Κυριακή 22 Νοέμβρη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Η Οχτωβριανή Επανάσταση μας καθοδηγεί και μας εμπνέει

Εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία της Αλέκας Παπαρήγα, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ, το Σάββατο 7/11, σε εκδήλωση των κλαδικών Οργανώσεων της ΚΟ Κ. Μακεδονίας για τα διδάγματα του Οχτώβρη του 1917

Η Επανάσταση του Οχτώβρη του 1917 δικαιολογημένα αποκλήθηκε γεγονός κοσμοϊστορικής σημασίας. Επιβεβαιώνει πλήρως το χαρακτήρα της εποχής μας, ως εποχής μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Επιβεβαίωσε την αναγκαιότητα και ρεαλιστικότητα του σοσιαλισμού, τη στρατηγική της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Η νίκη της αντεπανάστασης το 1991 και μετά δεν ήταν ένα αναπόφευκτο γεγονός. Δεν είναι της παρούσης ομιλίας αντικείμενο η ανάλυση των αιτιών της αντεπανάστασης, απλά να κρατήσουμε ένα ζήτημα: Οταν παραβιάζονται οι νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, δεν διορθώνονται έγκαιρα τα θεμελιακής σημασίας λάθη, τότε το πισωγύρισμα γίνεται αναπόφευκτο.

Η επικαιρότητα της λενινιστικής στρατηγικής συνίσταται στο γεγονός ότι - παρά τις αρνητικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο συσχετισμό δυνάμεων στις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα - διανύουμε την ίδια ιστορική εποχή. Παραμένει ως καθήκον για το Κομμουνιστικό κόμμα αυτό της «γενικής προετοιμασίας του προλεταριάτου» για τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Η αναγκαιότητα του «Κόμματος Νέου Τύπου»

Ο Λένιν επεξεργάστηκε τη θεωρία του Κόμματος Νέου Τύπου μελετώντας τη μαρξιστική θεωρία, το ρόλο της εργατικής τάξης στις αστικές επαναστάσεις του 18ου και κυρίως του 19ου αιώνα, την πείρα της Παρισινής Κομμούνας, σε αντιδιαστολή με τα αντεπαναστατικά, οπορτουνιστικά και τελικά αστικά κόμματα που προέκυψαν από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ιδιαίτερα της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας, τα οποία μεταβλήθηκαν σε πυλώνα του αστικού συστήματος και σε εχθρό της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Από την εκδήλωση των κλαδικών Οργανώσεων της ΚΟ Κ. Μακεδονίας του ΚΚΕ
Από την εκδήλωση των κλαδικών Οργανώσεων της ΚΟ Κ. Μακεδονίας του ΚΚΕ
Οταν ο Λένιν έκανε πολεμική στον οπορτουνισμό και βεβαίως και στην αστική ιδεολογία και πολιτική περιποιούνταν με ηχηρούς χαρακτηρισμούς τους ηγέτες τους. Ομως, σε καμία περίπτωση δεν περιοριζόταν στο ρόλο των προσώπων, ούτε ανήγαγε τη στάση τους ως ένα στενά ηθικό ζήτημα. Ανέδειξε τη σχέση του ιμπεριαλισμού με τον οπορτουνισμό, επιβεβαιώθηκε σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα ότι ΚΚ και οπορτουνισμός είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους.

Ο Λένιν ταύτισε το Κόμμα Νέου Τύπου με το κόμμα της κοινωνικής επανάστασης σε αντίθεση με αντιλήψεις που πρότειναν ένα κόμμα της κοινωνικής μεταρρύθμισης. Πήρε υπόψη τη διαπάλη ανάμεσα σε ομάδες μαρξιστών που διεξαγόταν στη Ρωσία, αλλά και την πείρα του εκφυλισμού της Β΄ Διεθνούς, κατά τη διάρκεια που κυοφορούνταν ο Πρώτος Παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός Πόλεμος.

