Κυριακή 17 Νοέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΤΟ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟ «ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΝ»
Με τη σφραγίδα της ιμπεριαλιστικής νέας τάξης

Την ανάγκη λαϊκής κινητοποίησης για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού επισήμανε το ΚΚΕ, αμέσως μόλις έγινε γνωστό το περιεχόμενο του «σχεδίου Ανάν». Τόσο το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, με ανακοίνωσή του, όσο και η ΓΓ της ΚΕ Αλέκα Παπαρήγα, σε συνέντευξη που παραχώρησε την περασμένη Τετάρτη, τόνισαν ότι το προτεινόμενο σχέδιο επίλυσης είναι απαράδεκτο, επικίνδυνο, μη βιώσιμο και γι' αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για διαπραγμάτευση. Παράλληλα, την περασμένη Πέμπτη και Παρασκευή, με ιδιαίτερη επιτυχία πραγματοποιήθηκαν δεκάδες εκδηλώσεις συμπαράστασης στον κυπριακό λαό σε όλη τη χώρα, καταδίκης των ιμπεριαλιστικών τηλεσιγράφων και απαίτησης για λύση δίκαιη και βιώσιμη.

Στην ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, τα βασικά σημεία της οποίας αποτέλεσαν και τον κορμό της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε η Αλέκα Παπαρήγα, υπογραμμίζεται ότι το σχέδιο του ΓΓ του ΟΗΕ φέρει «τη σφραγίδα της νέας ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων» και αποτελεί ένα τελεσίγραφο αποδοχής μιας «νέας κατάστασης πραγμάτων», τετελεσμένων αποφάσεων.

Κρίνοντας το προτεινόμενο σχέδιο, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ τονίζει ότι δημιουργείται ένα «κοινό κράτος» με μια «κοινή κυβέρνηση» και ένα νέο Σύνταγμα. Αυτό το «κοινό κράτος» οικοδομείται στην αντίληψη της ύπαρξης δυο «συστατικών κρατών», το κάθε ένα με το δικό του «βασικό νόμο», που θα αυτοκυβερνώνται. Τα «συστατικά κράτη» έχουν ισότιμο καθεστώς και οργανώνονται ελεύθερα κάτω από τα δικά τους Συντάγματα.

Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνει το ΠΓ, είναι αμφίβολο, προβληματικό έως και αδύνατο να μπορεί να λειτουργήσει το «κοινό κράτος» και να ασκήσει κυρίαρχα τις εξουσίες που θα καθορίζει το «κοινό Σύνταγμα». Πολύ δε περισσότερο, που προβλέπεται ρητά ότι δε θα υπάρχει ιεραρχία ανάμεσα στους νόμους του «κοινού κράτους» και εκείνους των «συστατικών κρατών», όπως και ότι το Σύνταγμα της Κύπρου μπορεί να τροποποιείται με χωριστή πλειοψηφία των ψηφοφόρων σε κάθε «συστατικό κράτος».

Η λογική αυτή - τονίζει το ΠΓ στην ανακοίνωσή του - διαπερνά και τις προτάσεις που αφορούν στην ιθαγένεια, αλλά και τη σύσταση της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας. Ενώ και η κατοχύρωση των τριών ελευθεριών (διακίνησης, εγκατάστασης και το δικαίωμα ιδιοκτησίας) εμφανίζεται επίσης προβληματική, αφού δεν ενσωματώνονται στις νέες προτάσεις για το Συνταγματικό και εισάγονται χρονικοί περιορισμοί και πολλές εξαιρέσεις.

Προβληματικά, άλλωστε, παραμένουν και τα ζητήματα των προσφύγων, των περιουσιών τους, αλλά και της επιστροφής τους, καθώς και το ζήτημα των εγκλωβισμένων και των αγνοουμένων μαζί με το «αγκάθι» των εποίκων από την Τουρκία. Σχετικά με τις ρυθμίσεις για την αποστρατιωτικοποίηση, το ΠΓ τονίζει ότι είναι επίσης προβληματικές και υπάγονται, όπως φαίνεται, στις γενικότερες ρυθμίσεις που αφορούν στη δημιουργία και λειτουργία του στρατού της ΕΕ.

Το ΠΓ τονίζει συμπερασματικά ότι καθιερώνεται ένα ιδιόμορφο καθεστώς κράτους, μοναδικό στα χρονικά του διεθνούς δικαίου, που αποτελεί μια συγκαλυμμένη μορφή Συνομοσπονδίας και μια συγκαλυμμένη διχοτόμηση, η προβληματική λειτουργία του οποίου θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία επικίνδυνων καταστάσεων.

Καθόλου τυχαία η χρονική στιγμή

Αναφορικά με τη χρονική στιγμή που επελέγη για να παρουσιαστεί το σχέδιο για το Κυπριακό, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ εκτιμά ότι δεν είναι καθόλου τυχαία. Απεναντίας, έρχεται σε μια περίοδο που στην Τουρκία σημειώνονται γενικότερες πολιτικές ανακατατάξεις και εκκρεμεί ο σχηματισμός κυβέρνησης μετά την εκλογική νίκη του κόμματος του κ. Ερντογάν, με το Ισραήλ να βαδίζει προς νέες εκλογές και το Παλαιστινιακό να βρίσκεται σε μια από τις πιο οξυμένες φάσεις του, καθώς και με τις εντατικές πολεμικές προετοιμασίες για μια νέα επέμβαση του αμερικανικού και βρετανικού ιμπεριαλισμού κατά του λαού του Ιράκ, που προκαλεί μεγάλες εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή.

Συμπληρώνει δε ότι οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές, ανάμεσα στις άλλες επιδιώξεις τους, θέλουν να διασφαλίσουν επίσης την απρόσκοπτη ένταξη και της Τουρκίας στην ΕΕ. Ενώ οι Βρετανοί ιμπεριαλιστές, πέρα από τη διασφάλιση της συνέχειας του ρόλου τους ως εγγυήτριας δύναμης στο νέο κράτος που θα δημιουργηθεί, εξασφαλίζουν και τη διαιώνιση του καθεστώτος των στρατιωτικών τους βάσεων.

