Κυριακή 27 Νοέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ
«Πέτυχαν» την αύξησή του κατά 14,2 δισ. ευρώ το 2005!

Ελέω των πολιτικών της Συνθήκης του Μάαστριχτ - που υπερψήφισαν οι βουλευτές όλων των κομμάτων, πλην ΚΚΕ - το δημόσιο χρέος από 55,1 δισ. ευρώ το 1992 ή 92,3% του ΑΕΠ θα... περιοριστεί φέτος στα 194,3 δισ. ευρώ ή 108% του ΑΕΠ!

Νέο άλμα στα ύψη έκανε και φέτος το δημόσιο χρέος της χώρας. Από το 1996 μέχρι και το 2003, που την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας είχε το ΠΑΣΟΚ και εφάρμοζε τις γνωστές «πράσινες» πολιτικές μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων, με πρόσχημα το «νοικοκύρεμα» των δημόσιων οικονομικών, το δημόσιο χρέος της χώρας αυξήθηκε μόλις κατά... 70 δισεκατομμύρια ευρώ! Ποσό που αντιστοιχεί για την πληρωμή των δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων για 3,5 χρόνια, αφού οι δαπάνες αυτές για το 2006 έχουν προϋπολογιστεί σε 19,6 δισ. ευρώ.

Βέβαια, η επικίνδυνη διόγκωση του δημόσιου χρέους - με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη χώρα και τους εργαζόμενους - δε σταμάτησε το 2004. Συνέχισε και συνεχίζει την ανεξέλεγκτη ανοδική πορεία και με την κυβέρνηση της ΝΔ. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το 2004 και το 2005 το δημόσιο χρέος αυξήθηκε επιπλέον κατά 26,6 δισ. ευρώ. Ποσό που είναι υπερτριπλάσιο από τα 8,5 δισ. ευρώ, που θα διατεθούν με τον προϋπολογισμό του 2006 για «Ασφάλιση και Περίθαλψη» (επιχορηγήσεις στα ασφαλιστικά ταμεία, σε πολύτεκνες οικογένειες, για το το ΕΚΑΣ κλπ). Η ανεξέλεγκτη ανοδική πορεία του δημόσιου χρέους της χώρας, αποτελεί την καλύτερη απόδειξη για τη χρεοκοπία των πολιτικών μονόπλευρης λιτότητας - ανεξαρτήτως χρώματος - που συναποφασίζονται στις Βρυξέλλες και εφαρμόζονται στην Ελλάδα, αλλά και στις άλλες χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Παρά τις αλχημείες, στις οποίες αρχίζει να επιδίδεται και η κυβέρνηση της ΝΔ, το δημόσιο χρέος της χώρας διογκώθηκε το 2005 κατά μερικά δισεκατομμύρια, τόσο συγκριτικά με το 2004 όσο και σε σχέση με το στόχο που είχε τεθεί με τον προϋπολογισμό που ψηφίστηκε πέρσι το Δεκέμβρη στη Βουλή. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών για τον προϋπολογισμό του 2006, το δημόσιο χρέος της χώρας (χρέος κεντρικής κυβέρνησης) εκτιμάται ότι θα ανέλθει στις 31 Δεκέμβρη 2005 στο ποσό των 215.428 εκατ. ευρώ (από 201.244 εκατ. ευρώ που έκλεισε τελικά το 2004), ενώ η κυβέρνηση φιλοδοξούσε να το συγκρατήσει στα 212.047 εκατ. ευρώ. Οσο για το 2006, η κυβέρνηση φιλοδοξεί - με το νέο προϋπολογισμό που κατατέθηκε στη Βουλή - να συγκρατήσει το χρέος στα 226.637 εκατ. ευρώ.

Από τα στοιχεία που δημοσιεύονται στο διπλανό πίνακα, είναι φανερό πως ο βραχνάς του δημόσιου χρέους - που κάθε χρόνο αυξάνεται κατά αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ - γίνεται όλο και πιο ασφυκτικός. Τη σημαντική διόγκωσή του την ομολογεί και ο αρμόδιος επί των Οικονομικών υπουργός της κυβέρνησης Καραμανλή, ο Γ. Αλογοσκούφης, ο οποίος ομολογεί (σελίδα 109 της εισηγητικής του έκθεσής του για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2006), πως μόνο φέτος, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε (από 31 Δεκέμβρη 2004 μέχρι 31 Δεκέμβρη 2005) κατά 14,2 δισ. ευρώ, ενώ το 2006 προϋπολογίζεται να αυξηθεί επιπλέον κατά 11,2 δισ. ευρώ!

Αξίζει να σημειωθεί, εδώ, πως το δημόσιο χρέος της χώρας, διογκώνεται με ρυθμό μερικών δισεκατομμυρίων το χρόνο, παρά το γεγονός ότι και η κυβέρνηση της ΝΔ επέμεινε στην εφαρμογή μέτρων και πολιτικών σύνθλιψης της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων (εισοδηματική, φορολογική, αποκρατικοποιήσεις κλπ), με πρόσχημα τη δημοσιονομική εξυγίανση... Δηλαδή τον περιορισμό των κρατικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους.

Η αποτυχία των κυβερνώντων να μειώσουν το δημόσιο χρέος - όπως υπόσχονται από τα προεκλογικά μπαλκόνια - τεκμηριώνει τη χρεοκοπία των γαλαζοπράσινων αντιλαϊκών πολιτικών, τις οποίες υπηρετούν εξίσου καλά ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ανεξαρτήτως αν είναι στη θέση της κυβέρνησης ή της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το μέγεθος της αποτυχίας της κυβέρνησης της ΝΔ για τη λεγόμενη «δημοσιονομική εξυγίανση», είναι μεγαλύτερο από αυτό που εμφανίζεται με τον προϋπολογισμό του 2006. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών για τον προϋπολογισμό του 2006, το δημόσιο χρέος της χώρας (χρέος κεντρικής κυβέρνησης) εκτιμάται ότι θα ανέλθει στις 31 Δεκέμβρη 2005 στο ποσό των 215.428 εκατ. ευρώ (από 201.244 εκατ. ευρώ που έκλεισε τελικά το 2004), ενώ η κυβέρνηση φιλοδοξούσε να το συγκρατήσει στα 212.047 δισ. ευρώ. Οσο για το 2006, η κυβέρνηση φιλοδοξεί - με το νέο προϋπολογισμό που κατατέθηκε στη Βουλή - να το συγκρατήσει στα 226.637 εκατ. ευρώ.

Θα πρέπει να σημειωθεί, πως το δημόσιο χρέος το 2005 είναι μεγαλύτερο κατά 3,4 δισ. ευρώ, από αυτό που εμφανίζεται στην εισηγητική έκθεση για τον προϋπολογισμό του 2006. Κι αυτό γιατί ενώ με τον προϋπολογισμό 2005 (υπερψηφίστηκε πέρσι το Δεκέμβρη από τους βουλευτές της ΝΔ) η κυβέρνηση φιλοδοξούσε να συγκρατήσει φέτος το δημόσιο χρέος στο ποσό των 212.047 εκατ. ευρώ, τελικά το χρέος θα φτάσει στα 215.428 εκατ. ευρώ (όπως ομολογεί με την εισηγητική του έκθεση ο Γ. Αλογοσκούφης). Στην ουσία, δηλαδή η κυβέρνηση Καραμανλή, «κατάφερε» με τις πολιτικές της να αυξήσει το δημόσιο χρέος της χώρας μέσα στο 2005 κατά περίπου 17 δισ. ευρώ... Και θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο, αν δεν «αξιοποιούσε» τα περίπου 2,1 δισ. ευρώ που εισέπραξε από το ξεπούλημα πακέτων μετοχών του ΟΠΑΠ και του ΟΤΕ!

Το μέγεθος της αποτυχίας των κυβερνώντων - πράσινων και γαλάζιων - φαίνεται ακόμη καλύτερα, αν ληφθεί υπόψη πως μια από τις δικαιολογίες των ηγεσιών και των βουλευτών των κομμάτων (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΝ και Πολιτική Ανοιξη) που υπερψήφισαν το 1992 την αντιλαϊκή και καταστροφική για τη χώρα Συνθήκη του Μάαστριχτ, ήταν και η δραστική μείωση του δημόσιου χρέους, ώστε να προσεγγίσει στα επόμενα χρόνια το μέσο όρο της ΕΕ. Δηλαδή να περιοριστεί στο 60% του ΑΕΠ. Αν και οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ δικαιολόγησαν τις πολιτικές (φορολογικές, εισοδηματικές, τιμολογιακές, αποκρατικοποιήσεων κλπ) μείωσης των λαϊκών εισοδημάτων, το δημόσιο χρέος αυξανόταν σταθερά - τόσο σε απόλυτα ποσά όσο και σαν ποσοστό του ΑΕΠ - εξασφαλίζοντας παχυλά κέρδη για τους τραπεζίτες και τους κάθε είδους ρεντιέρηδες και δανειστές του Δημοσίου. Από 55,1 δισ. ευρώ που ήταν το 1992 ή 92,3% του ΑΕΠ ξεπέρασε το 100% και σήμερα το Δεκέμβρη του 2005 εκτιμάται ότι θα κλείσει στο ποσό των 194,3 δισ. ευρώ ή 108% του ΑΕΠ! Στην ουσία, δηλαδή, το πλέγμα μέτρων και πολιτικών που είχαν ενσωματωθεί στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, αποδείχτηκαν το καλύτερο «λίπασμα» και για τη διόγκωση του δημόσιου χρέους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εξάρτηση της χώρας από το χρηματιστικό κεφάλαιο και για τη διαιώνιση των πολιτικών λιτότητας.


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

Νέα κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης

Κλιμάκωση της επίθεσης; Προϋπολογισμό κοινωνικά άδικο και έντονα ταξικό; Αναδιανεμητικό υπέρ του κεφαλαίου; Προϋπολογισμό, που εντάσσεται και εξυπηρετεί τη στρατηγική της Λισαβόνας; Πώς μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το νέο προϋπολογισμό, που κατέθεσε την προηγούμενη Δευτέρα η κυβέρνηση της ΝΔ; Ολες οι εκφράσεις που αναφέραμε, αλλά και άλλες που θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, είναι σωστές. Αυτό, όμως, που θα πρέπει να συγκρατήσουμε, είναι ότι η εφαρμογή των πολιτικών, που ασκείται μέσω των Κρατικών Προϋπολογισμών των 20 τελευταίων χρόνων, ανοίγει την πόρτα προς την Κόλαση. Βαρύς ο χαρακτηρισμός; Δε νομίζουμε. Ηδη, από τις πολυετείς ταξικές επιθέσεις του κεφαλαίου, οι οποίες στο παρελθόν πήραν τη μορφή των Προγραμμάτων Σύγκλισης, ενώ σήμερα εμφανίζονται σαν «Προγράμματα Σταθερότητας», έχουν καταγραφεί ήδη τα πρώτα θύματα. Τα οποία ανέρχονται σε εκατομμύρια... Στο όνομα της «Σύγκλισης» και της «Σταθερότητας» της ελληνικής οικονομίας, δικαιολογήθηκαν οι διαχρονικές πολιτικές λιτότητας, οι συνταξιούχοι των 400 και των 500 ευρώ, οι ...ευέλικτοι μισθωτοί σκλάβοι των ελαστικών μορφών απασχόλησης, οι τριωρίτες και οι τετραωρίτες, οι ανατροπές στην Κοινωνική Ασφάλιση, οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Στο όνομα της ένταξης της Ελλάδας στη νέα ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων, δικαιολογήθηκε η βίαιη προλεταριοποίηση της φτωχής αγροτιάς, η εισβολή των πολυεθνικών στο λιανεμπόριο, η έφοδος των εταιριών στην πανεπιστημιακή έρευνα, το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων. Αυτές είναι οι συνέπειες της διαχρονικής επίθεσης του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων, που άσκησαν εξουσία την τελευταία τουλάχιστον 20ετία. Και, όπως είπαμε, στο μέτωπο των εργαζομένων, έχουν καταγραφεί ήδη μεγάλες απώλειες. Απώλειες οικονομικές, απώλειες σε εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα. Και τα πράγματα στο μέλλον, αν δεν υπάρξουν τομές και ρήξεις κατά της επέλασης του κεφαλαίου και των αστικών κυβερνήσεων, θα γίνουν ακόμα χειρότερα. Η αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου - στις σύγχρονες συνθήκες της κυριαρχίας των διεθνικών εταιριών, όπου η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνει με αλματώδεις ρυθμούς, αποδεικνύεται μία επονείδιστη πράξη. Η οποία πρώτα καταγράφεται στο καθημερινό ημερολόγιο των εργατικών απωλειών. Τις στιγμές που γράφονται οι γραμμές αυτές, μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες σε ΗΠΑ και Ευρώπη ανακοίνωσαν δεκάδες χιλιάδες απολύσεις. Σύμφωνα με τα στελέχη των εταιριών, οι απολύσεις είναι και η μοναδική λύση ανάκαμψης της τιμής των μετοχών των εταιριών και βελτίωσης της κερδοφορίας τους... Στο σύστημα που ζούμε, οι άνεργοι αποτελούν παράγοντα αύξησης των κερδών...

