(Ενας μεγάλος αγώνας)
ΞΑΦΝΙΑΖΕΙ συνήθως, και όχι άδικα, η αναφορά που γίνεται στα χρόνια τα μακρινά, όταν ανοίγεις στους νεότερους τη σελίδα που έγραψε τότε η θρυλική Οργάνωσή μας, η ΕΠΟΝ, για να καταπολεμήσει τα ναρκωτικά. Ενας μεγάλος αγώνας, που ξεκινούσε από τα χρόνια της Κατοχής και που συνεχίστηκε έντονος και αποφασιστικός κι έπειτα με την Απελευθέρωση.
ΕΙΝΑΙ ακριβό, πολύτιμο της Αντίστασης ντοκουμέντο ένα μικρό, αλλά περιεκτικό φυλλάδιο, που είχε βγάλει τότε η ΕΠΟΝ Αθήνας και στο οποίο παρουσιαζόταν ο μεγάλος κίνδυνος που απειλούσε τα νιάτα. Είναι ένα αποκαλυπτικό γραφτό, που έδινε όλες τις διαστάσεις που ολοένα και περισσότερο έπαιρναν τα ναρκωτικά και ιδιαίτερα το χασίς.
ΓΡΑΦΑΜΕ τότε επιγραμματικά σ' εκείνο το φυλλάδιο: «Ενας θανάσιμος κίνδυνος απειλεί τη νεολαία μας. Η ΔΙΑΦΘΟΡΑ! Το χασίς, τα ναρκωτικά, η έκλυση των ηθών πήραν τρομακτικές διαστάσεις από τις αρχές του 1945 και δώθε. Καθημερινά, νέοι άνθρωποι, γεμάτοι ζωή, πέφτουν στα θανατερά δίχτυα των ναρκωτικών και της εκπόρνευσης, για να μην ξεμπλέξουν ποτέ πια! Μια κραυγή απόγνωσης φτάνει από τους νέους, που καθημερινά κυλούν στον αργό θάνατο της διαφθοράς». Αυτά τα λέγαμε, τα γράφαμε, τα φωνάζαμε με τα χωνιά το 1945.
«ΑΝΘΡΩΠΟΙ, νέοι, γεμάτοι σφρίγος, μ' ελπίδες και όνειρα για το μέλλον - γράφαμε σ' εκείνο το κάλεσμα - παρασύρονται στον "ντεκέ", για να βγουν από κει ανθρώπινα κουρέλια, άβουλα πλάσματα, χωρίς προσωπικότητα, με τη σφραγίδα της αποχαύνωσης, τσακισμένοι σωματικά και ψυχικά...».
Η ΜΕΓΑΛΗ εξόρμηση, που έκανε τότε η ΕΠΟΝ, δεν περιορίστηκε στα λόγια και στις καταγγελίες. Ηταν, παράλληλα, μια ενεργητική αγωνιστική έφοδος σ' όλους τους τόπους και τις περιοχές, που τα ναρκωτικά παρουσίαζαν ανησυχαστική έξαρση, ώστε ν' αποτελούν εθνικό κίνδυνο.
ΤΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ κάνει μια λεπτομερή «τοπογραφική» παρουσίαση στις γειτονιές, στους δρόμους, εκεί που λειτουργούν οι τεκέδες, εκεί που διακινούν οι έμποροι το χασίς. Είχαμε επίσης με ρεπορτάζ, αλλά και της ΕΠΟΝ την άγρυπνη δράση, εντοπίσει και όλες εκείνες τις περιοχές, όπου καλλιεργούσαν την κανναβουριά, στην Κωπαΐδα, στη Μεσσηνία κι αλλού.
ΕΚΕΙΝΟ που πρέπει να υπογραμμιστεί ιδιαίτερα είναι πως ο αγώνας καταπολέμησης των ναρκωτικών συνδυάστηκε μοναδικά και αποτελεσματικά με την πολύπλευρη, πλούσια πολιτιστική δραστηριότητα, που ανέπτυξε η ΕΠΟΝ από τα πρώτα κιόλας βήματα της δράσης της. Η μικρή μπροσούρα που βγήκε το 1945 με φροντίδα της ΕΠΟΝ Αθήνας υπογράμμιζε πως «η ζωή των νέων δε βρίσκεται στους "ντεκέδες", όπου παραμονεύει ο πιο φρικτός θάνατος, αλλά στον αθλητισμό, στις λέσχες, στις βιβλιοθήκες, στις εκδρομές, στις πολιτισμένες συντροφιές, στις γιορτές, στις χορωδίες και φιλολογικές και καλλιτεχνικές συγκεντρώσεις».
ΟΙ ΛΕΣΧΕΣ αναδείχτηκαν κιόλας η κυψέλη της πολιτιστικής δραστηριότητας της ΕΠΟΝ, η μοναδική προσφορά τους στάθηκε πολύτιμη για τις πόλεις και τα χωριά και μέσα σ' αυτές χιλιάδες νέοι και νέες έζησαν στιγμές δημιουργίας. Κι αυτά όλα, δίχως να ξεχάσουμε πως τις λέσχες της ΕΠΟΝ στη μεταβαρκιζιανή περίοδο οι μοναρχοφασιστικές συμμορίες, αντάμα με τα «κρατικά» όργανα, τις είχαν βάλει στόχο. κατάστρεφαν και σκότωναν. Τις κατέστρεφαν τη νύχτα και την άλλη μέρα τις ανοίγαμε ξανά...
ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ την εξόρμηση που άρχιζε η ΕΠΟΝ για να καταπολεμήσει τα ναρκωτικά μέσα σ' εκείνη τη μεταδεκεμβριανή ζούγκλα, και που παράλληλα τα ΕΠΟΝίτικα έντυπα που εξακολουθούσαν να κυκλοφορούν δημοσίευσαν λεπτομερή στοιχεία για την επικίνδυνη, τη φοβερή έκταση, που έπαιρνε η διάδοση του χασίς στη χώρα μας.
ΟΛΑ τα στοιχεία της μεγάλης αυτής εξόρμησης και έρευνας, που τα παρουσίαζε σε συνέχεια η «Νέα Γενιά», το δημοσιογραφικό όργανο του ΚΣ της ΕΠΟΝ, ξάφνιαζαν ευχάριστα τους μεγάλους δημοσιογράφους, όπως ήταν ο αξέχαστος μάρτυρας και δάσκαλος, ο πολιτικός συντάκτης του «Ρ» και της «Ελεύθερης Ελλάδας» Κ. Βιδάλης.
ΜΕ τη δική του καθοδήγηση, νεαροί συντάκτες, που δούλευαν στα δύο αυτά έντυπα, άρχιζαν μεγάλες έρευνες, οι οποίες έφερναν και νέα στοιχεία. Η δημοσιογραφική έρευνα προχωρούσε περισσότερο κι αποκάλυπτε το ρόλο που έπαιζαν οι Σκόμπηδες, οι οποίοι κουβαλούσαν τα ναρκωτικά και τα μοίραζαν σ' όλη τη χώρα.
ΚΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ όλοι ανοιχτοί, για να προωθηθεί το χασίς και στο απόμακρο χωριουδάκι και που για τη μεταφορά του μεταχειρίζονταν τα πιο απίθανα μέσα. Και πολύ χαρακτηριστικά έγραφε: «...Τώρα το χασίς μπόλικο, τα ναρκωτικά κινούνται πάνω στους δημόσιους δρόμους και χαίρουν "συμμαχικής προστασίας"».
ΜΠΟΡΕΙ, βέβαια, το πολύπτυχο που τύπωσε το 1945 η ΕΠΟΝ να έχει πάνω του την πατίνα του χρόνου, αλλά οι αλήθειες που φέρνει και οι στόχοι του έχουν και σήμερα όλη τους την αξία. Γράφαμε, αλλά και μ' όλους τους αγώνες μας διακηρύχναμε πως αυτή «η κατάρα των ναρκωτικών», που προπολεμικά βάραινε λίγους πάει τώρα ν' αγκαλιάσει ολόκληρη τη νεολαία. Και προσθέταμε:
ΠΟΙΟΣ Ελληνας πατριώτης μπορεί να μένει αδιάφορος μπροστά σ' αυτήν τη συμφορά, που απειλεί τη νέα γενιά... Είναι ένας εθνικός αγώνας για τη σωτηρία της νεολαίας. Ολούθε σ' όλες τις περιοχές συγκροτιέται ένα γερό μέτωπο για τη σωτηρία της νέας γενιάς. Αυτό το πανεθνικό μέτωπο το απαιτεί περισσότερο από ποτέ το σήμερα.
Την επιμέλεια του αφιερώματος είχε ο Γιώργος ΜΟΥΣΓΑΣ
Η εγκατάλειψη του σχολείου συμπίπτει χρονικά με τους πρώτους πειραματισμούς με τις ουσίες, αναφέρει η μελέτη του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων
«Το στοιχείο αυτό, συνεχίζει η έρευνα του ΚΕΘΕΑ, πρέπει να μελετηθεί προσεκτικότερα και να ληφθεί σοβαρά υπόψη κατά το σχεδιασμό προγραμμάτων πρωτογενούς πρόληψης σε "ηλικίες υψηλού κινδύνου", που πρέπει να γίνονται έγκαιρα και μέσα στο πλαίσιο του σχολείου. Αυτά τα προγράμματα επιδιώκουν να περιορίσουν το φαινόμενο της εγκατάλειψης του σχολείου, αλλά συγχρόνως να αυξήσουν και την αντίσταση των μαθητών στις ουσίες. Παράλληλα, πρέπει να απευθύνονται στο σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας: μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς. Η δραστηριοποίηση στο χώρο της σχολικής κοινότητας μπορεί να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις που θα ενισχύσουν το ρόλο του σχολείου με αναμφισβήτητα παιδαγωγικά αποτελέσματα. Οι κρίσεις της εφηβικής ηλικίας ευνοούν εξ ορισμού την επικίνδυνη συμπεριφορά, όπως για παράδειγμα τη χρήση ουσιών. Η ευθύνη για την αντιμετώπιση και την επίλυσή τους ανήκει, σε μεγάλο βαθμό, και στο σχολείο που συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις για να αναπτύξει δραστηριότητες πρόληψης».
Οι χρήστες, σύμφωνα με την έκθεση, που προσέγγισαν τις θεραπευτικές υπηρεσίες δεν απομακρύνονται από τη γονική οικογένεια στην εφηβική ηλικία. Αυτό δείχνει τη σπουδαιότητα που έχει η εκπαίδευση της οικογένειας για την αντιμετώπιση του προβλήματος στην πρώιμη φάση του. Αλλωστε, και το μεγάλο ποσοστό των χρηστών μεγαλύτερης ηλικίας που εξακολουθεί να συγκατοικεί με τη γονική οικογένεια δικαιολογεί το βαρύνοντα ρόλο της στην κινητοποίηση του χρήστη για θεραπεία.
«Οι υπηρεσίες αντιμετώπισης της χρήσης και της κατάχρησης ουσιών θα πρέπει να προετοιμάζονται να υποδεχτούν πληθυσμούς με διαφορετικές πολιτισμικές αναφορές και διαφορετική γλώσσα επικοινωνίας, υπογραμμίζει η έρευνα του ΚΕΘΕΑ. Από τον τρόπο με τον οποίο οι υπηρεσίες θα προετοιμαστούν για την αντιμετώπιση των ειδικών προβλημάτων των εθνικών μειονοτήτων αυτών στην κοινωνική πραγματικότητα της σύγχρονης Ελλάδας και η χρήση υπηρεσιών από όσους έχουν ανάγκη»
Ενα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο που επισημαίνεται στη μελέτη αυτή είναι η ανυπαρξία κοινωνικού δικτύου συμβουλευτικής που θα συνέβαλε στη διαμόρφωση του αιτήματος για θεραπεία και θα παρέπεμπε στα θεραπευτικά κέντρα. Από την έρευνα δεν προκύπτει ότι οι χρήστες που προσήλθαν για θεραπεία παραπέμφθηκαν από άλλες υπηρεσίες Υγείας ή άλλους κοινωνικούς φορείς, οι οποίοι ασχολούνται με το συγκεκριμένο ζήτημα. Εκείνο που βάρυνε στην απόφασή τους ήταν το αυστηρά ατομικό τους περιβάλλον (οικογένεια) ή η συνειδητοποίηση της κατάστασής τους (προσωπική απόφαση και επιλογή). Εξαίρεση, ίσως, και μόνο για τις μικρότερες ηλικίες, αποτελούν οι δικαστικές αρχές, οι οποίες φαίνεται ότι αντί της ποινικής αντιμετώπισης προτείνουν στους νεαρούς χρήστες τα θεραπευτικά κέντρα χωρίς, ωστόσο, να υιοθετούν την ίδια στάση απέναντι στους χρήστες μεγαλύτερης ηλικίας. Η σύνδεση, επομένως, των θεραπευτικών υπηρεσιών με μηχανισμούς που έχουν την εξουσία δικαστικής παραπομπής μπορεί να περιορίσει την επέκταση και την όξυνση του φαινομένου χρήσης από εφήβους και όχι μόνο.