«Αυτό το σαφέστατο νόημα έχουν τα εκβιαστικά χρονοδιαγράμματα του σχεδίου», επισημαίνει το ΠΓ.

Σχετικά με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ τονίζει ότι οι σχετικές διαπραγματεύσεις αποτέλεσαν έναν ακόμη εκβιαστικό μοχλό για την αποτροπή μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του κυπριακού ζητήματος στη βάση των αποφάσεων και των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Σ' αυτό το σημείο, υπενθυμίζεται ότι το ΚΚΕ στην κριτική αποτίμηση των αποτελεσμάτων της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ στο Ελσίνκι (10-11.12.1999) είχε τονίσει ότι «το Κυπριακό οδηγήθηκε στον οριστικό ενταφιασμό του».

Στην ανακοίνωση επισημαίνονται οι ιστορικές ευθύνες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και οι τεράστιες ευθύνες όσων πολιτικών δυνάμεων της χώρας συνέβαλαν στη δημιουργία κλίματος εφησυχασμού του λαού, αποκρύβοντας τους πραγματικούς κινδύνους που αντιμετώπιζε η Κύπρος και όλος ο λαός της από την επέλαση της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων στην περιοχή.

Τέλος, σημειώνεται ότι το ΚΚΕ, μπροστά στις κρίσιμες στιγμές που αντιμετωπίζει η Κύπρος, με λύσεις υπαγορευμένες από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και τις ηγετικές δυνάμεις της ΕΕ, που οδηγούν σε μια θεσμική πλέον αναγνώριση της διχοτόμησης και αποδοχής των τετελεσμένων της εισβολής και κατοχής, θεωρεί το σχέδιο απαράδεκτο, επικίνδυνο, μη βιώσιμο, παγίδα για τα δικαιώματα του κυπριακού λαού, για τα συμφέροντα των λαών και της Τουρκίας, για την ευρύτερη περιοχή.

Υπογραμμίζει ότι το σχέδιο αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για διαπραγμάτευση και καλεί το λαό και τη νεολαία να κινητοποιηθεί μαζικά και να εκδηλώσει την κατηγορηματική αντίθεσή του στα τελεσίγραφα και στην υπαγόρευση λύσεων από τους ιμπεριαλιστές, σε βάρος της Κύπρου και του λαού της.

«ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΝ»
Απαράδεκτο!

Motion Team

«Απαράδεκτο, επικίνδυνο, μη βιώσιμο» χαρακτηρίζει, με ανακοίνωσή του, το Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του ΚΚΕ το «σχέδιο Ανάν». Το ονομάζει «σχέδιο - παγίδα για τα δικαιώματα του κυπριακού λαού, για τα συμφέροντα των λαών της Ελλάδας και της Τουρκίας, για την ευρύτερη περιοχή». Καταλήγει δε στην εκτίμηση πως «το σχέδιο αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για διαπραγμάτευση». Μήπως υπερβάλει;

Ας δούμε, λοιπόν, όσο μπορούμε πιο σύντομα, ορισμένα μόνο από τα θεωρούμενα ως βασικά σημεία του σχεδίου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό και τι ακριβώς αυτά υπονοούν.

Στην πρώτη ενότητα με τίτλο «Η ΝΕΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ» διαβάζουμε στα σημεία 4 και 5:

«4. Η Κύπρος θα υπογράψει και θα επικυρώσει τη συνθήκη ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

5. Η Κύπρος θα διατηρήσει ειδικούς δεσμούς φιλίας με την Ελλάδα και την Τουρκία, σεβόμενη την ισορροπία που εγκαθιστά η συνθήκη Εγγύησης, η συνθήκη Συμμαχίας και αυτή η συμφωνία, και σαν κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα υποστηρίξει την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση».

Από τα δύο αυτά σημεία γίνεται φανερό πως η λύση του κυπριακού προβλήματος συνδέεται άμεσα με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Οι πολίτες της Κύπρου θα κληθούν με την ίδια ψήφο να απαντήσουν θετικά ή αρνητικά και στα δύο ζητήματα. Συνεπώς αποδείχνεται περίτρανα η απύθμενη υποκρισία των παραγόντων της ελληνικής κυβέρνησης - και όχι μόνον - που υποστήριζαν με κατηγορηματικότητα και σ' όλους τους τόνους πως τα δύο αυτά ζητήματα είναι τελείως αποδεσμευμένα το ένα από το άλλο και καθόλου η λύση του ενός δεν υπαγορεύει συγκεκριμένη λύση στο άλλο. Και όχι μόνον αυτό. Αλλά η κυπριακή ηγεσία δεσμεύεται - σύμφωνα με το σχέδιο Ανάν - να υποστηρίξει και την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όποτε και όπως αυτή γίνει. Μ' άλλα λόγια η λύση του Κυπριακού συνδέεται άμεσα και με την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.


Στη δεύτερη ενότητα με τίτλο «ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ» περιγράφεται η συγκρότηση τριών κρατών. Του «κοινού κράτους» και των δύο «συστατικών κρατών», ενός ελληνοκυπριακού και ενός τουρκοκυπριακού. Πρόκειται - είναι προφανές - για ένα καθαρό είδος συνομοσπονδίας. Ιδιαίτερη σημασία έχει εδώ το σημείο 3:

«3. Το "κοινό κράτος" και τα "συστατικά κράτη" θα πρέπει να σέβονται απόλυτα και να μην υπονομεύουν το ένα τις εξουσίες και τις λειτουργίες του άλλου. Δε θα υπάρχει ιεραρχία ανάμεσα στους νόμους του "κοινού κράτους" και εκείνους των "συστατικών κρατών". Κάθε πράξη σε αντιφατικότητα με το Σύνταγμα θα είναι μηδενική και άκυρη».