Μικρή προϊστορία


Η σημερινή ελληνική κοινωνία πολύ λίγο μοιάζει με αυτήν των αρχών της δεκαετίας του '80. Η απόσταση δεν είναι μεγάλη, οι αλλαγές, όμως, είναι εμφανείς. Οι δυσκολίες αναπαραγωγής του κεφαλαίου έκαναν το τελευταίο πιο επιθετικό, πιο αδηφάγο, πιο αρπακτικό. Απαιτεί όλο και μεγαλύτερο κομμάτι από το νεοπαραγόμενο προϊόν. Προϊόν, το οποίο δημιουργείται από τη ζωντανή εργασία στη σύνδεσή της με τη νεκρή, στη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας, οι καπιταλιστές όμως, με την ιδιότητα των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής, ιδιοποιούνται το μεγαλύτερο μέρος της αξίας του παραγόμενου προϊόντος, αφού το μεροκάματο των εργατών αποτελεί μονάχα ένα μικρό μέρος της. Αν η ιστορία των καπιταλιστικών κοινωνιών μπορεί να ερμηνευτεί από την εξέλιξη της αντίθεσης κερδών - μισθών, τον τρόπο, δηλαδή, που μοιράζεται η νεοπαραγόμενη αξία μεταξύ των καπιταλιστών και των εργατών, την εικοσαετή αυτή περίοδο είχαμε μια γιγάντωση των καπιταλιστικών κερδών, τόκων και μερισμάτων, που εισπράττουν οι διάφορες μερίδες του κεφαλαίου, και μιαν αντίστοιχη μεγάλη υποχώρηση των μισθών, κάτι που καταγράφεται και από επίσημες έρευνες (Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ). Απόρροια της εξέλιξης αυτής ήταν η διεύρυνση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων. Το φαινόμενο των νεόπτωχων, που εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια, δεν έπεσε ξαφνικά από τον ουρανό. Είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα των πολιτικών «σύγκλισης» και «σταθερότητας», που εφάρμοσαν με συνέπεια οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Εξέλιξη, την οποία μπορούμε να καταγράψουμε μέσα από τη διαχρονική εξέλιξη των κρατικών προϋπολογισμών, των εργαλείων, δηλαδή, αναδιανομής του εθνικού εισοδήματος.

Ανατρέχοντας στο παρελθόν, βλέπουμε ότι, είτε με την εφαρμογή βίαιης δημοσιονομικής πολιτικής (όπως αυτή καταγράφηκε την περίοδο 1990 - 1993), είτε με την εφαρμογή δημοσιονομικών πολιτικών περισσότερο «ήπιων» μορφών ( από το 1994 έως και σήμερα), οι στόχοι και τα αποτελέσματα κινήθηκαν προς την ίδια κατεύθυνση. Ολοι οι προϋπολογισμοί κινήθηκαν στο γνωστό πρότυπο των χαμηλών και ελεγχόμενων ελλειμμάτων, του χαμηλού πληθωρισμού και των επιτοκίων. Το τρίπτυχο αυτό της «επιτυχίας» λειτούργησε σαν μηχανισμός διάλυσης των κοινωνικών κατακτήσεων και διόγκωσης της σφαίρας δράσης του κεφαλαίου. Στο όνομα της μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του πληθωρισμού, δικαιολογήθηκε η άγρια επίθεση κατά των μισθών και των συντάξεων, το πετσόκομμα των κοινωνικών δαπανών, οι βίαιες φορολογικές επιδρομές κατά των λαϊκών στρωμάτων, που συνοδεύονται από τεράστιες φοροελαφρύνσεις του κεφαλαίου. Στο όνομα της ενίσχυσης του ανταγωνισμού και του ελέγχου του πληθωρισμού, δικαιολογήθηκε το ξεπούλημα των κερδοφόρων επιχειρήσεων του Δημοσίου, η εισβολή του ιδιωτικού κεφαλαίου στους τομείς της Παιδείας, της Υγείας και της Κοινωνικής Ασφάλισης. Πρέπει παντού να δημιουργηθούν ανταγωνιστικές συνθήκες, υποστήριζαν οι θιασώτες της «απελευθέρωσης» των αγορών. Και όμως, η ίδια η ζωή έχει επιβεβαιώσει τη λενινιστική ρήση, σύμφωνα με την οποία «ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός οδηγεί στο μονοπώλιο», κάτι που γίνεται ιδιαίτερα ορατό σήμερα στους χώρους του λιανικού εμπορίου και των τραπεζών. Ετσι, σε άρθρα που απηχούν το χώρο του τραπεζικού κεφαλαίου, διαβάζουμε ότι τα μικρά μεγέθη των ελληνικών τραπεζών είναι ο βασικός ανασταλτικός παράγοντας επέκτασης της κυριαρχίας τους στις βαλκανικές αγορές, καθώς και ότι υπό τις σημερινές συνθήκες η αγορά «αντέχει» δύο, το πολύ τρεις τράπεζες... Προαναγγέλλουν, δηλαδή, τον επερχόμενο νέο κύκλο εξαγορών και συγχωνεύσεων στο χώρο του τραπεζικού κεφαλαίου.

Ο νέος Προϋπολογισμός

Από τη γενικότερη 20ετή αυτή θεώρηση, και ο νέος Κρατικός Προϋπολογισμός που κατέθεσε η κυβέρνηση της ΝΔ δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο διακριτό στοιχείο, σε σύγκριση με τους αντίστοιχους προϋπολογισμούς των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Στο μόνο στοιχείο που ίσως χρειάζεται να σταθούμε, είναι ότι το 2005 - και όπως λένε και το 2006 - επιταχύνθηκε το πρόγραμμα καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Κατά τα άλλα, τα πράγματα είναι προβλέψιμα... Στο σκέλος των εσόδων, έχουμε μια νέα φοροεπιδρομή κατά των λαϊκών στρωμάτων, η οποία καταγράφεται με την πρόβλεψη για αύξηση της φορολογίας των φυσικών προσώπων κατά 9,2%. Στην έμμεση φορολογία, ο υπουργός Οικονομίας ανακοίνωσε ήδη αυξήσεις - 20% έως το 2009 - στους φόρους πετρελαιοειδών, στα τσιγάρα, ενώ η φορολογική επέλαση αγγίζει και τα ακίνητα, με την εισαγωγή του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές και την τριετή αύξηση των αντικειμενικών αξιών. Αυξήσεις έχουν, ήδη, προαναγγελθεί και στα εισιτήρια των αστικών συγκοινωνιών. Το ωραίο της υπόθεσης είναι ότι η κυβέρνηση της ΝΔ - όπως και του ΠΑΣΟΚ - υποστηρίζει σθεναρά τη θέση ότι η μείωση της φορολογίας - σε συνθήκες οξυμένου δημοσιονομικού προβλήματος - αποτελεί αναπτυξιακό παράγοντα. Μιλούν, βέβαια, για τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, την οποία και κάνουν πράξη. Οι φορολογικοί συντελεστές των ΑΕ και των ΕΠΕ μειώνονται σε 29% το 2006 και σε 25% το 2007. Αν όμως μειώνεται η φορολογία των επιχειρήσεων και του μεγάλου πλούτου, από πού θα βρεθούν τα έσοδα για τη συντήρηση της κρατικής μηχανής και της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους; Μοιραία, από τη φορολογική επιβάρυνση των εργαζομένων. Το φορολογικό σύστημα, δηλαδή, γίνεται ταξικότερο, κοινωνικά περισσότερο άδικο. Νέες παρεμβάσεις στην άμεση φορολογία έχει ανακοινώσει ο υπουργός Οικονομίας για το 2007, με στόχο ύπαρξη δύο μόνο φορολογικών συντελεστών, 25% και 35%. Πρόκειται για αντιδραστική σύλληψη, η οποία μειώνει τη φορολογία των μεγάλων εισοδημάτων και μεταφέρει αντίστοιχα φορολογικά βάρη στα «μεσαία» και μικρά εισοδήματα. Αναμένεται, δηλαδή, ένταση της φορολογικής επίθεσης.