Στο κεφάλαιο «Υγεία Απασχόληση» η έρευνα του ΚΕΘΕΑ επισημαίνει τα εξής:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας το 70% των 7.449 ήταν άνεργοι. «Είναι λοιπόν, σημαντική για την κοινωνική επανένταξη των αποθεραπευμένων χρηστών η περαιτέρω ανάπτυξη προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης, υποστήριξης και διαμεσολάβησης στην αγορά εργασίας, αναφέρεται στη μελέτη. Η ανάπτυξη δικτύων υποστήριξης, όπου θα συμμετέχουν εργοδοτικοί οργανισμοί και οργανισμοί επαγγελματικής εκπαίδευσης μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά τους πρώην χρήστες να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που δυσχεραίνουν την προσπάθειά τους να ενταχθούν στην αγορά εργασίας».
Ως επίλογο κρατήσαμε τις παρακάτω διαπιστώσεις - προτάσεις του ΚΕΘΕΑ
Με αρνητικό ισοζύγιο στην πρόληψη βρίσκει και φέτος τη χώρα μας η Παγκόσμια Μέρα Κατά των Ναρκωτικών, ενώ το τελευταίο διάστημα περίσσεψε η ναρκω-λογία
Απ' τη μια μεριά ήταν η πρόταση νόμου των πέντε βουλευτών (Μ. Δαμανάκη και Φ. Κουβέλης του ΣΥΝ, Στ. Μπένος και Σπ. Βούγιας του ΠΑΣΟΚ και Π. Τατούλης της ΝΔ) για τα ναρκωτικά. Το νέο στοιχείο αυτής της πρότασης είναι η ελεγχόμενη χορήγηση ναρκωτικών ουσιών - μια πρόταση που είχε υποστηρίξει απ' το 1999 ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου.
Ακολούθησε η ιστορία με το κότερο της Μυκόνου, όπου συνελήφθη ο ιδιοκτήτης ιδιωτικής κλινικής, στην οποία γινόταν σωματική αποτοξίνωση - και όχι απεξάρτηση - και τις υπηρεσίες της οποίας χρησιμοποιούσε το «χάι σοσάιτι».
Μετά ήρθε η δημοσιοποίηση της έκθεσης της αστυνομίας με παρεμφερείς προτάσεις με όσα ζητούν οι πέντε βουλευτές.
Η κυβέρνηση, εν πρώτοις, είπε ότι η πρόταση των «πέντε» θα συζητηθεί στη Διακομματική Επιτροπή της Βουλής. Κινούμενη στη λογική της «μείωσης της βλάβης», η υφυπουργός Υγείας Χρ. Σπυράκη ανακοίνωσε την εφαρμογή και νέου πιλοτικού προγράμματος με την ουσία βουπρενοφρίνη, που είναι πιο εύχρηστη απ' τη μεθαδόνη. Πρόκειται για προγράμματα συντήρησης των χρηστών - όπως μετατράπηκαν σε προγράμματα συντήρησης και τα προγράμματα μεθαδόνης που πιλοτικά είχαν ξεκινήσει με τελικό στόχο την απεξάρτηση.
Και σε επίφαση αυτής της πολιτικής, αναμένεται να ασχοληθεί το Υπουργικό Συμβούλιο, που θα γίνει στο τέλος της ερχόμενης βδομάδας. Το πιο πιθανό είναι να ανακοινωθεί η συγκρότηση ενός ακόμα οργανισμού που θα παράγει πολιτική για τα ναρκωτικά και θα είναι υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας ή του πρωθυπουργού.
Στον αντίποδα αυτών των εξελίξεων ήταν τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (14.6.2001) και μπορούν να δώσουν εφόδια στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
Η έρευνα του ΚΕΘΕΑ έχει και το θετικό μήνυμα πως συντομεύει ο χρόνος που οι χρήστες απευθύνονται σε θεραπευτικές κοινότητες, ζητώντας αποθεραπεία. Πρόκειται για ένα στοιχείο, που «συμβάλλει στη διατύπωση ενός γενικού μηνύματος απόρριψης της χρήσης των ουσιών και προοπτικής κοινωνικής ένταξης για τους χρήστες», όπως επισημαίνει η ίδια η έκθεση.
Γι' αυτές τις πλευρές γράφουν σήμερα στο «Ριζοσπάστη» η Κ. Μάτσα, επιστημονική υπεύθυνη της θεραπευτικής κοινότητας «18 Ανω», ο Α. Φάκος, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και ο Φ. Μανώλαρος, πρόεδρος των Πρωτοδικών.
Σήμερα η θεραπευτική κοινότητα του «18 ΑΝΩ», πραγματοποιεί ανοιχτή συζήτηση - εκδήλωση, στις 7μ.μ. στην αίθουσα του Συλλόγου Τραπέζης Ελλάδας (Σίνα 16). Στην Πάτρα, ο ΟΚΑΝΑ, Οργανισμός Κατά των Ναρκωτικών, θα γιορτάσει την Παγκόσμια Mέρα στις 11.30 π.μ., στη Δυτική Προβλήτα του Ρίου. Τα παιδιά θα κολυμπήσουν μέχρι το Αντίρριο.
Στις 26. 6. 2001: Το Εθνικό Συμβούλιο κατά των Ναρκωτικών (ΕΣΥΝ), οργανώνει συγκέντρωση στα Προπύλαια, ώρα 6.30μ.μ. Η Ιθάκη διοργανώνει αγώνα δρόμου (Λαϊκό Δρόμο) στη Θεσσαλονίκη, στις 7μ.μ. από το πάρκο δίπλα στα κοιμητήρια της Ευαγγελίστριας. Μέλη της «Στροφής» και της «Πλεύσης» θα περπατήσουν στις 4.30 το μεσημέρι ταυτόχρονα από Ομόνοια, πλατεία Κάνιγγος, πλατεία Εξαρχείων και Κοτζιά και θα καταλήξουν στις 6μ.μ. στην πλατεία Συντάγματος. Ο Σύλλογος Οικογένειας της «Παρέμβασης», θα πραγματοποιήσει συναυλία στο Λυκαβηττό στις 9.30μ.μ. Η «Διάβαση», στήνει Ανοιχτό Καφενείο για τους χρήστες στην Ομόνοια. Το Κέντρο Πρόληψης της Χρήσης Εξαρτησιογόνων Ουσιών και Προαγωγής της υγείας θα πραγματοποιήσει ανοιχτές εκδηλώσεις στις 6μ.μ., στην πλατεία Τερζάκη, στα Ιλίσια. Το Κέντρο Πρόληψης και Αντιμετώπισης της Εξάρτησης των Δήμων Καλλιθέας, Μοσχάτου και Ταύρου «Σταθμός», διοργανώνει ανοιχτή εκδήλωση στην πλατεία Δαβάκη της Καλλιθέας, στις 8.30 το βράδυ.
Στον τομέα της υγείας, αυτή η πολιτική εκφράζεται με τη συρρίκνωση ακόμη και αυτού του αστικού κράτους πρόνοιας, με τις τεράστιες περικοπές των κονδυλίων για την υγεία και την πρόνοια, με την προωθούμενη στο χώρο της υγείας εισβολή των ιδιωτών - επιχειρηματιών. Η αντιναρκωτική πολιτική της ΕΕ κυριαρχείται από τη λογική του «κόστους - ανταποδοτικότητας», του «περιορισμού της βλάβης», της «διαχείρισης» και όχι της αντιμετώπισης του προβλήματος των ναρκωτικών, της «ομαλοποίησης» των κοινωνικών συμπεριφορών διαμέσου της «βιολογικοποίησής» τους, της άσκησης κοινωνικού ελέγχου στα πλαίσια ενός ιδιότυπου «κοινωνικού δαρβινισμού».
Ταυτόχρονα, εκφράζεται και η όξυνση της ταξικής πάλης, η ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων του λαού για το δικαίωμα στη δουλιά, στην υγεία, στην ασφάλιση, στην παιδεία, στις δημοκρατικές ελευθερίες, ενάντια στην οικονομική και πολιτιστική φτώχεια.
Η ναρκομανία και η διάδοση των ναρκωτικών είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που εμφανίζεται και παίρνει επιδημικές διαστάσεις με την είσοδο της ανθρωπότητας στον καπιταλισμό και από αυτή την άποψη εκφράζει μία ακραία μορφή αλλοτρίωσης του σύγχρονου ανθρώπου. Τα αίτια που οδηγούν στα ναρκωτικά δε διαχωρίζονται σε «σκληρά» και «μαλακά». Είναι αίτια κοινωνικά και κατά συνέπεια είναι κοινά για όλες τις «ουσίες». Προσδιορίζουν με τον ίδιο τρόπο τις προσπάθειες φυγής, του νέου κυρίως ανθρώπου, από μια κοινωνία που τον συνθλίβει στις μυλόπετρες της ανεργίας, της ταξικής παιδείας, της φτώχειας, της υποκρισίας.
Το ΚΚΕ έχει καταθέσει στον ελληνικό λαό ένα σύνολο θετικών προτάσεων, με τη δημιουργία μιας ενιαίας κεντρικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση αυτού του μείζονος κοινωνικού προβλήματος.
Η κυβέρνηση, αν και έχει την ευθύνη της διαμόρφωσης των όρων που θα διασφαλίζουν τις διαδικασίες πρόληψης, θεραπείας και κοινωνικής επανένταξης χιλιάδων τοξικομανών που δίνουν τη μάχη για τη ζωή, κινείται σε άλλους δρόμους.
Η ουσία έναρξης, σύμφωνα με την Εκθεση που παρουσίασε δημόσια το ΚΕΘΕΑ στις 15.6.2001, παραμένει η κάνναβη, σε ποσοστό 67%. Ακολουθούν τα χάπια, υπνωτικά και κατασταλτικά, σε ποσοστό 12%, και μετά όλα τα άλλα (ηρωίνη, εισπνεόμενα, πτητικά, άλλες ουσίες).1 Απ' τη στιγμή, βέβαια, που θα εγκατασταθεί η εξάρτηση οι νέοι αυτοί κάνουν χρήση, σε ποσοστό 78% περίπου, σύμφωνα πάντα με την ίδια έκθεση, πολλών ουσιών ταυτόχρονα. Γίνονται, δηλαδή, πολυτοξικομανείς.
Ανάλογη κατάσταση επικρατεί και στις άλλες χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου οι τοξικομανείς που ζητούν να ενταχθούν σε θεραπευτικά προγράμματα όλων των τύπων κάνουν χρήση περισσοτέρων της μιας ουσιών, με βάση την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τα Ναρκωτικά. 2
Το κρίσιμο ερώτημα, βέβαια, αφορά τις αιτίες του φαινομένου. Γιατί αυτοί οι νέοι, που κατά τεκμήριο γνωρίζουν πού οδηγούνται, που έχουν δει φίλους και γνωστούς τους να πεθαίνουν μέσα στην εξαθλίωση, παίρνουν και οι ίδιοι, κάποια στιγμή, αυτό το δρόμο;
Τι ωθεί όλους αυτούς τους εξαιρετικά ευαίσθητους και συνήθως έξυπνους ανθρώπους, τα «καλύτερα παιδιά» της οικογένειας, να κάνουν τη συγκεκριμένη επιλογή αυτού του τρόπου ζωής μέσα από τα ναρκωτικά;
«Η αιτία του προβλήματος βρίσκεται στο εμπόριο των ναρκωτικών και το marketing», υποστηρίζουν οι 5 συντάκτες της «πρότασης νόμου για την τροποποίηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου περί των ναρκωτικών ουσιών». 3
Αρκεί όμως ένα καλό marketing, για να δώσει στην τοξικομανία το χαρακτήρα της επιδημίας, όπως την αποκαλούν πολλοί σήμερα; Αρκεί το marketing για να εξηγήσει την τεράστια έκταση που έχει αποκτήσει το φαινόμενο σε όλες τις χώρες του κόσμου, ανεπτυγμένες και υποανάπτυκτες;
Σίγουρα έχει παίξει το ρόλο του. Ομως τις αιτίες που το γεννούν πρέπει να τις αναζητήσουμε στη βάση της κοινωνίας, όχι στο εποικοδόμημα. Γιατί στο φαινόμενο της τοξικομανίας, με το χαρακτήρα που έχει σήμερα, αντανακλώνται οι εκρηκτικές κοινωνικές αντιφάσεις της εποχής της καπιταλιστικής κρίσης και παρακμής. Αυτές οι αντιφάσεις αποτυπώνονται με δραματικό τρόπο στον ανθρώπινο ψυχισμό, ωθώντας όλο και περισσότερα άτομα, απ' όλα τα κοινωνικά στρώματα, να αναζητούν με απελπισία δρόμους φυγής απ' την αφόρητη πίεσή τους.
