Κυριακή 6 Απρίλη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η Ιστορία ως Κάτοπτρον - 2

Παπαγεωργίου Βασίλης

ΧΡΟΝΟΣ:Μεσοπόλεμος

ΤΟΠΟΣ:3η Γαλλική Δημοκρατία

ΘΕΜΑ:Το Σκάνδαλο Σταβίσκυ

ΧΡΗΜΑ:500.000.000 Γαλλικά Φράγκα

1929

Ξέσπασε το σκάνδαλο. Μέχρι το 1936 αναστάτωσε ολόκληρη τη Γαλλία.

Ο Σέργιος Αλέξανδρος Σταβίσκυ, ρώσικης καταγωγής, Εβραίος και Γάλλος υπήκοος από το 1910, νεαρός ακόμα, στις πρώτες δεκαετίας του αιώνα απασχολούσε συστηματικά την Αστυνομία. Ενας κλασικός χαραμοφάης, αλήτης, μικροαπατεώνας, θαμώνας των καφεσαντάν, προστάτης γυναικών της νύχτας, έμπορος ναρκωτικών, κλεπταποδόχος, χαρτοκλέφτης αλλά γοητευτικός και με πολύ λεπτούς τρόπους, κατάφερε κατά τις αλλεπάλληλες μικροκαταδίκες του, να οργανώσει μέσα στη φυλακή, την καριέρα του «μεγάλου λωποδύτη» που ονειρευότανε. Εκεί μέσα εξασφάλισε τους μελλοντικούς του συνεργάτες. Το 1929, ο προσωπικός του φάκελος στα αρχεία της Αστυνομίας αδειάζει, με μαγικό τρόπο. Πλαστογραφημένες επιταγές, μια συντριπτική αναφορά του αστυνόμου Μπωραίν του 1926 και ολόκληρο το ανθρωπομετρικό δελτίο του Σταβίσκυ εξαφανίζονται. Ξαφνικά ο Σταβίσκυ δεν υπάρχει πια. Στη θέση του εμφανίζεται ένας άγνωστος μεγαλοεπιχειρηματίας με το όνομα Σέργιος Σασά Αλεξάντρ, που κάνει παρέα με υπουργούς και βουλευτές και πολυδάπανη νυχτερινή ζωή. Ο ίδιος ο αστυνόμος Μπαγιάρ που τον είχε συλλάβει άλλοτε, φροντίζει για τη νομιμοποίηση της καινούργιας του προσωπικότητας. Τον εφοδιάζει μάλιστα με πλαστά διαβατήρια και με μια συστατική επιστολή, που καταργεί την απαγόρευση εισόδου του στις χαρτοπαικτικές λέσχες και στα καζίνα. Σε χαρτοπαικτική μονομαχία καταφέρνει να κατακλέψει ακόμα και το διάσημο Ελληνα Ζαχάρωφ, γνωστό έμπορο όπλων και πελάτη των ευρωπαϊκών καζίνων.


Παπαγεωργίου Βασίλης

Για αντάλλαγμα των εξυπηρετήσεων, έγινε καταδότης της Αστυνομίας.

Ο πατέρας του Μανουέλ Σταβίσκυ, χειρουργός οδοντίατρος το επάγγελμα, αισθάνθηκε βαθιά ντροπή από τη διαγωγή του γιου του και αυτοκτόνησε με μια σφαίρα στο κεφάλι.

Και οι μεγάλες μπίζνες αρχίζουν. Ιδρύει την εταιρεία εμπορίας κοσμημάτων «Αλέξ». Μαζεύει κλεμμένα κοσμήματα και φυσικά δανείζει με ενέχυρο. Το χρήμα μπαίνει και βγαίνει σωρηδόν. Ανοίγει αμέσως υποκαταστήματα στις πόλεις που έχουν καζίνα, Κάννες, Μπιαρρίτς, Λε Τουκέ, για να δανείζει τους χαμένους χαρτοπαίχτες.