Το ζήτημα «επανάσταση ή μεταρρύθμιση» εκφράζει την αντίθεση καπιταλισμός - σοσιαλισμός την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, αποτυπώνει με σαφήνεια τα αντιδιαμετρικά, ασυμφιλίωτα συμφέροντα των δύο βασικών τάξεων, της αστικής και της εργατικής. Στις μέρες μας, στην Ελλάδα και γενικότερα στην ΕΕ και το ΔΝΤ το ζήτημα των αστικών μεταρρυθμίσεων εμφανίζεται ως το φάρμακο κατά της λιτότητας και της ύφεσης με συγχορδία όλων των αστικών κομμάτων και του σοσιαλδημοκρατικοποιημένου ΣΥΡΙΖΑ.

Η αντίθεση επανάσταση ή μεταρρύθμιση εκφράζεται και στις γραμμές του εργατικού κινήματος ως αντίθεση της ταξικής γραμμής με την αστική, τη ρεφορμιστική και την οπορτουνιστική. Ο στόχος των τελευταίων είναι ένας: Η πολύπλευρη χειραγώγηση, ώστε το εργατικό κίνημα, το λαϊκό κίνημα να περιορίζονται στα στενά όρια της γραμμής πίεσης για καλύτερους όρους πώλησης της εργατικής δύναμης, για κάποια ψίχουλα που θα πέσουν από το τραπέζι των μονοπωλίων, να αποδέχονται βουβά την κατάργηση των κατακτήσεων σε συνθήκες κρίσης. Οι αστικές, μικροαστικές και οπορτουνιστικές αντιλήψεις, ανεξάρτητα από τις διαφορές και ανταγωνισμούς στο επίπεδο των πολιτικών τους φορέων, προβάλλουν ότι η λαϊκή κυριαρχία πραγματοποιείται με τις εθνικές εκλογές, επομένως δεν έχει σημασία η εξωκοινοβουλευτική πάλη, η ταξική πάλη, ανάλογα, θεωρείται εχθρική ή ανεδαφική.

Ακόμα και μετά τη νίκη της Οχτωβριανής Επανάστασης, αρκετά κομμουνιστικά κόμματα, στους κόλπους της Κομμουνιστικής Διεθνούς, δεν είχαν ακόμα επαρκώς ιδεολογικοπολιτικά «απογαλακτιστεί» από τις προϋπάρχουσες παρεκκλίσεις στο πλαίσιο της 2ης Διεθνούς, δρούσαν σε πολύ δύσκολες συνθήκες, ακόμα παράνομες και μισοπαράνομες, κάτω δηλαδή από ιδιαίτερη πίεση, χωρίς όμως να σημαίνει ότι η παρέκκλιση ήταν αναπόφευκτη.

Αν οι πρώτες 10ετίες του 20ού αιώνα αποδείχνουν πόσο βασανιστική είναι η πορεία από το αυθόρμητο στο συνειδητό, από την άγνοια ή την ημιμάθεια, όσον αφορά στη θεωρία μας προς τη βαθιά γνώση και δημιουργική αφομοίωσή της, από τα μέσα του 20ού αιώνα και μετά, και ιδιαίτερα μετά τη νίκη της αντεπανάστασης, δεν υπάρχουν δικαιολογίες.

Ο Λένιν ανέδειξε ότι η εργατική τάξη από μόνη της, δίχως την πολιτική - ιδεολογική καθοδήγηση του Κόμματος, περιορίζεται σε συνδικαλιστικούς αγώνες, άρα χωρίς επαναστατικό κόμμα με επαναστατικό πρόγραμμα δεν μπορεί να υπάρξει νικηφόρο επαναστατικό κίνημα, ακόμα όταν ο συσχετισμός δυνάμεων είναι σχετικά ευνοϊκός.

