Πέμπτη 26 Μάη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
... Και τρεις αξιόλογες επιλογές

« Η κραυγή» του Μικελάντζελο Αντονιόνι
« Η κραυγή» του Μικελάντζελο Αντονιόνι
Θα αναφερθούμε παρακάτω επιλεκτικά σε ταινίες σημαντικών δημιουργών που μέσα στην επόμενη βδομάδα θα προβληθούν στον κινηματογράφο ΑΣΤΥ.

Κυριακή 29 Μαΐου: «ΤΟ ΘΕΩΡΗΜΑ» 1968. Σκηνοθεσία: Πιέρ Πάολο Παζολίνι.

Ο μαρξιστής στοχαστής, ποιητής, κινηματογραφιστής και θεωρητικός του κινηματογράφου Πιέρ Πάολο Παζολίνι (1922 - 1975) στις καλύτερες στιγμές του. Ο Παζολίνι δημιούργησε ένα διανοητικό σινεμά, στο οποίο μεταφορές, συμβολισμοί, μύθος και αφηγηματική φόρμα τίθενται στην υπηρεσία της υλιστικής ιδεολογίας. Το «Θεώρημα», ταινία που σκανδάλισε την καθολική Εκκλησία, είναι μια μυθική αλληγορία που κινείται στα πλαίσια της παραβολής και τοποθετείται στο περιβάλλον της μπουρζουαζίας που εξισώνει την ιερότητα με το σεξ. Στην έπαυλη ενός Μιλανέζου βιομήχανου έρχεται ένας παράξενος επισκέπτης, μια εξωγήινη αμφιφυλόφιλη φιγούρα, με εκτόπισμα που παραπέμπει σε άυλη και ιερή δίνη, επισκέπτεται μια αστική οικογένεια και γίνεται πρόξενος απελπισίας, απόγνωσης, τρέλας ακόμα και θανάτου μη αφήνοντας ανέγγιχτο κανέναν και τίποτα, εξασκώντας υπνωτιστικά μυστηριώδη πίεση μέσα από τον σεξουαλικό του μαγνητισμό.

----------------------------------------------

Τρίτη 31 Μαΐου: «Ο ΠΟΡΤΟΦΟΛΑΣ» 1959. Σκηνοθεσία: Ρομπέρ Μπρεσόν.

