Μια πολιτική, που προσαρμοσμένη στις εντολές των Βρυξελλών και στα πλαίσια της «ελευθερίας της αγοράς», αρνείται να επιλύσει ζωτικά προβλήματα, ενώ την ίδια στιγμή εκχωρεί εθνικό μουσικό χώρο σε συγκεκριμένους μεγιστάνες του πλούτου. Παράλληλα, μουσικοί δημιουργοί και ερμηνευτές συνεχίζουν να συνθλίβονται από αυτή την κυρίαρχη πολιτική, που προσπαθεί να ισοπεδώσει κάθε δημιουργικότητα και ταλέντο τους και να τους υποτάξει στην υπηρεσία του κέρδους, της φτήνιας, της χειραγώγησης.
Ανεργία, υποαπασχόληση, ελαστικές σχέσεις εργασίας, μισθοί πείνας, ανασφάλεια είναι στοιχεία που συνθέτουν το «παζλ» της σημερινής κατάστασης για την πλειοψηφία των Ελλήνων μουσικών, οι οποίοι βλέπουν τα προβλήματά τους να οξύνονται, μέσα στο ευρύτερο «σκηνικό» ενίσχυσης των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων και ανατροπής κοινωνικών κατακτήσεων. Τα προβλήματα είναι τεράστια, με κυριότερο την ανεργία, η οποία ολοένα αυξάνεται με όλα τα επακόλουθα. Ακόμη κι αν εκλάβουμε ως εργασία τα τριήμερα που δουλεύουν συνήθως οι μουσικοί, άνεργος είναι ένας στους τρεις μουσικούς. Αποτέλεσμα: Μισή δουλειά, μισή ασφάλιση... Χαμηλές αμοιβές, ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας, περικοπή των βαρέων και ανθυγιεινών. Δραματική είναι η κατάσταση και τεράστια η ανεργία για τους μουσικούς που δουλεύουν στα νυχτερινά κέντρα, όπου πλέον τώρα δουλεύουν πολύ λίγοι και μάλιστα τριήμερα. Παράλληλα, σ' αυτούς τους χώρους υποφέρει και η καλλιτεχνική ποιότητα, καθώς δεν αποφασίζουν οι καλλιτέχνες, αλλά παίρνουν συγκεκριμένες εντολές και πιέσεις. Επίθεση, όμως, υφίστανται οι μουσικοί και στα Μουσικά Σύνολα, στις Φιλαρμονικές και όπου υπάρχει συλλογική μουσική έκφραση. Επιχειρείται με πολλούς τρόπους η συρρίκνωσή τους, προκειμένου να είναι πιο ευάλωτα στην ιδιωτικοποίηση, ενώ υπάρχουν πολλών κατηγοριών εργαζόμενοι, με συμβάσεις αορίστου χρόνου, ορισμένου χρόνου, σύμβαση έργου κ.ο.κ. και με ισχνές αμοιβές. Τα Σύνολα γενικότερα είναι υπό διάλυση, κάτι που εξυπηρετεί το γενικότερο σχεδιασμό προκειμένου να παραχωρηθούν ευκολότερα στους ιδιώτες. Σε αυτούς τους χώρους που είναι θεσμοθετημένοι από το κράτος είτε ως επιχορηγούμενοι, είτε ως κρατικοί και ημικρατικοί προοιωνίζεται ένα μεγάλο κύμα προβλημάτων και πιθανών απολύσεων, βάθεμα ελαστικών εργασιακών σχέσεων κ.ά. Κύριοι χώροι είναι αυτοί των δήμων, που αποτελούν πιλότο στην εφαρμογή των ελαστικών σχέσεων εργασίας, κάτι που είναι απόλυτα συνδεδεμένο με την οικονομική τους κατάσταση, η οποία θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο με τον «Καποδίστρια 2» και από εκεί και πέρα οι επιχορηγούμενες ορχήστρες, όπως η ΚΟΕΜ, η Ορχήστρα των Χρωμάτων, τα Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ και πιθανόν και οι κρατικές ορχήστρες και η Λυρική Σκηνή. Αυτό που προτάσσεται είναι το ζήτημα της βιωσιμότητάς τους, κάτι που το βλέπουμε έντονα στις επιχορηγούμενες ορχήστρες. Ηδη, η ΚΟΕΜ είναι κλειστή, περιμένοντας τα χρήματα που έχουν υποσχεθεί από το προηγούμενο διάστημα, ενώ η Ορχήστρα των Χρωμάτων διεκδικεί την επιβίωσή της. Παράλληλα, προωθείται οποιαδήποτε μορφή ελαστικής απασχόλησης, ακόμα και το να πληρώνεται ο εργαζόμενος με την πρόβα, την παράσταση κ.ο.κ.
