Με βάση τη μέση απόδοση ιδίων κεφαλαίων, η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών ξεπερνά κατά πολύ αυτή των τραπεζών της Κεντρικής και Νοτιανατολικής Ευρώπης καθώς και αρκετών δυτικοευρωπαϊκών τραπεζών
ICON |
Σημειώνεται, πως ο δείκτης ΡΟΕ μάς πληροφορεί σε πόσο χρονικό διάστημα παίρνουν πίσω τα «αφεντικά» της τράπεζας τα κεφάλαιο που είχαν βάλει από την τσέπη τους (ίδια κεφάλαια) για τη λειτουργία της τράπεζας. Για παράδειγμα, αν το ΡΟΕ είναι 20% (σταθερό για κάθε χρόνο), αυτό σημαίνει πως οι μέτοχοι θα πάρουν τα κεφάλαιά τους πίσω σε 5 χρόνια, αν το ΡΟΕ είναι 25% θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω σε 4 χρόνια κ.λπ.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε, πως ενώ το ΡΟΕ για τις τράπεζες της Κεντρικής και ΝΑ Ευρώπης κινείται γύρω στο 17% και της Δυτικής Ευρώπης στο 17,3%, στην Ελλάδα το ΡΟΕ - σύμφωνα με στοιχεία του α' τριμήνου 2007 - φτάνει ή και ξεπερνά το 25%. Παράλληλα, στο σκέλος του δείκτη εξόδων προς έσοδα οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες έχουν καταφέρει σχεδόν να συγκλίνουν με το μέσο ευρωπαϊκό όρο. Η υψηλή κερδοφορία - που αποτυπώνεται και με τα υψηλά ποσοστά του ΡΟΕ - αποδίδεται από τους αρμοδίους στη σημαντική συμπίεση των εξόδων και αύξηση των εσόδων που κατάφεραν τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές τράπεζες, με μέτρα που τα «σπασμένα» πλήρωσαν οι εργαζόμενοι και οι οικονομικά ανίσχυροι μικροαποταμιευτές ή μικροδανειολήπτες.
Σ' αυτό συνηγορούν, μεταξύ άλλων, και τα εξής δύο παραδείγματα: Πρώτον, η συμπίεση των εξόδων επιτεύχθηκε τόσο με τις εισοδηματικές πολιτικές λιτότητας όσο και τις μαζικές απολύσεις προσωπικού (εφαρμόστηκαν με τα διάφορα προγράμματα «εθελούσιας εξόδου»). Δεύτερον, για την αύξηση των εσόδων οι τραπεζίτες: α) Επέβαλαν διάφορα χαράτσια (προμήθειες κ.λπ.) σε μικροαποταμιευτές και μικροδανειολήπτες. β) Εφάρμοσαν τοκογλυφικά επιτόκια, αφού τα ονομαστικά επιτόκια καταθέσεων κινούνται τα τελευταία χρόνια γύρω και κάτω από το 1%, ενώ τα επιτόκια των δανείων κυμαίνονται από 4,5% ως 7% (στα στεγαστικά) και από 9% μέχρι ...15% (καταναλωτικά ή πιστωτικές κάρτες)! Σημαντικό ρόλο στην αύξηση των τραπεζικών εσόδων, είχαν και οι γαλαζοπράσινες πολιτικές μονόπλευρης λιτότητας, που τροφοδότησαν τα τελευταία χρόνια τη ραγδαία αύξηση τόσο των στεγαστικών όσο και των καταναλωτικών δανείων στην προσπάθεια των θιγόμενων από τις αντιλαϊκές πολιτικές να αμυνθούν με δανεικά στην υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου.
Στη συνέχεια, θα παραθέσουμε στοιχεία για την εξέλιξη της αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων (ΡΟΕ), όπως αυτά αποτυπώθηκαν στους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών του α' τριμήνου του 2007. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, ο δείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων (ΡΟΕ), στο α' τρίμηνο του 2007 είναι:
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, προκύπτει ότι οι μεγαλομέτοχοι των παραπάνω τραπεζών, μέσα σε 5,5 έως 5 χρόνια πήραν πίσω τα κεφάλαια που είχαν τζιράρει (βάλει από την τσέπη τους). Εννοείται, πως μετά την 4ετία - 5ετία, τα παχυλά μερίσματα που εισπράττουν (μιλάμε για δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο) είναι καθαρό κέρδος.
Εντυπωσιακή είναι η βελτίωση που εμφανίζουν τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές τράπεζες και στη σχέση εξόδων προς έσοδα. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η σχέση έξοδα προς έσοδα που κατάφεραν οι ελληνικές τράπεζες - για τους λόγους που προαναφέραμε - ακολούθησε την εξής πορεία:
Συγκεκριμένα, ο δείκτης εξόδων προς έσοδα:
Από τα παραπάνω στοιχεία είναι ολοφάνερο πως οι κυβερνήσεις τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ - υλοποιώντας με ευλαβική συνέπεια τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την πλήρη απελευθέρωση και στο τραπεζικό κεφάλαιο - συνέβαλαν καθοριστικά στη μεγιστοποίηση των κερδών και υπερκερδών των τραπεζών που λειτουργούν στην Ελλάδα. «Μεθυσμένες» από το γλυκό ποτό της «υψηλής κερδοφορίας», οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών - ελληνικών και ξένων, κρατικών ή ιδιωτικών - δεν κρύβουν τη φιλοδοξία τους, δηλώνοντας δημόσια πως στόχος τους είναι να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της υψηλής κερδοφορίας μέχρι το 2010, καταγράφοντας ετήσια ποσοστά αύξησης κερδών με διψήφιο αριθμό! Εννοείται, πως η συνέχιση της τρελής κούρσας ανόδου των κερδών των τραπεζών θα προέλθει από την καταλήστευση των λαϊκών εισοδημάτων, την οποία «υπόσχονται» οι αντιλαϊκές (νομισματοπιστωτικές, εισοδηματικές και γενικότερες οικονομικές) πολιτικές, που υπηρετούν με την ίδια συνέπεια τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ.
Οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, που πληρώνουν τα σπασμένα των πολιτικών, οι οποίες τροφοδοτούν την προκλητική κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου με την καταλήστευση των λαϊκών εισοδημάτων, έχουν τη δύναμη να βάλουν τη δική τους σφραγίδα. Αρκεί να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους και - παράλληλα με το μακροχρόνιο αγώνα για μια κοινωνία όπου θα απαγορεύεται η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο - να διεκδικήσουν σ' αυτή τη φάση την ουσιαστική ενίσχυση της αγοραστικής τους δύναμης και την αναβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου. Και αυτό μπορούν να το πετύχουν, αν περιορίσουν δραστικά την πολιτική δύναμη των δύο μεγάλων κομμάτων (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία και των κάθε είδους συνοδοιπόρων τους.