Το ΙΟΒΕ βγαίνει μπροστά για την οικονομική και πολιτική στήριξη του μνημονίου, αξιώνοντας και επιπρόσθετα μέτρα από την πολιτική εξουσία
Η παρέμβαση του ΙΟΒΕ γίνεται σε μια στιγμή που διακρίνεται από την επιμονή και την ένταση των εργατικών αγώνων ενάντια στο μνημόνιο, εκφράζοντας τον πραγματικό φόβο των μεγαλοβιομηχάνων ότι οι αγώνες αυτοί μπορούν να πιέσουν αφόρητα τους πολιτικούς υπηρέτες του μνημονίου, οδηγώντας έως και στην ακύρωσή του |
Ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, πρώην σύμβουλος της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, Γ. Στουρνάρας, αφιέρωσε πολλές χαρακτηριστικές φράσεις υπέρ του μνημονίου και της φρίκης που αυτό αντιπροσωπεύει για τη συντριπτική πλειοψηφία του απλού λαού. Τόνισε ότι το μνημόνιο «αποτελεί το διαβατήριο για τη σωτηρία της Ελλάδας». Οτι αποτελεί «τομή στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής», ένα «αυστηρό, αλλά αναγκαίο, μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας» και πολλά άλλα. Ζήτησε μάλιστα, ο οικονομικός προγραμματισμός που βασίζεται σε αυτό να παραταθεί έως το 2020. Ταυτίζοντας την «ανάπτυξη» με την ευμάρεια των επιχειρήσεων, το ΙΟΒΕ λύνει την εξίσωση με απλό τρόπο. «Σωτηρία» είναι η διασφάλιση της υπερκερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου με τη συνακόλουθη, παρατεταμένη εξαθλίωση των εργαζομένων.
Δεν πρέπει να υπάρξει καμιά παρερμηνεία. Η παρέμβαση του ΙΟΒΕ δεν απευθύνεται στα κατ' εξοχήν θύματα της πολιτικής που βασίζεται στο μνημόνιο, αλλά ούτε είναι τυχαία η χρονική στιγμή που πραγματοποιήθηκε. Το ΙΟΒΕ απευθύνεται πρωτίστως στην εξουσία, στους εκτελεστές της «διαθήκης», στις δυνάμεις του συστήματος που έχουν επιφορτιστεί με την υλοποίηση και υποστήριξη του μνημονίου, για να τους προειδοποιήσει ότι απαιτείται να το υλοποιήσουν στο ακέραιο, αλλά και ότι οφείλουν να πράξουν ακόμη περισσότερα σε βάρος των εργαζομένων. Ο καθηγητής Ν. Καραβίτης επισήμανε ότι τα μέτρα του μνημονίου «πρέπει να θεωρηθούν ως η ελάχιστη απαιτούμενη προσπάθεια», καθώς «οι αγορές θα μας κρίνουν».
Παράλληλα, η παρέμβαση του ΙΟΒΕ γίνεται σε μια στιγμή που διακρίνει την επιμονή και την ένταση των εργατικών αγώνων ενάντια στο μνημόνιο, εκφράζοντας τον πραγματικό φόβο των μεγαλοβιομηχάνων ότι οι αγώνες αυτοί μπορούν να πιέσουν αφόρητα τους πολιτικούς υπηρέτες του μνημονίου, οδηγώντας έως και στην ακύρωσή του. Εφοδιασμένο με ιστορική εμπειρία που περιλαμβάνει σημαντικές ήττες, το μεγάλο κεφάλαιο δεν υποτιμά τον αντίπαλό του, γνωρίζει τη δύναμη της εργατικής τάξης και ποτέ δεν επαναπαύεται, προκειμένου να την αμβλύνει. Ο Γ. Στουρνάρας επισήμανε σχετικά ότι «ο μεγαλύτερος κίνδυνος που ελλοχεύει είναι η ακύρωση του μνημονίου λόγω της δαιμονοποίησής του από μέρος του πολιτικού κόσμου, του Τύπου, του συνδικαλιστικού κινήματος, των ποικιλώνυμων επαγγελματικών επιχειρηματικών συμφερόντων που θίγονται». Βάζοντας στην τσέπη το μνημόνιο - διαβατήριο, ο Γ. Στουρνάρας ήταν σαφής ότι «δεν αποτελεί πανάκεια, και αφήνει πολλά σημαντικά ζητήματα ανοιχτά ώστε να σχεδιαστούν και εφαρμοστούν από την ελληνική κυβέρνηση με ορίζοντα δεκαετίας. Ζητήματα κυρίως θεσμικά, διαρθρωτικά, κοινωνικής πολιτικής, εξειδίκευσης του νέου αναπτυξιακού προτύπου». Το ΙΟΒΕ, οι μεγαλοεπιχειρηματίες, δίνουν μεγάλη βάση στο «κάτι παραπάνω» από το μνημόνιο, αλλά αμφισβητούν τη δύναμη και τη συνέπεια του «στρατού» τους. Γι' αυτό υπογραμμίζουν ότι για το ξεπέρασμα της κρίσης ο σημαντικότερος παράγοντας «είναι η ανάληψη ηγετικών πρωτοβουλιών εκ μέρους του πολιτικού συστήματος της χώρας. Η αντιμετώπιση μεγάλων κρίσεων μοιάζει με μάχη επιβίωσης: Χρειάζονται καλοί στρατηγοί, υψηλό ηθικό, αξιόπιστο σχέδιο μάχης, συντεταγμένη πορεία, σύγχρονα όπλα, αποθέματα πυρομαχικών, καλές συμμαχίες, διαθέσιμοι πόροι». Πρόκειται λοιπόν, για μάχη, τόσο για την εργατική τάξη, όσο και για το μεγάλο κεφάλαιο.
Το «έπαθλο» αυτής της μάχης είναι η μεγαλύτερη καταλήστευση του πλούτου που παράγουν οι εργαζόμενοι. Τα στελέχη του ΙΟΒΕ επισήμαναν με έμφαση ότι τα μέτρα που λαμβάνονται σήμερα έπρεπε να είχαν υιοθετηθεί και υλοποιηθεί πολύ νωρίτερα. Επαναφέρουν τη συνολική δέσμη θέσεων που πραγματεύονται εδώ και πολλά χρόνια οι μεγαλοβιομήχανοι, αλλά και το ξένο μεγάλο κεφάλαιο μέσω της ΕΕ, αποκαλύπτουν ότι δημιουργήθηκε το οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον για την εφαρμογή μέτρων που δεν έχουν να κάνουν με τις περιστάσεις, αλλά με τις πάγιες και διαχρονικές απαιτήσεις του κεφαλαίου.
Επιφυλάσσοντας ιδιαίτερη πολεμική για το δημόσιο τομέα, προβάλλοντας την ανάγκη συρρίκνωσής του, αφού αυτός υποτίθεται ότι διογκώθηκε σε βάρος του ιδιωτικού, το ΙΟΒΕ παρέθεσε τις νέες αναγκαιότητες υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου που εξυπηρετούνται και από το μνημόνιο. Ο διευθυντής ερευνών Α. Τσακανίκας, επισήμανε ορισμένες: