Κυριακή 1 Φλεβάρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Ο ευρωκομμουνισμός και η ελληνική του έκφραση

Πέμπτο μέρος

ΤΟ ΙΣΠΑΝΙΚΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ

Στο 5ο Συνέδριο του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος (1954) εκφράστηκε η διαμάχη ανάμεσα στην «παραδοσιακή» του ηγεσία και τον μετέπειτα Γενικό Γραμματέα του κόμματος, Σαντιάγκο Καρίγιο, η οποία ολοκληρώθηκε στο 6ο Συνέδριο (1959) με την υιοθέτηση από την πλευρά του κόμματος της πολιτικής της «εθνικής συμφιλίωσης» για την ανατροπή της φρανκικής δικτατορίας με ειρηνικά μέσα38. Η αποδοχή της πολιτικής του 20ού Συνεδρίου αποτελεί ουσιαστικά την αφετηρία για την προσπάθεια διαχωρισμού του κόμματος από την ως τότε πολιτική του πρακτική. Το γεγονός αυτό πιστοποιείται από τη δραστηριότητα του κόμματος την επόμενη δεκαετία, οπότε και κατευθύνθηκε στην προσπάθεια οικοδόμησης ευρέων συμμαχιών στη βάση της κατοχύρωσης της αστικής δημοκρατίας και στην καταδίκη της πολιτικής του ΚΚΣΕ, με αποκορύφωμα τη στάση του απέναντι στα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας. Παρά τις όποιες εκτιμήσεις, ωστόσο, σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, το φρανκικό καθεστώς παραμένει ακμαίο. Την ίδια στιγμή όμως, οι δυνάμεις του κόμματος πολλαπλασιάζονται, όπως και η δράση του στους διάφορους εργατικούς χώρους39. Η αυγή της δεκαετίας του 1970 θα βρει το κόμμα με ανεβασμένη επιρροή σε μια σειρά χώρους, αλλά και με μια προσπάθεια συνεργασιών, η οποία εκτεινόταν από το μικρό Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα ως και τους οπαδούς του πρίγκιπα Κάρλος, στη βάση της οποίας ιδρύθηκε η Junta Democratica. Το Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα δηλώνει ότι οι επιλογές αφορούν και τη μετά Φράνκο εποχή και δέχεται την προοπτική μιας μελλοντικής εισόδου της χώρας σε ΝΑΤΟ και ΕΟΚ40. Ετσι και αλλιώς, το 8ο Συνέδριο του κόμματος (1972) και το Προγραμματικό του Κείμενο (1973) είχαν στηριχτεί στο βασικό ιδεολογικό πυρήνα του «ευρωκομμουνισμού»41.

Η ασθένεια και ο θάνατος του Φράνκο πυροδοτεί μια έντονη κινητικότητα από την πλευρά της αστικής τάξης και των κομμάτων της, φανερώνοντας πως οι ημέρες του δικτατορικού καθεστώτος ήταν μετρημένες. Απόρροια αυτής της νέας συνθήκης είναι και η ένωση της Junta Democratica με τη Platforma de Convergencia (αντιδικτατορική οργάνωση συνεργασίας σοσιαλδημοκρατών και χριστιανοδημοκρατών), που δήλωνε όχι μόνο τη θέληση του λαού για την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος, αλλά και την επιθυμία της εγχώριας αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστών για μετάβαση σε μια αστική δημοκρατία, αφού και το παλιό καθεστώς δεν μπορούσε πια να ανταποκριθεί στα συμφέροντά τους42. Η κατάσταση αυτή πολιτικά αποκρυσταλλώνεται με το διορισμό στη θέση του δοτού (από το βασιλιά) πρωθυπουργού του μετριοπαθούς Αδόλφο Σουάρεθ (Ιούνιος 1976), ο οποίος υπόσχεται εκδημοκρατισμό και εκλογές για την επόμενη χρονιά. Μέσα σε ένα κλίμα αισιοδοξίας για τον αστικό εκδημοκρατισμό και τη νομιμοποίηση του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, το Μάρτιο του 1977, το Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα θα συνυπογράψει τη διακήρυξη της Μαδρίτης.

