Η κυβέρνηση εξακολουθεί να προβάλει τη λύση του Σκοπιανού ως λύση ονόματος. Η διαφορά της με τους κολλημένους στο φιάσκο του 1992 ψηφοκυνηγούς είναι στο «ήπιο» ή «ρεαλιστικό» του ονόματος της ΠΓΔΜ. Ονοματολογίας το ανάγνωσμα συνεχίζουμε και τα αλυτρωτικά της αμερικανόπνευστης κυβερνητικής ομάδας των Σκοπίων θα... εξαφανιστούν από μόνα τους με τη μαγική λέξη του ονόματος. Ο ελληνικός καπιταλισμός πλασάρεται ως ο «ήπιος» και «λογικός» μεσολαβητής της επιδιωκόμενης εισδοχής των δυτικόστροφων κυβερνήσεων στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην έκδηλη αλαζονεία του, λόγω έλλειψης ουσιαστικού αντιπάλου, δεν το φτιασιδώνει. Ετσι πιστεύει ότι είναι ο εκ των πραγμάτων αναγνωρισμένος επικυρίαρχος στα Βαλκάνια «με ανθρώπινο πρόσωπο». Πίσω από την εμμονή του στην άρνηση εισδοχής της ΠΓΔΜ, που έφτασε μέχρι την αντίθεση με τις ΗΠΑ, βρίσκεται η αμφισβήτηση της ηγεμονίας του στην περιοχή από την αμερικανόπνευστη ηγεσία των Σκοπίων.
1) Χρησιμοποιεί την Ελλάδα ως τιμάριο στο διεθνές ιμπεριαλιστικό τραπέζι των ευρωατλαντιστών με το μεταξύ τους γνωστό «δούναι και λαβείν» για να καθιερώσει την ισότιμη αναγνώρισή του στην πλανητική λεία.
2) Στο ταξικό άνοιγμά του ως ευρωατλαντικός εταίρος απομυζά και την τελευταία ικμάδα της ελληνικής οικονομίας μέχρι και την κάθε μορφή λαϊκής αποταμίευσης (ασφαλιστικά ταμεία, τραπεζικά δάνεια κλπ). Αυτό σπάει τον κοινωνικό ιστό που είναι απαραίτητος στις λαϊκές αντιδράσεις τόσο για την υπεράσπιση μιας στοιχειώδους αξιοπρεπούς διαβίωσης των πολύπλευρων λαϊκών αναγκών όσο και για τη λαϊκή αντίσταση στις κάθε λογής εθνικές μειοδοσίες, που εξυπηρετούν τα αστικά ταξικά συμφέροντα στη διεθνή ιμπεριαλιστική αλυσίδα του εταιρισμού.
Οι δυο αυτές πλευρές καθιστούν την ελληνική αστική τάξη εθνικά και κοινωνικά επικίνδυνη και κάνουν αναγκαία τη μετάβαση των ευθυνών του έθνους και της κοινωνίας στην εργατική τάξη ως τη «νέα εθνικά ιθύνουσα τάξη» στο όνομα και για λογαριασμό της κοινωνίας. Καθίσταται πλέον αναγκαία η αλλαγή του έθνους των Ελλήνων από αστικό σε εργατικό. Η ιστορική αυτή απαίτηση μπαίνει για μια ακόμη φορά στην ημερήσια διάταξη ως επιταγή της προοδευτικής πορείας του ανθρώπου.