Οπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Κομισιόν, «αναζητείται τρόπος περιορισμού των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 500 εκατομμύρια τόνους μέχρι το 2020, βελτίωση της ποιότητας των καυσίμων κίνησης από κοινού με την προώθηση των βιοκαυσίμων "δεύτερης γενιάς" και τον περιορισμό της περιεκτικότητας του ντίζελ σε θείο».
Εμφαση δίνεται στα βιοκαύσιμα, μεταξύ των οποίων και στην αιθανόλη, η οποία δε θα χρησιμοποιείται προς το παρόν ως αποκλειστικό καύσιμο, αλλά αναμεμειγμένη σε ποσοστό 10% με συμβατικά καύσιμα. Το μείγμα θα συνεισφέρει στον περιορισμό της ρύπανσης και της κατανάλωσης υδρογονανθράκων, με κόστος για τα πρατήρια, που θα πρέπει να εγκαταστήσουν νέο εξειδικευμένο εξοπλισμό απορρόφησης των αναθυμιάσεων, οι οποίες ευθύνονται για τη ρύπανση από όζον.
Αναφορικά δε με το ντίζελ, επιβάλλεται περιορισμός, από το 2009, της περιεκτικότητάς του σε θείο κατά 30%, με στόχο το «δραστικό περιορισμό των ιδιαίτερα επικίνδυνων αιωρούμενων σωματιδίων, όσο και των καρκινογόνων πολυαρωματικών υδρογονανθράκων».
Η Κομισιόν, αναφερόμενη στο κόστος και στο πώς θα αντιμετωπιστεί, περιορίζεται στη λακωνική έκφραση ότι «το κόστος έχει εκτιμηθεί και κρίνεται ότι δικαιολογείται εκ του προσδοκώμενου αποτελέσματος». Θεωρείται όμως βέβαιο ότι οι πολυεθνικές θα επωφεληθούν και από τα μέτρα αυτά, όπως έγινε άλλωστε και με το περιβόητο «εμπόριο ρύπων» για να μετακυλίσουν το κόστος στους καταναλωτές ή ακόμη και να κερδοσκοπήσουν...
Σύμφωνα με ανακοίνωση του προέδρου της Επιτροπής, Χ. Μ. Μπαρόζο, μια «σειρά νέων κανονισμών για την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη με δραστική μείωση των αερίων που ενοχοποιούνται γι' αυτήν», θα προταθεί στις 7 Φεβρουαρίου, από την Επιτροπή και θα αφορά την παραγωγή, διύλιση, μεταφορά και χρήση των καυσίμων.