Κυριακή 1 Αυγούστου 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΒΙΒΛΙΟ - ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ
Οξυνση αντιθέσεων, αγοραία αντιμετώπιση

Eurokinissi

Το πρώτο και προφανές συμπέρασμα από τη συνέντευξη Τύπου του Συλλόγου Εκδοτών Βιβλίου Αθηνών (ΣΕΒΑ) στις αρχές του περασμένου Ιούνη, με θέμα τις «εξελίξεις στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου», τις εκθέσεις βιβλίου και την «κρίση στο χώρο του βιβλίου ήταν η διεύρυνση των αντικειμενικών αντιθέσεων στο εσωτερικό του εκδοτικού χώρου και η έκφρασή τους σε συλλογικό επίπεδο. Το δεύτερο, αλλά όχι έσχατο, συμπέρασμα είναι το γεγονός ότι οι κυρίαρχες δυνάμεις στους συλλογικούς φορείς των εκδοτών, ανεξαρτήτως οικονομικής θέσης, φαίνεται να αναδεικνύουν μόνο την αντίθεσή τους στο δεύτερο επίπεδο, το συνδικαλιστικό, υποβιβάζοντας τις πραγματικές αιτίες.

Δεν πρόκειται για νέο «φαινόμενο» ούτε αφορά μόνο στον εκδοτικό χώρο. Ωστόσο, στις παρούσες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, με το κεφάλαιο να αναπτύσσει εφ' όλης της ύλης επίθεση στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, οι αντιθέσεις στους εκδότες περιλαμβάνουν και άλλα στοιχεία εκτός από τον αντικειμενικό στόχο του μικρομεσαίου... να «μεγαλώσει». Διότι αυτή η επίθεση βρίσκει τον εκδοτικό κλάδο σε μια περίοδο που η διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησής του, και σε διεθνές επίπεδο, κλιμακώνεται. Ετσι, το ζήτημα ακόμη και ύπαρξης των μικρών και μεσαίων εκδοτικών που ανέκυψε την τελευταία κυρίως 20ετία ακριβώς λόγω αυτής της αντικειμενικής τάσης του κεφαλαίου, σήμερα και με αφορμή την οικονομική κρίση, γιγαντώνεται.


Αυτή η διαδικασία που τείνει σε μονοπωλιοποίηση και της εκδοτικής αγοράς είναι και η βασική αιτία της απόφασης μιας μερίδας μεγαλοεκδοτών να μη συμμετάσχουν στις παραδοσιακές, υπαίθριες εκθέσεις βιβλίου της Αθήνας, αρχής γενομένης με την έκθεση βιβλίου του ΣΕΒΑ στο Ζάππειο τον περασμένο Μάη. Φυσικά, αυτή η απόφαση δεν εμφανίζεται με τους πραγματικούς λόγους. Αντίθετα, εμφανίζεται ως «μέσο πίεσης» προς τα σωματεία των εκδοτών, για να «αναβαθμιστούν», δήθεν, οι εκθέσεις βιβλίου και να... «ενωθεί» ο κλάδος!

Το «συνδικαλιστικό μάνατζμεντ»...

Ετσι, αυτή τη στιγμή, η «εικόνα» που προκύπτει για τον εκδοτικό χώρο σε συλλογικό επίπεδο είναι «όλοι εναντίον όλων»: Οι μεγαλοεκδότες εναντίον των μικρομεσαίων και οι τελευταίοι μεταξύ τους. Δίχως όμως και αυτοί να προσανατολίζουν το μεγάλο αριθμό μικρομεσαίων εκδοτών σε ένα ουσιαστικό διεκδικητικό πλαίσιο. Η «εικόνα» αυτή εκφράστηκε ανάγλυφα στη συνέντευξη του ΣΕΒΑ, η οποία κατέληξε σε οξείες, πλην όμως ανούσιες, αντιπαραθέσεις, μεταξύ των παριστάμενων εκπροσώπων άλλων συλλόγων και της λεγόμενης «ομάδας» των εκδοτών που απέχουν.

