Παρασκευή 4 Σεπτέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΤΗΛΕ ...ΠΑΘΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Φεύγοντας ο Αύγουστος

Αποχαιρετώντας μας ο Αύγουστος άφησε αποκαΐδια και μνήμες πικρές. Μια μαύρη καταχνιά στην ψυχή μας, μέσα στο κατακαλόκαιρο. Θέλεις δε θέλεις, γυρίζεις χρόνια πίσω, σ' Αύγουστους μακρινούς και καταραμένους. Οπως τότε. Μια δυσβάστακτη κληρονομιά, μια θύμηση πικρή. Αύγουστος του '44. Συγκεκριμένα 28 Αυγούστου του '44.

*...«Κίνησε ο πατέρα από τα βαθιά χαράματα να πάει στη δουλειά και πριν ο ήλιος βγει γύρισε πίσω.

-- Τι συμβαίνει και ξαναγύρισες; έκανε με τρόμο η μάνα.

Τότε εκείνος ξεστόμισε την πιο φρικτή λέξη, που όλοι ακούγαμε, όλοι φοβόμασταν κι όλοι περιμέναμε.

-- Μπλόκο-!!

Ανατριχιάσαμε... Το αίμα πάγωσε στις φλέβες. Και τώρα τι θα κάνουμε;

Ο,τι κι ο κόσμος όλος!

Ολάκερη η Καλλιθέα μπλοκαρισμένη. Από Λεωφόρο Συγγρού, μέχρι γραμμές ηλεκτρικού κι από τη γέφυρα του Ιλισού στο Κουκάκι, μέχρι την παραλία, κάτω στις Τζιτζιφιές.

Δεν άργησαν να μπουκάρουν και στο Συνοικισμό. Πλημμύρισε ο τόπος, φέσι χακί και φουστανέλα - ωωω τι ιεροσυλία - και προστυχόλογα. Ενα χωνί στη μικρή μας πλατεία να ουρλιάζει και να σπέρνει τρόμο και πανικό!

...«Ολοι οι άντρες από 14 χρονών κι απάνω να συγκεντρωθούν στο γήπεδο της ΑΕΚ Καλλιθέας» (τετράγωνο Δαβάκη - Λεωφ. Συγγρού, Δοϊράνης και Μαντζαγριωτάκη).

Φώναξαν αρκετές φορές και μετά άρχισαν τα γιουρούσια στα φτωχόσπιτα. Τραβολογούν και δέρνουν. Βάζουν τον υποκόπανο μπροστά, χτυπάνε στα πλευρά και σπρώχνουν. Παίρνουν το δρόμο για το μπλόκο οι γείτονες. Βγαίνουν οι μανάδες, οι κόρες, οι γυναίκες, οι αδελφές να τους αποχαιρετίσουν, προσδοκώντας καλή επιστροφή.

Τα γουρούνια βιάζονται, τους βάζουν τα χέρια στην πλάτη και δεν τους αφήνουν να γυρίσουν το κεφάλι, μήτε για τον τελευταίο χαιρετισμό.

Φύγανε οι άντρες κι άρχισε το ψάξιμο στα σπίτια. Εμεινε ο Συνοικισμός στ' αφεντιλίκι τους. Μπαίνουν σα σίφουνες μέσα, ξεσηκώνουν, σπάνε, σκίζουν, χαλάνε και βρίζουν ανενόχλητοι. Δεν αφήνουν γωνιά και γωνιά που να μην ψάξουν. Κι άλλοι και τρεις άλλοι σε όποιον έκανε την κουτουράδα να προσπαθήσει να κρυφτεί για να ξεφύγει. Σαν το σκυλί τον σκοτώνουν στον τόπο.

Οι Γερμανοί ελέγχουν την κατάσταση «αφ' υψηλού», ευχαριστημένοι που οι υποτελείς τους κάνουν υποδειγματική δουλειά...! Καθαρίσανε με το Συνοικισμό και ξεκουμπιστήκανε. Μια νέκρα απλώνεται παντού. Μέσα στα σπίτια ταμπουρωμένες οι γυναίκες, μετράνε τις στιγμές με αγωνία... Σε λίγο μια-μια ξεμυτίζει, απαντιώνται στις αυλές κι αρχίζει σιωπηλό, φοβισμένο κουβεντολόι. Μοίρα κοινή για όλες και για όλους. Καημός ενωμένος με δάκρυ, αγωνία και λαχτάρα... «Πού τους πάνε; Τι θα τους κάνουν;».

Κάθε μια προσθέτει τα όσα έχει ακουσμένα... Βαθαίνει ο πόνος και γίνεται αβάσταχτος... «Θα τους φορτώσουν σε καμιόνια να τους πάνε στο σταθμό κι από 'κει στις κλούβες για τη Γερμανία...».

Φρικτή κι ατέλειωτη ιστορία... Ισως μια άλλη συνέχεια, μια άλλη φορά, πάλι για κάποιον άλλο ματωμένο Αύγουστο...

*«Από το βιβλίο Συνοικισμός Χαροκόπου»


Βασίλης ΛΙΟΓΚΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