Ακολουθεί η ίδρυση της «Φονσιέρ», εταιρείας γενικών επιχειρήσεων και δημοσίων έργων. Εξαγγέλλει ότι του έχουν ήδη ανατεθεί δημόσια έργα από διάφορους οργανισμούς και εκδίδει υποχρεωτικό δάνειο για 100.000.000 φράγκα, προς 7% τόκο, εξασφαλίζοντας τους μετόχους με την εγγύηση του κράτους. Αυτή η «φούσκα» είχε ως αντιπρόεδρο τον ανώτερο κρατικό λειτουργό Μονό που ήταν Διευθυντής των Απελευθερωμένων περιοχών της Γαλλίας, τον Κρατικό Σύμβουλο Βυρτς και τον απόστρατο Στρατηγό Αλμπέρ Μπαρντί ντε Φουρτού, πρώην πρόεδρο της διασυμμαχικής Επιτροπής Ελέγχου στη Βουλγαρία.

Δικηγόρος της κομπίνας ήταν ο άνθρωπος που τον προστάτευε από τα πρώτα του «ανδραγαθήματα», ο διάσημος «μαιτρ» Κάμιλλος Σωτάν, που χρημάτισε πολλές φορές Υπουργός και δύο φορές κατέλαβε τον Πρωθυπουργικό θώκο της Γαλλίας.

Ιδρύει στη συνέχεια το Ενεχυροδανειστήριο της Ορλεάνης, με ψεύτικα κοσμήματα που οι δικοί του εκτιμητές είχαν εκτιμήσει για αληθινά. Με τα αποθέματα αυτά, το Ενεχυροδανειστήριο εκδίδει έντοκα ομόλογα προς 5% και μαζεύει 35.000.000 φράγκα.

Η μεγαλύτερη κομπίνα έγινε με την ίδρυση του Ενεχυροδανειστηρίου της Μπαγιόν. Με υπερτιμημένα ενέχυρα, εκδίδονται ομόλογα 300.000.000 φράγκων τα περισσότερα των οποίων είναι πλαστά. Στα στελέχη τους αναγράφονται ποσά, από δέκα έως και εκατό φορές μικρότερα, από εκείνα που αναγράφονται στις αξίες που πάνε για προεξόφληση.

Και το πολύ ωραίο της ιστορίας:

Το 1932 ο Υπουργός Εργασίας Αλμπέρ Νταλιμιέ έστειλε επιστολή στον πρόεδρο της Γενικής Επιτροπής Ασφαλίσεων και τον προέτρεπε να επενδύουν οι Ασφαλιστικές Εταιρείες σε ομόλογα των Ενεχυροδανειστηρίων..!!

Με δεύτερη επιστολή του, προέτρεψε τα Ταμεία των Κοινωνικών Ασφαλίσεων να τοποθετήσουν εκεί τα αποθεματικά τους..!!!

Εμπλεκόμενοι:

Η οικογένεια Σωτάν της Λωραίνης.

Ο Κάμιλλος Σωτάν που χρημάτισε Πρωθυπουργός και πολλές φορές Υπουργός. Μαζί με τον αδελφό του Πιερ Σωτάν, μεγαλοδικηγόροι και οι δύο και προστάτες του Σταβίσκυ από την αρχή της μεγάλης καριέρας του. Από κοντά και ο ξάδελφος Ρομπέρ Σωτάν. Ο Κάμιλλος Σωτάν θα κατηγορηθεί όντας Πρωθυπουργός ότι μηχανορραφούσε υπέρ του Σταβίσκυ κι ότι είχε χρησιμοποιήσει δικαστικά έγγραφα που αφαιρέθηκαν από τη Δικαιοσύνη κι ότι ακόμα αυτά τα έγγραφα παραμορφώθηκαν και πλαστογραφήθηκαν, σε συνεργασία με τη Γενική Ασφάλεια και τους συνενόχους του Σταβίσκυ. Αποτέλεσμα να πέσει η κυβέρνηση. Ο Σωτάν, παρ' όλα αυτά, θα ξαναγυρίσει το 1936 ως υπουργός Δημοσίων Εργων στη δεύτερη κυβέρνηση Αλμπέρ Σαρρώ.

