Δίπλα τους, θάφτηκαν και 10.678 μαχητές και αξιωματικοί του Κόκκινου Στρατού που έδωσαν τη ζωή τους υπερασπίζοντας και πάλι τη σοσιαλιστική πατρίδα, αυτή τη φορά κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Προς τιμήν τους, το 1956 άναψε στο Πρεομπραζένσκι για πρώτη φορά η «αιώνια φλόγα», έντεκα χρόνια πριν την πιο γνωστή «φλόγα» στο «Αλεξαντρόφσκι σαντ».
Ο δαυλός κρατούσε ζωντανή τη μνήμη επί 40 συνεχόμενα χρόνια μέχρι και το 2004, οπότε χάλασε το σύστημα του φυσικού αερίου που τον τροφοδοτούσε. Εκτοτε, καμία αρχή του μετασοβιετικού, αστικού καθεστώτος - με τους κατά τα άλλα φλύαρους «υπερπατριώτες» εκπροσώπους του - ασχολήθηκε με αυτήν. Μόνο ο λαός της Μόσχας, κάθε χρόνο, στις 9 Μάη, άναβε και πάλι τη φλόγα για λίγο με μπαλόνια γκαζιού. Μάλιστα, εμφανίστηκε και μια «παράδοση»: Οι παππούδες και οι γιαγιάδες έριχναν από το πενιχρότατο εισόδημά τους όσα καπίκια μπορούσαν στη θέση της «φλόγας». Οχι γιατί θα «συγκινούνταν» οι αρχές. Αλλά «γιατί έτσι πρέπει», όπως απάντησαν κοφτά στο δημοσιογράφο της «Ισβέστια» που τους είδε πριν λίγες μέρες να επαναλαμβάνουν αυτή την κίνηση.
Αυτό το «έτσι πρέπει» δεν έχει καμία σχέση με τους λόγους που ανάγκασαν τις αρχές να φτιάξουν, επιτέλους, το σύστημα που θα διατηρεί αναμμένη και πάλι την «αιώνια φλόγα». Ποτέ, όσο αντέξει ο παλινορθωμένος καπιταλισμός στη Ρωσία, αυτή η φλόγα δε θα σημαίνει το ίδιο πράγμα για τους ανθρώπους που θα «ζεσταίνονται» κάθε χρόνο κοντά της και με όσους επιχειρούν να τη φέρουν στα μέτρα των φτηνών προπαγανδιστικών αναγκών τους. Οι 47 «άγνωστοι» στρατιώτες, οι χιλιάδες νεκροί συμμαχητές τους, οι δόκιμοι της Κροστάνδης δίπλα τους, το εγγυώνται αυτό...