Κυριακή 9 Σεπτέμβρη 2007 - 1η έκδοση
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Νομοθετικές αλλαγές στα δικαιώματα της γυναίκας

Η επίδρασή τους στη συνείδηση

Μέρος πρώτο

Οι Μαρξ και Ενγκελς είναι οι πρώτοι που απάντησαν ολοκληρωμένα για το ποιες είναι οι βαθύτερες αιτίες και ρίζες της γυναικείας ανισοτιμίας, φώτισαν ολόπλευρα το δρόμο που πρέπει να διανυθεί μέχρι τη χειραφέτηση και απελευθέρωση της γυναίκας.

Η θεμελιακή θέση τους είναι ότι ο τρόπος παραγωγής καθορίζει την κοινωνική, πολιτική και πνευματική πορεία της ζωής των ανθρώπων, επόμενα και της γυναίκας.

Ο Λένιν επεξεργάστηκε παραπέρα το δρόμο πάλης για τη χειραφέτηση της γυναίκας, ως συστατικό στοιχείο του αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Σημείωσε ότι η κοινωνική χειραφέτηση της γυναίκας περνάει μέσα από την κοινωνική απελευθέρωση της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο.

Βεβαίως, την άλλη μέρα της Επανάστασης η γυναίκα δε θα είναι ισότιμη, όμως η εγκαθίδρυση της επαναστατικής εξουσίας της εργατικής τάξης βάζει τα θεμέλια της πραγματικής απελευθέρωσης της γυναίκας. Δίνει ίδιες δυνατότητες στη γυναίκα όπως και στον άνδρα, καταργώντας τη λειτουργία της εργατικής δύναμης ως εμπόρευμα και διαμορφώνοντας κοινωνικές συνθήκες, ώστε η μητρότητα να είναι στην πράξη κοινωνική και όχι ατομική - οικογενειακή υπόθεση.

Ο Λένιν δίνει μια συνοπτική αποτίμηση των μέτρων που πήρε η επαναστατική εργατική εξουσία, στο άρθρο του «Η μεγάλη πρωτοβουλία»: «Πάρτε τη θέση της γυναίκας. Κανένα δημοκρατικό κόμμα στον κόσμο σε καμιά από τις προχωρημένες αστικές δημοκρατίες δεν έκανε από αυτή την άποψη μέσα σε ολόκληρες δεκαετίες ούτε το ένα εκατοστό από όσα κάναμε εμείς στον πρώτο κιόλας χρόνο της εξουσίας μας. Δεν αφήσαμε, με την πραγματική σημασία της λέξης, πέτρα πάνω στην πέτρα από τους αισχρούς εκείνους νόμους για την ανισοτιμία της γυναίκας, για τους περιορισμούς στα διαζύγια, για τις απαίσιες διατυπώσεις που περιβάλλανε το διαζύγιο, για τη μη αναγνώριση των εξώγαμων παιδιών, για την αναζήτηση των πατεράδων τους κλπ. νόμους που τα υπολείμματά τους είναι πάρα πολλά σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, προς αίσχος της αστικής τάξης του καπιταλισμού. Εχουμε χιλιάδες φορές το δικαίωμα να είμαστε περήφανοι για όσα κάναμε σ' αυτόν τον τομέα.

Οσο πιο παστρικά όμως καθαρίζουμε το έδαφος από τη σαβούρα των παλιών αστικών νόμων και θεσμών τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται για μας ότι πρόκειται μονάχα για το καθάρισμα του εδάφους πριν από την ανοικοδόμηση, όχι όμως ακόμη και για την ίδια την ανοικοδόμηση»1.

Παρά την πολύ μεγάλη καθυστέρηση που κληρονόμησε η ΕΣΣΔ από την τσαρική Ρωσία και ως προς τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, έφερε πολύ γρήγορα αλλαγές σε όλους τους τομείς, όπως στην εργασία, στη μόρφωση, στα εκλογικά δικαιώματα, στις κατακτήσεις που οπωσδήποτε επέδρασαν και σε κατακτήσεις που αφορούσαν τα δικαιώματα των γυναικών στις καπιταλιστικές κοινωνίες.