Η «ευαλωτότητα» σε ψυχολογικό επίπεδο είναι η μορφή που παίρνει στο άτομο η κοινωνική ευαλωτότητα, που δημιουργείται από την απεξάρθρωση του κοινωνικού ιστού μέσα σε συνθήκες ακραίας αποξένωσης, πολιτιστικής καθυστέρησης και παρακμής, ανεργίας και κοινωνικής δυστυχίας. Στα ελλείμματα της ψυχοκοινωνικής ταυτότητας του νέου που στρέφεται στα ναρκωτικά αντανακλώνται βαθιά ελλείμματα του κοινωνικού ιστού, που καθιστούν ελλειμματική τη διαδικασία κοινωνικοποίησης και ατελή την οργάνωση του ψυχισμού του.
Μέσα σ' αυτούς τους υλικούς όρους αναπτύσσεται το marketing των εμπόρων ναρκωτικών, βρίσκει πρόσφορο έδαφος και αποδίδει τους πλούσιους καρπούς του. Δεν είναι το makreting που δημιουργεί την ευαλωτότητα. Αντίθετα, είναι η ευαλωτότητα που δημιουργεί μειωμένες αντιστάσεις στην επιρροή του marketing στο συγκεκριμένο άτομο. Ο άνθρωπος, έλεγε ο Μαρξ, είναι προϊόν των υλικών όρων της ζωής του. Σ' αυτούς ακριβώς τους όρους πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες της χειραγώγησης της συνείδησης, της αλλοτρίωσης, που ακραία της έκφραση αποτελεί η τοξικομανία, ως τρόπος ζωής πλατιών κοινωνικών στρωμάτων.
Η προσπάθεια αναγωγής των αιτιών ενός κοινωνικού φαινομένου στους μηχανισμούς της αγοράς, όπως κάνει η πρόταση των πέντε βουλευτών, δεν αποτελεί μόνο μια ιδεαλιστική υπεραπλούστευση, ένα σφάλμα μεθοδολογικής φύσης. Αποτελεί, ίσως και εξαιτίας ακριβώς αυτής της λαθεμένης μεθοδολογικής προσέγγισης, μια συστηματική διαστρέβλωση του πραγματικού χαρακτήρα του φαινομένου.
Γιατί, η σχέση του ατόμου με τη ναρκωτική ουσία του, με όλες τις ουσίες, δεν εξαντλείται στην αναζήτηση της φαρμακολογικής τους δράσης, και κατά συνέπεια δεν καθορίζεται μονοσήμαντα από το σύστημα προβολής αυτής ακριβώς της δράσης και τα παιχνίδια της αγοράς των ναρκωτικών. Η σχέση του ατόμου με τα ναρκωτικά καθορίζεται, κατά πρώτο λόγο, από το ρόλο που αυτά έρχονται να παίξουν στη ζωή του, το ρόλο του «χημικού νάρθηκα», το δεκανίκι που, μέσα την ανασφάλειά του, πιστεύει πως χρειάζεται, για ν' αντέξει τον εαυτό του και τους άλλους, τη μιζέρια της αφόρητης καθημερινότητάς του. Και είναι εξαιτίας αυτού ακριβώς του ρόλου που ωθείται στο να τα αναζητήσει ο ίδιος, να γίνει «βαποράκι», για να εξασφαλίσει, με κάθε τρόπο και με κάθε τίμημα, τη δόση του, που την ψάχνει παντού, με αγωνία, δέσμιος του τυραννικού καταναγκασμού της εξάρτησής του. Στην εξάρτηση, όμως, δεν μπήκε γιατί παγιδεύτηκε από «τους επαγγελματίες, που ασχολούνται συστηματικά με το "marketing" των ναρκωτικών, με το πώς θα διαδώσουν κάθε απαγορευμένη ουσία», όπως ισχυρίζεται ο Π. Κανελλάκης, που συνέταξε ως νομικός την πρόταση νόμου των 5 βουλευτών. 4 Μπήκε, όπως είπαμε, γιατί υπήρχαν πολλοί λόγοι - σε επίπεδο προσωπικό και κοινωνικό - που τον έκαναν ν' αναζητά τη «φυγή» στις ουσίες σαν μέσον «για να ξεφύγει» από την ανασφάλεια, τους φόβους, την ανία, το αίσθημα του κενού και του ανικανοποίητου.
Το marketing των εμπόρων, με την αμέριστη συνδρομή των ΜΜΕ, μυθοποιώντας τις ουσίες, τους δίνει το φανταχτερό περικάλυμμα. Γνωρίζουν όμως οι συντάκτες της πρότασης νόμου ότι στην πραγματικότητα πίσω απ' αυτό το περικάλυμμα βρίσκεται το κενό, η απουσία ουσιαστικών ανθρώπων, κοινωνικών σχέσεων, η δυστυχία της απόλυτης εξατομίκευσης και της μοναξιάς του συγκεκριμένου «θύματος των εμπόρων»; Γνωρίζουν ότι ο δεσμός με τη ναρκωτική ουσία ήρθε να πάρει τη θέση του απόντος κοινωνικού δεσμού;
Γιατί είναι αυτή ακριβώς η απουσία ανθρώπινης επικοινωνίας σε μια κοινωνία αλλοτρίωσης, και όχι το εμπόριο των ναρκωτικών, όπως υποστηρίζουν οι συντάκτες της πρότασης νόμου 4, που αποτελεί την καρδιά του προβλήματος.
Οσο μεγαλώνει η αποξένωση των ανθρώπων, όσο καλλιεργείται ο ατομικισμός και η κοινωνική απάθεια, τόσο ενισχύονται οι υλικοί όροι που ωθούν τους νέους στην αναζήτηση των ψυχοτρόπων δράσεων όλων των ουσιών, χωρίς διακρίσεις. Σ' αυτή την περίπτωση τι αντίκρισμα μπορεί να έχει για τη διαμόρφωση κοινωνικών στάσεων η διάκριση μαλακών - σκληρών ναρκωτικών και η διαφορετική αντιμετώπιση; Αυτή θα είχε νόημα μόνο στο επίπεδο της φαρμακολογικής δράσης και της χημείας, όχι στο επίπεδο της κοινωνικής συμπεριφοράς.
Απ' αυτή την άποψη η αποποινικοποίηση, περνώντας το μήνυμα της κοινωνικής αποδοχής της συμπεριφοράς χρήσης ουσιών, το μόνο που μπορεί να εξασφαλίσει είναι την αύξηση της διάδοσης των ναρκωτικών, και την παγίδευση ακόμα περισσότερων νέων στα δίχτυα τους.
«Η χημεία των ναρκωτικών έχει νικήσει τη χημεία του ανθρώπινου εγκεφάλου. Τι σημαίνει αυτό; Οτι δεν υπάρχει απεξάρτηση, δεν υπάρχει επιστροφή από το δρόμο του θανάτου». 5
Αποκαλυπτόμενη μπροστά στη «σοφία» των παραπάνω λόγων γνωστού ψυχιάτρου η δημοσιογράφος των «ΝΕΩΝ» ενώνει τη φωνή της με όσους αμφισβητούν τη δυνατότητα του τοξικομανή να απεξαρτηθεί. Γνωστό το «επιχείρημα». Αφού η τοξικομανία, λένε, είναι μια «χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος του εγκεφάλου» δεν υπάρχει ριζική ίαση. Η μόνη δυνατή αντιμετώπιση του προβλήματος είναι η χορήγηση υποκαταστάτων ή και της ίδιας της ηρωίνης.
Ετσι, ο βιολογικός αναγωγισμός σαν θεωρία οπλίζει το χέρι του κοινωνικού δαρβινισμού, που έρχεται να κατασπαράξει τους τοξικομανείς, καταδικάζοντάς τους στην περιθωριοποίηση - έστω και θεσμοποιημένη μέσα από την κάρτα της νόμιμης χορήγησης της δόσης τους - και στο στιγματισμό, σπέρνοντας την αποθάρρυνση και την απελπισία σε χιλιάδες εξαρτημένους και στις οικογένειές τους, μηδενίζοντας τις προσπάθειες πολλών άλλων ενταγμένων σε θεραπευτικά προγράμματα.
Η άποψη ότι ο τοξικομανής είναι ένα άτομο άρρωστο, που στέκεται ανίσχυρο μπροστά στην πανίσχυρη ουσία (ηρωίνη ή άλλη), απ' την οποία είναι εξαρτημένο, επηρεάζει αρνητικά όχι μόνο την πορεία της θεραπείας και της επανένταξης, αλλά και την αποτελεσματικότητα της συνολικής παρέμβασης στο πρόβλημα.
Η άποψη ότι δεν είναι δυνατή η απεξάρτηση λειτουργεί ως αντικίνητρο στην απόφαση του εξαρτημένου να ενταχθεί σ' ένα πρόγραμμα απεξάρτησης. Τον αποτρέπει ακόμα και απ' το να διατυπώσει το αίτημα. Ενισχύει το αίσθημα της αδυναμίας και της ανικανότητάς του, τον υπαρκτό, στο ίδιο και την οικογένειά του, φόβο ότι «δε θα τα καταφέρει». Διαμορφώνει μια κοινωνική αντίληψη που συντηρεί τον πεσιμισμό και δολοφονεί την ελπίδα, μια αντίληψη που συντελεί στη διαρκή μείωση του ποσοστού των εξαρτημένων που απευθύνονται σε θεραπευτικά προγράμματα.
Αυτό το ποσοστό που υπολογίζεται γύρω στο 10% του συνολικού αριθμού των εξαρτημένων, παρουσιάζει πτωτική τάση στην πλειοψηφία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Ελλάδα ανήκει στις λίγες χώρες που, αντίθετα, παρουσιάζουν αύξηση του ποσοστού των εξαρτημένων, που ζητούν να ενταχθούν σε θεραπευτικά προγράμματα.
Μήπως αυτό το στοιχείο είναι που χαλά τη μαγιονέζα εκείνων που θέλουν να παρουσιάσουν ότι δε γίνεται τίποτα στην απεξάρτηση και πρέπει να ενισχύσουμε τα προγράμματα συντήρησης;
Είναι τυχαίο το χάος που επικρατεί, σε σχέση με τον ακριβή αριθμό των εξαρτημένων ατόμων που υπάρχουν στην Ελλάδα; Τη στιγμή που δεν έχουν γίνει οι αναγκαίες επιδημιολογικές έρευνες, που θα κάνουν δυνατό έναν τέτοιο υπολογισμό εμφανίζονται διάφοροι επίδοξοι σωτήρες, που δίνουν με στόμφο τους δικούς τους αριθμούς που φτάνουν ακόμα και τις 200.000, χωρίς να έχουν καμία αίσθηση της σοβαρότητας των συνεπειών της ανευθυνότητάς τους. Εκτοξεύουν τις κορόνες τους, συνήθως από την τηλεόραση, τρέχοντας από τη μια εκπομπή στην άλλη απ' το βράδυ μέχρι την επομένη το πρωί, για να σπείρουν στην ψυχή των τηλεθεατών την αμφιβολία, την απογοήτευση, το φόβο, την αδυναμία, τον αμοραλισμό, παρουσιάζοντας ως περίπου ακαταμάχητη τη λογική του «μικρότερου κακού» και ως τη μόνη εφικτή λύση της συντήρησης της εξάρτησης.
Η επιστημονική αλήθεια, βέβαια, απέχει πολύ απ' αυτές τις αντεπιστημονικές - αντιδραστικές στην ουσία τους - απόψεις.
Γιατί η πολύχρονη εμπειρία των στεγνών θεραπευτικών προγραμμάτων που διαθέτει αναμφίβολα, μια επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση, αποδεικνύει ότι ο τοξικομανής μπορεί να απεξαρτηθεί και να ζήσει χωρίς ουσίες, κατακτώντας τη συναισθηματική, την οικονομική και άλλη ανεξαρτησία, αρκεί να πάρει ο ίδιος την απόφαση και να ενταχθεί με τη θέλησή του σ' ένα θεραπευτικό πρόγραμμα, που του ταιριάζει και στο οποίο πρέπει να πιστέψει μ' όλη τη δύναμη της απελπισίας του.
Πόσο αναχρονιστική και αντιεπιστημονική, αλήθεια, είναι η θέση που εκφράζεται στην πρόταση νόμου των πέντε βουλευτών (άρθρο 33) για τη δημιουργία «θεραπευτικών καταστημάτων σωφρονιστικού χαρακτήρα»! Αυτή η θέση υπήρχε σε προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο και οι ειδικοί της απεξάρτησης την πολεμήσαμε πριν από μια δεκαετία περίπου, καταφέρνοντας να την καταργήσουμε στην πράξη.