Οι μόνοι από τους οποίους μπορούν να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα για τις οικονομικές και «συνδικαλιστικές» τάσεις του εκδοτικού τομέα ήταν οι «εκπρόσωποι» των τελευταίων. Και αυτό είναι αντικειμενικό, αφού πρόκειται για τους «μεγάλους», όπως άλλωστε χαρακτηρίστηκαν από τον ΣΕΒΑ. Ετσι, απαντώντας στην κριτική του ΣΕΒΑ για την αποχώρηση από την έκθεση, ο Θ. Ψυχογιός, σημείωσε, ότι αν ο κλάδος ήταν «ενωμένος» θα υπήρχαν και συγκροτημένα στοιχεία για την εγχώρια βιβλιαγορά και ότι η «διάσπαση» είναι το «μεγάλο πρόβλημα». Είπε επίσης ότι η «ομάδα» δεν είναι σε αντιπαράθεση με τα σωματεία, αλλά με τον τρόπο εκπροσώπησης. Ποιος πρέπει να είναι ο σωστός τρόπος συνδικαλιστικής εκπροσώπησης κατά τους «μεγάλους»; Το οικονομικό και συνδικαλιστικό «μάνατζμεντ»! Ουσιαστικά δηλαδή, η μετατροπή των συλλόγων σε διεκπεραιωτές «τεχνικών» ζητημάτων. Είπε ότι οι εκθέσεις πρέπει να γίνονται σε κλειστό χώρο, να είναι «πολυφωνικές» και να μην γίνεται «εκποίηση των προϊόντων μας». Οτι η Διεθνής Εκθεση πρέπει να γίνεται στην Αθήνα και όχι στη Θεσσαλονίκη, επειδή είναι ακριβή η συμμετοχή των εκδοτών και επειδή το 95% της βιβλιοπαραγωγής γίνεται στην Αθήνα. Σημείωσε, μάλιστα, ότι στην πραγματικότητα «δεν υπάρχει "διεθνής" έκθεση», αφού, αν το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου δεν επιδοτούσε τους ξένους συμμετέχοντες δεν θα πατούσε κανείς τους, ενώ οι τελευταίοι ενδιαφέρονται μόνο να πουλήσουν και όχι να αγοράσουν.


Eurokinissi

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Οτι το μεγάλο εκδοτικό κεφάλαιο (έστω τηρουμένων των εγχώριων μεγεθών της σχετικής αγοράς) δεν έχει ουσιαστικά αυταπάτες περί της πραγματικής φύσης των εκθέσεων. Ετσι, μπορεί σε προπαγανδιστικό επίπεδο οι σύλλογοι να λένε ότι οι εκθέσεις είναι και «πολιτιστικά γεγονότα», στην πράξη όμως πρόκειται για εμπορικά. Και δε θα μπορούσε να είναι αλλιώς στο πλαίσιο της «αγοράς». Επιβεβαιώνουν, επίσης, ότι οι αντικειμενικές αντιθέσεις που αναφέρθηκαν εισαγωγικά έχουν φτάσει σε ένα σημείο - και λόγω της γενικότερης κρίσης του συστήματος - όπου κάθε πρόσχημα με το οποίο επί δεκαετίες πορευόταν η συλλογική εκπροσώπηση των εκδοτών (ακόμη και με αγνές προθέσεις και πάντα σε σχέση με τους εσωτερικούς συσχετισμούς) πάει «περίπατο» σε συνθήκες όξυνσης των εσωτερικών αντιφάσεων του συστήματος. Και βέβαια, αυτή η διαδικασία πάλι δεν αφορά αποκλειστικά στον εκδοτικό κλάδο.

Αξίζει, λοιπόν, σε αυτό το σημείο να δούμε και με αριθμούς τις τάσεις του εκδοτικού τομέα και τα μεγέθη του στην Ελλάδα για να γίνουν πιο ξεκάθαρες οι αιτίες αυτών των αντιθέσεων. Να επαναλάβουμε, ότι τα στοιχεία ναι μεν αμφισβητούνται εδώ και χρόνια από τους εκδότες, ωστόσο η τάση, πέρα από τις αυξομειώσεις των ποσοστών, είναι συγκεκριμένη και σαφής.