Στο σκέλος των δαπανών, η νέα επίθεση κατά των μισθών και των συντάξεων (αναμένεται να αυξηθούν σε επίπεδα χαμηλότερα του επίσημου πληθωρισμού) δικαιολογείται στο όνομα των αντοχών της οικονομίας. Το γνωστό, δηλαδή, ΠΑΣΟΚικό επιχείρημα. Οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ θα πρέπει να βολευτούν με «αυξήσεις» 10 -12 ευρώ μηνιαίως, ενώ το ΕΚΑΣ προβλέπεται να «αυξηθεί» από 2 έως 12 ευρώ. Παράλληλα δεν τιμαριθμοποιείται και η φορολογική κλίμακα, ούτε και υπάρχει πρόθεση για χορήγηση διορθωτικού ποσού για τις εισοδηματικές απώλειες του 2005, λόγω υψηλότερου πληθωρισμού. Βρίσκεται, δηλαδή, σε εξέλιξη μια νέα βίαιη επίθεση κατά του λαϊκού εισοδήματος. Αν, μάλιστα, λάβουμε υπόψη ότι η εισοδηματική πολιτική στο δημόσιο τομέα αποτελεί το βαρόμετρο για την εισοδηματική πολιτική και στον ιδιωτικό τομέα, τότε για μια ακόμη φορά το καπιταλιστικό κράτος νομοθετεί υπέρ των κεφαλαιοκρατών, χαράζοντας τους όρους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Στο χώρο των ασφαλιστικών ταμείων, συνεχίζεται η πολιτική υποχρηματοδότησής τους, πολιτική η οποία διανοίγει διάπλατα το δρόμο της επέλασης των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιριών. Επίθεση διάρκειας αναμένεται στο πεδίο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, με την προώθηση του νομοσχεδίου για τις ΔΕΚΟ, οι οποίες θα λειτουργούν με αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ενώ στους εργασιακούς κανονισμούς θα υπάρχει η πρόβλεψη της απόλυσης των νεοπροσλαμβανόμενων. Εχουν, ήδη, ανακοινώσει την πρόθεσή τους για ιδιωτικοποίηση της Εμπορικής, της ΑΤΕ και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (το πιθανότερο, θα καταλήξουν σε κάποιο μεγάλο τραπεζικό όμιλο), την ιδιωτικοποίηση των μεγάλων, αλλά και μικρότερων λιμανιών της χώρας, το ξεπούλημα του «φιλέτου» της ακίνητης περιουσίας (Ελληνικό, Δέλτα Φαλήρου), ενώ ακονίζουν τα μαχαίρια τους - μέσω «κοινωνικού διαλόγου» - για το τελικό ρεσάλτο κατά της Κοινωνικής Ασφάλισης.


Θ. Κ.

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Μια από τα ίδια...

Σε «ελεύθερη πτώση» εξακολουθεί να βρίσκεται η κρατική χρηματοδότηση για τον πολιτισμό, μετά και τον περσινό «καταποντισμό», σε ποσοστά και ποσά, ο οποίος κατέστησε την πρωθυπουργική «ρήση» ότι ο πολιτισμός είναι «πρώτη προτεραιότητα» της κυβέρνησης, κενολογία.