Η μη ύπαρξη «ιεραρχίας» ανάμεσα στους νόμους του «κοινού κράτους» και των «συστατικών κρατών» οδηγεί σε ένα συνεχές μπλοκάρισμα των όποιων αποφάσεων παίρνει το «κοινό κράτος», από όποια πλευρά αισθάνεται αδικημένη και παραπέμπει σε μία κατάσταση συνεχούς ακυβερνησίας. Η λειτουργικότητα λοιπόν του νέου κράτους που διαμορφώνει το «σχέδιο Ανάν» στην Κύπρο, προμηνύεται κάτι παραπάνω από δυσχερής.

Στην επόμενη ενότητα με τον τίτλο «ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ» σημειώνεται:

«1. Υπάρχει μία ενιαία κυπριακή ιθαγένεια. Νόμος ειδικής πλειοψηφίας "κοινού κράτους" θα ρυθμίσει τις προϋποθέσεις για την κυπριακή ιθαγένεια.

2. Ολοι οι Κύπριοι πολίτες θα απολαμβάνουν επίσης καθεστώς ιθαγένειας "εσωτερικής πολιτείας". Οπως και το καθεστώς ιθαγένειας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αυτό το καθεστώς θα συμπληρώνει και δε θα υποκαθιστά την κυπριακή ιθαγένεια.

Ενα "συστατικό κράτος" μπορεί να συνδέσει την άσκηση πολιτικών δικαιωμάτων στο δικό του επίπεδο στο καθεστώς εσωτερικής ιθαγένειας του "συστατικού κράτους". Και μπορεί να περιορίσει την καθιέρωση κατοικίας για πρόσωπα που δεν έχουν αυτό το καθεστώς, σύμφωνα με αυτήν τη Συμφωνία...».

Από όλα τα παραπάνω γίνεται πολύ καθαρό πως στην ουσία ο κάθε πολίτης της Κύπρου θα έχει δύο ιθαγένειες: την κυπριακή, που θα αποκτιέται, μάλιστα, με ειδική πλειοψηφία και την ιθαγένεια «εσωτερικής πλειοψηφίας», που θα καθορίζει τα των πολιτικών δικαιωμάτων, παραμονής κλπ. Καταρρίπτεται λοιπόν και η προϋπόθεση της καθιέρωσης μίας ιθαγένειας ως απαραίτητου όρου για την αποδοχή της όποιας λύσης. Η λύση που προτείνεται από τον Ανάν και στην οποία λέει «ναι» η ελληνική κυβέρνηση έχει - ολοφάνερα - απεμπολήσει αυτή την προϋπόθεση.

Συνέχεια έχει η ενότητα με τίτλο «ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ». Στο σημείο (1) αυτής της ενότητας περιέχεται και η παρακάτω φράση:

«1. ...Η ελευθερία διακίνησης και η ελευθερία εγκατάστασης μπορεί να περιοριστεί μονάχα εκεί όπου προβλέπεται από την παρούσα Συμφωνία».

Πόσο ενιαίο είναι άραγε ένα κράτος όπου υπάρχουν - συνταγματικά μάλιστα κατοχυρωμένοι - περιορισμοί στη διακίνηση και την εγκατάσταση των πολιτών του;

Κύπρος ούτε ενιαία ούτε ανεξάρτητη

Ακολουθεί η ενότητα με τίτλο «Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ "ΚΟΙΝΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ"» όπου διαβάζουμε τα εξής:

«1. Το Κοινοβούλιο του "κοινού κράτους", που αποτελείται από δύο Σώματα - τη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων - θα ασκεί τη νομοθετική εξουσία.

α. Κάθε Σώμα θα έχει 48 μέλη. Η Γερουσία θα αποτελείται από ίσο αριθμό γερουσιαστών από κάθε "συστατικό κράτος". Η Βουλή των Αντιπροσώπων θα αποτελείται από αναλογική εκπροσώπηση του πληθυσμού, υπό τον όρο ότι κάθε "συστατικό κράτος" δε θα εκπροσωπείται με λιγότερο από το ένα τέταρτο των βουλευτών.

β. Οι αποφάσεις του Κοινοβουλίου θα απαιτούν τη σύμφωνη γνώμη και των δύο Σωμάτων με απλή πλειοψηφία, που θα συμπεριλαμβάνει το ένα τέταρτο των γερουσιαστών που ψηφίζουν από κάθε "συστατικό κράτος". Για ειδικά προσδιορισμένα θέματα θα απαιτείται ειδική πλειοψηφία δύο πέμπτων του συνολικού αριθμού των γερουσιαστών από κάθε "συστατικό κράτος"».

Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως για να υπάρξει μία απόφαση θα πρέπει να συμφωνήσει η πλειοψηφία και των δύο Σωμάτων. Το ένα από τα δύο όμως - η Γερουσία - συγκροτείται από ίσο αριθμό γερουσιαστών από κάθε συστατικό κράτος. Με δεδομένο μάλιστα ότι απαιτείται - έτσι και αλλιώς - η σύμφωνη γνώμη του 25% των γερουσιαστών κάθε συστατικού κράτους, αυτό πρακτικά σημαίνει πως αν π.χ. η τουρκοκυπριακή πλευρά αρνείται ακόμη και τα αυτονόητα, ε, ούτε αυτά θα γίνονται νόμος του κοινού κράτους. Υπάρχουν δηλαδή στο «σχέδιο Ανάν» όλα τα δεδομένα για να οδηγήσουν σε πλήρη ακυβερνησία.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η επόμενη ενότητα με τίτλο «ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ». Οπως αναφέρει:

«1. Το Ανώτατο Δικαστήριο θα προασπίζει το Σύνταγμα και θα διασφαλίζει τον πλήρη σεβασμό του.

2. Θα αποτελείται από εννέα δικαστές, τρεις από κάθε "συστατικό κράτος" και τρεις μη Κύπριους.

3. Το Ανώτατο Δικαστήριο, inter alia, θα επιλύει διαφωνίες μεταξύ των "συστατικών κρατών" ή μεταξύ ενός εξ αυτών ή και των δύο με το "κοινό κράτος" και θα επιλύει σε μεταβατική βάση τα αδιέξοδα μεταξύ των θεσμών του "κοινού κράτους", εάν αυτό είναι εκ των ων ουκ άνευ για τη λειτουργία του "κοινού κράτους"».