Η τοξικομανία δεν είναι χρόνια εγκεφαλική νόσος. Είναι ένα πολύπλοκο φαινόμενο, με παραμέτρους βιολογικές, κοινωνικές, ψυχολογικές, ιδεολογικές, πολιτιστικές, οικονομικές και άλλες. Σ' αυτό το πλαίσιο, η θεραπευτική αντιμετώπιση επιβάλλει μια σφαιρική, πολυδιάστατη προσέγγιση του προβλήματος και μια ολιστική παρέμβαση σε όλες τις παραμέτρους του. 7
Η θεραπεία απεξάρτησης ανάγεται σε μια ενιαία διαδικασία, που θέτει στο επίκεντρο τον τοξικομανή ως πρόσωπο που πάσχει και ως μέρος ενός ευρύτερου συνόλου, οικογενειακού και κοινωνικού. Δεν εξαντλείται στην αντιμετώπιση των κινδύνων που διατρέχει από τη χρήση των ουσιών. Ενα μέρος, το μικρότερο, αυτής της διαδικασίας αφορά την αποτοξίνωση, την αντιμετώπιση δηλαδή του στερητικού συνδρόμου, για την οποία τόσος λόγος γίνεται, με αφορμή την υπόθεση Λυμπέρη.
Η αποτοξίνωση, πάντως, απαιτεί μια καλά οργανωμένη παρέμβαση, στα πλαίσια πάντα ενός συγκεκριμένου θεραπευτικού προγράμματος και στη βάση της φιλοσοφίας του. Το στερητικό σύνδρομο αντιμετωπίζεται «στεγνά», χωρίς φάρμακα, μόνο με ψυχολογική υποστήριξη, όταν επιλέγει να ενταχθεί κανείς σε μια θεραπευτική κοινότητα. Αντιμετωπίζεται με κάποια συμπτωματική αγωγή - χωρίς υποκατάστατα - και ψυχολογική υποστήριξη όταν επιλέγει ένα θεραπευτικό πρόγραμμα του τύπου του «18 Ανω». Σε κάποιες άλλες ειδικές περιπτώσεις, βέβαια, χρειάζεται ειδικό πλαίσιο εσωτερικής διαμονής, με έμπειρο και εξειδικευμένο προσωπικό. Σε όλες τις περιπτώσεις η αποτοξίνωση μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο αν δε μυθοποιείται αλλά προσεγγίζεται ως αρχή μιας ενιαίας διαδικασίας, που αποβλέπει κατά κύριο λόγο στην ψυχολογική απεξάρτηση και την κοινωνική επανένταξη του συγκεκριμένου ατόμου.
Αυτή η διαδικασία της απεξάρτησης, εφόσον εξασφαλίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις και εφόσον επιλέγεται ελεύθερα από το εξαρτημένο άτομο ως λύση ζωής, μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική.
Η αποτελεσματικότητα της απεξάρτησης είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, που έχουν να κάνουν με τον τύπο του θεραπευτικού προγράμματος, τη δυνατότητα επαρκούς και χωρίς προβλήματα λειτουργίας του, όσο και με την εξασφάλιση των αναγκαίων όρων κοινωνικής επανένταξής του. Σ' αυτούς τους όρους περιλαμβάνεται η επαγγελματική αποκατάσταση, η οικονομική ανεξαρτησία, η αξιοπρεπής ανεξάρτητη διαβίωση, η ενίσχυση με κάθε τρόπο της αυτοεκτίμησής του, η αποκατάσταση σε νέες βάσεις, των σχέσεων με την οικογένεια και η δημιουργία νέων κοινωνικών σχέσεων, η κοινωνική δράση, η επιδίωξη στόχων και σχεδίων ζωής, η πίστη σε αξίες, η ανάπτυξη δημιουργικών και άλλων δραστηριοτήτων, η ανακάλυψη στρατηγικών αντιμετώπισης των καταστάσεων υψηλού κινδύνου και έτσι η πρόληψη μιας πιθανής υποτροπής του.
Αποτελεί έναν επικίνδυνα αντιδραστικό μύθο η ευρύτατα διαδεδομένη άποψη ότι ο τοξικομανής είναι ή καταδικασμένος να ξαναγυρίσει αργά ή γρήγορα στον παλιό τρόπο ζωής του, έστω κι αν μεσολαβούν, μέσα απ' τη θεραπεία του, μικρά ή μεγάλα «φωτεινά διαλείμματα» στη ζωή του.
Στο πρόγραμμα του «18 Ανω» το ποσοστό των υποτροπών είναι από τα πιο χαμηλά στη διεθνή βιβλιογραφία. Κυμαίνεται γύρω στο 20-30%, όπως αποδεικνύεται από σχετική έρευνα 8 αλλά και από την πολύχρονη εμπειρία μας. Αλλά και απ' αυτούς που κάνουν υποτροπή το μεγαλύτερο ποσοστό επανέρχεται σε κάποια άλλη χρονική στιγμή στο πρόγραμμα και ξαναρχίζει απ' την αρχή με πολύ καλά αποτελέσματα. Ανάλογα συμβαίνουν και στις θεραπευτικές κοινότητες όλων των τύπων.
Δεν είναι, λοιπόν, αναπόφευκτη η υποτροπή. Τέτοιες, όμως αντιλήψεις, που καλλιεργούνται συστηματικά μέσα από την αμέριστη συνδρομή της πλειοψηφίας των ΜΜΕ ενισχύουν τις κοινωνικές προκαταλήψεις και τροφοδοτούν τον κοινωνικό ρατσισμό.
Πώς να προσλάβει στη δουλιά του τον πρώην τοξικομανή ένας εργοδότης που βομβαρδίζεται διαρκώς από τέτοιες απόψεις; Πώς να μη φοβάται ότι όσο καλός κι αν είναι ο συγκεκριμένος άνθρωπος που έχει μπροστά του αργά ή γρήγορα θα υποτροπιάσει και θα τον ληστέψει; Πώς να εμπιστευτεί τον απεξαρτημένο, που έχει ολοκληρώσει ένα θεραπευτικό πρόγραμμα, όταν ακούει διαρκώς ότι «τα θεραπευτικά προγράμματα υπάρχουν, για να ροκανίζουν τα κονδύλια των κρατικών επιχορηγήσεων» ότι έχουν ένα ποσοστό αποτελεσματικότητας γύρω στο 10% και άλλα τέτοια;
Πώς να τολμήσει να νοικιάσει το σπίτι του ένας ιδιοκτήτης σ' ένα πρώην χρήστη, όταν του καλλιεργείται τόσο συστηματικά η αμφιβολία για τη δυνατότητα να τα καταφέρει, να ζήσει χωρίς ναρκωτικά, η αμφισβήτηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας του;
Μήπως όλοι αυτοί οι μεγάλοι «ριζοσπάστες» πολιτικοί, γιατροί και δημοσιογράφοι δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να ρίχνουν «νερό στο μύλο» του ρατσισμού; Μήπως είναι και το δικό τους χεράκι, που σπρώχνει στην υποτροπή το νέο άνθρωπο, που προσπαθεί μέσα από χίλιες δυσκολίες ν' ανοίξει τα φτερά του; Πώς να βρει τη δύναμη να πει το «όχι» στα ναρκωτικά, όταν καταδικάζεται, μέσα σ' αυτή την κατάσταση, να παραμείνει μακροχρόνια άνεργος, άστεγος, εξαρτημένος οικονομικά από τους δικούς του, όταν κινδυνεύει κάθε στιγμή να ξαναγυρίσει στη φυλακή, γιατί οι δικαστές που τον δικάζουν τώρα για αδικήματα που διέπραξε πριν πολλά χρόνια, όταν ήταν ακόμα στη χρήση, δεν πιστεύουν ότι μπορεί να γίνει καλά ο τοξικομανής;
Πόσα άλλοθι, άραγε, δίνουν όλα αυτά τα «φωτισμένα» μυαλά στην κυβέρνηση να εφαρμόζει τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της, που από τη μια συρρικνώνει το κοινωνικό κράτος και από την άλλη καταδικάζει στην οικονομική δυσπραγία τα ελάχιστα θεραπευτικά προγράμματα που υπάρχουν;
Ποιος θα μπορέσει ποτέ να αποτιμήσει το μέγεθος του εγκλήματος που συντελείται καθημερινά μέσα από τη συντήρηση και την αναπαραγωγή αυτού του ρατσιστικού κλίματος σε βάρος χιλιάδων εξαρτημένων και των οικογενειών τους;
Με βάση την Πρόταση Νόμου των πέντε βουλευτών «ιδρύεται ΝΠΙΔ με την ονομασία Κέντρο Συντηρητικής Αντιμετώπισης Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΣΑΕΑ) (αριθμ. 11).
«Το ΚΕΣΑΕΑ θα οργανώνει και εποπτεύει τη λειτουργία ειδικών υγειονομικών κέντρων και κινητών σταθμών, για τη χορήγηση ναρκωτικών και υποκατάστατων σε συνεργασία με τους οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης... Τα παραπάνω ειδικά υγειονομικά κέντρα εγκαθιδρύονται σε δημοτικά νοσοκομεία ή άλλους κοινωνικούς χώρους και στελεχώνονται με ειδικευμένο ιατρικό προσωπικό. Γιατροί του ΕΣΥ μπορεί να αποσπώνται στο ΚΕΣΑΕΑ από τα νοσοκομεία στα οποία υπηρετούν».
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία της πρότασης νόμου. Το ΕΣΥ καλείται να υπηρετήσει τις ανάγκες ενός κρατικού μηχανισμού διάθεσης ναρκωτικών ουσιών. Μήπως περνά μέσα απ' αυτό και η αναγκαία αναβάθμιση του;
Μήπως επιπλέον αυτή η αναβάθμιση περνά και μέσα απ' την ιδιωτικοποίηση της απεξάρτησης, μια και η πρόταση νόμου προβλέπει την ίδρυση κέντρων θεραπείας και από ιδιωτικούς φορείς, και μη κυβερνητικές οργανώσεις;
Οι συντάκτες της πρότασης διατείνονται ότι επιδιώκουν να χτυπήσουν το εμπόριο των ναρκωτικών, «να απεξαρτήσουν το χρήστη από τον έμπορο».
Η τοξικομανία, όμως, δεν ταυτίζεται με τη χρήση ουσιών, μολονότι την περιλαμβάνει ως συστατικό της στοιχείο. Την υπερβαίνει, διαμορφώνοντας μια κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι τα ναρκωτικά, εκτοπίζοντας οτιδήποτε άλλο απ' τη ζωή του, οδηγούν στη βαθμιαία αποδόμηση της προσωπικότητας και ολόκληρης της ύπαρξης του, στη βαθμιαία απώλεια της ουσίας της υπόστασής του, στην καταστροφή όλων των κοινωνικών του σχέσεων, στην απόλυτη εξατομίκευση. Στα μάτια του τοξικομανή δε μετρούν παρά μόνο τα ναρκωτικά. Είναι τα μόνα πράγματα που έχουν αξία γι' αυτόν, έστω κι αν γνωρίζει καλά ότι αυτά είναι η αιτία της διαρκούς, αυτοκαταστροφικής απαξίωσής του. Και αυτή η αξία δεν ανάγεται στην τιμή που έχουν στην αγορά, που αν νομιμοποιηθούν θα πέσει. Η αξία τους είναι ευθέως ανάλογη με το βαθμό της εξάρτησης του συγκεκριμένου ατόμου. Οσο πιο μεγάλη η εξάρτηση τόσο πιο αναγκαία τού είναι τα ναρκωτικά, τόσο πιο μεγάλη αξία έχουν γι' αυτόν.
Και με δεδομένο ότι όσο μεγαλύτερη είναι η εξάρτηση τόσο μεγαλύτερες ποσότητες και καινούρια είδη ναρκωτικών χρειάζονται «για να γεμίσει το κεφάλι του» πού θα τις αναζητήσει; Στο γιατρό του ΕΣΥ με την ειδική άδεια; Κι αυτός πώς θα καταφέρει να λειτουργήσει με βάση την επιστημονική δεοντολογία και μόνο; Πώς θα μπορέσει να μην υποκύψει στις απαιτήσεις, τις εικασίες ή και τις απειλές του εξαρτημένου να αυξάνει διαρκώς τη νόμιμη δράση του; Ετσι, όμως, ανοίγουν δίαυλοι διαφθοράς μέσα στον ίδιο τον ιατρικό χώρο. Είναι γνωστό ότι η «επαρκής» δόση είναι πάντα εξατομικευμένη. Εξαρτάται από ένα πλήθος υποκειμενικών παραγόντων, βιολογικών και ψυχολογικών και δεν μπορεί να προσδιοριστεί αντικειμενικά και με τον ίδιο τρόπο για όλους. Μια «κανονική» δόση για κάποιον μπορεί να είναι «μοιραία» για τον άλλον.