Η αστική τάξη έχει διαχρονικά αποδείξει την ταξική διορατικότητά της απέναντι στην εργατική τάξη, ιδιαίτερα απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Το έβλεπε και θα το βλέπει, όσο υπάρχει ως κυρίαρχη τάξη, απειλητικό για την εξουσία και την κυριαρχία του κεφαλαίου, ακόμα στις πολύ ευνοϊκές συνθήκες γι' αυτήν.

Γι' αυτό και χάιδεψε, σε πολλές περιπτώσεις, τα Κομμουνιστικά Κόμματα, που εγκατέλειψαν την επαναστατική στρατηγική, καθώς αυτά μπορούν να κάνουν τη δουλειά των αστικών κομμάτων (όταν αυτά έχουν χάσει την ικανότητα να ποδηγετούν όπως πριν), δηλαδή να κρατήσουν την εργατική τάξη μακριά από πραγματικές ριζοσπαστικές διεκδικήσεις, προπάντων μακριά από τη διαδικασία συνειδητοποίησης της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου και εργασίας και της αναγκαιότητας να πάρει την εξουσία στα δικά της χέρια.

Ενα από τα συκοφαντικά και αποπροσανατολιστικά όπλα που χρησιμοποιούν οι κάθε λογής οπορτουνιστές, είναι ότι το ΚΚΕ ως κόμμα νέου τύπου ενδιαφέρεται για το επαναστατικό, το σοσιαλιστικό αύριο, και δεν κάνει, τάχα, κάτι το σοβαρό, δεν παίρνει πρωτοβουλίες για τη λαϊκή ενότητα. Αυτή η κριτική τους απέχει από την πραγματικότητα όσο το ζενίθ από το ναδίρ. Εκατό σχεδόν χρόνια, το Κόμμα μας δεν έπαψε να παλεύει και να καταθέτει αμέτρητες θυσίες για τα οικονομικά, κοινωνικά δικαιώματα του λάου, για την απελευθέρωση από την ξενική κατοχή, κατά της δικτατορίας, των μνημονίων κ.λπ.

Για ένα πράγμα μας κατηγορούν: Γιατί δεν γινόμαστε ουρά της αστικής τάξης, της αστικής διαχείρισης. Τα ίδια με άλλον τρόπο λένε και τα αστικά κόμματα, ότι το ΚΚΕ ενδιαφέρεται μόνο για την επανάσταση γι' αυτό και λέει όχι σε όλα.

Αυτό που ενοχλεί είναι ότι εμείς δεν περιοριζόμαστε σε έναν αγώνα οπισθοφυλακής, αλλά επιδιώκουμε να είμαστε εμπροσθοφυλακή και στους καθημερινούς αγώνες, αλλά και στη διαδικασία πολιτικοποίησής τους. Πολιτικοποίηση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, χωρίς τη ζύμωση για την επίλυση του προβλήματος της εξουσίας, χωρίς με σχέδιο ιδεολογικοπολιτικής δράσης, να συγκεντρώνονται δυνάμεις γι' αυτό το σκοπό, μέσα στους καθημερινούς αγώνες.

Ο αγώνας που κατευθύνεται στο σοσιαλισμό, ο ίδιος ο σοσιαλισμός δεν είναι για μας ένα εικόνισμα, ένας αόριστος «τελικός» σκοπός, που κάπου κάποτε θα έλθει από μόνος του. Απαιτείται επαναστατική στρατηγική που στηρίζεται στο χαρακτήρα της εποχής μας, ως εποχής περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, η αδιαπραγμάτευτη θέση ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό δεν υπάρχει ενδιάμεσο στάδιο και πολιτικό καθεστώς, ότι το Κόμμα δεν συμμετέχει σε αστικές κυβερνήσεις, σε κυβερνήσεις αστικής διαχείρισης. Η επαναστατική στρατηγική απαιτεί κόμμα με ανάλογες αρχές και κανόνες λειτουργίας, που προκύπτουν όχι μόνο από την ανάγκη της ενιαίας δράσης ή πώς θα εκλέγονται τα όργανα, αλλά αρχές και κανόνες λειτουργίες που καθιστούν το ΚΚΕ πραγματική οργανωμένη πρωτοπορία της εργατικής τάξης, της τάξης που δεν είναι μόνο εκμεταλλευόμενη αλλά και τάξη που θα απελευθερώσει την ελληνική κοινωνία από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ως τάξη εξουσίας. Οι αρχές και κανόνες λειτουργίας απηχούν τις απαιτήσεις της ασυμφιλίωτης αντιπαράθεσης με την αστική τάξη, τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, τους διακρατικούς μηχανισμούς της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, για να μιλήσουμε με όρους του σήμερα.