«Ο πορτοφολάς» του Ρομπέρ Μπρεσόν
«Ο πορτοφολάς» του Ρομπέρ Μπρεσόν
Το γαλλικό μεταπολεμικό σινεμά κατακλύζεται από λογοτεχνικές μεταφορές και σε αυτό το στοιχείο στηρίζεται ο χαρακτηρισμός «ρητορικός και θεατρικός» που συνοδεύει το γαλλικό σινεμά. Το «νέο κύμα» αντέδρασε στην παραπάνω τάση στα τέλη της δεκαετίας του '50, αρχές '60, τάση που ο Τρυφό είχε βαφτίσει «παράδοση ποιότητας» (la tradition de la qualite). Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος δεν επέφερε ρήγμα στις κινηματογραφικές παραδόσεις της Γαλλίας όπως συνέβη στην Ιταλία και σε άλλες εθνικές κινηματογραφίες και το καινοτόμο, αμέσως μετά τον πόλεμο, εμφανίζεται μέσα από τη δουλειά δύο δημιουργών. Του Ζακ Τατί και του Ρομπέρ Μπρεσόν. Ο Μπρεσόν (1907 -1999), πρώην σεναριογράφος, είναι, δίχως άλλο, ο πιο σημαντικός από τους δύο, με τις δύο πρώτες μεγάλου μήκους ταινίες του που γύρισε κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής - «Οι Αγγελοι της Αμαρτίας» (1943) και «Οι Κυρίες του Δάσους της Βουλώνης» (1944-45) - να τον καθιερώνουν ως αξιόπιστο, σοβαρό και πειθαρχημένο κινηματογραφιστή. Με την τρίτη του ταινία «Το ημερολόγιο ενός εφημέριου» του 1950, ο Μπρεσόν αποκρυσταλλώνει ένα άκρως προσωπικό στιλ γραφής όπου ο ψυχολογικός ρεαλισμός στηρίζεται σε μια απόλυτα ελεγχόμενη αυστηρότητα τόσο στην «mise en scene», όσο στην ερμηνεία και στους διαλόγους. Ολες οι επόμενες ταινίες του πειθαρχούν σε αυτήν την αυστηρότητα και την ακρίβεια στο στιλ, για το λόγο αυτό μάλιστα, κάποιοι θεωρητικοί αποκάλεσαν τον Μπρεσόν κλασικιστή, μολονότι ο ίδιος αυτοχαρακτηρίζεται ρεαλιστής στα όρια της αφαίρεσης. Ολες οι ταινίες που έπονται του απόλυτου αριστουργήματός του «Ενας καταδικασμένος σε θάνατο δραπέτευσε» του 1956, είναι μεταφορά στον κινηματογράφο ανθρωπιστικών λογοτεχνικών κειμένων, με ελλειπτικότητα, αφηγηματική λιτότητα, πλήθος κοντινών πλάνων μακράς διάρκειας. Πεσιμιστικές νότες, σκοτεινή, ασκητική οπτική για τη σύγχρονη κοινωνία που έχει επιζήσει των ιδανικών της και των υποσχέσεών της. Στην εξαιρετική του ταινία «ο Πορτοφολάς», ο Μισέλ ένας αποξενωμένος νεαρός, ανάγει την «αφαίρεση» των πορτοφολιών που ξεκίνησε από ανάγκη, σε δημιουργική τέχνη. Οπως το σύνολο των ταινιών του Μπρεσόν, και αυτή διαμορφώνεται με κόπο προσπαθώντας να φέρει στην επιφάνεια πνευματικά διλήμματα μέσα από ηθικές ατομικές συγκρούσεις, κάτι που κάνει τον Μπρεσόν, έναν σύγχρονο Καρλ Τέοντορ Ντράγιερ.

«Το θεώρημα» του Πιέρ Πάολο Παζολίνι
«Το θεώρημα» του Πιέρ Πάολο Παζολίνι
----------------------------------

Τετάρτη 1 Ιουνίου : «Η ΚΡΑΥΓΗ» 1957. Σκηνοθεσία: Μικελάντζελο Αντονιόνι.