Γνωρίζουν οι συντάκτες της πρότασης ότι με το άρθρο 12 που ορίζει, «τη χορήγηση ναρκωτικών ουσιών ή υποκατάστατων, ανάλογα με την κρίση του ιατρικού προσωπικού», ανοίγουν τους ασκούς του Αιόλου, δίνοντας στους γιατρούς τεράστια εξουσία, που μπορεί να οδηγήσει στην κατάχρησή της ακόμα και στην εξαγορά τους. Εφόσον με βάση τους κανόνες της επιστήμης αυτή η κρίση δεν είναι δυνατόν να είναι αντικειμενική, τότε δεν μπορεί παρά να είναι υποκειμενική, αυθαίρετη, και άρα επικίνδυνη. Σ' αυτήν την καθόλου απίθανη περίπτωση τι θα εμποδίσει το εμπόριο ν' αλλάξει χέρια;
Τι θα εμποδίσει τον τοξικομανή που παίρνει επιπλέον τη φτηνή, νόμιμη ηρωίνη απ' το ΕΣΥ να αναζητήσει μέσα από μη νόμιμα κανάλια την πρόσθετη δράση μιας οποιασδήποτε καινούριας συνθετικής ουσίας, που μόλις κυκλοφόρησε και έχει τη φήμη ότι «σε φτιάχνει καλύτερα»; Μήπως θα πρέπει το κράτος να φροντίσει να την προμηθευτεί και αυτήν, για να τη χορηγούν ελεύθερα τα κρατικά νοσοκομεία μαζί με την ηρωίνη; Με ποιες, τέλος πάντων, ουσίες θα είναι εφοδιασμένη η κινητή μονάδα που θα διανέμει σύριγγες και ναρκωτικά; Και με ποια δεδομένα η Επιτροπή Ναρκωτικών που προβλέπει η πρόταση νόμου (άρθρο 14) θα εισηγείται στον αρμόδιο Υπουργό «τις ετήσιες ανάγκες της χώρας σε ναρκωτικές ουσίες»; Με τα δεδομένα της ζήτησης που διαρκώς θα μεγαλώνει; Σ' αυτήν την περίπτωση ίσως να χρειαστεί να δημιουργηθεί και ειδικό κονδύλι στον κρατικό προϋπολογισμό!!
Τι συνεπάγεται σε επίπεδο κοινωνικό και πολιτικό η υλοποίηση μιας τέτοιας πρότασης;
Συντηρώντας την εξάρτηση ως τρόπο ζωής το άτομο καταδικάζεται σε μια ζωή άδεια, χωρίς νόημα, χωρίς ενδιαφέροντα, αξίες, στόχους, σχέσεις, μια ζωή περιθωριοποιημένη, απαξιωμένη λόγω της εξάρτησης, έστω κι αν χορηγείται νόμιμα η ναρκωτική ουσία, έστω κι αν δεν υπάρχει πια ο φόβος της φυλακής. Γιατί η εξάρτηση και η περιθωριοποίηση είναι διαδικασίες στενά συνυφασμένες. Ο τοξικομανής ζει μέσα στη μοναξιά, την ανασφάλεια, το φόβο, την παραίτηση, τη δυστυχία, την αδράνεια, την απάθεια, μακριά από το κοινωνικό γίγνεσθαι, αδιάφορος για τα κοινωνικά δρώμενα, χαμένος στον ψεύτικο κόσμο των ουσιών. Αποτελεί το κατ' εξοχήν αντικείμενο κοινωνικής χειραγώγησης και κοινωνικού ελέγχου, ομαλοποίησης της συμπεριφοράς του, εκμηδένισης των αντιστάσεων όλων των ανήσυχων και ανυπότακτων νέων στη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού συστήματος.
Μια τέτοια πρόταση, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης των αντιφάσεων του καπιταλιστικού συστήματος και την παγκοσμιοποίηση των αντιστάσεων των συντακτών της, να δημιουργήσει ασφαλιστικές δικλείδες για το σύστημα.
Οι συντάκτες της πρότασης νόμου υποστηρίζουν ότι η ελεύθερη χορήγηση των ναρκωτικών θα συμβάλει στη μείωση του αριθμού των θανάτων από ναρκωτικά.
Οπως λέει χαρακτηριστικά ο Π. Κανελλάκης «ο εξαρτημένος δεν πεθαίνει απ' τα ναρκωτικά αλλά από την καταστολή (νοθευμένα ναρκωτικά, έλλειψη καθαριότητας, πολυχρησιμοποιημένες σύριγγες)».
Ομως, το φαινόμενο των ναρκωτικών έχει μια ιστορική διάσταση. Εξελίσσεται μέσα στο χρόνο και αποκτά τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης ιστορικής εποχής.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, λοιπόν, το φαινόμενο έχει αποκτήσει, όπως αναφέραμε παραπάνω, το χαρακτήρα της πολυτοξικομανίας.
Με βάση τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τα ναρκωτικά η θνησιμότητα των τοξικομανών που είναι 20 φορές μεγαλύτερη απ' τον υπόλοιπο πληθυσμό οφείλεται σε πολλούς λόγους. Πρώτον σε «υπερβολική δόση» (overdose), που προκαλείται συνήθως απ' το συνδυασμό των οπιούχων με αλκοόλ και βενζοδιαζεπίνες, δεύτερο σε ατυχήματα, που γίνονται υπό την επήρεια των ναρκωτικών ουσιών, τρίτο στις αυτοκτονίες των τοξικομανών, στις περιπτώσεις που συνυπάρχει και κάποιας μορφής ψυχοπαθολογία, τέταρτο στο aids και άλλα λοιμώδη νοσήματα κ.ά.2
Αποδεικνύεται, λοιπόν, αυθαίρετο το επιχείρημα στο οποίο κερδοσκοπούν τόσο πολύ οι συντάκτες της πρότασης νόμου ότι οι θάνατοι των τοξικομανών οφείλονται στη νοθευμένη ηρωίνη. Πρόκειται για απλή άγνοια ή για σκόπιμη διαστρέβλωση της επιστημονικής αλήθειας, με στόχο τη δημιουργία μέσα στην κοινωνία εκείνου του συναισθηματικού κλίματος, που ευνοεί την πολιτική της κρατικής διάθεσης των ναρκωτικών «για να μη χάνονται ζωές νέων ανθρώπων»;
Η πρόληψη της τοξικομανίας απαιτεί κεντρικό σχεδιασμό σε πανελλαδικό επίπεδο και στρατηγική. Πρέπει να απευθύνεται στη σχολική κοινότητα, τους γονείς, τις ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, τους κοινωνικούς πολιτιστικούς και πολιτικούς φορείς, αλλά και σ' ολόκληρο τον πληθυσμό κάθε τοπικής κοινότητας, οργανώνοντας διαφορετικών τύπων παρεμβάσεις, σε πολλά επίπεδα. Αυτές δεν πρέπει να εξαντλούνται μόνο στην ενημέρωση, μολονότι την περιλαμβάνουν ως συστατικό της στοιχείο. Πρέπει, πάνω απ' όλα να συμβάλλουν θετικά στον προβληματισμό, το διάλογο, την αποκατάσταση της επιστημονικής αλήθειας, τη διάλυση μύθων και αυταπατών, την αντίσταση στη ρουτίνα της καθημερινότητας, της παραίτησης και της ισοπέδωσης. Πρέπει να είναι καινοτόμες και να διαμορφώνουν όρους μιας άλλης στάσης ζωής, με ενδιαφέροντα, σχέσεις, αξίες, λειτουργώντας αποτρεπτικά σε σχέση με την «επιλογή» από το άτομο της «παραμυθίας των ουσιών».
Θεμελιακό στοιχείο όλης αυτής της στρατηγικής αποτελεί η διαρκής αντιπαράθεση και σύγκρουση με όλους τους αιτιοπαθογενετικούς παράγοντες, που ενέχονται στην εγκατάσταση της εξάρτησης, ως τρόπου ζωής. Μόνο μέσα από αυτή τη σύγκρουση μπορούν να προβληθούν τα αιτήματα και να διεκδικηθούν λύσεις στα προβλήματα, που κάνουν αβίωτη την καθημερινή πραγματικότητα όλων μας. Και αυτό είναι υπόθεση ενός κοινωνικού κινήματος. Δεν μπορεί να περάσει στα χέρια της αστυνομίας, όπως προτείνει η μελέτη της καθηγήτριας του Παντείου Πανεπιστημίου Σ. Λαμπροπούλου και του αστυνομικού διευθυντή Αν. Φλωρού9, ο οποίος, βέβαια, φρόντισε εκ των υστέρων και μετά το θόρυβο και τις δηλώσεις του υπουργού Δημόσιας Τάξης Μ. Χρυσοχοΐδη να αποποιηθεί την πατρότητα της ήδη δημοσιευμένης κοινής μελέτης.
Η παρούσα μελέτη, στην οποία στηρίχτηκε η πρόταση νόμου των 5 βουλευτών, προτείνει συγκεκριμένα «πιο ενεργό παρέμβαση της Αστυνομίας στην πρωτογενή πρόληψη. Συστηματικές καμπάνες, ενημέρωση απ' τους δήμους στα σχολεία στα κέντρα άθλησης και ψυχαγωγίας με τη συμμετοχή της Αστυνομίας».
Σ' αυτό ακριβώς το σημείο εστιάζεται η λογική της πρότασης νόμου. Πίσω από ένα, υποτίθεται, ριζοσπαστικό μανδύα κρύβεται το πιο αντιδραστικό περιεχόμενο, η εκχώρηση ακόμα και της πρόληψης στο μηχανισμό της πιο άγριας καταστολής, βουτηγμένο βαθιά στη διαφθορά και τη διακίνηση των ναρκωτικών, στους λύκους, που πουλάνε την ηρωίνη... Οι μηχανισμοί καταστολής καλούνται να μπουν στην υπηρεσία της πρόληψης.
Μέσα απ' αυτή την πρόταση διαφαίνεται - ανεξάρτητα απ' τις προθέσεις των συντακτών της - η προσπάθεια εξωραϊσμού του ρόλου της Αστυνομίας σε μια εποχή άγριας καταπίεσης των κοινωνικών αγώνων και ελευθεριών, εποχή του «τρομονόμου».
Σε τελευταία ανάλυση, αυτό που επιδιώκεται μέσα από την πρόταση νόμου των 5 βουλευτών είναι, ν' αναλάβει το ΕΣΥ τη διάθεση των ναρκωτικών και η Αστυνομία την πρόληψη.
Πέρα απ' τον εμφανώς γκροτέσκο χαρακτήρα της η πρόταση νόμου έχει ένα εξαιρετικά αντιδραστικό περιεχόμενο, που συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ανάγεται στην αναβάθμιση του ρόλου της Αστυνομίας, στην ενίσχυση του κοινωνικού ρατσισμού απέναντι στους τοξικομανείς στην υποβάθμιση του ρόλου της θεραπείας, στη διαμόρφωση όρων ακόμα μεγαλύτερης διάδοσης των ναρκωτικών στην υπηρεσία των αναγκών της βιοεξουσίας να επιβάλλει τον πιο σκληρό κοινωνικό έλεγχο προς όφελος των κρατούντων.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» 15-6-2001
2. 2001 annual report on the state drugs problem in the European Union
3. Πρόταση Νόμου «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου περί των ναρκωτικών ουσιών και ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ του συνόλου των νομικών διατάξεων του παράνομου εμπορίου, τη θεραπεία και την ένταξη στην κοινωνία εξαρτημένων από ναρκωτικά προσώπων» των Δαμανάκη Μαρία, Βούγια Σπύρου, Μπένου Σταύρου, Τατούλη Πέτρου, Κουβέλη Φώτη.
4. Κατερίνα Μάτσα «Η τοξικομανία ως ακραία μορφή αλλοτρίωσης», εισήγηση στο 1ο πανελλήνιο συνέδριο του ΕΣΥΝ για την πρωτογενή πρόληψη, 27-29/4/2001 - δημοσιεύεται στο περιοδικό «Τετράδια Ψυχιατρικής» Νο 73, 2001
6. Εφημερίδα «Τα Νέα» 12/6/2001. Αρθρο της Πόπης Διαμαντάκου αναφορικά με τα λόγια του Μ. Μυλωνάκη στην εκπομπή της Αννας Παναγιωταρέα της 11/6/2001
7. Κατερίνα Μάτσα «Ψάξαμε ανθρώπους και βρήκαμε σκιές. Το αίνιγμα της τοξικομανίας», εκδ. «Αγρα», 2001
8. Ευδοκία Μισσουρίδου «Αποχή και υποτροπή μετά τη θεραπεία κατάχρησης / εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες», «Τετράδια Ψυχιατρικής» - Νο 61, 1998
9. «Πρόταση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ναρκωτικών» «Αυγή» 10/6/2001
Το βασικό επιχείρημα για την αποποινικοποίηση των ναρκωτικών, όπως και για την καθιέρωση των υποκαταστάτων - είναι η προστασία του χρήστη απ' τις συνέπειες της φυλακής. «Στις φυλακές μπαίνουν απλοί χρήστες και βγαίνουν ηρωινομανείς» είναι η στερεότυπη έκφραση.