Υπουργοί: Ο υπουργός Δικαιοσύνης Ευγένιος Ραιναλντύ, κατηγορήθηκε ότι παρενέβαινε στις έρευνες, άλλαζε τους ανακριτές και τους εισαγγελείς, με αποτέλεσμα να πελαγοδρομούν οι υποθέσεις Σταβίσκυ. Αναγκάζεται σε παραίτηση. Τον διαδέχεται ο Πενανσιέ στην κυβέρνηση Νταλαντιέ. Συνεχίζει την ίδια πολιτική της κωλυσιεργίας.

Ο υπουργός Εργασίας Λουσιέρ το 1931 υπογράφει το διάταγμα για την ίδρυση του Ενεχυροδανειστηρίου της Μπαγιόν.

Ο υπουργός Εργασίας Νταλιμιέ που έσπρωξε τα αποθεματικά των Ασφαλιστικών Ταμείων στις τσέπες του Σταβίσκυ και της συμμορίας του.

Βουλευτές: Ενα πλήθος κοινοβουλευτικών μεταξύ των οποίων οι Γκαρά, Μποννώρ, Ρενέ Ρενού, Αντρέ Ες, Προυστ, Ανρί Βουά, Γκαστόν Υλέν κ.λπ.

Ανώτατοι Δικαστικοί: Ο Λεκουβέ, πρώτος πρόεδρος του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Πενήντα τρεις δικαστικές συνεδριάσεις καταφέρνουν να εκτονώσουν το ενδιαφέρον του κόσμου. Σημαντικά στοιχεία καθώς και αναφορές του Αντεισαγγελέα Αλμπέρ Πρενς δε λαμβάνονται σκανδαλωδώς υπ' όψιν.

***

Η Γαλλική κοινωνία αγανακτισμένη, δε μιλάει παρά για την ανυπαρξία της Δικαιοσύνης και τα παραδικαστικά κυκλώματα.

Η δίκη για την «Υπόθεση των Μεσιτών» παίρνει 19 αναβολές!!!

Ο υπεύθυνος της υπόθεσης Σταβίσκυ, εισαγγελέας Πρεσσάρ, προϊστάμενος της Εισαγγελίας, είναι γαμπρός του Κάμιλλου Σωτάν, Πρωθυπουργού της τότε Κυβέρνησης. Είναι ο μέγας προστάτης του Σταβίσκυ, που πάνω του τσακίζονται όλα τα κύματα των ερευνών.

Ο Ραιημόν Υμπέρ πέφτει στον Σηκουάνα να πνιγεί και σώζεται την τελευταία στιγμή.

Ο αντεισαγγελέας Υρλώ προσπάθησε ν' αυτοκτονήσει αλλά δεν τα κατάφερε.

Ο προϊστάμενος του οικονομικού τμήματος στην Εισαγγελία του Σηκουάνα αντεισαγγελέας Αλμπέρ Πρενς, όταν ξεσπάει το σκάνδαλο και ξεκινάει, επί τέλους, έρευνα με εντολή της Κυβέρνησης, διορίζεται Δικαστικός Σύμβουλος. Αυτός είχε όλα τα στοιχεία στα χέρια του και όλ' αυτά τα χρόνια έκανε τις εκθέσεις του όπου κατέγραφε τις παρανομίες, τα πολιτικά πρόσωπα και τις δωροδοκίες αλλά έσπαγε τα μούτρα του πάνω στο βράχο του Εισαγγελέα Πρεσσάρ. Οταν έφτασε η ώρα να τα καταθέσει στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή, εξαφανίζεται ξαφνικά. Τον απάγουν και τον δολοφονούν άγρια. Βρέθηκε δεμένος και ναρκωμένος στις γραμμές της ταχείας, διαμελισμένος φριχτά.