Ενα από τα πιο ολοκληρωμένα και ποιητικά έργα που σηματοδοτεί μια στροφή για τον Αντονιόνι, η πρώτη του ταινία στην οποία εκθέτει ένα ώριμο στιλ. Μετά από σπουδές πολιτικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ο Αντονιόνι (1912 - 2007) σπουδάζει κινηματογράφο στο Centro Sperimentale της Ρώμης. Ξεκινά την κινηματογραφική του καριέρα το 1943 με το ντοκιμαντέρ «Gente del Po», που όπως λέει ο ίδιος «μόνος μου ανακάλυψα τον νεορεαλισμό όταν κανείς δεν μιλούσε γι' αυτόν, κάτι που μου δίνει μεγάλη εσωτερική ικανοποίηση». Από τις πρώτες του ταινίες μυθοπλασίας απομακρύνεται από τις νεορεαλιστικές συμβάσεις για να διερευνήσει το μεσοαστικό περιβάλλον, θέμα ιδιαίτερα οικείο, μια που και ο ίδιος είναι γόνος εύπορου επιχειρηματία από τη Φεράρα. Με την «Κραυγή» (την 6η μεγάλου μήκους ταινία του) ο Αντονιόνι πρόσκαιρα αποστασιοποιείται από το «αστικό περιβάλλον» και επιστρέφει στο «χώρο» που γυρίστηκε το παρθενικό του ντοκιμαντέρ. Στην «Κραυγή», η αφηγηματική δομή παρεκκλίνει από την πεπατημένη και ως εκ τούτου, μαρκάρει την έναρξη της εξερεύνησης που πρόκειται να ακολουθήσει ο Αντονιόνι στη «σχολή του βλέμματος» και στα μυστικά του ανοιχτού κειμένου. Η πλοκή στην «Κραυγή» είναι κατ' αρχήν χαλαρή με μια κατά βάση απλή κεντρική ιδέα: ο ήρωας Αλντο, εργάτης στην βιομηχανία ζάχαρης, δεν μπορεί να βρει ησυχία, πρέπει να φύγει κι αυτή είναι μια λογική ψυχολογική αντίδραση στο βαρύ χτύπημα που του έδωσε η γυναίκα του Ιρμα, ήδη από την αρχή της ταινίας όταν του ανακοινώνει, μετά από οκτώ χρόνια συμβίωσης, ότι τον εγκαταλείπει για κάποιον άλλον. Ο Αλντο ταπεινωμένος παίρνει την κόρη του Ροζίνα και φεύγει για το άγνωστο, βυθίζεται στην περιπλάνηση αναζητώντας σε παλιές φίλες και ερωμένες μια σύντροφο για τον ίδιο και μια μητέρα για το παιδί του, χωρίς επιτυχία γιατί η ανάμνηση της Ιρμα τον καταδιώκει σε κάθε γωνιά αυτού του τοπίου της μνήμης, μέσα στο οποίο ταξιδεύει. Ενα road movie κατά μήκος του Πάδου και των παραποτάμιων οικισμών των πνιγμένων το χειμώνα στην πυκνή ομίχλη, την άνοιξη στον τρόμο της υπερχείλισης και το καλοκαίρι στα κουνούπια. Το φυσικό περιβάλλον, η ατμόσφαιρα, η κίνηση και η ακινησία εκφράζουν την ψυχολογική κατάσταση των χαρακτήρων. Η τεχνική που χρησιμοποιεί ο Αντονιόνι είναι ενστικτώδης, δεν αποφασίζει από πριν ότι θα γυρίσει κατά τον α ή β συγκεκριμένο τρόπο. «Αυτό, μου φαίνεται ότι είναι ευθέως συνδεμένο με την επιθυμία μου να ακολουθώ τους χαρακτήρες για να αποκαλύψω τις πιο κρυφές τους σκέψεις, φυλακίζοντας με την κάμερα τις αντιδράσεις τους στις σκέψεις αυτές» λέει ο ίδιος. Ο Αλντο στο τέλος της ταινίας, όταν βλέπει από μακριά την Ιρμα να κρατά στην αγκαλιά το καινούριο της μωρό, πέφτει από ψηλά στο κενό δίνοντας ένα τέρμα στις βασανιστικές του μέρες. Οταν ο σκηνοθέτης κατηγορήθηκε για το τέλος που επέλεξε, ότι μπολιάζει την εργατική τάξη με αντιδράσεις αστικής προέλευσης, έδωσε την παρακάτω απάντηση: «Δεν είναι αλήθεια ότι τα συναισθήματα των εργατών είναι πιο άξεστα από τα δικά μας, η διαφορά έγκειται στον τρόπο διαχείρισης και έκφρασής τους... Εμείς οι αστοί τα περιπλέκουμε και τα κουκουλώνουμε και από ένα σημείο κι ύστερα λέμε φθάνει ως εδώ και βρίσκουμε κάποια επίλυση ακόμη και στην πιο δραματική περίπτωση. Οι εργάτες αντίθετα επιστρέφουν στην πηγή των συναισθημάτων, ζουν μέσα από τη δική τους αλήθεια, την ουσία και την υπόσταση των αισθημάτων, φθάνουν εν ολίγοις, στην καρδιά των πραγμάτων».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