Μικρή αναφορά στη συμβολή της Ναντέζντα Κονσταντίνοβα Κρούπσκαγια
Σήμερα παραθέτουμε άρθρο της που δημοσιεύτηκε στην Κομσομόλσκαγια Πράβντα στις 26 Ιούνη 1936 για την επιλογή επαγγέλματος (οι υπότιτλοι του άρθρου είναι δικοί μας). Το άρθρο περιλαμβάνεται επίσης σε μεγάλο αφιέρωμα του περιοδικού «Θέματα Παιδείας» (τεύχος 39) με κείμενα της Κρούπσκαγια για την πολυτεχνική Παιδεία, που αξίζει να αναζητήσει κανείς για παραπέρα μελέτη.
Στο παρακάτω κείμενο για την επιλογή επαγγέλματος, η Κρούπσκαγια αναδεικνύει πώς η κατάργηση της εκμετάλλευσης καταργεί και τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση, μιλάει για τις προσπάθειες που έγιναν τα πρώτα χρόνια για τη Λαϊκή Παιδεία, για τη διαρκή διαπάλη με αντιλήψεις και αντιθέσεις που αποτελούν κατάλοιπα της παλιάς κοινωνίας και φωτίζει τις δυνατότητες που ανοίγει είκοσι χρόνια μετά η αλματώδης ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στο πλαίσιο οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Οταν μιλάει κανείς για την επιλογή επαγγέλματος, κομβικό ζήτημα είναι η αντίθεση μεταξύ πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, που επιβιώνει στην ανώριμη φάση του σοσιαλισμού, όμως σταθερό μέλημα της εργατικής εξουσίας είναι να παίρνει μέτρα στην κατεύθυνση εξάλειψής της.
Είναι χαρακτηριστική η κριτική και η αυστηρότητα με την οποία στέκεται απέναντι στο ίδιο θέμα ο Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Καλίνιν, μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος των Mπολσεβίκων, σε ομιλία του το 1941 σε έφηβους μαθητές σχολείων της Μόσχας:
«Μου φαίνεται πως στα σχολεία μας οι άνθρωποι, αν μου επιτρέπετε την έκφραση, "πνευματικοποιούνται" πολύ. "Πνευματικοποιούνται" όχι με την πνευματική έννοια, αλλά με την έννοια ότι τα παιδιά χαϊδεύονται και δεν μαθαίνουν να εκτιμούν τη χειρωνακτική δουλειά. Δεν μπορώ να πω ακριβώς ποιος φταίει, αλλά τα γεγονότα είναι γεγονότα.
Προφανώς η επίδραση των υπολειμμάτων της παλιάς αντίληψης για τη δουλειά εκδηλώνεται ως ένα βαθμό και σ' αυτό. Ισως η βασική μομφή ν' ανήκει στην οικογένεια, αλλά το σχολείο δεν αντιδρά κατάλληλα σ' αυτή την επίδραση, ούτε καλλιεργεί ικανοποιητικά την κομμουνιστική αντίληψη για τη δουλειά ανάμεσα στα παιδιά. Να γιατί πολλά παιδιά δεν θέλουν να δουλεύουν χειρωνακτικά και θεωρούν τη χειρωνακτική δουλειά ντροπή και υποτίμηση. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα από τα πιο σοβαρά λάθη. Στη χώρα μας κάθε δουλειά εκτιμάται. Σε μας δεν υπάρχει δουλειά κατώτερη ή ανώτερη. Στη χώρα μας η δουλειά είναι τιμή, δόξα, παλικαριά, ηρωισμός, ανεξάρτητα αν η δουλειά που κάνει κανείς είναι χτίστης, επιστήμονας, θυρωρός, μηχανικός, ταπητουργός, καλλιτέχνης, χοιροβοσκός, ηθοποιός, οδηγός τρακτέρ, γεωπόνος, λογιστής, γιατρός κ.λπ.
Ολοι οι Σοβιετικοί νέοι πρέπει να εκτιμάνε τη χειρωνακτική δουλειά και να μην αποφεύγουν ούτε την πιο συνηθισμένη δουλειά. Εκείνοι από σας που θ' απασχοληθούν σε χειρωνακτική δουλειά θα μάθουν να κάνουν μόνοι τους ή μόνες τους τις πιο βασικές δουλειές, όπως το πλύσιμο, η επιδιόρθωση των ρούχων, το μαγείρεμα, το συγύρισμα του δωματίου κ.λπ. - εκείνοι τέλος πάντων από σας που θα μάθουν μια τέχνη, δεν πρόκειται να χαθούν ποτέ, να είστε βέβαιοι γι' αυτό».
Και συνεχίζει στον ίδιο αυστηρό τόνο αναφερόμενος σε ρεπορτάζ για έναν νέο, γιο κολχόζνικου, που μετά το σχολείο αρνιόταν να δουλέψει στα χωράφια και καθόταν για δύο χρόνια σπίτι χωρίς δουλειά, λέγοντας ότι... θα βρει δουλειά γραφείου: «Οταν διάβασα αυτό το κομμάτι, είπα, ξέχωρα από όλα τ' άλλα, πως αυτός ο Βίκτωρ Ν. ήταν αμόρφωτος. Αφού δεν έκανε τίποτα δυο χρόνια τώρα, απ' όταν τέλειωσε το σχολείο, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως φοιτούσε τυχαία και κατόρθωνε να πηδάει απλώς από τη μια τάξη στην άλλη, δηλαδή δεν είναι ακόμα κατάλληλα μορφωμένος. Αν έτσι λοιπόν είναι τα πράγματα, μπορεί να σκεφτεί κανείς πως δεν κάνει ούτε για δουλειά σε γραφείο. (...) Πρέπει να εξασφαλίσουμε ώστε τα σχολεία μας να μη βγάζουν τέτοιους ανθρώπους. Ο σοβιετικός λαός δεν μπορεί ν' ανέχεται τεμπέληδες. Πραγματικά τι όφελος έχουμε; Κάναμε επανάσταση, για ν' ανατρέψουμε τους τεμπέληδες και τα παράσιτα, κι εδώ, παρακαλώ, νέοι αργόσχολοι και παράσιτα ξεφύτρωσαν. Οχι, είναι απαράδεκτο και σ' αυτή την περίπτωση μια ορισμένη ευθύνη την έχει το σχολείο».