Οι φάκελοι του Αλμπέρ Πρενς εξαφανίστηκαν και βαθύ σκοτάδι κάλυψε όλους τους ενόχους. Κυρίως όμως τον Πρωθυπουργό Κάμιλλο Σωτάν και τον γαμπρό του Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Ζωρζ Πρεσσάρ.

Ποτέ δε βρέθηκαν οι ένοχοι της δολοφονίας του Πρενς.

Ακόμα και ο πολύς Ζωρζ Σιμενόν, δημιουργός του Αστυνόμου Μαιγκρέ ανέλαβε μια έρευνα για λογαριασμό της εφημερίδας «Παρί Σουάρ» αλλά δεν κατάφερε τίποτα.

Ενα πλήθος μεσαίων και υψηλών στελεχών της Γαλλικής Αστυνομίας υπήρξαν έμμισθοι του Σταβίσκυ:

Ο Λουί Υντελό, αστυνομικός Διευθυντής, παραιτήθηκε για να διευθύνει την εταιρεία του Σταβίσκυ «Φονσιέρ».

Ο Διευθυντής της Αστυνομίας Ζαν Κιάπ, ο Γενικός Διευθυντής της Ασφάλειας Τομέ, ο Αστυνόμος Μποννύ, που στη Γερμανική κατοχή θα γίνει πράκτορας της Γκεστάπο και στην απελευθέρωση θα τουφεκιστεί, οι Αστυνόμοι Ντυκλού, Σαρπαντιέ, Ζιράρ, Λε Γκαλ, Κολομπανί, Γκυγιώμ και Εννέτ.

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Ντουμέργκ, Ανρύ Σερόν, αναθέτει στον Εννέτ και στον Μποννύ να εξιχνιάσουν τη δολοφονία του Πρενς κι αυτοί συλλαμβάνουν δύο αλήτες, τους Καρμπόν και Σπιριτό και τον «βαρώνο» του υποκόσμου Γκαετάν ντε Λυσσάτς.

Αυτοί απολύονται ταχύτατα, παρά τις επίσημες κατηγορίες για δολοφονία, κλοπή και συνενοχή.

8 Ιανουαρίου 1934.

Ο Σταβίσκυ κρύβεται σ' ένα σπίτι στο Σαμονί, περικυκλωμένος από ένα τσούρμο αστυνομικών. Ο αστυνόμος Σαρπαντιέ που θα μπει πρώτος στο δωμάτιο, είπε ότι τον βρήκε με μια σφαίρα στο κεφάλι.

Η «Κανάρ Ανσαινέ» θα συνοψίσει σ' έναν τίτλο, τη γνώμη ολόκληρης της Γαλλίας:

«Ο Σταβίσκυ αυτοκτονεί με μια πιστολιά που του την έριξαν εξ επαφής».

Στο Δικαστήριο του Σηκουάνα παίζεται η τελευταία πράξη της κωμικοτραγικής αυτής ιστορίας. Γίνονται πενήντα τρεις (53) ακατανόητες συνεδριάσεις. Οι ένορκοι αγανακτισμένοι σηκώνονται να φύγουν. Το Δικαστήριο τους ανεβάζει την καθημερινή αποζημίωση από 12,5 σε 50 φράγκα.

Στις 17 Ιανουαρίου του 1936 βγαίνει η απόφαση.

11 αθωώσεις και 9 μικροκαταδίκες.

Οι Βουλευτές Ζοζέφ Γκαρά και Γκαστόν Μποννώρ, σε δυο χρόνια φυλακή ο πρώτος και ένα χρόνο με αναστολή ο δεύτερος.

Η αυλαία κλείνει.

***

Τα στοιχεία βρίσκονται διάσπαρτα στον Τύπο της εποχής και σε πλήθος βιβλίων που καταπιάστηκαν με το μέγα αυτό σκάνδαλο.

Κάθε συσχετισμός προσώπων και πραγμάτων, με τα παλαιά αυτά γεγονότα, πρέπει να θεωρηθεί συμπτωματικός!!!!


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