Η αλλαγή της μορφής της αστικής εξουσίας δε συνοδεύεται από αλλαγές στην πολιτική του κόμματος. Η ηγεσία του κόμματος υπό τον Καρίγιο προσπαθεί να κατοχυρώσει και ιδεολογικοπολιτικά τον «ευρωκομμουνισμό», μιλώντας για την ανάγκη μιας κοινής πολιτικής κομμουνιστών - σοσιαλδημοκρατών και φιλελεύθερων δημοκρατών για την εδραίωση της δημοκρατίας. Το αποτέλεσμα είναι το Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα να λάβει χαμηλό ποσοστό σε σχέση με τις προσδοκίες του στις πρώτες ελεύθερες εκλογές του 197743 και να μην μπορέσει να καρπωθεί (εκλογικά) την τεράστια συμβολή του σε όλες τις φάσεις του αντιδικτατορικού αγώνα. Ακολουθώντας την ίδια πολιτική, το κόμμα συνυπόγραψε μαζί με το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα και τους σοσιαλδημοκράτες μια κοινή διακήρυξη, η οποία προέβλεπε τη συμφωνία των κομμάτων για μια συναινετική αντιμετώπιση της κρίσης και για μια κατασταλτική πολιτική έναντι της βασκικής οργάνωσης ΕΤΑ, με αντάλλαγμα την κάλυψη περιορισμένων οικονομικών αιτημάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Ενώ οι «ευρωκομμουνιστές» προσπάθησαν να περιορίσουν τις εργατικές κινητοποιήσεις για να αποδείξουν ότι αποτελούν παράγοντα σταθερότητας, οι σοσιαλδημοκράτες αξιοποίησαν την πολιτική του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος για την αναρρίχησή τους στην εξουσία. Ετσι οι σοσιαλδημοκράτες εμφανίστηκαν μαχητικά αντιπολιτευόμενοι της φιλελεύθερης κυβέρνησης και κατάφεραν να αποκτήσουν κύρος και στον προνομιακό χώρο του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, δηλαδή στα συνδικάτα.

Το 1978, το 9ο Συνέδριο του κόμματος απορρίπτει το λενινισμό, συνεχίζοντας την πορεία μετάλλαξής του44. Πρόσκαιρα στις εκλογές του 1979 βελτιώνει το ποσοστό του, λόγω της έντασης και της βίας από παραστρατιωτικούς και την ΕΤΑ που κάνουν να φαίνεται θελκτική η πρόταση ευρείας συνεργασίας για αποφυγή ενός νέου πραξικοπήματος. Το 10ο Συνέδριο (1981) θα είναι μια διαμάχη ανάμεσα στους οπαδούς της συνολικής αναθεώρησης και τους «ευρωκομμουνιστές», η οποία δε θα μπορέσει να σώσει το κόμμα από την εκλογική κατρακύλα στις εκλογές του 1982. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι το κόμμα, όλα αυτά τα χρόνια, απομακρύνθηκε από τις αρχές του και έχασε την παραδοσιακή του εργατική βάση, με αποτέλεσμα η πολιτική του πρόταση σταδιακά να εκπέσει σε καιροσκοπικές συμμαχίες, οι οποίες γίνονταν στο όνομα κάποιου αόρατου εχθρού της αστικής δημοκρατίας και άφηναν άθικτη την αστικοδημοκρατική διαχείριση των συμφερόντων του κεφαλαίου. Ο επόμενος Γενικός Γραμματέας προσανατόλισε το κόμμα σε μια πολιτική διάχυσης στο ευρύτερο σχήμα της «Ενωμένης Αριστεράς» και συνεργασίας με τους σοσιαλδημοκράτες. Αυτή η πολιτική συνεχίζεται ως τις ημέρες μας.

4. ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ

Οι «ευρωκομμουνιστές» εμφάνιζαν τη στρατηγική τους ως αποτέλεσμα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που παρουσιάστηκαν στις δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες μετά το τέλος του Β` Παγκοσμίου Πολέμου. Οι δεδομένες συνθήκες της καπιταλιστικής Δυτικής Ευρώπης δε σηματοδότησαν αλλαγή εποχής στο καπιταλιστικό σύστημα, αλλά, αντίθετα, επιβεβαίωσαν το χαρακτήρα της εποχής, ως εποχή του ιμπεριαλισμού και της αναγκαιότητας των σοσιαλιστικών επαναστάσεων και κατά συνέπεια δε δικαιολογούν την αλλαγή της στρατηγικής των κομμουνιστικών κομμάτων. Μήπως όμως οι συνθήκες αυτές ευνόησαν παράλληλα την ανάπτυξη του «ευρωκομμουνισμού»; Ο προσδιορισμός της κοινωνικοταξικής αναφοράς του «ευρωκομμουνισμού» είναι απαραίτητος, αν θέλουμε να ξεφύγουμε από το επίπεδο του ιδεολογικού υποκειμενισμού. Πρέπει να δούμε την «ευρωκομμουνιστική» στροφή στα κομμουνιστικά κόμματα ως αποτέλεσμα δεδομένων συνθηκών, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δε θα μπορούσε να ακολουθηθεί ένας διαφορετικός επαναστατικός δρόμος. Βεβαίως αυτός ο προβληματισμός δεν μπορεί να εξαντληθεί στο παρόν άρθρο. Το ακόλουθο σκεπτικό έχει αποκλειστικό σκοπό να συμβάλει στον προβληματισμό, στην κατεύθυνση της μαρξιστικής - λενινιστικής ανάλυσης, για τη ρίζα του «ευρωκομμουνισμού» και του σύγχρονου δεξιού οπορτουνισμού γενικότερα.