Η άποψη αυτή βρίσκει έδαφος στις αρνητικές πλευρές του σωφρονιστικού συστήματος και των σωφρονιστικών πολιτικών. Ετσι η ανάγκη λήψης ριζικών μέτρων στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού και του εξανθρωπισμού του σωφρονιστικού συστήματος γενικά υποκαθίσταται με την ευκολία της νομιμοποίησης της χρήσης.
Με τη λογική αυτή όμως ακυρώνεται η παιδαγωγική λειτουργία του νόμου που μέσω του δίπτυχου απειλή κύρωσης - προβολή προτύπου συμπεριφοράς πρέπει να αξιοποιηθεί στον αγώνα ενάντια στα ναρκωτικά.
Αλλο ζήτημα είναι βέβαια η ευνοϊκή μεταχείριση του χρήστη και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρούνται ως μέσο απεξάρτησης οι Φυλακές Κορυδαλλού. Υπάρχουν πάμπολλοι τρόποι να αντιμετωπιστεί με διαφορετικό τρόπο ο χρήστης, αλλά λείπουν οι απαραίτητες δομές. Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει την ευνοϊκή μεταχείριση του χρήστη, ενώ έχουν περάσει πέντε χρόνια από την έκδοση του βουλεύματος (αριθμός 1616/1996) του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο «διατάσσει να μην εγγράφεται σε οποιοδήποτε απόσπασμα ή αντίγραφο φύλλου ποινικού μητρώου» η ποινή πρώην χρήστη που απεξαρτήθηκε.
Η ευνοϊκή μεταχείριση του χρήστη να μην παρέχει περιθώρια ώστε αυτές οι ευνοϊκές διατάξεις να αξιοποιούνται απ' τους εμπόρους ναρκωτικών, όπως συμβαίνει με το άρθρο 9 του νόμου 2721/99.
Στις 25.5.2001 και με αφορμή την πρόταση νόμου των πέντε βουλευτών, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ με ανακοίνωσή του επικέντρωσε ξανά στην πρόληψη, στην απεξάρτηση και την επανένταξη των απεξαρτημένων μέσα από κρατικές δομές και ζήτησε την αλλαγή του νομικού πλαισίου για να επιβληθούν αυστηρές ποινές στους εμπόρους και να αντιμετωπιστεί, με ιδιαίτερη μέριμνα και φροντίδα ο χρήστης, ώστε να μην κλείνεται «στις κοινές φυλακές μαζί με ποινικούς κρατούμενους», αλλά μέσα από ένα δίκτυο ειδικών και σωφρονιστικών - θεραπευτικών καταστημάτων, και με τη βοήθεια ειδικού Σώματος δικαστών, να του «επιβάλλουν» τη μοναδική ποινή: Της... απεξάρτησης.
Του Ανδρέα ΦΑΚΟΥ*
Η χρήση χασίς είναι το πρώτο σκαλοπάτι για το πέρασμα στα σκληρά ναρκωτικά, σύμφωνα με τα στατιστικά και επιστημονικά δεδομένα. Ο καθηγητής - ακαδημαϊκός κ. K. Στεφανής, στη σύσκεψη που έγινε, του Σεπτεμβρίου 1997, υπό τον κ. πρωθυπουργό, είπε χαρακτηριστικά: «Η κάνναβη δεν είναι ένα απλό χορτάρι». Στην ίδια πιο πάνω συνάντηση, οι πρώην χρήστες και οι γονείς τους υπήρξαν τελείως αρνητικοί στο θέμα της ελεύθερης χρήσης χασίς.
Γιατί, λοιπόν, θα πρέπει εμείς να πάμε κόντρα στη δική τους θέληση, δηλαδή να ενεργήσουμε αντίθετα προς όσα επιθυμούν οι άνθρωποι που βίωσαν την κόλαση των ναρκωτικών;
Η απεγκληματοποίηση της χρήσης ή η χορήγηση της δόσης ηρωίνης στους εξαρτημένους είναι σίγουρο ότι θα προξενήσει αλματώδη αύξηση της χρήσης και των χρηστών.
Η περί ναρκωτικών ισχύουσα νομοθεσία είναι σύγχρονη, φιλελεύθερη και δημοκρατική.
Α. Η προμήθεια για αποκλειστική χρήση, η χρήση κλπ. τιμωρείται με φυλάκιση (άρθρο 12 παράγραφος 1, Ν.1729/87). Συνεπώς, δεν μπορεί να κρατηθεί προσωρινά ο χρήστης, διότι το άρθρο 282 παράγραφος 3 Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ) επιτρέπει την προσωρινή κράτηση μόνον στα κακουργήματα.
Β. Με το άρθρο 9 παράγραφος 1 Ν.2721/99, η πώληση από εκείνον που προμηθεύτηκε μικρή ποσότητα ναρκωτικών για προσωπικές του ανάγκες, μέρους από αυτήν σε άλλον για δική του αποκλειστικά χρήση είναι πλημμέλημα (φυλάκιση 6 μηνών). Ετσι, η συνήθης στην πράξη «μικρεμπορία» μεταξύ χρηστών μικρών ποσοτήτων, ήδη από την 3-6-99, δε συνεπάγεται προσωρινή κράτηση.
Κατ' εφαρμογήν του άρθρου 9 του νόμου 2721/1999 το Συμβούλιο Εφετών Πειραιώς εξέδωσε το υπ' αρ. 306/1999 βούλευμα, το οποίο αναφέρει: «Η πώληση από εκείνον που προμηθεύτηκε μικρή ποσότητα ναρκωτικών για τις προσωπικές του ανάγκες μέρους από αυτήν σε άλλον για τη δική του αποκλειστική χρήση, είναι πλημμέλημα και δεν επιτρέπεται για αυτό προσωρινή κράτηση» («Πράξη και Λόγος του Ποινικού Δικαίου» Α`/73).
Γ. Με το άρθρο 14 παράγραφος 3 του Ν.2161/93, καθιερώνεται η δικαστική άφεση ποινής. Ο χρήστης ή ο προμηθευόμενος για δική του αποκλειστική χρήση κλπ., μπορεί να κριθεί ατιμώρητος, αν το δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες τελέστηκε η πράξη και την προσωπικότητα του δράστη, κρίνει ότι η πράξη του ήταν εντελώς συμπτωματική και δεν είναι πιθανό να επαναληφθεί στο μέλλον (Βλέπε και Αποφάσεις του Αρείου Πάγου 1861/1994 στα «Ποινικά Χρονικά», σελ. 203, 1228/1999 και 244/1999, «Πράξη και Λόγος του Ποινικού Δικαίου» σελίδες 70-71).
Επίσης, το Στρατοδικείο Αθηνών, στο υπ' αρ. 77/1999 βούλευμά του, αναφέρει: «Δεν πρέπει να γίνει κατηγορία για προμήθεια ναρκωτικής ουσίας προς αποκλειστική χρήση κατά των στρατιωτών, που κατελήφθησαν να κατέχουν 0,13 γραμμάρια ινδικής κάνναβης, διότι κατ' εφαρμογήν του άρθρου 14 Ν.2161/93 κρίνεται ότι η πράξη ήταν συμπτωματική και δεν πρόκειται να επαναληφθεί στο μέλλον, καθόσον ο μεν πρώτος κατηγορούμενος ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση υπό την πίεση των προβλημάτων, ο δε δεύτερος προέβη στην πράξη από απλή περιέργεια».
Πρόσφατα, πέντε βουλευτές κατέθεσαν στη Βουλή πρόταση νόμου για την «τροποποίηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου περί των ναρκωτικών ουσιών και κωδικοποίηση του συνόλου των νομικών διατάξεων του παράνομου εμπορίου, τη θεραπεία και την ένταξη στην κοινωνία εξαρτημένων από ναρκωτικά προσώπων».
Στο Κεφάλαιο Β της πρότασης νόμου, περιλαμβάνονται οι «ποινικές διατάξεις για τα προϊόντα κάνναβης».
1. Το άρθρο 17, παράγραφος 1, προβλέπει την «καλλιέργεια φυτών ινδικής κάνναβης για αποκλειστική χρήση...».
α) Προβλέπει ως αδίκημα μόνο την καλλιέργεια της ινδικής κάνναβης και αφήνει ατιμώρητη κάθε άλλη ποικιλία της κάνναβης.
Ομως, η διάταξη αυτή αντιφάσκει, διότι:
i) Τιμωρεί την προμήθεια - κατοχή και χρήση κάθε προϊόντος κάνναβης (δηλαδή, όχι μόνο της ινδικής).
ii) Στο άρθρο 16 παράγραφος 3 αριθμ. 6 ορίζει ως ναρκωτικό είδος την κάνναβη (γενικά) και όχι μόνο την ινδική κάνναβη.
iii) Στο άρθρο 18, παράγραφοι 1-3, αφήνει ατιμώρητη την καλλιέργεια άλλων ποικιλιών κάνναβης (διότι τιμωρεί μόνο την καλλιέργεια της ινδικής), ενώ τιμωρεί τη διακίνηση προϊόντων του κάθε άλλου είδους κάνναβης.
β) Με το ισχύον άρθρο 12 του Ν.1729/87 τιμωρείται η καλλιέργεια κλπ. κάθε είδους - ποικιλίας κάνναβης και όχι μόνο της ινδικής.
γ) Με την πρόταση ουσιαστικά στην πράξη θα φθάσουμε στην αποποινικοποίηση και για την ινδική κάνναβη, διότι: Ο κάθε κατηγορούμενος θα επικαλείται (δήθεν) την πλάνη του ως προς την ποικιλία του φυτού (π.χ. νόμιζε ή τον διαβεβαίωσαν ότι πρόκειται για ήμερη κάνναβη και όχι για ινδική) και θα πετυχαίνει έτσι (συνήθως) την αθώωσή του.
Το αποτέλεσμα θα είναι να εκτιναχτεί στα ύψη η καλλιέργεια και η χρήση ινδικής κάνναβης.
2. Το άρθρο 13 αναφέρεται στην «συνταγογράφηση υποκαταστάτων».
Είναι ορατός ο κίνδυνος παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, κάτω από το δήθεν νόμιμο μανδύα της «Συνταγογράφησης».
3. Το άρθρο 18 κάνει διαχωρισμό μαλακών - σκληρών, διότι προβλέπει φυλάκιση για διακίνηση, εμπορία, καλλιέργεια ινδικής κάνναβης (ενώ για τα λοιπά ναρκωτικά -ηρωίνη, κοκαΐνη - ισχύει κάθειρξη).
Πρέπει να γίνουν οι εξής παρατηρήσεις:
Το άρθρο 11 της πρότασης προβλέπει τη χορήγηση ναρκωτικών ουσιών από το κράτος.
Προκύπτουν τα εξής ερωτήματα:
α) Πώς θα επιλυθούν τα υπηρεσιακά θέματα χορήγησης ναρκωτικών από το κράτος;
β) Θα μπορεί οποιοσδήποτε χρήστης (έστω καταχωρημένος σε ειδικό κατάλογο) να παίρνει καθημερινά τη δόση του και να ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα;
γ) Το κράτος επιτρέπεται να αγοράζει και να δίνει ηρωίνη στους εξαρτημένους, με τη γνώση ότι έτσι τους εξωθεί παραπέρα στην εξαθλίωση και τους σπρώχνει στο σίγουρο και αργό θάνατο;
δ) Συμβιβάζεται μια τέτοια τακτική με τις αρχές του κράτους πρόνοιας και τις ανθρωπιστικές ιδέες;
ε) Μήπως έτσι γίνεται απόσπαση του προβλήματος της «εξάρτησης» από την κοινωνικοπολιτική του βάση;
στ) Γιατί με αυτόν τον τρόπο η πολιτεία να παραβλέψει τις ορθές πολιτικές - δηλαδή πρόληψη - καταστολή - θεραπεία - κοινωνική επανένταξη;
ζ) Γιατί παραγκωνίζεται η στήριξη των χρηστών με μέτρα πρόνοιας, που στοχεύουν στη «μείωση της βλάβης», στην ανθρώπινη αντιμετώπιση και στην προώθηση για θεραπεία;
η) Εφόσον ο χρήστης θεωρείται «ασθενής», επιτρέπεται η χορήγηση δόσης ναρκωτικού, που είναι βέβαιο ότι θα τον σπρώξει βαθύτερα στην ασθένειά του, θα επιδεινώσει την κατάστασή του, θα εγκαταλείψει ο ίδιος κάθε προσπάθεια θεραπείας και θα οδηγηθεί μια ώρα νωρίτερα στο θάνατο;
Τέλος, πρέπει να γίνουν οι εξής επισημάνσεις:
Του Φίλιππου ΜΑΝΩΛΑΡΟΥ*
Ο σκοπός της πρόληψης είναι να προλάβει το κράτος και να εμποδίσει το άτομο και τα κοινωνικά προβλήματα που συνδέονται με τη χρήση ναρκωτικών. Αυτά τα προβλήματα μπορεί να βλάψουν το άτομο (θάνατος, ατομικά προβλήματα υγείας κλπ.), μπορεί απευθείας να επηρεάσουν την κοινωνία που το άτομο ζει (τροχαία ατυχήματα, βίαιη επιθετική συμπεριφορά, εγκλήματα για την εξασφάλιση ναρκωτικών κλπ.) και μπορεί να επηρεάζουν τα οικονομικά και κοινωνικά έξοδα (υγεία, αστυνομία, υπηρεσίες φυλακών κλπ.) στη χώρα μας.