Στην ουσία - όπως όλοι καταλαβαίνουμε - οι τρεις «μη Κύπριοι» δικαστές θα επιλύουν ΤΑ ΠΑΝΤΑ. Πόσο «ανεξάρτητο», πόσο «κράτος» θα είναι η Κύπρος, όταν τρεις ξένοι δικαστές θα καθορίζουν όλα τα σημαντικά ζητήματα - και θα είναι ασφαλώς σημαντικά τα ζητήματα - στα οποία τα δύο μέρη θα διαφωνούν;

Στην ενότητα με τίτλο «ΑΠΟΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ» αναφέρονται και τα εξής:

«1. Η Κύπρος θα αποστρατιωτικοποιηθεί και όλες οι ελληνοκυπριακές και τουρκοκυπριακές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των μονάδων εφεδρειών θα διαλυθούν και τα όπλα τους θα απομακρυνθούν από το νησί σε φάσεις συγχρονισμένες με την αναδίπλωση και τη ρύθμιση των ελληνικών και των τουρκικών δυνάμεων.

2. Δε θα υπάρξουν παραστρατιωτικές ή εφεδρικές δυνάμεις ή στρατιωτική ή παραστρατιωτική εκπαίδευση των πολιτών. Ολα τα όπλα, εκτός από τα όπλα για σπορ ειδικής άδειας, θα απαγορευτούν.

3. Κανένα "συστατικό κράτος" δε θα ανεχθεί βία ή υποκίνηση βίας εναντίον του "κοινού κράτους", των "συστατικών κρατών" ή των εγγυητριών δυνάμεων.

4. Η Κύπρος δε θα θέσει το έδαφός της στη διάθεση των διεθνών στρατιωτικών επιχειρήσεων εκτός κι αν υπάρξει συγκατάθεση της Ελλάδας και της Τουρκίας».

Δύο ζητήματα λοιπόν ξεκαθαρίζονται με σαφήνεια: το πρώτο, ότι το κράτος αυτό δε θα έχει δικές του στρατιωτικές δυνάμεις. Και δεύτερο ότι άλλα κράτη - η Ελλάδα και η Τουρκία - θα αποφασίζουν αν ένα κυρίαρχο κράτος - η Κύπρος - συμμετέχει ή όχι σε διεθνείς στρατιωτικές επιχειρήσεις και επόμενα αν θα κινδυνεύει να γίνει ή όχι στόχος αντιποίνων. Πόσο ανεξάρτητο είναι άραγε ένα τέτοιο κράτος; Πόσα ψίχουλα εθνικής ανεξαρτησίας μπορούν να ισχυριστούν οι Ελληνες κυβερνώντες ότι το «σχέδιο Ανάν» του επιτρέπει; Οπως όλοι καταλαβαίνουμε, με βάση αυτή τη ρύθμιση, η Κύπρος θα γίνεται ορμητήριο για τις ΑμερικανοΝΑΤΟικές επιδρομές στην ευρύτερη περιοχή, χωρίς κανείς να έχει την υποχρέωση να ρωτήσει όχι το λαό της, αλλά ούτε και την κυβέρνησή της!

Στην ενότητα με τον τίτλο «ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ», μεταξύ των άλλων, αναφέρεται και το εξής:

«3. Οι διεκδικήσεις περιουσιών θα γίνονται δεκτές και θα διεκπεραιώνονται από ένα ανεξάρτητο, ουδέτερο, Γραφείο Ιδιοκτησίας, που θα αποτελείται από ίσο αριθμό μελών από το κάθε "συστατικό κράτος", καθώς και μη κυπριακά μέλη. Δε θα χρειαστούν απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ ατόμων».

Συνεπώς οι όποιες οικονομικές, περιουσιακές διαφορές θα κρίνονται στην ουσία από «μη κυπριακά μέλη», η ψήφος των οποίων θα είναι καθοριστική για την εξέλιξη της υπόθεσης. Ποιος μίλησε για προτεκτοράτο;

Υπερβάλει λοιπόν το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ όταν χαρακτηρίζει το «σχέδιο Ανάν» «απαράδεκτο, επικίνδυνο, μη βιώσιμο»; Δεν είναι τέτοιο; Μήπως έχει άδικο όταν το ονομάζει «σχέδιο - παγίδα για τα δικαιώματα του κυπριακού λαού, για τα συμφέροντα των λαών της Ελλάδας και της Τουρκίας, για την ευρύτερη περιοχή»; Οταν, μάλιστα, κάποιοι τρίτοι θα παίρνουν αποφάσεις, κυριολεκτικά, ζωής ή θανάτου για τους λαούς της Κύπρου και ευρύτερα, χωρίς καθόλου να ρωτούν τους Κύπριους;

Η ώρα για το μεγάλο ΝΑΙ ή το μεγάλο ΟΧΙ δεν είναι μακριά. Οι στιγμές είναι - έτσι και αλλιώς - ιστορικές. Οσοι σπρώχνουν τα πράγματα να φθάσουν μέχρι την υπογραφή αυτού του απαράδεχτου σχεδίου - κόμματα ή πρόσωπα - θα βρουν το όνομά τους στις σελίδες της Ιστορίας. Το ερώτημα είναι με τι χρώματα θα είναι γραμμένα. Εμείς προβλέπουμε: με μελανά.


Βασίλης ΑΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ
Οδυνηρή πραγματικότητα θα φέρει το σχέδιο

Ο πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος, μιλώντας στο «Ρ», για το «σχέδιο Ανάν» και τις συνέπειες που αυτό θα έχει για το Κυπριακό, τόνισε:

«Με την αυξημένη ευαισθησία ενός εκπροσώπου της γενιάς που έζησε τις δύσκολες εποχές των διαδηλώσεων για το Κυπριακό, έχω σήμερα την τύχη, καλή ή κακή, να ξαναζώ την κρίσιμη φάση των τελευταίων ημερών.

Αναγνωρίζοντας ανεπιφύλακτα ότι τον κύριο ρόλο έχει ο κυπριακός λαός, βλέποντας επίσης ρεαλιστικά ότι τα λάθη πληρώνονται στην ιστορία των ανθρωπίνων κοινωνιών και πιστεύοντας στην εντιμότητα των προθέσεων των πολιτικών αρχηγών, δεν μπορώ παρά ταύτα να απαλλαγώ από την αγανάκτηση και την ασφυξία που νιώθω ως πολίτης, ο οποίος βλέπει ότι η διεθνής κοινότητα αρνείται να ανατρέψει το βίαιο ξερίζωμα δεκάδων χιλιάδων Κυπρίων από τις εστίες τους, αρνείται να δει έναν άγριο εποικισμό ο οποίος αλλοιώνει δημογραφικά, αλλά και επί της ουσίας, τη δομή του κυπριακού λαού, δεν τιμωρεί παραδειγματικά τις τόσες δολοφονίες και δε δέχεται τη δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας στην αυτοδιάθεση ενός κυρίαρχου λαού.

Καταθέτω τη μαρτυρία αυτή, ελπίζοντας ότι οι υπεύθυνοι χειριστές θα βοηθήσουν να απαλλαγούμε όλοι από μια τέτοια οδυνηρή πραγματικότητα».

Μεθοδεύσεις και (ψευδο)διλήμματα

Ούτε δύο ώρες δεν είχαν περάσει από τη στιγμή που ο Κ. Ανάν παρέδωσε την περασμένη Δευτέρα στα «ενδιαφερόμενα μέρη» το αμερικανοβρετανικό σχέδιο για τη λύση του Κυπριακού, και ο Κ. Σημίτης, «σαν έτοιμος από καιρό», βγήκε σε «ζωντανή σύνδεση» για να το ...αποδεχτεί, αν και λίγο νωρίτερα ο Κύπριος Πρόεδρος δεν είχε ταχθεί ανοιχτά υπέρ!

Το «σινιάλο» για την έναρξη μιας καλοστημένης, μέχρι λεπτομέρειας, επιχείρησης, με στόχο τον καθησυχασμό, την παραπλάνηση και το μεγάλο εκβιασμό του ελληνικού λαού, είχε δοθεί. Ηταν ολοφάνερο ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός δεν περίμενε να ενημερωθεί για το σχέδιο. Η δική του αποστολή ήταν άλλη: Να «τελειώνουμε τώρα» με το Κυπριακό. Αυτό ακριβώς ήταν το μήνυμα, που έβγαινε από το διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό το βράδυ της περασμένης Δευτέρας.

Η εκστρατεία για την επιβολή της νεοταξικής λύσης περιλάμβανε και άθλιες μεθόδους, όπως η εσκεμμένη καθυστέρηση παράδοσης του «σχεδίου Ανάν» στα κόμματα, ώστε να κερδηθούν, τα πρώτα κρίσιμα εικοσιτετράωρα, οι εντυπώσεις και να περάσει το μήνυμα ότι το σχέδιο μπορεί να έχει «θετικές και αρνητικές» πλευρές, αλλά δεν μπορεί παρά να γίνει αποδεκτό ως «βάση διαπραγμάτευσης».

Οι άθλιες μεθοδεύσεις στο προπαγανδιστικό πεδίο δε σταμάτησαν εκεί. Η κυβέρνηση απέκρυψε για τρία 24ωρα το «συνοδευτικό σημείωμα» του Κ. Ανάν, με το οποίο τίθεται το γνωστό, πλέον, τελεσίγραφο για λύση πριν τη Σύνοδο Κορυφής της Κοπεγχάγης, στις 12 Δεκέμβρη, ενώ συναρτάται με ωμό και εκβιαστικό τρόπο η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ από την αποδοχή του διχοτομικού σχεδίου.

Αυτές και μόνον οι μεθοδεύσεις φθάνουν για να καταδείξουν ότι η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δε στέκεται απέναντι στο «σχέδιο Ανάν» από τη σκοπιά της μάχης για «απάλειψη», έστω, των απαράδεκτων διατάξεών του, αλλά έχει πάρει θέση αποφασισμένη να μη χάσει την «ιστορική ευκαιρία» της απαλλαγής από το βαρίδι μιας «χαμένης υπόθεσης», όπως θεωρεί χωρίς να το ομολογεί η αστική τάξη, το Κυπριακό.


Η επιχείρηση, όμως, πειθαναγκασμού του ελληνικού λαού περιλάμβανε και την εκτόξευση τερατωδών ψεμάτων και αμείλικτων, πλην πλαστών, διλημμάτων. Αξίζει μια σύντομη παράθεσή των κυριοτέρων από αυτά.

Πρώτον, η κυβέρνηση, όπως και στο διάγγελμά του επανέλαβε ο Κ. Σημίτης, εμφανίζεται ένθερμος υποστηρικτής της «δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, που βασίζεται στις αποφάσεις του ΟΗΕ». Στην πραγματικότητα, έχει αποδεχτεί το πέταμα των αποφάσεων του ΟΗΕ - η εφαρμογή των οποίων εγγυάται δίκαιη λύση - στο καλάθι των σκουπιδιών της ιστορίας, όπως αποδεικνύεται από το «σχέδιο Ανάν», αλλά στα λόγια υπερασπίζεται τη δίκαιη λύση, ακριβώς για να είναι πιο πιστευτή όταν ζητάει την αποδοχή του, στο όνομα του «ρεαλισμού» (της υποταγής).

Δεύτερον, διαβεβαίωσε, ψευδόμενη ενσυνείδητα, ότι η απόφαση του Συνόδου Κορυφής στο Ελσίνκι διασφαλίζει την απρόσκοπτη ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, ανεξάρτητα από την επίλυση του πολιτικού προβλήματος. Γνώριζε, όμως, πολύ καλά ότι η απόφαση του Ελσίνκι αποτελούσε στην πραγματικότητα έναν εκβιαστικό μοχλό, ένα πιστόλι στον κρόταφο, για την επιβολή μιας διχοτομικής λύσης, ως απαραίτητης προϋπόθεσης, για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Οσο περνάει ο καιρός, αποδεικνύεται περίτρανα ότι η κυβέρνηση συνειδητά είχε αποδεχτεί την «πακετοποίηση» της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ με τη λύση του Κυπριακού, ακριβώς για να εκβιάσει τον ελληνικό (και τον κυπριακό) λαό.


Τρίτον, από την πρώτη στιγμή, επιχείρησε να εμπαίξει τον ελληνικό λαό, λέγοντας ότι αρχίζει μια «πολύ σημαντική περίοδος σκληρών και επίπονων διαπραγματεύσεων», ενώ ήξερε ότι το «σχέδιο Ανάν» δεν παζαρεύεται και «ή το παίρνεις όπως είναι ή το αφήνεις». Ακριβώς επειδή δεν έχει καμία διάθεση διαπραγμάτευσης, έριξε εξαρχής το ...μπαλάκι στον κυπριακό λαό, με το δημοκρατικοφανές επιχείρημα ότι αυτός αποφασίζει.

Τέταρτον, καθησύχαζε το λαό με φραστικούς λεονταρισμούς, όπως ότι «δεν πρόκειται να δεχτούμε οποιαδήποτε λύση μόνο και μόνο για να μπει η Κύπρος στην ΕΕ», ενώ στην πράξη αποδεικνύεται το αντίθετο.

Πέμπτον, διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχουν χρονοδιαγράμματα και «χρονικά διλήμματα», ενώ, εκτός των άλλων (σημείωμα Ανάν, τελεσίγραφα ΗΠΑ και ΕΕ), ήταν ο ίδιος ο Κ. Σημίτης που άφηνε ήδη από τις αρχές να εννοηθεί σαφώς ότι η Σύνοδος της Κοπεγχάγης ήταν καταληκτική ημερομηνία και για λύση του Κυπριακού.

Εκτον, διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι «η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα λειτουργήσει ως αποτελεσματικότερη εγγύηση για τη λειτουργικότητα» του «σχεδίου Ανάν» και ότι αυτή τάχα θα απαλείψει τα αρνητικά σημεία του, ενώ γνωρίζει ότι το «σχέδιο Ανάν» «αποκλίνει» από το λεγόμενο κοινοτικό κεκτημένο, με τον τουρκικό στρατό κατοχής να παραμένει στο νησί...

Εβδομον, επισείει τις, ανύπαρκτες, διαφωνίες του κατεστημένου της Αγκυρας και του Ντενκτάς στο «σχέδιο Ανάν», προκειμένου να πείσει ότι τάχα δε συμφέρει ούτε τους Τούρκους και, άρα, γίνεται ένας συμβιβασμός.

Ταυτόχρονα με τα τερατώδη ψέματα, δουλεύουν και τα εκβιαστικά (ψευδο) διλήμματα: «Αποδοχή του "σχεδίου Ανάν" ή οριστική διχοτόμηση», «συμβιβασμός έστω και επώδυνος ή να τα χάσουμε όλα», «λύση του Κυπριακού ή μη λύση» και άλλα παρεμφερή.

Η κυβέρνηση Σημίτη πρωταγωνιστεί βέβαια, λόγω θέσης στο πολιτικό σύστημα, στην εκστρατεία για την αποδοχή του «σχεδίου Ανάν», αλλά δεν μπορεί να παραγνωριστεί και η συμβολή της ηγεσίας της ΝΔ, η οποία, συνεπής στη γραμμή της «εθνικής ομοψυχίας», προσπαθεί να πείσει ότι μπορεί να αλλάξουν οι άσχημες πλευρές του «σχεδίου Ανάν», αν απευθυνθούμε στους ...«ισχυρούς συμμάχους μας», σε αυτούς δηλαδή που το έφτιαξαν.

Από το μέτωπο του «ρεαλισμού» δε θα μπορούσε να λείπει η ηγεσία του ΣΥΝ, η οποία εθελοτυφλώντας επαναλάμβανε τα γνωστά «πρέπει» για τη λύση του Κυπριακού, αλλά αποφεύγοντας να πάρει σαφή και ξεκάθαρη θέση απέναντι στο «σχέδιο Ανάν», αφήνοντας την κυβέρνηση να καλύψει το «κενό».


Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

ΚΥΠΡΟΣ
Από τη βρετανική κυριαρχία έως το «σχέδιο Ανάν»

H Κύπρος είναι το τέταρτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου. Εχει πληθυσμό 703.000 κατοίκους, από τους οποίους τα τέσσερα πέμπτα είναι Ελληνοκύπριοι και περίπου 87.000 Τουρκοκύπριοι, που ζουν στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της. Εκεί έχει υπολογιστεί ότι ζουν και 115.000 έποικοι από την Τουρκία. Επίσης, στην Κύπρο υπάρχουν Αρμένιοι, Μαρωνίτες και μέλη του προσωπικού των βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το νησί έχει έκταση 9.251 τ.χλμ., από τα οποία περίπου το ένα τρίτο βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή. Περίπου το 3% του εδάφους του νησιού χρησιμοποιείται ως βάση για τις βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις.

Η ιστορία της Κύπρου χάνεται στο βάθος του χρόνου. Το νησί, σταυροδρόμι πολιτισμών αλλά και εμπορικών δρόμων μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αποτέλεσε έπαθλο πολλών πολέμων, με τελευταίο αυτόν του 1974, τις συνέπειες του οποίου καλείται να καταβάλει μέχρι και σήμερα με το «σχέδιο επίλυσης» του Ανάν.

Παρακάτω, ακολουθούν μερικές από τις σημαντικότερες ημερομηνίες που σηματοδοτούν την πορεία της Κύπρου στα νεότερα χρόνια.

1878: Η Οθωμανική Αυτοκρατορία παραδίδει την Κύπρο σε βρετανική διοίκηση, ενώ διατηρεί τυπικά την πολιτική εξουσία.

1914: Η Βρετανία προσαρτά την Κύπρο και αργότερα την αφομοιώνει επίσημα ως αποικία της.

1955: Η ελληνοκυπριακή οργάνωση ΕΟΚΑ ξεκινά ένοπλη αντίσταση κατά της βρετανικής Αρχής.

1960: Η Βρετανία χορηγεί ανεξαρτησία στην Κύπρο, με Σύνταγμα που κατοχυρώνει το μοίρασμα της εξουσίας μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η Βρετανία, η Ελλάδα και η Τουρκία αναλαμβάνουν το ρόλο των εγγυητριών χωρών.

1963: Ο Πρόεδρος Μακάριος προτείνει αλλαγές στο Σύνταγμα (13 σημεία), που τροποποιούν τις συμφωνίες και την ισορροπία στην κατανομή της εξουσίας με τους Τούρκους. Οι Ελληνοκύπριοι λένε ότι είναι μια κίνηση για να γίνει πιο αποτελεσματικό το Σύνταγμα. Πολλοί Τουρκοκύπριοι φοβούνται ότι ανοίγει ο δρόμος για την ένωση με την Ελλάδα. Ξεσπούν βίαια ενδο-κοινοτικά επεισόδια.

1964: Το Σύνταγμα καταρρέει εν μέσω συγκρούσεων. Σχηματίζεται κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων. Πολλοί Τούρκοι αποσύρονται σε θύλακες, που πυρπολούνται από τουρκοκυπριακές παραστρατιωτικές ομάδες. Οι συγκρούσεις αναπτύσσονται και η τουρκική αεροπορία βομβαρδίζει περιοχές της Κύπρου. Εγκαθίστανται ειρηνευτικά στρατεύματα του ΟΗΕ (UNFICYP).

1974: Η στρατιωτική χούντα στην Ελλάδα στηρίζει το πραξικόπημα του Ιουλίου κατά του Μακάριου. Οι στρατιωτικοί, που υποστηρίζουν, όπως λένε, την ένωση με την Ελλάδα, τον ανατρέπουν και προσπαθούν να τον σκοτώσουν, αλλά εκείνος διαφεύγει. Πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα, τουρκικά στρατεύματα αποβιβάζονται στη Βόρεια Κύπρο. Ακολουθούν συγκρούσεις μεταξύ των Τούρκων εισβολέων και Ελληνοκυπρίων. Ελληνοκύπριοι εγκαταλείπουν τα σπίτια τους. Ελλάδα και Τουρκία παραλίγο να εμπλακούν σε πόλεμο. Το πραξικόπημα και η χούντα της Αθήνας γρήγορα καταρρέουν. Τα τουρκικά στρατεύματα καταλαμβάνουν το ένα τρίτο του νησιού.

1983: Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς κηρύσσει την ανεξαρτησία του ψευδοκράτος στη βόρεια κατεχόμενη Κύπρο, το οποίο αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία.

1990: Η Κύπρος υποβάλλει αίτηση προσχώρησης στην ΕΟΚ.

1993: Ο βετεράνος συντηρητικός ηγέτης Γλαύκος Κληρίδης κερδίζει τις προεδρικές εκλογές στην Κύπρο, με μικρή διαφορά από τον κεντρο-αριστερό Γεώργιο Βασιλείου.

1998: Επανεκλέγεται ο Κληρίδης. Η ΕΕ αξιολογεί τα κράτη που ζήτησαν να ενταχθούν σ' αυτήν. Εντεκα κράτη πληρούν τις προϋποθέσεις μεταξύ τους και η Κύπρος.

1999: Η ΕΕ δέχεται την υποψηφιότητα της Τουρκίας.

1999-2000: Οι συνομιλίες, που πραγματοποιούνται υπό τον ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και στη Γενεύη, ολοκληρώνονται άκαρπες. Ο Ντενκτάς δηλώνει ότι οι διαπραγματεύσεις για την επανένωση της Κύπρου είναι «χάσιμο χρόνου», αν δεν αναγνωριστεί η ύπαρξη του ψευδοκράτους (ΤΔΒΚ).

2001: Ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετζεβίτ δηλώνει ότι η Αγκυρα θα μπορούσε να «προσαρτήσει» τη Βόρεια Κύπρο αν η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση του νησιού ενταχθεί στην ΕΕ. Ο Κληρίδης και ο Ντενκτάς συναντιούνται στη Λευκωσία το Δεκέμβρη και ανακοινώνουν την επανάληψη των απευθείας συνομιλιών στα μέσα Ιανουαρίου 2002.

2002: 16 Ιανουαρίου: Αρχίζουν οι συνομιλίες για την επανένωση. Ως προθεσμία για τη σημείωση προόδου ορίζεται ο Ιούνιος.

2002 14 Μαΐου: Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν, επισκέπτεται το νησί σε μια προσπάθεια να προωθήσει τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Η προθεσμία που είχε τεθεί (ο Ιούνιος) περνά χωρίς αποτελέσματα.

2002 7 Οκτωβρίου: Ο Ντενκτάς υποβάλλεται σε εγχείρηση καρδιάς στη Νέα Υόρκη, αναβάλλοντας τη διαδικασία των συνομιλιών για το Κυπριακό μερικές βδομάδες.

2002 9 Οκτωβρίου: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων με 13 χώρες, λέγοντας ότι 10 από αυτές, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, θα είναι έτοιμες για ένταξη το 2004.

2002 3 Νοεμβρίου: Οι Τούρκοι φιλοευρωπαίοι ισλαμιστές σημειώνουν σαρωτική νίκη στις γενικές εκλογές.

2002 11 Νοεμβρίου Ο ΓΓ του ΟΗΕ παρουσιάζει το σχέδιο για «μια συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος».

Σημείωση: Τα αρχεία της κυπριακής εφημερίδας «Φιλελεύθερος» και του ΑΠΕ, βοήθησαν στην υπενθύμιση των παραπάνω ημερομηνιών


Δημήτρης ΜΗΛΑΚΑΣ

Οι αποφάσεις του Ελσίνκι και το Κυπριακό

Το Δεκέμβρη του 1999 η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε με πανηγυρικούς τόνους μια διπλή «εθνική επιτυχία» στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο Ελσίνκι. Η πρώτη επιτυχία αφορούσε στην απόφαση για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ χωρίς να θεωρείται απαραίτητη η προηγούμενη λύση του πολιτικού προβλήματος. Η δεύτερη αφορούσε στην απόφαση της Συνόδου με την οποία η Τουρκία πήρε τον τίτλο της «υποψήφιας χώρας - μέλους» με την ταυτόχρονη δέσμευση για την παραπομπή όλων των εκκρεμών ελληνοτουρκικών διαφορών στο Δικαστήριο της Χάγης.