Η ανάγκη να βγει η γυναίκα στην παραγωγή καθόρισε το λεγόμενο Κράτος Πρόνοιας. Στο εύρος του οπωσδήποτε επιδρούσαν και οι κατακτήσεις στην ΕΣΣΔ υπέρ της γυναίκας.

Το εργατικό κίνημα εμπλουτίστηκε με αιτήματα που αφορούσαν την ισοτιμία της γυναίκας, αλλά και αντίστροφα διευρύνθηκαν τα αιτήματα και οι στόχοι πάλης γυναικείων οργανώσεων με αιτήματα που αφορούσαν τη γυναίκα της εργατικής τάξης, τη φτωχή αγρότισσα.

Βέβαια, η παροχή αστικών δικαιωμάτων στις γυναίκες, όπως και γενικότερα, καθορίστηκε από την ιστορική φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και τις ανάγκες της αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Ετσι αυτά, ακόμα και στην καλύτερη περίπτωση, ήταν και περιορισμένα και δεν αναιρούσαν την ταξικότητα του γυναικείου προβλήματος. Το κεφάλαιο ποτέ δεν παραιτείται από την επιδίωξη να εκμεταλλεύεται κάθε κοινωνική διαφορά και ανισότητα ως πηγή πρόσθετου κέρδους, γι' αυτό και έχει τη δυνατότητα ν' αναπαράγει τη γυναικεία ανισοτιμία στις νέες συνθήκες της καπιταλιστικής εξέλιξης. Ανάλογα και με το συσχετισμό δυνάμεων, με το επίπεδο της ταξικής πάλης, είναι σε θέση να αντιδραστικοποιεί κάθε προοδευτική κατάκτηση σε σχέση με τη θέση της γυναίκας.

Αυτή την τάση ιδιαίτερα την είδαμε να αποκαλύπτεται στις δύο τελευταίες δεκαετίες, με την κατάργηση μέτρων προστασίας της γυναίκας (π.χ. στη νυκτερινή εργασία στη βιομηχανία, στο όριο συνταξιοδότησης κ.λπ.).

Γι' αυτό, είναι καθοριστικό ζήτημα κάθε μικρή ή μεγαλύτερη κατάκτηση να γίνεται σημείο στήριξης για την άνοδο των αγώνων, για τη βελτίωση της θέσης της γυναίκας και αφορμή για βάθεμα της ταξικής της συνείδησης.

Για τη γυναικεία ψήφο και συμμετοχή

Ηδη από το 19ο αιώνα, υπέρτατο πολιτικό δικαίωμα θα θεωρηθεί το δικαίωμα της ψήφου (εκλέγειν και εκλέγεσθαι), καθώς τα αστικά κράτη αρχίζουν να διακηρύσσουν συνταγματικά την ιδέα της «λαϊκής κυριαρχίας», η οποία βεβαίως δε βρήκε πραγματική κατοχύρωση στις συνθήκες της ταξικής κοινωνίας. Θα χρειαστούν όμως να περάσουν πολλά χρόνια για να κατοχυρωθεί η καθολική ψηφοφορία, αφού η αρχική θεσμοθέτησή της στηρίχτηκε στην προϋπόθεση «της ιδιοκτησίας, της εγγραμματοσύνης και της εν γένει οικονομικής και κοινωνικής ένταξης των πολιτών στην αγορά»2. Την ίδια περίοδο, οι γυναίκες στερούνται κάθε νομικού και πολιτικού δικαιώματος.

