. Προσπάθεια ορατή σε όλες τις μέχρι τώρα σκηνοθεσίες της όχι άμοιρης ταλέντου Ν. Κουντούρη. Ευτύχημα για τη σκηνοθεσία, της ενδιαφέρουσας πάντως παράστασης, είναι το εξαίρετο, αφαιρετικά ρεαλιστικό, αλλά και συμβολιστικά ευρηματικό σκηνικό και τα καλαίσθητα κοστούμια του Γιώργου Πάτσα,οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί (Λευτέρης Παυλόπουλος), η υποβλητική μουσική (Θόδωρος Αμπατζής), η ρέουσα μετάφραση (Μαργαρίτα Μέλμπεργκ) και οι πέντε καλοί ηθοποιοί του θιάσου. Η Μπέττυ Αρβανίτη (Γερτρούδη), λιτή, εσωτερικά παλλόμενη, εμβάθυνε, ψυχογράφησε, αλλά και συμβολοποίησε, το ρόλο της. Πολύτιμη ηθοποιός, με υποκριτική αισθαντικότητας και βάθους ο Σοφοκλής Πέππας,όπως και ο άξιος για σημαντικούς ρόλους Γιώργος Κέντρος,αλλά και ο καλών ερμηνευτικών εφοδίων Νίκος Αρβανίτης επηρεάστηκαν από τη σκηνοθετική εκζήτηση. Η Μιράντα Οικονομίδου καταθέτει μια αρμόζουσα και με αίσθηση του χιούμορ ρεαλιστική ερμηνεία.

"Λυσσασμένη γάτα" στο Εθνικό Θέατρο

"Θραμμένος" με την αισθητική του Μπροντγαίη και των κινηματογραφικών μεταγραφών θεατρικών έργων, λ.χ. του Τένεσι Ουίλλιαμς,ο Ανδρέας Βουτσινάς ανέβασε στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου τη "Λυσσασμένη γάτα" του Ουίλλιαμς, προσδίδοντας στην παράστασή του την αμερικάνικη αισθητική "πατίνα". Ο σκηνοθέτης δεν επιζήτησε εξεζητημένα ευρήματα, σκηνοθετικές ή υποκριτικές πόζες των ηθοποιών. Αφησε, με σεβασμό βέβαια, το λόγο του συγγραφέα να "αφηγηθεί" τα χαρακτηρολογικά και ψυχολογικά στοιχεία κάθε προσώπου, τις αλληλοτραυματικές, συγκρουσιακές σχέσεις τους και προβάλλοντας - επιτυχώς, κατά τη γνώμη της στήλης, όσον αφορά σ' αυτό το στοιχείο του έργου - τον ατομικισμό, τον ανταγωνισμό, την αρπακτικότητα που τους καλλιεργεί το μεγαλοαστικό περιβάλλον τους. Ομως δε βάθυνε στη μελαγχολία, στο σχεδόν ζοφερό ψυχογραφικό χαρακτήρα του λόγου. Εμεινε στην επιφάνειά του. Δεν αφουγκράστηκε το βασανισμένο ψυχισμό, τα έντονα ποιητικά"υπόγεια ρεύματα" που ωθούσαν τον Ουίλλιαμς να μεταγράφει τα πάθη του και τους πόθους του, πλάθοντας πρόσωπα - "προσωπεία" τους. Φροντισμένη, καλοκουρδισμένη η παράστασή του, σε στρωτή μετάφραση (Μαριλένα Γεωργιάδου), κινηματογραφίζει περισσότερο - με τη συμβολή προς αυτή την κατεύθυνση του εντυπωσιακού σκηνικού (Ανδρέας Σαραντόπουλος), μερικών κοστουμιών (Ρένα Γεωργιάδου), των φωτισμών (Ελευθερία Ντεκώ), ακόμα και της μουσικής (Βασίλης Δημητρίου) - παρά ποιεί την ατμοσφαιρικότητα της δραματουργίας του Ουίλλιαμς.

Με αυτή τη σκηνοθετική κατεύθυνση ήταν επόμενη μια υποκριτική επιφάνειας παρά βάθους από τους καλούς, βέβαια, ηθοποιούς της διανομής. Η Φιλαρέτη Κομνηνού (Μάγκυ), εξοικειωμένη πολύ με τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Βουτσινά, ικανή να διακρίνει και τις μη διατυπωμένες ευαισθησίες της, ανέδειξε την "επιθετική άμυνα" μιας γυναίκας που στερείται και τον έρωτα και τη χαρά της μητρότητας και παλεύει με τον τραυματικό και αλκοολικό ψυχισμό του άντρα της και με τους ενδοοικογενειακούς ανταγωνισμούς για τη διαχείριση της μεγάλης περιουσίας του ετοιμοθάνατου πεθερού της. Ο Δάνης Κατρανίδης υποδύθηκε λιτά και αισθαντικά τον πληγωμένο από το θάνατο του πιο αγαπημένου του φίλου (νύξη της ομοφυλοφιλίας του Ουίλλιαμς), βυθισμένο στο αλκοόλ, αμέτοχο στον ενδοοικογενειακό ανταγωνισμό Μπρικ. Αντίποδάς του η κυνική αρπακτικότητα, με την οποία ερμήνευσε τον Γκούπερ ο Γιάννης Καρατζογιάννης και η θηλυκά υστερική προέκτασή της στην ερμηνεία της Ρένας Λοϊζίδου.ΟΑγγελος Αντωνόπουλος,με τη γλυκύτητα της υποκριτικής του ιδιοσυγκρασίας έδωσε άλλη διάσταση σ' ένα ρόλο - σύμβολο του "πατέρα - αφέντη" και μάλιστα του αμερικάνου κεφαλαιοκράτη. Μια όχι και τόσο ταιριαστή άποψη για το ρόλο. Η Μιράντα Ζαφειροπούλου έπλασε γραφικά μια χαρακτηριστική Αμερικάνα μεγαλοαστή μητέρα - σύζυγο, αλλά και μεγαλοκληρονόμο. Αρμόζουσες είναι οι ερμηνείες των Δημήτρη Ζακυνθινού, Φώτη Αρμένη.

ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