Πρέπει να χρησιμοποιηθούν δύο προσεγγίσεις: Η πρώτη αφορά το να προλάβουμε το άτομο από το να δοκιμάσει ή να πειραματιστεί με τα ναρκωτικά. Η δεύτερη προσέγγιση παρεμβαίνει στην πορεία, που οδηγεί από την πρώτη χρήση ναρκωτικών όταν τέτοια πορεία μπορεί να δημιουργήσει μία συνέχεια από την πειραματική και περιστασιακή χρήση στην τακτική χρήση με τα συνεπαγόμενα κακά αποτελέσματα για το άτομο και την κοινωνία.
Η σημερινή κοινωνία αντιμετωπίζει υπερβολικά συχνά τους τοξικομανείς όχι ως θύματα των εντάσεών της και της ανικανότητάς της να αναχαιτίσει την πλημμυρίδα των ναρκωτικών, αλλά ως αποσυνάγωγους. Τούτο, όμως, περιπλέκει το πρόβλημα. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος των ναρκωτικών πρέπει να κάνουμε έκκληση στο μυαλό και στην καρδιά των ανθρώπων. Δεν αρκεί να βασιζόμαστε σε μέτρα αστυνομεύσεως, στην αποκατάσταση ναρκομανών με κρατική ευθύνη και στα εκπαιδευτικά προγράμματα.
Με το άρθρο 16Ν/2161/93 αντικαθίσταται το άρθρο 14 του Ν. 1729/1988, προσδιορίζοντας λεπτομερώς τα παρεπόμενα για τη δράση, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 13 και συγκεκριμένα την εισαγωγή του για απεξάρτηση σε ειδικό θεραπευτικό κατάστημα και τις σχέσεις μεταξύ της πορείας, της εξέλιξης και του αποτελέσματος του θεραπευτικού προγράμματος αλλά και της δικαστικής μεταχείρισής του.
Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, ο χρήστης σε περίπτωση καταδίκης μπορεί να εισαχθεί σε ειδικό θεραπευτικό κατάστημα ή ειδικό τμήμα καταστήματος κρατήσεως προς σωματική απεξάρτηση. Η εισαγωγή μπορεί να διαταχθεί και κατά το στάδιο της ανακρίσεως από τον ανακριτή σε ειδικό θεραπευτικό κατάστημα ή ειδικό τμήμα να εισαχθεί, εφόσον το επιθυμεί και συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις και προς ψυχική απεξάρτηση. Αν έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλακίσεως και παρακολουθεί με επιτυχία το σχετικό πρόγραμμα, μπορεί το δικαστήριο να αποφασίσει την υπό όρο απόλυσή του. Και ο μη τιμωρητέος εισάγεται για σωματική απεξάρτηση και στη συνέχεια, εφόσον επιθυμεί, για ψυχική στο ίδιο θεραπευτικό ίδρυμα ή σε άλλη μονάδα. Πρώτα εκτελείται η εισαγωγή σε ειδικό θεραπευτικό κατάστημα ή ειδικό τμήμα καταστήματος κράτησης και μετά η έκτιση της ποινής.
Ως ειδικό θεραπευτικό κατάστημα δεν εννοείται απαραίτητα μέσα στη φυλακή αλλά πρέπει να είναι φυλακτικό, δεν μπορεί δηλαδή να είναι νοσοκομείο. Ομως, το κράτος από τη δημοσίευση του νόμου περί ναρκωτικών μέχρι σήμερα δεν έχει ιδρύσει και θέσει σε λειτουργία ειδικά θεραπευτικά καταστήματα προς σωματική απεξάρτηση ούτε βέβαια ειδικό τμήμα καταστήματος κρατήσεως.
Οι δικαστές στα ποινικά δικαστήρια και οι ανακριτές αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα, διότι αν και διαπιστώνουν ότι κάποιος κατηγορούμενος χρήζει σωματικής απεξάρτησης στα αναγραφόμενα στο νόμο θεραπευτικά καταστήματα, λόγω μη ύπαρξης αυτών, αν διαταχθεί τέτοια εισαγωγή αυτή καθίσταται ανεκτέλεστη και εφόσον ο κατηγορούμενος έχει καταδικαστεί για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών δεν αναστέλλεται η εκτέλεση της ποινής μέχρις ότου δημιουργηθεί τέτοιο κατάστημα (71 παρ. 2 ΠΚ). Αν, δε η υπόθεση εκκρεμεί στον ανακριτή και πριν υπάρξει έκθεση πραγματογνωμοσύνης ότι ο κατηγορούμενος είναι τοξικομανής, η μόνη λύση που έχει αυτός, σε περίπτωση που κρίνει με σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα ότι είναι επικίνδυνος, συντρεχόντων και άλλων προϋποθέσεων, τυγχάνει ο εγκλεισμός του ως προσωρινά κρατουμένου στις φυλακές και μάλιστα στο ψυχιατρικό τμήμα αυτών.
Αν ο ανακριτής κρίνει ότι πρέπει στον κατηγορούμενο να τεθούν περιοριστικοί όροι και αυτός χρήζει σωματικής απεξάρτησης, δεν υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής του νόμου, παρά μόνο εμφάνιση του κατηγορούμενου στο αστυνομικό τμήμα της κατοικίας του και έτσι ο κατηγορούμενος τοξικομανής επανέρχεται στην κοινωνία και στη χρήση ναρκωτικών μέχρι να ξανασυλληφθεί διαπράττοντας πάλι αξιόποινες πράξεις. Είναι πλέον σύνηθες τα ίδια άτομα τοξικομανείς να συλλαμβάνονται πολλές φορές, να προσέρχονται στον ανακριτή και να δικάζονται στη συνέχεια για αξιόποινες πράξεις και οι δικαστές να μην έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόσουν το νόμο και να δώσουν την ευκαιρία στους κατηγορούμενους, οι περισσότεροι των οποίων και οι συγγενείς τους ζητούν από εμάς να διατάξουμε τον εγκλεισμό τους σε κάποιο ίδρυμα για αποτοξίνωση, παρά να αναγκαζόμαστε να τους αφήνουμε ελεύθερους να επανέλθουν στην κοινωνία το ίδιο σωματικά και ψυχικά ασθενείς και απογοητευμένοι από την αδιαφορία της πολιτείας απέναντί τους.
Ως ανακριτής από δική μου πρωτοβουλία στους περιοριστικούς όρους, που έθετα σε κατηγορούμενους τοξικομανείς και μετά από δική τους επιθυμία ή των συγγενών τους ήταν η εμφάνισή τους δύο και τρεις φορές το μήνα ή και μία φορά τη βδομάδα όχι στο αστυνομικό τμήμα της κατοικίας τους αλλά στο ανακριτικό μου γραφείο προς έλεγχο της κατάστασής τους, της προσπάθειας που οι ίδιοι κατέβαλαν για απεξάρτησή τους και προς ψυχολογική υποστήριξή τους. Ενα μεγάλο ποσοστό από αυτούς τους τοξικομανείς κατάφεραν να απεξαρτηθούν και να ενταχθούν πάλι στην κοινωνία καθαροί. Ομως ο φόρτος εργασίας στα ανακριτικά γραφεία είναι πολύ μεγάλος, γεγονός που δεν επιτρέπει στον ανακριτή να αντεπεξέλθει και σ' αυτό το υπεύθυνο έργο.
Επιβάλλεται να ιδρυθούν και να λειτουργήσουν τα ειδικά θεραπευτικά καταστήματα ή τα ειδικά τμήματα καταστήματος κρατήσεως, που προβλέπει ο νόμος περί των ναρκωτικών και να τοποθετηθούν στην εισαγγελία, στα ανακριτικά γραφεία και στα αστυνομικά τμήματα κοινωνικοί λειτουργοί εκπαιδευόμενοι προς παρακολούθηση και ψυχολογική υποστήριξη των κατηγορουμένων, που είναι τοξικομανείς και στους οποίους έχουν τεθεί περιοριστικοί όροι και δεν έχουν ακόμη δικαστεί συντάσσοντας για τη σωματική και ψυχική τους κατάσταση αναφορές προς τους αρμόδιους εισαγγελείς και ανακριτές έτσι ώστε η όλη τους συμπεριφορά να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο, που θα τους δικάσει, όσον αφορά την καταδίκη τους ή την επιμέτρηση της ποινής τους.
Ακόμη, οι αστυνομικοί, οι οποίοι ασχολούνται με τοξικομανείς θα πρέπει να έχουν ειδική εκπαίδευση, όσον αφορά τη συμπεριφορά τους προς αυτούς, λαμβανομένου υπόψη ότι έχουν παρουσιαστεί πολλές περιπτώσεις τοξικομανών, που αυτοκτόνησαν ή αυτοτραυματίστηκαν καθώς, επίσης, υπέστησαν καρδιακή ανακοπή, λόγω στερητικού συνδρόμου εντός των αστυνομικών τμημάτων και των κρατητηρίων αυτών. Σύμφωνα με το υπ' αριθμ. ΔΨΧ/218/28-1-93 έγγραφο του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας «η αντιμετώπιση περιστατικών που παρουσιάζουν συμπτώματα στερητικού συνδρόμου σε οξεία φάση, θα γίνεται στα περιφερειακά και νομαρχιακά νοσοκομεία, λόγω του ότι κατάλληλο σωφρονιστικό ίδρυμα με ειδικό πρόγραμμα θεραπείας δεν υπάρχει».
Με το άρθρο 15 Ν 2161/93 αντικαθίσταται το άρθρο 13 του ν. 1729/1987. Αφορά τη διάγνωση της τοξικομανίας και τις διαδικασίες διενέργειας της ψυχιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης και την εργαστηριακή εξέταση του υπόπτου, που συνεκτιμώμενα καθορίζουν όχι μόνο την ύπαρξη της εξάρτησης αλλά και το βαθμό και την ένταση αυτής.
Ομως, στην πραγματικότητα η πραγματογνωμοσύνη διενεργείται από ιδιώτες ιατρούς πολύ λίγους σε αριθμό. Οι περισσότεροι ψυχίατροι δε δέχονται να διεξάγουν τέτοιου είδους πραγματογνωμοσύνες, ενώ θα έπρεπε να έχει ιδρυθεί και να λειτουργεί κρατική υπηρεσία επανδρωμένη με ιατρούς ειδικευμένους σε τέτοιου είδους πραγματογνωμοσύνες.
Εξάλλου, οι εν λόγω πραγματογνωμοσύνες δε γίνονται όπως θα έπρεπε, αμέσως μετά τη σύλληψη των υπόπτων αλλά μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα για τις περιπτώσεις αυτές, δεκαπέντε έως είκοσι ημερών και με τον τρόπο αυτό παρέχεται στους υπόπτους η δυνατότητα να προβούν ενδεχομένως στην κατάλληλη προπαρασκευή για την παραπλάνηση των πραγματογνωμόνων, λαμβάνοντας μερικές μέρες ναρκωτικά, ώστε να εμφανιστούν υπολείμματα ναρκωτικών ουσιών στα σωματικά υγρά τους.
Να σημειωθεί εδώ ότι η αποδοχή των ισχυρισμών του υπόπτου ότι έχει αποκτήσει την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών και δεν μπορεί να τις αποβάλλει με τις δικές του δυνάμεις έχει τεράστια επίπτωση στην εν γένει ποινική μεταχείριση αυτού, αφού με την παρ. 4 του Ν. 2408/96 καθίστανται πλημμελήματα οι πράξεις του, που αφορούν αγορά, πώληση, προσφορά, διάθεση, διανομή σε τρίτους, αποθήκευση ναρκωτικών ουσιών, καλλιέργεια και συγκομιδή κάνναβης, κατοχή ή μεταφορά ναρκωτικών, αποστολή ή παραλαβή δεμάτων ή επιστολών με ναρκωτικά. Είναι γεγονός ότι η προσπάθεια των εμπόρων ναρκωτικών και των δικηγόρων τους είναι να επικαλεστούν ότι έχουν καταστεί καθ' έξιν χρήστες ναρκωτικών ουσιών.