Ξεκινώντας από τη μεταπολεμική κατάσταση της Ευρώπης, παρατηρούμε ότι μετατρέπεται ακόμα περισσότερο σε επίκεντρο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στα δύο οικονομικοκοινωνικά συστήματα (σοσιαλιστικό και καπιταλιστικό). Για πρώτη φορά, οι πόθοι των εκμεταλλευόμενων έχουν ενσαρκωθεί στη σοσιαλιστική εξουσία. Η σύγκριση με την ΕΣΣΔ και κατακτήσεις της εγείρει αυξημένες αξιώσεις και από το εργατικό κίνημα των δυτικών χωρών. Ολα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που αρκετά κομμουνιστικά κόμματα, πρωτοστατώντας στον αντιφασιστικό αγώνα των λαών της Ευρώπης, απολαμβάνουν διευρυμένο κύρος σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, γεγονός που εκφράζεται και με την άνοδο των εκλογικών ποσοστών τους και την κυριαρχία τους στα συνδικάτα45. Η νίκη της ΕΣΣΔ στον αντιφασιστικό αγώνα αυξάνει την επιρροή του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στους λαούς.

Παράλληλα, στη μεταπολεμική εποχή η Ευρώπη αποτελεί ένα κρίσιμο κέντρο από οικονομική και γεωστρατηγική άποψη για τον ιμπεριαλισμό και ταυτόχρονα στις χώρες της βρίσκεται συγκεντρωμένη μια πολυπληθής εργατική τάξη, έντονα συνδικαλισμένη και πολιτικά οργανωμένη. Το σχέδιο Μάρσαλ δηλώνει σαφώς την προσπάθεια θωράκισης της κυριαρχίας των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων, ενώ τα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται δίνουν τη δυνατότητα διαμόρφωσης νέων συμμαχιών της αστικής τάξης με τα μεσαία στρώματα και εξαγοράς ευρύτερων τμημάτων της εργατικής τάξης. Επιπρόσθετα, οι ηγετικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης, αν και δέχονται πλήγμα από τους αντιαποικιακούς αγώνες και τη συντριβή της αποικιοκρατίας στις περισσότερες χώρες, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, διατηρούν την οικονομική «επιρροή» τους στη βάση της εντεινόμενης εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των προνομιακών συμφωνιών με τις αναδυόμενες αστικές τάξεις των πρώην αποικιών.

Από τα παραπάνω χαρακτηριστικά γίνεται αντιληπτό πως το εργατικό κίνημα της δυτικής Ευρώπης είχε αρκετά καλές προϋποθέσεις για να αποσπάσει κατακτήσεις και από την άλλη πλευρά μεγάλους κινδύνους να συμπαρασυρθεί στο ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό, λόγω των ιμπεριαλιστικών υπερκερδών46.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Σημειώσεις:

38. David Bell: «Eurocommunism and the Spanish Communist Party» (p.1), European Papers No 4, σελ. 12-14. 39. Για την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ισπανία βλ. Marselino Camacho: «Κείμενα της φυλακής: Οι εργατικές επιτροπές και το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ισπανία», εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 1977. 40. Αναφορικά με το χαρακτήρα της αντίστασης στον Φράνκο και το Πρόγραμμα του κόμματος για την επόμενη μέρα βλ. ενδεικτικά Σαντιάγκο Καρίγιο: «Η πολιτική της Ισπανίας αύριο» στο «Σοσιαλισμός και Δημοκρατία», εκδόσεις «Οδυσσέας», Αθήνα 1976, σελ. 75-78. 41. David Bell: «Eurocommunism and the Spanish Communist Party» (p.1), European Papers No 4, σελ. 37-39. 42. Αξίζει να σημειωθεί ότι τραπεζίτες και επιχειρηματίες συμμετείχαν στο αντιδικτατορικό Κοινοβούλιο της Καταλωνίας και σε άλλες πρωτοβουλίες συνεργασίας του κομμουνιστικού κόμματος. 43. Για τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ισπανία βλ. Luis Ramiro Fernandez: «Electoral Incentives and Organisational Limits of the Communist Party of Spain and the United Left (IU)», ICPS Editions, Barcelona 2002. 44. Γιάννης Σαμοθράκης: «Η ισπανική πρόκληση», περιοδικό «ΑΝΤΙ», τ. 101, 17 Ιουνίου 1978. 45. Βλ. ενδεικτικά τα εκλογικά αποτελέσματα των Κομμουνιστικών Κομμάτων μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο στο Ντόναλντ Σασούν: «Εκατό χρόνια σοσιαλισμού», εκδόσεις «Καστανιώτης», Αθήνα 2001 και στην ιστοσελίδα www.parties-and-elections.eu. 46. Β. Ι. Λένιν: «Ο ιμπεριαλισμός. Ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2005, σελ. 120. Το ζήτημα της εξαγοράς κομματιού της εργατικής τάξης από την αστική είχε τοποθετηθεί αχνά στην ιδρυτική διακήρυξη της Α` Διεθνούς και από τους Μαρξ - Ενγκελς. Βλ. Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», τ. Α`, εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Μόσχα 1951, σελ. 447.


Του
Κώστα ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΥ*
Ο Κώστας Σκολαρίκος είναι κοινωνιολόγος, συνεργάτης του ΚΜΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