Τα διδάγματα για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και η εξαιρετική επικαιρότητά τους

Αναπόσπαστο στοιχείο της στρατηγικής του Κομμουνιστικού Κόμματος αποτελεί η στάση στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ανεξάρτητα αν το Κομμουνιστικό Κόμμα δρα σε χώρα όπου το ιμπεριαλιστικό κράτος είναι επιτιθέμενο ή αμυνόμενο.

Ο Λένιν μπροστά στον επερχόμενο Πρώτο Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο έθεσε με νέο τρόπο το ζήτημα της στρατηγικής, της νίκης της σοσιαλιστικής επανάστασης. Κατέδειξε ότι η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, ειδικά όταν φτάνουν στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, πρέπει να αξιοποιείται από το προλεταριακό κίνημα, για να σπάσει η ιμπεριαλιστική αλυσίδα στον πιο «αδύνατο κρίκο της» ή στους πιο αδύνατους κρίκους.

Τα διαβρωμένα από τον οπορτουνισμό σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έδωσαν τη συγκατάθεσή τους για τις πολεμικές πιστώσεις, υποστήριξαν ανοιχτά τις ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις τους σε αντίθεση με τις αποφάσεις των Συνεδρίων της Β΄Διεθνούς της Στουτγάρδης τον Αύγουστο του 1907, της Βασιλείας τον Νοέμβρη του 1912, δηλαδή συντάχθηκαν με την προετοιμασία του ιμπεριαλιστικού πολέμου στο πλευρό των συμφερόντων της αστικής τάξης της χώρας τους. Το μόνο κόμμα που τήρησε τις αποφάσεις των δύο συνεδρίων ήταν οι μπολσεβίκοι, σ' αυτούς προστέθηκαν μεμονωμένοι κομμουνιστές βουλευτές σε άλλα κοινοβούλια. Οι μπολσεβίκοι πρόβαλαν το σύνθημα να μετατραπεί ο ιμπεριαλιστικός ληστρικός και κατακτητικός πόλεμος στο μοναδικό δίκαιο πόλεμο, δηλαδή στον πόλεμο για την ανατροπή της καπιταλιστικής ταξικής κυριαρχίας, όπως ήταν το αίτημα του ψηφίσματος του Συνεδρίου της Στουτγάρδης και όπως επιβεβαιώθηκε στο Συνέδριο της Βασιλείας. Οι αποφάσεις υπογράμμιζαν το καθήκον των κομμάτων αυτών, να κινητοποιήσουν την εργατική τάξη, λαϊκές μάζες να μην ξεσπάσει ο πόλεμος. Ομως από τη στιγμή που αυτός θα ξεκινούσε θα έπρεπε να γίνει αγώνας για τον γρήγορο τερματισμό του. Και, μάλιστα, να μη δεχτεί το εργατικό κίνημα τα νέα εδάφη, δηλαδή τις αγορές που είχαν αποσπασθεί ως κέρδος από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τις ιμπεριαλιστικές συμφωνίες. Ηταν καθαρό ότι ο ιμπεριαλισμός και ο πόλεμος ήταν αξεχώριστοι μεταξύ τους.

Το μπολσεβίκικο κόμμα, αλλά και τα Κομμουνιστικά Κόμματα που προέκυψαν ύστερα από την πλήρη διάσπαση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων καταδίκασαν τη συμφωνία των Βερσαλλιών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, που άνοιγε το δρόμο για ένα νέο γύρο ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, όπως επιβεβαιώθηκε με το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού Πολέμου.