Ως ανακριτής πολλές φορές κατηγορούμενοι, που κατηγορούνταν για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών μού ανέφεραν ότι οι δικηγόροι τους τούς συμβούλευαν να λαμβάνουν ναρκωτικά για λίγες ημέρες μέχρι να γίνει η πραγματογνωμοσύνη τους, γεγονός βέβαια που αρνούνταν στη συνέχεια οι δικηγόροι τους και οι ίδιοι οι πελάτες τους δεν υπέγραψαν εγγράφως μία τέτοια καταγγελία, κατόπιν, δε, δε θυμούνταν ότι το είπαν έστω και προφορικά.
Μου έχει τύχει τρεις φορές στο Β΄ αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που προήδρευα, την επόμενη ημέρα των ποδοσφαιρικών αγώνων μεταξύ Παναθηναϊκού - Ολυμπιακού, Παναθηναϊκού - ΑΕΚ και Παναθηναϊκού - ΠΑΟΚ που διεξήχθησαν στο Ολυμπιακό στάδιο, να έχουν συλληφθεί εντός και εκτός αυτού κάθε φορά σαράντα με πενήντα άτομα ηλικίας από 15 έως 25 ετών και να προσαχθούν με την κατηγορία της κατοχής ναρκωτικών ουσιών (χασίς ως επί το πλείστον και ηρωίνης) για αποκλειστικά δική τους χρήση, σε σωματική έρευνα που έγινε σ' αυτούς από αστυνομικά όργανα.
Σε ερώτηση, πού βρήκαν τις ναρκωτικές ουσίες, μού απάντησαν ότι τις πωλούν Αλβανοί ως επί το πλείστον ή στην Ομόνοια όπου συγκεντρώνονται οι φίλαθλοι ομαδικά για να έρθουν στο γήπεδο ή εκτός του Ολυμπιακού Σταδίου και στην επόμενη ερώτησή μου γιατί τις αγόρασαν και αν και άλλη φορά είχαν κάνει χρήση, οι περισσότεροι απάντησαν ότι ήταν η πρώτη φορά και την αγόρασαν από περιέργεια και οι υπόλοιποι απάντησαν ότι δεν είναι χρήστες μεν αλλά ότι είναι η δεύτερη και τρίτη φορά που κάνουν χρήση παρασυρόμενοι από τους φίλους τους, που και αυτοί κάνουν χρήση.
Η χρήση ναρκωτικών είναι ο σοβαρότερος λόγος, που ασκείται βία στα γήπεδα και δημιουργεί κινδύνους για τους υπόλοιπους φιλάθλους, που πηγαίνουν στα γήπεδα για να παρακολουθήσουν ποδόσφαιρο.
Οι ποινές που το Δικαστήριο επιβάλλει στις περιπτώσεις αυτές είναι φυλάκιση από 10 ημέρες έως δύο μήνες ή κηρύσσει την πράξη ατιμώρητη εκτιμώντας τις περιπτώσεις κάτω από τις οποίες τελέστηκε η αξιόποινη πράξη ή ότι ήταν τελείως συμπτωματική και την όλη προσωπικότητα του δράστη.
Η κοινωνία πρέπει να αντιληφθεί τους κινδύνους που δημιουργούνται από τη χρήση ναρκωτικών στην Ελλάδα, με μεγάλες επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία του πληθυσμού της και ειδικότερα της νεολαίας της.
Η πρόληψη είναι ο μόνος τρόπος για τη μείωση των ναρκωτικών στην Ελλάδα, όμως, το κράτος θα πρέπει να διαθέσει κονδύλια για την υλοποίηση όλων όσων προαναφέρθηκαν...
Εάν ο καθένας από εμάς έχει την αντίληψη ότι μπορεί από τη θέση που μας αναθέσει η πολιτεία να καταφέρει να σώσει έστω και έναν από τους χρήστες των ναρκωτικών και να τον εντάξει και πάλι στην κοινωνία καθαρό, αυτό θα είναι μεγάλη ηθική ικανοποίηση για εμάς τους ίδιους και για τον τόπο που ζούμε ο οποίος χρειάζεται ελεύθερους ενεργούς και συνειδητοποιημένους πολίτες και όχι άβουλα πλάσματα, σωματικά και ψυχικά ασθενείς, υποδουλωμένους στα ναρκωτικά.
Η ιστορία του Κήπου έχει ως εξής: Μέσα σε έναν κήπο όπου ζουν έντεκα γάτες - φίλοι, εμφανίζεται μια μέρα ένας ξένος γάτος, ο Σιάμ, που υπόσχεται ευτυχία και απαλλαγή από κάθε δεινό και αυταπάτη, φτάνει να δεχτείς το παραμύθι του και τους όρους του και να πιεις το μαγικό φίλτρο που προσφέρει. Ετσι αρκετά απ' τα γατάκια του κήπου αρχίζουν να σκέπτονται πως ίσως το φίλτρο είναι μια λύση στα προβλήματά τους. Το βιβλίο έχει 12 συμβολικά επεισόδια και οι 11 γάτες είναι κάποιοι χαρακτήρες με τους οποίους μπορούν να ταυτιστούν τα παιδιά. Ο Σιάμ λοιπόν καταφέρνει να βάλει στο «λούκι» ένα γάτο, το Χιονάτο.
Το τελευταίο επεισόδιο του βιβλίου μιλά για το Χιονάτο που βρίσκεται μπροστά σε μια μεγάλη απόφαση. Απ' τη μια μεριά υπάρχει ο Σιάμ που καλεί στο δικό του κήπο για να ξεχάσει όλα τα προβλήματά του και απ' την άλλη υπάρχει ο δικός του κήπος, όπου είναι ο εαυτός του. Το βιβλίο αφήνει τον αναγνώστη να απαντήσει για την επιλογή του Χιονάτου.
***
Κοντά στο σπίτι μου είναι ένα χωράφι που έχει ακόμα αμυγδαλιές.
Εκεί τα παιδιά της γειτονιάς παίζουν και φτιάχνουν τα πιο απίθανα πράγματα με παλιά αντικείμενα. Ετσι στην αρχή έκτισαν σπιτάκια πάνω στα... δέντρα και το ονόμασαν το χωράφι Δενδρόσπιτο! Τώρα τελευταία χρησιμοποιώντας παλέτες και χαρτόκουτα έφτιαξαν ένα σπιτάκι σαν λαβύρινθο.
Εκτός απ' τα παιγνίδια άρχιζαν να διαβάζουν και παιδικά βιβλία.
Η μικρή κόρη μου, εννιά χρονών, κατέβασε απ' τη βιβλιοθήκη τις «11 γάτες» και όταν τη ρώτησα για πού προορίζεται μου απάντησε ότι είναι στο πρόγραμμα να διαβαστεί στο σπιτάκι στο χωράφι, ενώ ταυτόχρονα με ρώτησε:
- Ο Σιάμ, ο πονηρός, δεν είναι αυτός που δίνει τα ναρκωτικά;
***
Ενα χρόνο πριν βρεθήκαμε με τη μεγάλη κόρη μου - ήταν δέκα χρονών - στην Ομόνοια.
Οταν αντίκρισε τα παιδιά που γυρεύουν τη δόση τους με ρώτησε γιατί είναι έτσι αυτά τα παιδιά.
Κι όταν της εξήγησα ότι παίρνουν ναρκωτικά μου είπε:
- Α, κατάλαβα μπαμπά. Ερχεται κάποιος και τους δίνει το ναρκωτικό, όπως ο πονηρός Σιάμ δίνει το μαγικό φίλτρο σαν στο παραμύθι!
Πριν προλάβω ν' αντιδράσω συμπλήρωσε με στόμφο: «Και είπαμε μπαμπά: "Η μαγκιά είναι να μην πάρεις ναρκωτικά"».
Το αγωνιώδες ερώτημα κάθε γονιού είναι αν το παιδί του θα διατηρήσει αυτή τη μαγκιά στις δύσκολες καμπές της ζωής ή θα «επαναστατήσει» με κάποιο πιόμα...
Η διαχρονική αντίσταση της νεολαίας στην υποταγή των ουσιών. Μια έκδοση της ΕΠΟΝ πριν 55 χρόνια και μια της ΚΝΕ για το 27ο Φεστιβάλ προειδοποιούν ότι η χρήση οδηγεί τους νέους στο περιθώριο
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της ΕΠΟΝ «Νέα Γενιά» στις 25.2.1946 και φαίνεται να είναι μια προκήρυξη της ΕΠΟΝ. Ακολούθησε ή προηγήθηκε η τρίπτυχη έκδοση της ΕΠΟΝ Αθήνας με τίτλο: «Διαφθορά: Κίνδυνος αφανισμού της Νεολαίας μας».
Σ' αυτή την έκδοση - που έγινε το 1946 - δίνεται η έκταση της χασισοποτίας και υπάρχει το σύνθημα: «Οχι στο χασίς αλλά εκπολιτισμό στη νεολαία».
Το χασίς το έφερναν οι Αγγλοι ιμπεριαλιστές για να καθυποτάξουν τη νεολαία της εποχής.
Μάλιστα, ο σύντροφος Νίκος Καραντηνός - που σήμερα χαρίζει τη στήλη του στην πάλη της ΕΠΟΝ κατά των Ναρκωτικών - με ρεπορτάζ στη «Νέα Γενιά» αποκάλυπτε το δόλιο όπλο των «συμμάχων».
«H ΚΝΕ είναι η μοναδική πολιτική νεολαία που με σταθερό και αταλάντευτο τρόπο έχει οξυμένο ιδεολογικό - πολιτικό μέτωπο απέναντι σε όλα τα ναρκωτικά» είπε στο «Ρ» ο Π. Παλαβός, μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ.
Τα φεστιβάλ της ΚΝΕ και του «Οδηγητή» αποτέλεσαν βήμα καταγγελίας των ναρκωτικών, καθώς και βήμα προβολής του έργου θεραπευτικών κοινοτήτων. Φέτος στην πορεία προς το 27ο Φεστιβάλ, το ΚΣ της ΚΝΕ προχώρησε σε ειδική έκδοση με τις θέσεις του για τα ναρκωτικά.
«Σκοπός της έκδοσης, λέει ο Π. Παλαβός, είναι να καταγράψει τις θέσεις της οργάνωσης για το πρόβλημα. Φιλοδοξούμε, μέσα από το διάλογο και την αντιπαράθεση μέσα στη νεολαία και το κίνημά της, να συμβάλουμε ώστε το κίνημα της νεολαίας να εξοπλιστεί πολιτικά, με στόχους διεκδίκησης και πάλης ώστε μαζί με το λαό να βάλει φραγμό στις διαστάσεις που παίρνει η μάστιγα των ναρκωτικών».
«Σε μια εποχή, συνέχισε ο Π. Παλαβός, που η δυσοσμία που αναδίνει ο καπιταλισμός είναι αβάσταχτη, τα ναρκωτικά αξιοποιούνται από την αστική τάξη ολόπλευρα για τη χειραγώγηση της νεολαίας. Αποτελούν ένα ισχυρότατο όπλο στα πλαίσια της ιδεολογικής και πολιτικής της κυριαρχίας, προκειμένου να επηρεάζει τη διαμόρφωση των νεανικών συνειδήσεων. Στόχος είναι η διάδοση μέσα στους νέους ενός γενικότερου τρόπου ζωής που αφοπλίζει τα νεανικά όνειρα, αμβλύνει συνειδήσεις, περιθωριοποιεί τμήματα νέων. Η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης και οι οδηγίες της ΕΕ αντί να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα, κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση. Η πολιτική τους είναι αυτή της "αντιμετώπισης" φαινομένων που συνοδεύουν την τοξικομανία και της διαχείρισης του προβλήματος».
Και ο Π. Παλαβός κατέληξε: «Σε αυτά τα πλαίσια, τα τελευταία χρόνια με ιδιαίτερη ένταση, αστοί κονδυλοφόροι και πολιτικοί, νεοφιλελεύθεροι και κεντροαριστεροί, έχουν επιδοθεί σε μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία που στοχεύει να δημιουργήσει μαζική κοινωνική ανοχή απέναντι στο φαινόμενο των ναρκωτικών. Η πρόσφατη πρόταση των "5", αλλά και ο τρόπος που "αγκαλιάστηκε" από τα ΜΜΕ και τον αστικό πολιτικό κόσμο, αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα».