Κυριακή 14 Φλεβάρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΤΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Καθ' οδόν: Σε έμμετρα μονοπάτια...

Παπαγεωργίου Βασίλης

Είναι γνωστό ότι η στήλη, δεν «ειδικεύεται» στην ποίηση. Σήμερα όμως λέμε να κάνουμε μια εξαίρεση, γιατί το βιβλίο του Γιώργου Λυκομήτρου, υπό τον τίτλο «Οδοντωτός Τροχός», όχι μόνο μας κέντρισε το ενδιαφέρον, αλλά «είδαμε» μέσα του τη ζωή μας. Η έκδοση είναι πλημμυρισμένη από έμμετρα βαθιά μηνύματα, που μαγνητίζουν και αγγίζουν τον αναγνώστη, μέσα από μια ποικιλία θεμάτων: Ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά και σατιρικά ποιήματα, γραμμένα από πένα που αγωνιά αλλά και αντιδρά, που καταγγέλλει αλλά και προτείνει.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα: Ο Γ. Λυκομήτρος γεννήθηκε το 1949 από γονείς αγρότες στο χωριό Σιμιάδες Μαντινείας Αρκαδίας, όπου τελείωσε το δημοτικό σχολείο. Πήγε γυμνάσιο στο Ναύπλιο και τελείωσε το λύκειο στο Λεβίδι. Είναι πτυχιούχος της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Πειραιώς, την οποία τελείωσε εργαζόμενος λόγω ...ανθηρών οικονομικών (όπως χαρακτηριστικά σημειώνει). Το πόνημά του είναι αφιερωμένο «Στους αδικημένους όπου Γης» και το εξώφυλλο φιλοτέχνησε ο Τριπολίτης ζωγράφος Κώστας Δανιγγέλης.

Στο σύντομο σημείωμά του, απευθύνεται στον αναγνώστη, γράφοντάς του: «Πιστεύω ότι το μήνυμα που θέλει να στείλει κάποιος πρέπει να είναι σαφές, έτοιμο για επεξεργασία κι όχι ο δέκτης να "χάνεται" στην αναζήτησή του, γεγονός που τον κουράζει, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπει την προσπάθεια. Ξέρω ότι έτσι που έχουν κάνει την ποίηση, ακατανόητη, σταυρόλεξο, χωρίς ρίμα, κάνει πολλούς να αποφεύγουν να τη διαβάζουν, να λύνουν γρίφους, να ακολουθούν τις δαιδαλώδεις διαδρομές των ποιητών. Κάνε, όμως, τον κόπο και διάβασέ το. Ισως σε βοηθήσει να πιάσεις το μίτο, για να βγεις από το λαβύρινθο που μας έχουν οδηγήσει, με μεγάλη μαεστρία και σχέδιο επιτελικό».


Παπαγεωργίου Βασίλης

Ας κάνουμε λοιπόν τούτη την Κυριακή, ένα αλλιώτικο ταξίδι. Φύγαμε...

ΠΟΙΟΣ;

Ποιος σου έκλεψε το χρόνο;/Ποιος σε έχει αφήσει μόνο;/ Τρέχεις και δεν προλαβαίνεις/ και τον ύπνο δε χορταίνεις;

Ποιος σου στέρησε το γέλιο,/ της υγείας το θεμέλιο;/ Ποιος σου πήρε τη χαρά;/ Φτύστονε το μασκαρά.

Ποιος σου κόβει τα φτερά,/ μόλις πας για να πετάξεις;/ Με βρεγμένη τη σανίδα να τόνε περιαδράξεις.

Ποιος εμπόδιο σου μπαίνει/ σ' όλες τις διεκδικήσεις,/ δικαιώματα στερεί,/ αφαιρεί και κατακτήσεις;

Ποιος σου έκρυψε τον ήλιο/ κι η καρδιά σου μαραζώνει/ και την ευτυχία βλέπεις/ μόνο με το μακαρόνι;

Ποιος σε δίκασε στη φτώχεια,/ άσπρη μέρα μην ιδείς/ κι, ενώ άλλοι απολαμβάνουν,/ ίσα ίσα ψευτοζείς;

Ποιος σε γαϊδουροφορτώνει,/ τρώει, πίνει, δεν πληρώνει,/ και, εσύ ο φουκαράς,/ όλο το κουπί τραβάς;

Ποιος για τα ειδεχθή εγκλήματα/ όλα τούτα θα πληρώσει,/ πριν με τον καημό πεθάνεις/ και λογαριασμό δε δώσει;

Καν' την αυτοκριτική σου,/ μπας κι εσύ έχεις ευθύνη,/ και μου τα φορτώνεις σ' άλλον,/ παριστάνοντας τον Γάλλον.

Αλλιώς,

έχει όνομα αυτός,/ της ζωής σου ο τιμωρός,/ βρέστονε και τσάκισε τον/ και στο διάλο απόστειλέ τον.

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΑΔΡΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

Οποιου δε θέλεις το μυαλό/ να κόβει παραπέρα/ στρώστονε στη δουλειά καλά/ και νύχτα και ημέρα.

Τη μέθοδο αυτή/ εφαρμόζ' η πλουτοκρατία,/ για να κοιμάται ήσυχη/ και δίχως φασαρία.

Δε σου δίνουν όσα πρέπει/ κι ο καθείς πρέπει να τρέχει,/ τ' αναγκαία ν' αποκτήσει,/ τα παιδιά του ν' αναστήσει.

Από οικονομική σκοπιά/ σου 'χουν σφίξει τα λουριά/ κι από τηλεσκουπιδαριό/ τα τιμόνι αμολυτά.

Κι άιντε, με μυαλό θολό/ και σφοδρό βομβαρδισμό,/ τηλεοπτικό καταιγισμό,/ να επιλέξεις το ορθό.


Δέκτης γίνεσαι παθητικός,/ όπως ακριβώς σε θέλουν,/ κι όχι ενεργητικός,/ γιατί τότε θα σε τρέμουν.

Σε φοβίζουν μ' απολύσεις,/ με περικοπή μισθών,/ να απέχεις απ' την πάλη/ και να σκύβεις το κεφάλι.

Δείχνουν τις ουρές ανέργων,/ που δημιουργούν οι ίδιοι,/ και σου λένε να προσέξεις/ ίδια τύχη να μην έχεις.

Κι, αν υπάρχει και ανάγκη,/ γίνονται υποχωρήσεις,/ ρίχνεις στο κρασί νεράκι,/ να μπορέσεις για να ζήσεις.

Υποστέλλετ' η σημαία,/ κατεβαίνει η παντιέρα,/ γίνονται συμβιβασμοί,/ γιατί τρέχουν οι λογαριασμοί.

Μέχρι πού θα πάει, όμως,/ τούτο το μεγάλο χάλι,/ μήπως πρέπει κάποια ώρα/ να δεθεί πάλι τ' ατσάλι;

ΚΑΖΙΝΟ - ΑΠΟΧΗ

Βάζουνε τo χάρτη κάτω/ και τον μελετούν καλά/ πού θα στήσουν την απόχη/ να τους παίρνουν τα λεφτά.

Στήσανε ένα καζίνο/ εις την Πάρνηθα ψηλά,/ που τους παίρνουν τα σακάκια,/ παντελόνια και βρακιά.

Τ' άλλο εστήθη στο Λουτράκι,/ για να μην κανείς ξεφεύγει,/ έτσι πιάνει το λαβράκι/ κι ο ψαράς, όταν ψαρεύει.

Και πολλοί λαϊκατζήδες/ εδεκεί τα ακουμπάνε,/ «μήπως είν' όλα δικά τους;»/ Στους αγρότες τα χρωστάνε.

Ενομίσανε οι κάργιες/ πως στ' αηδόνια ομοιάζουν,/ το καταλαβαίνουν, όμως,/ σαν οι τσέπες τους αδειάζουν.

Πόσα σπίτια έχουν κλείσει,/ πόσοι έχουν κρεμαστεί!/ Κλείστε τα πια τα ρημάδια,/ ο κοσμάκης να σωθεί

ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ

Δουλεία και δουλειά/ στον τονισμό η διαφορά,/ σαν ο τόνος ανεβαίνει,/ η εργατιά αργοπεθαίνει.

Μπορούνε τ' αδειανά σακιά/ όρθια να σταθούν/ και κεφαλές χωρίς μυαλό/ σωστά για να σκεφθούν;

Υπό μορφήν βροχής/ έπεφτ' ο μυελός,/ να πάρουν όλοι όπου Γης,/ να μην υπάρχει πια κουτός.

Μα οι πιο πολλοί νομίσανε/ πως ήταν πρωτοβρόχια,/ φοβήθηκαν μήπως βραχούν/ κι άνοιξαν αλεξιβρόχια

Η ΕΞΕΔΡΑ

Βρίσκεσαι σε μια πλατεία,/ παρακολουθείς μια ομιλία,/ πάνω στην εξέδρα λίγοι/ από κάτω οι πολλοί.

Απ' τη μια ακούγονται συνθήματα/ κι απ' την άλλη τα χειροκροτήματα,/ γίνεται οχλοβοή/ κι ο κόσμος δεν μπορεί να ιδεί.

Είναι τέτοια η θέση του/ που δεν του επιτρέπει/ όλα όσα ο καθείς/ από την εξέδρα βλέπει.

Φρόντισαν οι πονηροί/ κι ανέβηκαν πάνω πρώτοι/ κι άφησαν τον όχλο κάτω,/ ρίχνοντας του κουτοχόρτι.

Αμα θες κι εσύ να βλέπεις/ από άλλη οπτική γωνία,/ πώς θ' ανέβεις στην εξέδρα/ πρέπει να 'χεις αγωνία.

Γιατί, αν ανέβεις πάνω,/ όλα θα τα δεις σε άλλη διάσταση/ κι ίσως τότε προσπαθήσεις/ να αλλάξεις την κατάσταση.

Κι, επειδή αυτό το ξέρουν/ ότι κάποτε θε να συμβεί,/ σε κρατούν μ' όλα τα μέσα/ μακριά απ' τη σκηνή.

Πρέπει στόχο σου να έχεις/ στην εξέδρα ν' ανεβείς/ μήπως και εσύ μπορέσεις/ άσπρη μέρα να ιδείς.


Επιμέλεια:
Ελένη ΑΡΓΥΡΙΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