Η επεξεργασία της στρατηγικής του Κομμουνιστικού Κόμματος από τον Λένιν

Το 1905, ο Λένιν διεξήγαγε σκληρή διαπάλη με τους μενσεβίκους οπορτουνιστές που θεωρούσαν ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση είναι υπόθεση της αστικής τάξης, ότι αυτή πρέπει να πάρει την εξουσία και ότι κάθε απόπειρα του προλεταριάτου και της αγροτιάς να θέσει ζήτημα εξουσίας θα φοβίσει την αστική τάξη, θα την απομακρύνει από την επανάσταση. Σε εκείνες τις συνθήκες ο Λένιν, επιζητώντας να μη γίνει η εργατική τάξη υποχείριο της αστικής, επεξεργάστηκε την «επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», ώστε, ενώ δεν είχε πραγματοποιηθεί η αστικοδημοκρατική επανάσταση, να ωθηθούν τα πράγματα όσο γίνονταν πιο μπροστά.

Αυτή η επιλογή εγκαταλείφθηκε με τις «Θέσεις του Απρίλη» του 1917, γιατί το Φλεβάρη του ίδιου έτους η αστική τάξη πήρε την εξουσία στα χέρια της, επομένως το άμεσο καθήκον ήταν η προλεταριακή, η σοσιαλιστική επανάσταση.

Δυστυχώς, μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση, το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα επεξεργάσθηκε διαφορετικές στρατηγικές για τα Κομμουνιστικά Κόμματα ανάλογα με τον βαθμό ανάπτυξης του καπιταλισμού και τη θέση της χώρας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, σε αντίθεση με το χαρακτήρα της εποχής. Αυτή η επιλογή κόστισε πολύ, κυρίως είχε μακροπρόθεσμη επίδραση, γεννούσε αντιφάσεις και συγχύσεις, καθώς υιοθετήθηκε η επαναστατική διαδικασία των δύο σταδίων, και στη συνέχεια διάφοροι τύποι εργατικών κυβερνήσεων και ενδιάμεσων, μεταβατικών πολιτικών καθεστώτων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ούτε περίεργο που οι σύγχρονοι οπορτουνιστές ασκούν πολεμική στο Κόμμα μας, γιατί αποκατέστησε τον επαναστατικό του χαρακτήρα με την κατάργηση των δύο σταδίων, στο 15ο Συνέδριο του 1996 και πιο ολοκληρωμένα στο 19ο Συνέδριο του 2013.

Οι «Θέσεις του Απρίλη» το 1917, που υιοθετήθηκαν ως πρόγραμμα του μπολσεβίκικου κόμματος, έδιναν απάντηση για τα εξής:

Το δρόμο εξόδου από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Τη μορφή και το περιεχόμενο της προλεταριακής εξουσίας. Την πραγματοποίηση των πρώτων νομοτελειακών βημάτων προς την εδραίωση της εργατικής εξουσίας και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Την πάλη κατά της πείνας και της καταστροφής. Την πολιτική συμμαχιών της εργατικής τάξης. Τις μορφές πάλης στις επαναστατικές συνθήκες. Τα οικονομικά αιτήματα των επαναστατών. Στο σχέδιο προγράμματος του κόμματος, με τίτλο «Τα καθήκοντα του προλεταριάτου στην επανάστασή μας» (10 Απρίλη 1917), ο Λένιν έθεσε το ζήτημα της αλλαγής της ονομασίας του κόμματος από σοσιαλδημοκρατικό σε κομμουνιστικό.

Ο Λένιν περιέγραψε πολύ γλαφυρά ποια είναι τα γνωρίσματα μιας επαναστατικής κατάστασης:

1) Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους: η μια είτε η άλλη κρίση των «κορυφών», η κρίση της πολιτικής της κυρίαρχης τάξης που δημιουργεί ρωγμή, απ' όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζόμενων τάξεων. Συνήθως, για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό «τα κάτω στρώματα να μη θέλουν», μα χρειάζεται ακόμη και «οι κορυφές να μην μπορούν» να ζήσουν όπως παλιά.

2) Επιδείνωση μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζόμενων τάξεων.

3) Σημαντικό ανέβασμα για τους παραπάνω λόγους της δραστηριότητας των μαζών, που σε «ειρηνική» εποχή αφήνουν να τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται τόσο από όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις «κορυφές» σε αυτοτελή ιστορική δράση.

Μόνο σε ορισμένες κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας και ανεξάρτητα από τη θέληση των τάξεων δημιουργούνται τέτοιες συνθήκες επαναστατικής κατάστασης.

Ο υποκειμενικός παράγοντας, δηλαδή το Κομμουνιστικό Κόμμα και το εργατικό επαναστατικό κίνημα, πρέπει από πριν να είναι προετοιμασμένος - ιδεολογικά, πολιτικά, οργανωτικά - για το επαναστατικό άλμα προς την εργατική εξουσία. Να έχει την ικανότητα εκτίμησης της καλύτερης «στιγμής» για την «έφοδο», για την κατάληψη της εξουσίας, «ούτε πιο νωρίς, ούτε πιο αργά», όπως έλεγε ο Λένιν.

Ο λεγόμενος «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα»

Μετά τη νίκη της αντεπανάστασης, ορισμένα Κομμουνιστικά Κόμματα, αλλά και άλλες δυνάμεις που μιλούν στο όνομα της μαρξιστικής θεωρίας και του σοσιαλισμού, υποστηρίζουν ότι ένας άλλος σοσιαλισμός είναι αναγκαίος, «ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα». Απορρίπτουν το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε ως πρώτη απόπειρα οικοδόμησης τον 20όαιώνα. Υποβαθμίζουν έως και αρνούνται την προσφορά του σοσιαλισμού τόσο στους λαούς των χωρών που επικράτησε και οικοδομήθηκε, όσο και παγκόσμια, ενώ δεν υπάρχει σύγκριση ανάμεσα στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε, με όλα του τα λάθη και τις αδυναμίες, και στον καπιταλισμό όσο αφορά την επίλυση βασικών προβλημάτων και το διεθνιστικό ρόλο του.

Την ίδια ώρα αυτό που περιγράφουν ως «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» δεν απέχει από την αποπροσανατολιστική συνθηματολογία που τη γνωρίσαμε και στη χώρα μας, ελέω ΣΥΡΙΖΑ, περί της κοινωνίας που «ο άνθρωπος θα είναι πάνω από τα κέρδη». Αρα δεν πρόκειται για το σοσιαλισμό, αλλά για τον καπιταλισμό και μάλιστα όχι τον υπαρκτό αλλά τον ανύπαρκτο, αφού ο ύπατος νόμος του καπιταλισμού είναι η κερδοφορία.

Ταυτόχρονα, οι οπαδοί αυτής της ιδέας «του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα», υποβαθμίζουν (αν δεν αρνούνται εντελώς) το ρόλο της εργατικής τάξης και της ταξικής πάλης, αναφέρονται γενικά σε «νέα κινήματα», «νέα υποκείμενα πάλης», δεν αναγνωρίζουν την επαναστατική κατάσταση.