Τόσο ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, όσο και ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου παρουσίασαν εκείνη την απόφαση για την ένταξη της Κύπρου περίπου ως ισοδύναμη της λύσης του Κυπριακού. «Πρώτα από όλα, το Κυπριακό έχει γίνει ευρωπαϊκή υπόθεση και αυτό νομίζω είναι καθοριστικής σημασίας. Η Ευρώπη αναλαμβάνει έως ένα βαθμό την αντιμετώπιση του Κυπριακού», δήλωσε από το Ελσίνκι ο κ. Παπανδρέου. Ας δούμε λοιπόν πόσο ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα η αισιοδοξία της κυβέρνησης.

Στην παράγραφο 9 της απόφασης της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι αναφέρεται: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τονίζει ότι η επίλυση του πολιτικού προβλήματος θα διευκολύνει την προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εάν μέχρι την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προσχώρησης δεν έχει επιτευχθεί λύση, η απόφαση του Συμβουλίου όσον αφορά την προσχώρηση θα ληφθεί χωρίς η ανωτέρω να αποτελέσει προϋπόθεση. Εν προκειμένω, το Συμβούλιο θα λάβει υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία».

Η κυβέρνηση με τη βοήθεια μεγάλης μερίδας των μέσων ενημέρωσης προσπάθησε να κερδίσει τις εντυπώσεις, προβάλλοντας τη συγκεκριμένη απόφαση εκτός της τελικής πρότασης. Ισχυριζόταν δηλαδή ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ δε θα εξαρτηθεί από την πορεία του Κυπριακού. Δηλαδή, κυβέρνηση και μέσα αποσιωπούσαν την ύπαρξη της τελευταίας πρότασης, από την οποία προέκυπτε ότι οι «δεκαπέντε» θα καταλήξουν σε απόφαση για την ένταξη ή μη της Κύπρου, λαμβάνοντας «υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία», επομένως και την πορεία του Κυπριακού.

Αξίζει στο σημείο αυτό να σημειώσουμε το πώς υποδέχτηκαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης τις αποφάσεις της Συνόδου του Ελσίνκι. Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κ. Καραμανλής σε δήλωσή του τόνισε πως «σε ό,τι αφορά την Κύπρο οι αποφάσεις του Ελσίνκι βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση». Το ΚΚΕ σε ανακοίνωσή του χαρακτήρισε ως τον «μεγάλο ηττημένο» το Κυπριακό, τονίζοντας ότι «έτσι και αλλιώς προωθείται η διχοτόμηση». Ο πρόεδρος του ΔΗΚΚΙ, Δ. Τσοβόλας, δήλωσε μεταξύ άλλων ότι «ο ελληνικός και ο κυπριακός λαός δεν μπορεί να δεχτεί αυτές τις νέες υποχωρήσεις της κυβέρνησης και πρέπει να αντισταθεί με δημοκρατικούς αγώνες». Ο πρόεδρος του ΣΥΝ Ν. Κωνσταντόπουλος χαρακτήρισε θετική τη συμφωνία, λέγοντας ότι εξακολουθούν να παραμένουν ανοιχτά το Κυπριακό και το Αιγαίο και δε χρειάζονται προεκλογικές θριαμβολογίες.

Ομως, η κατάρρευση των θριαμβολογιών της κυβέρνησης συντελέστηκε λίγες μέρες αργότερα, όταν ο τότε πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής Σπ. Κυπριανού έδωσε στη δημοσιότητα δύο έγγραφα με τις υπογραφές του προεδρεύοντος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, Π. Λιπόνεν, όπου ο πρωθυπουργός της Φινλανδίας εξηγούσε στον πρωθυπουργό της Τουρκίας Μπ. Ετσεβίτ την απόφαση του Ελσίνκι. Για το Κυπριακό ο κ. Λιπόνεν αναφέρει ότι «η Ευρωπαϊκή Ενωση εξακολουθεί να έχει ως στόχο μια πολιτική λύση. Για την ένταξη της Κύπρου σημειώνεται ότι όλοι οι σχετικοί παράγοντες θα ληφθούν υπ' όψιν όταν το Συμβούλιο θα αποφασίσει».

Στην πραγματικότητα η απόφαση του Ελσίνκι κινήθηκε σε τελείως διαφορετική κατεύθυνση απ' αυτήν που ισχυριζόταν η κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εξωτερικών και άλλα κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονταν ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, και μάλιστα χωρίς να απαιτείται η λύση του πολιτικού προβλήματος, θα υποχρεώσει τόσο τους Ευρωπαίους «εταίρους» όσο και την ηγεσία της Τουρκίας να κινηθούν ταχύτερα και πιο αποφασιστικά για τη λύση του Κυπριακού.

Αυτό που συνέβη ήταν η άσκηση πιέσεων προς την ελληνική κυβέρνηση και κατ' επέκταση στην ελληνοκυπριακή πλευρά για συνεχείς εκπτώσεις σε σχέση με το Κυπριακό, προκειμένου να γίνει δεκτή η Κύπρος στην ΕΕ.

Το «σχέδιο Ανάν» ήρθε να αποδείξει ακριβώς αυτή την πραγματικότητα, αφού η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ γίνεται στοιχείο της λύσης του προβλήματος. Συγκεκριμένα, στο πρώτο μέρος του «σχεδίου» και στην ενότητα υπό τον γενικό τίτλο «Ιδρυτική Συμφωνία» τονίζεται: «...Προσβλέποντας στην ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στην ημέρα που και η Τουρκία θα πράξει το ίδιο».


Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