Στα μέσα του 19ου αιώνα, πρώτα στην Αμερική και ύστερα στην Ευρώπη, κάνει την εμφάνισή του το κίνημα του φεμινισμού από γυναίκες της κυρίαρχης αστικής τάξης, διεκδικώντας δυο βασικά αιτήματα: Το δικαίωμα της ψήφου και το δικαίωμα στη μόρφωση. Και τα δύο είναι απότοκα του αστικού δικαίου που παρέμεινε για αιώνες πατριαρχικό με συνέπειες σε όλες τις γυναίκες, ακόμη και στις αστές. Βέβαια, οι επιπτώσεις στις γυναίκες της αστικής τάξης ήταν μικρότερες, αφού η δύναμη της τάξης τους, ως ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, τους έδινε τη δυνατότητα να ζουν καλύτερα από τις υπόλοιπες γυναίκες, να βρίσκονται σε καλύτερη κοινωνική θέση από τους άνδρες της εκμεταλλευόμενης τάξης.

Ο αγώνας των γυναικών τότε μέσα από το φεμινιστικό κίνημα ήταν και σημαντικός και μεγάλος. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης ιδρύθηκαν γυναικείοι σύλλογοι και ενώσεις, εκδόθηκαν γυναικείες εφημερίδες και περιοδικά. Στην ανάπτυξη του φεμινιστικού κινήματος εμφανίστηκαν δυο παράλληλα ρεύματα: το ένα με άξονα τη διεκδίκηση της ψήφου και το άλλο με άξονα την οικογενειακή νομοθεσία και τα δικαιώματα στην εκπαίδευση και τη μισθωτή εργασία.

Στη συνέχεια, ο φεμινισμός ισχυροποιήθηκε στην Αγγλία (με τις λεγόμενες σουφραζέτες), στη Δανία, στη Νορβηγία, στη Γερμανία και αλλού, με αποτέλεσμα να κερδηθεί το δικαίωμα της ψήφου για ένα τμήμα των γυναικών.

Στη χώρα μας, εμφανίζεται η πρώτη γυναικεία οργάνωση το 1854 με την Καλλιρρόη Παρέν, αστή μορφωμένη, που ίδρυσε την Ενωση Ελληνίδων και εξέδωσε την «Εφημερίδα των κυριών». Κατέθεσε υπόμνημα στον Πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη με αίτημα να δοθεί το «δικαίωμα ψήφου» στις γυναίκες.

Οι γυναικείες οργανώσεις που ιδρύονται στη συνέχεια και μέχρι το 1918 συνεχίζουν τη δράση τους, χάνουν όμως τον αρχικό προοδευτικό τους χαρακτήρα, αφού αντικειμενικά ακολουθούν την ιστορική διαδρομή της τάξης τους και δεν μπορούν να εκφράσουν τις ανάγκες των γυναικών της εργατικής τάξης, των γυναικών της φτωχής αγροτιάς, που αποτελούν και την πλειοψηφία του γυναικείου πληθυσμού. Περιορίζονται στο αίτημα της ψήφου και στη φιλανθρωπική δραστηριότητα.

Η χρονιά - σταθμός που άλλαξε όλα τα δεδομένα είναι το 1917 με τη νίκη της Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στην Τσαρική Ρωσία. Η επαναστατική κυβέρνηση των μπολσεβίκων παραχώρησε πλήρη πολιτικά δικαιώματα στις γυναίκες, ίδια και ίσα με των αντρών. Απέδειξε ότι η κοινωνική ισοτιμία της γυναίκας συναρτάται άμεσα από την ταξική πάλη για το σοσιαλισμό.

Ενα χρόνο μετά, στην Ελλάδα το ΚΚΕ με την ίδρυσή του, ως ΣΕΚΕ, αποφασίζει να συγκροτήσει σοσιαλιστικές ομάδες εργατριών για να αναπτύξει την πολιτική συνείδηση της γυναίκας ως προϋπόθεση της πάλης για την κοινωνική απελευθέρωσή της.

Το Νοέμβρη του 1918, στο πρώτο συνέδριο του ΣΕΚΕ διατυπώνεται το αίτημα: «Πλήρης αστική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική εξίσωσις των γυναικών προς τους άνδρας. Κατάργησις όλων των νόμων που περιορίζουν τα δικαιώματα της γυναίκας και του νόθου παιδιού»3.

Για πρώτη φορά ψήφισαν οι γυναίκες, ηλικίας 18 ετών και πάνω, σε εκλογές, συγκεκριμένα για την ανάδειξη της ΠΕΕΑ, στις 23 Απρίλη 1944.

Στους 180 Εθνοσυμβούλους στο Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων εκλέγονται 5 γυναίκες, η Χρύσα Χατζηβασιλείου, η Καίτη Ζεύγου, η Μαρία Σβώλου, η Φωτεινή Φιλιππίδου και η Μάχη Μαυροειδή. Στο ΨΗΦΙΣΜΑ Α΄, του Εθνικού Συμβουλίου της ΠΕΕΑ, το άρθρο 5 αναφέρει: «Ολοι μαζί οι Ελληνες, άντρες και γυναίκες, έχουν ίσα πολιτικά και αστικά δικαιώματα». Η ΠΕΕΑ καθιέρωσε την αρχή «για ίση δουλειά, ίσες αποδοχές».

Στο 7ο Συνέδριο (1945) το ΚΚΕ τόλμησε να καθορίσει δεσμευτικά την κατά 50% συμμετοχή των γυναικών στα όργανα και τη συγκρότηση ενός μεγάλου αριθμού γυναικείων επιτροπών σε όλο το Κόμμα, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει - στα δεδομένα της εποχής - την ένταξη γυναικών στο κομμουνιστικό κίνημα. Είχε άλλωστε προηγηθεί η μαζική συμμετοχή των γυναικών στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση, που έγινε ορόσημο για την ουσιαστική οργανωμένη δράση των Ελληνίδων.

Μεγαλειώδης ήταν λίγο αργότερα η συμμετοχή και η δράση των γυναικών στο ΔΣΕ (1946 - 1949). Πάνω από 8.000, το 30% της συνολικής δύναμης των μαχητών του ΔΣΕ, ήταν γυναίκες.

Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν, η Ελλάδα επικυρώνει τελικά, μόλις το 1952 με το Νόμο 2159/1952, την κατοχύρωση ίσων πολιτικών δικαιωμάτων για τις γυναίκες. Το Νοέμβρη του 1952 όμως το Πρωτοδικείο Αθηνών δεν ανακηρύσσει υποψήφια την Αύρα Θεοδωροπούλου (ιδρύτρια και πρόεδρο του Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, από τις πρωτοπόρους του γυναικείου κινήματος), με την αιτιολογία ότι δεν είχαν συμπληρωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι των γυναικών (!). Τελικά, η καθολική εφαρμογή του νόμου γίνεται στις βουλευτικές εκλογές του 1956.

Ο συγκριτικά πιο αναπτυγμένος καπιταλισμός στην Ελβετία, παραχώρησε ψήφο στις γυναίκες το 1954 για τις ομοσπονδιακές εκλογές, ενώ για τις εκλογές στα καντόνια μόλις το 1971(!). Ενας από τους λόγους γι' αυτό είναι ότι στη χώρα αυτή δεν αναπτύχθηκε ανάλογο εργατικό και λαϊκό κίνημα, ικανό να τραβήξει τις γυναίκες στην οργανωμένη πολιτική δράση.

Μετά το 1974, στα πρώτα βήματα της επαναλειτουργίας των κομματικών οργανώσεων, το Κόμμα μας συνέβαλε τα μέγιστα ώστε να ενθαρρυνθούν οι γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων και να οργανωθούν σε γυναικείες οργανώσεις και στο εργατικό κίνημα.

(Συνεχίζεται)

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» τεύχος 3 2007

Σημειώσεις:

1. Β.Ι. Λένιν: «Η μεγάλη πρωτοβουλία», «Απαντα», τόμος 39, σελ. 23, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».

2. Εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ - ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ», 15 Δεκεμβρίου 2002, «Γυναίκα και πολιτική».

3. 1ο Συνέδριο ΣΕΚΕ 1918.


Της
Αιμιλίας Αγκαβανάκη*
* Η Αιμιλία Αγκαβανάκη είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνη της Διατμηματικής Επιτροπής της ΚΕ για την Ισοτιμία των Γυναικών


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