Το τελευταίο σχετικό «δείγμα» ανακοινώθηκε τον Δεκέμβρη του 2009 από το ΕΚΕΒΙ και αφορά στην ελληνική βιβλιοπαραγωγή του 2008. Οπου η ολιγοπωλιακή εικόνα δεν έχει αλλάξει, ανεξάρτητα αν ορισμένοι από τους «παίκτες» της σχετικής αγοράς αλλάζουν θέσεις στον αριθμό τίτλων ή στις πωλήσεις. Παρεμπιπτόντως, το ΕΚΕΒΙ εξακολουθεί να εκλαμβάνει ως «ενεργούς» εκδοτικούς οίκους ακόμη και όσους εξέδωσαν έστω και ένα βιβλίο κατά τη διάρκεια της χρονιάς. Μεταξύ αυτών και εκπαιδευτικοί φορείς ή νομικά πρόσωπα του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα. Γι' αυτό και το 2008 ο κλάδος εμφανίζει αύξηση 902 «εκδοτικών» (732 εταιρείες και 170 δημόσιους/κοινωφελείς οργανισμούς), έναντι 871 το 2007 (709 και 162, αντίστοιχα). Γι' αυτό και το ΕΚΕΒΙ προσπαθεί να «διασκεδάσει» τη σκληρή πραγματικότητα, διαπιστώνοντας ότι ...«ο εκδοτικός κλάδος είναι πολύ πιο πλουραλιστικός σε σύγκριση με τις αρχές της δεκαετίας του '90, όταν ο αριθμός των "ενεργών" εκδοτικών οίκων ήταν μόνον 374».

Το ελληνικό περίπτερο στη Διεθνή Εκθεση Βιβλίου Φρανκφούρτης το 2007
Το ελληνικό περίπτερο στη Διεθνή Εκθεση Βιβλίου Φρανκφούρτης το 2007
Κι όμως, τα ίδια τα στοιχεία του Κέντρου δείχνουν ότι η «συντριπτική πλειονότητα της παραγωγής συγκεντρώνεται σε λίγους επαγγελματίες»: Μόλις 23 εκδότες (με πάνω από 80 τίτλους) εξέδωσαν το 37,4% της παραγωγής, 172 μεσαίοι εκδότες (με 10 - 79 τίτλους) το 43,1%, ενώ 707 «μικρότεροι» εκδότες εξέδωσαν το 18,4%. Βέβαια, επειδή είναι άλλο 10 τίτλοι και άλλο... 79, δικαιούμαστε να υποθέσουμε ότι μια «χούφτα» μεγαλοεκδότες κυριαρχούν σε ένα ποσοστό μεγαλύτερο του μισού του συνόλου.

Το 2006, το 30% (σε περίπου 500 εκδότες) εξέδιδε το 84% της παραγωγής, με το 2% να εκδίδει το 29%! Την ίδια περίοδο, από τα 2.000 βιβλιοπωλεία της χώρας μόνο τα 100 πωλούσαν αμιγώς βιβλία. Επίσης, το 2001, μόλις 10 εκδότες εξέδωσαν το 31,2% των τίτλων, με τους πέντε ισχυρότερους από αυτούς, να καλύπτουν το 22%! Τα αντίστοιχα νούμερα για το 2000 ήταν 35,1% και 25,6%.

Και το βιβλίο στον αγοραίο «ντορβά»

Η τάση μονοπωλιοποίησης της εκδοτικής αγοράς μπορεί να παρουσιάζει αυξομειώσεις αλλά δεν απειλείται. Τα μεγάλα εκδοτικά αύξησαν το μερίδιό τους στη βιβλιοπαραγωγή κατά 2,3% το 2004 σε σχέση με το 2002 και τα μικρά κατά μόλις 0,5%. Την ίδια περίοδο, τα «μεσαία» εκδοτικά μειώθηκαν κατά 5, ενώ μειώθηκε και το ποσοστό τους στη βιβλιοπαραγωγή, κατά 2,8%. Γενικά, μεταξύ 1999 - 2004 παρατηρείται αύξηση του μεριδίου των μεγάλων εκδοτών.