Μεγάλα και μακροχρόνια είναι τα προβλήματα της Μουσικής Παιδείας, που ολοένα και οξύνονται. Παρότι αποτελεί βασικό εκπαιδευτικό, πολιτιστικό και κοινωνικής σημασίας τομέα, μέσα στη γενική παιδεία κατέχει θέση περιθωριακή. Τα μέσα και ο τρόπος που γίνεται το μάθημα της μουσικής στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ακόμη και στα Μουσικά Γυμνάσια) δεν ικανοποιούν τη μεγάλη ανάγκη για μουσικές γνώσεις και γενικότερη καλλιτεχνική αγωγή των νέων, στους οποίους το κράτος θα έπρεπε να τις εξασφαλίζει καθολικά και δωρεάν, προκειμένου σε όμοιες συνθήκες να παίρνουν ουσιαστική και ολόπλευρη μόρφωση. Πυρήνας και κύριος τροφοδότης της πολύπαθης Μουσικής Παιδείας στη χώρα μας παραμένει η ωδειακή εκπαίδευση, η οποία έχει ολοκληρωτικά εκχωρηθεί (πλην του μοναδικού Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης) στους ιδιώτες, με αποτέλεσμα πολλά δεινά να πηγάζουν από αυτή τη μάλλον ανεξέλεγκτη κατάσταση (οικονομικά, επίπεδο σπουδών κ.ά.). Οχι μόνο για τους σπουδαστές (υπολογίζεται ότι σε περίπου 600 ωδεία πανελλαδικά σπουδάζουν περισσότεροι από 70-80 χιλιάδες μαθητές), αλλά και για τις χιλιάδες καθηγητών, οι οποίοι παρότι αποτελούν το βασικό κρίκο της μουσικής εκπαιδευτικής διαδικασίας βρίσκονται αντιμέτωποι με σοβαρότατα προβλήματα (ανεργία, υποαπασχόληση, απαράδεκτα χαμηλές - πολλές φορές - αμοιβές και πολύμηνες καθυστερήσεις πληρωμών, μη ασφάλιση κλπ.). Η στοχευμένη έλλειψη μουσικής και γενικότερα καλλιτεχνικής παιδείας και υποδομών στον κορμό της υποχρεωτικής δημόσιας εκπαίδευσης στερεί από το λαό τη δυνατότητα ανάπτυξης αξιολογικών κριτηρίων για την τέχνη και απέναντι στα υποπροϊόντα που του πλασάρονται ως «καλλιτεχνικό» εμπόρευμα. Κάνοντάς τον πιο ευάλωτο στην υποκουλτούρα, που εκφράζεται μέσα από ποικίλες μορφές, επιδιώκοντας τη χειραγώγηση συνειδήσεων, την αιχμαλωσία μυαλού και γούστου, την αποξένωση. Εξάλλου, το κέρδος στο οποίο αποσκοπεί η βιομηχανία του θεάματος, πολυεθνική και εγχώρια, το «χρηματιστήριο» του «λάιφ στάιλ» είναι η μία παράμετρος. Η άλλη αφορά στις συνειδήσεις και τη χειραγώγησή τους. Η ισχύουσα πολιτική αποξενώνει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού από τους δημιουργούς και την αλλοτριώνει, μετατρέποντάς την, υποχρεωτικά, σε «παθητικό καταναλωτή» των προϊόντων της πολιτιστικής βιομηχανίας του συστήματος.
Τα κρίσιμα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Μουσική, οι άνθρωποι που την υπηρετούν και γενικότερα ο λαός μας όχι μόνο θα παραμένουν αναπάντητα, αλλά θα οξύνονται ακόμη περισσότερο, όποια και αν είναι η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές, αν καλλιτέχνες και άλλοι εργαζόμενοι δεν αντεπιτεθούν ώστε και με την ψήφο τους να ενισχύσουν το ΚΚΕ, το μόνο κόμμα που υπερασπίζεται τον πολιτισμό για όλο το λαό.