Δυστυχώς, μετά την αντεπανάσταση, σε συνθήκες όπου ο οπορτουνισμός είχε ήδη ενισχυθεί στις γραμμές του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, κάτω και από την πίεση του εγχώριου και του διεθνούς ταξικού αντιπάλου, προτίμησαν να ξεμπερδέψουν με το ερώτημα, τι συνέβη στις σοσιαλιστικές χώρες και επικράτησε η αντεπανάσταση. Εκείνη την περίοδο, βιαστικά, μια σειρά Κομμουνιστικά Κόμματα ξεμπέρδεψαν, με λίγες σελίδες, με επιφανειακά συμπεράσματα, πιάνοντας το ένα ή το άλλο στοιχείο του εποικοδομήματος, μεγεθύνοντας μερικά από αυτά τα στοιχεία, προβάλλοντάς τα ως παράγοντες του πισωγυρίσματος. Θυμίζω, ανάμεσα σε πολλές εξηγήσεις, ορισμένες που δόθηκαν ως πολύ βασικές: Οτι φταίει η γραφειοκρατία, ή ότι φταίει ότι δεν δόθηκε προσοχή στην τεχνολογία και σε προϊόντα λαϊκής κατανάλωσης. Οτι φταίει ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, η κομματική νομενκλατούρα, ότι δεν λειτούργησε ο πολυκομματισμός κ.λπ.

Σήμερα, λοιπόν, όταν μιλάμε για τη στρατηγική, τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης πρέπει να παίρνουμε υπόψη την κριτική εξέταση της εμπειρίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, της στρατηγικής του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος. Η αντικειμενική επιστημονική κριτική εξέταση, μακριά από μηδενισμό, λαθολογία, συναισθηματισμό, εμπειρισμό σημαίνει ότι αυτή βασίζεται στη μελέτη της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας, στην ανάπτυξή της, στην πολιτική επεξεργασία των νομοτελειών της κοινωνικής εξέλιξης. Από αυτήν τη σκοπιά μπορεί να αξιοποιηθεί το αρχειακό υλικό που είναι απαραίτητο να αποτελεί βάση για εξαγωγή συμπερασμάτων.

Ο 20ός αιώνας έληξε χωρίς το σοσιαλιστικό σύστημα στην Ευρώπη, ενώ συνεχίζεται η διαδικασία της αντεπανάστασης και στις πρώτες 10ετίες του 21ου αιώνα, και πρέπει να είμαστε έτοιμοι και για νέες αρνητικές εξελίξεις.

Είμαστε περήφανοι, γιατί σε δύο κρίσιμες φάσεις της κομματικής ζωής και γενικότερα του κινήματος στην Ελλάδα, το ΚΚΕ δεν δίστασε να δώσει μέχρι τέλους μάχη με τον οργανωμένο οπορτουνισμό, που έφτασε μέχρι την καθοδήγησή του, το 1968 σε συνθήκες δικτατορίας και το 1991 σε συνθήκες της αντεπανάστασης, κόντρα στο πιο ισχυρό ρεύμα πίεσης που γνώρισε ποτέ ένα Κομμουνιστικό Κόμμα.

Περηφάνια σημάνει αυτοπεποίθηση, δεν έχει καμία σχέση με την αυτάρκεια, την αυτοϊκανοποίηση, τον κομματικό εγωισμό, την αφ' υψηλού εκτίμηση καταστάσεων. Εχουμε πολύ δύσκολο δρόμο μπροστά μας.

Η μαρξιστική - λενινιστική κληρονομιά, η Οχτωβριανή Επανάσταση μας καθοδηγούν και μας εμπνέουν, αλλά αυτό δεν μειώνει σε τίποτε τις δικές μας ευθύνες να κατακτούμε και να αναπτύσσουμε την ικανότητά μας να υπηρετούμε τη στρατηγική μας μέσα από την προσπάθεια και επιμέρους στόχων, να κατακτάμε την ικανότητα σύνδεσης με τις εργατικές μάζες, να δημιουργούμε και να διευρύνουμε γερούς αγωνιστικούς δεσμούς με την εργατική τάξη και τους συμμάχους της από τα ενδιάμεσα στρώματα, χωρίς να υποτασσόμαστε στη συνείδηση των μαζών.

Την επανάσταση δεν θα την επιταχύνει το ΚΚΕ, το ΚΚΕ οφείλει να προετοιμάζει την εργατική τάξη γι' αυτό το σκοπό, και να προετοιμάζεται το ίδιο να ανταποκριθεί σ' αυτό το καθήκον.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