Από το ετήσιο «παζάρι» βιβλίου στην πλατεία Κλαυθμώνος

Eurokinissi

Από το ετήσιο «παζάρι» βιβλίου στην πλατεία Κλαυθμώνος
Ο εκδοτικός τομέας αποτελεί, μαζί με τα οπτικοακουστικά, το «βαρύ πυροβολικό» του «πολιτιστικού» κεφαλαίου της ΕΕ και καταλαμβάνει σημαντική θέση στη λεγόμενη «πολιτιστική βιομηχανία». Το ότι το κεφάλαιο εκλαμβάνει και το βιβλίο ως ένα ακόμη εμπορικό προϊόν και ως πεδίο κερδοφορίας, δεν προκύπτει μόνο από τη ρητορική της ΕΕ («βιομηχανία», «προϊόν» κ.ά.) αλλά και από τα οικονομικά στοιχεία του κλάδου. Η κερδοφορία και η εξέλιξη του οποίου είναι εντυπωσιακή. Ετσι, το 2001, ο κύκλος εργασιών του κλάδου υπολογιζόταν στα 20 δισ. ευρώ, νούμερο που έφερνε το βιβλίο στην πρώτη θέση των «πολιτιστικών βιομηχανιών», πάνω από τη μουσική και τα οπτικοακουστικά. Το 2009, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εκδοτών εκτιμούσε τον τζίρο στα 40 δισ. ευρώ, με τους εκδοτικούς οίκους μόνο να παρουσιάζουν έναν κύκλο εργασιών της τάξης των 23 δισ. ευρώ.

Το 2000, η ΠΟΕΒ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Εκδοτών Βιβλιοπωλών) εκτιμούσε, ότι η «εξίσωση» του βιβλίου «με τον μπακαλιάρο» συμφέρει τα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα που έχουν τεράστιους μηχανισμούς έκδοσης, διακίνησης και διαφήμισης, σε αντίθεση με τα μικρότερα. Το πραγματικό πρόβλημα της ΕΕ και για τον εκδοτικό κλάδο είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας του εκδοτικού κεφαλαίου της. Και οι κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία, των κρατών - μελών της έχουν κατανοήσει πολύ καλά αυτή την ανάγκη.

Απηχώντας αυτές τις απαιτήσεις του «πολιτιστικού» κεφαλαίου, ο Ε. Βενιζέλος, ως υπουργός Πολιτισμού το 2003 σημείωνε, ότι «πριν ανακόψουμε την εισδοχή των αμερικανικών πολιτιστικών προϊόντων ή πριν κατακτήσουμε αγορές τρίτων χωρών όπως η Κίνα, οφείλουμε ως ΕΕ (...) να κατακτήσουμε την ευρωπαϊκή αγορά, η οποία λειτουργεί ως ενιαία χάριν των αμερικανικών κυρίως πολιτιστικών και οπτικοακουστικών προϊόντων και δε λειτουργεί ως ενιαία για τα ευρωπαϊκά πολιτιστικά προϊόντα και αγαθά». Η ΝΔ το έθετε από την πλευρά... των «εξαγωγών»: Το 2005, ο υφυπουργός Πολιτισμού, Π. Τατούλης, έλεγε ότι «θα πρέπει να υπάρξει έντονη κινητικότητα των μεταφράσεων, ώστε να προσεγγιστούν οι αγορές της Μεσογείου αρχικά, και εν συνεχεία της Μ. Ανατολής, του αραβικού κόσμου και της ΝΑ Ασίας. Η επιτυχία του στόχου μας αυτού θα εξασφαλιστεί μόνον αν ξεπεράσουμε τα τετριμμένα στάδια μιας κρατικοδίαιτης συμπεριφοράς. Η συμβολή των χορηγών και των ιδρυμάτων της χώρας στην αναβάθμιση του ρόλου του βιβλίου, κρίνεται πλέον αναγκαία». Ο νυν υπουργός Πολιτισμού, Π. Γερουλάνος, θέτει πιο «κομψά» το κρατικό «στρίβειν διά του αρραβώνος» και στην υπόθεση στήριξης της αναγνωσιμότητας: «Δεν είναι τα χρήματα αλλά οι άνθρωποι που παράγουν πολιτισμό». Η δε Λούκα Κατσέλη, υπουργός Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, σε δήλωσή της από την Σαγκάη, είπε ότι «οι πολιτιστικές εξαγωγές αποτελούν τομέα προτεραιότητας για τη χώρα μας εφάμιλλο των οικονομικών επιδιώξεών της». Και ο γνωστός ΣΕΒ συνοψίζει: «Η βιομηχανία και ο πολιτισμός έχουν κοινά σημεία (...) Οπως η βιομηχανική έτσι και η πολιτιστική παραγωγή χρειάζεται να καταναλωθεί για να υπάρξει (...)»...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