Αρχίζοντας από την ίδια τη ζωή μας.
Επανειλημμένα, έχομε δείξει πως είμαστε έτοιμοι να κάνουμε κριτική, να αποδώσουμε χαρακτηρισμούς σε φυλές, έθνη, οργανωμένες ομάδες ή ακόμα και μεμονωμένα άτομα που και αυτά αντιπροσωπεύουν μια φυλή, ένα έθνος ή μια ομάδα.
Αυτά είναι τα πρώτα και βασικά ερωτήματα που μπορεί να κάνει κάποιος με τον τρομερό σεισμό στην Αϊτή.
Αν είχαν ισοπεδωθεί όλα τα σούπερ μάρκετ, οι φούρνοι, τα μικρομάγαζα και τα περίπτερα που πουλάνε εμφιαλωμένο νερό, αναψυκτικά, και άλλα είδη πρώτης βοήθειας;
Αν από τις κατολισθήσεις είχαν αφανιστεί οι δρόμοι και χανόταν ο προσανατολισμός μας, αν η καταστροφή ήταν ολική;
Θα γυρεύαμε τα μαγαζιά που πριν τα βρίσκαμε με κλειστά μάτια, στη γειτονιά μας ή μακρύτερα, ή θα τα ψάχναμε στα ερείπια που θα υποθέταμε ότι βρίσκονταν, και θα κάναμε μια έφοδο να εφοδιαστούμε με τα πιθανά ευρήματά μας για να σωθούμε από την πείνα, τη δίψα, το κρύο;
Θα βλέπαμε τα τρόφιμα, τα υγρά, τα κλινοσκεπάσματα, στις βιτρίνες που τυχόν να είχαν διασωθεί και δεν θα επιχειρούσαμε να τα προμηθευτούμε για την προσωπική μας σωτηρία και των μελών της οικογένειάς μας;
Είναι αυτό λεηλασία;
'Η, μήπως, η λεηλασία γινόταν πριν την καταστροφή; Ενώ σε μια ολική καταστροφή είναι μόνο η ανάγκη της επιβίωσης;
Αλλά, υπήρξαν και υπάρχουν σε πολλά σημεία της Γης μας και άλλοι τόποι σαν την Αϊτή, και φυσικές καταστροφές έγιναν και θα γίνονται διαχρονικά και απρόβλεπτα.
Δεν υπάρχουν οι Τρεις Μοίρες που όταν γεννιόμαστε μας ακουμπάνε με το χρυσό ραβδάκι τους και μας μοιραίνουν: Εσύ θα πηγαίνεις πάντα με μερσεντές, εσύ θα πάρεις κότερο για να χαίρεσαι τη θάλασσα, εσύ θα είσαι αγρότης και θα σκάβεις, εσύ θα πεινάς όλη σου τη ζωή, αλλά θα είναι σύντομη.
Ο μπαμπάς του, τον είχα δει στο στέκι του, είχε ένα κασελάκι με γυαλισμένα μπρούντζα, στολίδια με χρωματιστές χάντρες και φούντες, στη Βουκουρεστίου και Πανεπιστημίου. Γυάλιζε παπούτσια από το λυκαυγές μέχρι το λυκόφως, κάθε μέρα και τις Κυριακές.
Το αγόρι παραπονιόταν πως ο πατέρας του ποτέ δεν του γυάλισε τα δικά του παπούτσια.
Γιατί; τον είχα ρωτήσει.
Γιατί δεν έχω, είπε και κλότσησε την πάνινη μπάλα.
Είδα λευκούς και μαύρους στη Νέα Ορλεάνη, στο Σικάγο, στο Μαϊάμι, στην Ουάσιγκτον, στη Νέα Υόρκη - οι περισσότεροι από τις Πολιτείες του Νότου, μετανάστες Ιταλοί και Ελληνες - να γυαλίζουν παπούτσια καλοντυμένων ανθρώπων που κάθονταν ψηλά στις καρέκλες.
Λυπάμαι που δε ρώτησα κανέναν αν γυάλιζε τα παπούτσια του γιου του.