Και για το 2006 λοιπόν, τα κονδύλια για τον πολιτισμό από τον Τακτικό Προϋπολογισμό είναι μειωμένα κατά 3,7% σε σχέση με το 2005, ή 253,7 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 263,4 εκατομμυρίων το 2005. Η αμελητέα αύξηση του ποσού που αναλογεί στον πολιτισμό από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (253 εκατ. το 2006, έναντι 222 το 2005) είναι αυτή που «καταφέρνει» να φέρει το τελικό ποσοστό του πολιτισμού επί του συνολικού προϋπολογισμού (Τακτικός και ΠΔΕ) στο ίδιο σχεδόν με πέρυσι, δηλαδή... 0,63% για το 2006! Οι «πολιτιστικές» δαπάνες αποτελούν το 0,27% επί του ΑΕΠ.

Αυτά τα ποσοστά είναι στην πραγματικότητα η «ποσοτική» πλευρά της κεντρικής πολιτικής επιλογής της κυβέρνησης για τον πολιτισμό, δηλαδή της εμπορευματοποίησής του, είτε από το κράτος είτε από τους ιδιώτες, στους οποίους «στρώνεται» το χαλί και με νομοθετικές ρυθμίσεις που έπονται (πχ το νομοσχέδιο για τις «χορηγίες» και για τον Οργανισμό του ΥΠΠΟ).

Είναι χαρακτηριστικό, ότι τα κονδύλια για το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ) εξακολουθούν να μειώνονται και το 2006 (5 εκατ., έναντι 5,2 το 2005 και 7,3 το 2004!) γεγονός που αντανακλά την πολιτική «υπερτροφισμού» αρμοδιοτήτων του Οργανισμού Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού (μονομετοχική εταιρία του ΥΠΠΟ) που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, αλλά με το ίδιο αντικείμενο του ΤΑΠΑ, που αποτελεί αμιγώς υπηρεσία του ΥΠΠΟ.

Η μεγάλη πτώση επίσης στα κονδύλια των επιχορηγήσεων των πολιτιστικών ιδρυμάτων αντανακλά τη λογική του «μη κρατικοδίαιτου πολιτισμού», δηλαδή του «βγάλτε τα πέρα μόνοι σας».

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Λιγότερα για τους αγρότες

Νέα σημαντική υποβάθμιση των κονδυλίων για τη στήριξη της μικρομεσαίας αγροτιάς

Ακόμα λιγότερα προβλέπει για τους αγρότες ο προϋπολογισμός του 2006. Κι αυτό δεν κρύβεται όσο κι αν επιδιώκει να το κρύψει η κυβέρνηση της ΝΔ με διάφορα λογιστικά τρικ, στους σχετικούς πίνακες του νέου προϋπολογισμού.

Εκτός των άλλων ο προϋπολογισμός του 2006 συνεχίζει την πορεία υλοποίησης των αντιαγροτικών αποφάσεων της νέας ΚΑΠ, που ψήφισαν διαδοχικά οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και οι οποίες σημαίνουν ακόμα μικρότερες ενισχύσεις για τους αγρότες και ακόμα λιγότερα έργα για την ανάπτυξη της γεωργίας. Οπως και στους προηγούμενους προϋπολογισμούς των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ έτσι και τώρα, για δεύτερη συνεχή χρονιά επί κυβέρνησης ΝΔ, συγκρίνονται οι εκτιμήσεις με τις προβλέψεις για να βγει κανένα ψευτο-ποσοστό αύξησης. Το σύνολο των δαπανών για τη γεωργία από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους προβλέπεται για το 2006 σε 7.496 εκατ. ευρώ και εμφανίζεται μια πλαστή αύξηση 6,7% σε σύγκριση με το 2005, επειδή γίνεται σύγκριση με τα λεφτά που θα δοθούν φέτος (7.088 εκατ. ευρώ) και τα οποία βέβαια είναι λιγότερα από τα όσα προϋπολογίστηκαν πέρυσι τέτοιον καιρό. Πέρυσι προϋπολογίστηκαν για το 2005 7.545 εκατ. ευρώ και για το 2006 7.496 εκατ. ευρώ. Δηλαδή σε τρέχουσες τιμές υπάρχει μια συνολική μείωση 0,6%.

Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα στις κοινοτικές επιδοτήσεις. Στο σχετικό πίνακα της εισηγητικής έκθεσης παρουσιάζεται μια μείωση 1,8% για τη σύγκριση των ετών 2004/2005, ενώ για το 2006 εμφανίζεται μια εικονική αύξηση 5%. Για το 2006 προϋπολογίστηκε ότι οι κοινοτικές ενισχύσεις θα είναι 2.730 εκατ. ευρώ, από 2.880 εκατ. ευρώ το 2005, πράγμα που σημαίνει σε τρέχουσες τιμές μια μείωση 5,2%. Επιπλέον υπάρχουν μειώσεις κατά 28,6% στις εθνικές ενισχύσεις προσανατολισμού και διαρθρώσεων και κατά 37,5% στις οικονομικές ενισχύσεις με ευρωπαϊκή συμμετοχή. Οσο για τις συντάξεις του ΟΓΑ εμφανίζεται μια αύξηση στο σχετικό κονδύλι κατά 6,1%, όμως οι συνταξιούχοι πήραν για το 2005 αύξηση 20 ευρώ το μήνα και για το 2006 θα πάρουν 15 ευρώ το μήνα...


Κ.Δ.

ΠΑΙΔΕΙΑ
Ούτε δημόσια ούτε δωρεάν!

Κλιμακώνεται η πολιτική υποβάθμισης της εκπαίδευσης

Ο φετινός προϋπολογισμός, για άλλη μια φορά, ξεκαθαρίζει ότι η εκπαίδευση δεν πρόκειται να είναι δωρεάν, και προοπτικά δε θα είναι ούτε δημόσια. Πρώτος στόχος της κυβερνητικής πολιτικής για την Παιδεία, δεν είναι η γενναία χρηματοδότησή της, όπως απαιτείται, αλλά η προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που επιτάσσουν: Την υποβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης και τον πλήρη έλεγχό της από τις επιχειρήσεις, καθώς και τη σταδιακή είσοδο των επιχειρήσεων στη βασική εκπαίδευση, με χορηγίες και χρηματοδοτήσεις, που από τη μια θα διαμορφώνουν συνειδήσεις από πολύ μικρές ηλικίες και από την άλλη θα διαφοροποιήσουν πλήρως την εκπαίδευση («καλά» και «κακά» σχολεία, όπου θα κατατάσσονται τα παιδιά ανάλογα με την ταξική τους καταγωγή και την οικονομική δυνατότητα των οικογενειών τους).

Αυτή η πολιτική υλοποιείται με στασιμότητα, ουσιαστικά, των κονδυλίων που διατίθενται από τον προϋπολογισμό. Το ποσοστό των δαπανών επί του τακτικού προϋπολογισμού - αν τελικά υλοποιηθεί και δεν περικοπεί στην πορεία του χρόνου - διαμορφώνεται για το 2006 σε 8,36% των συνολικών δαπανών, έναντι 8,09% πέρσι.

Από τον τακτικό προϋπολογισμό διατίθενται 6,011 δισ. ευρώ και από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων 805 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι στα παραπάνω ποσά συμπεριλαμβάνονται οι δαπάνες της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων, Νέας Γενιάς, της Ακαδημίας Αθηνών, Βιβλιοθηκών κλπ. Το σύνολο των δαπανών προϋπολογίζεται να ανέλθει στα 6,816 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 3,53% του ΑΕΠ, έναντι του 3,50% το 2005.

Η διακύμανση των κονδυλίων για την Παιδεία από μόνη της δε φανερώνει καμιά ιδιαίτερη αλλαγή, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Ουσιαστικά, ο κρατικός προϋπολογισμός για την Παιδεία φαίνεται να είναι σταθερός, με ανεπαίσθητες αυξήσεις, μακριά από τις σύγχρονες ανάγκες και απαιτήσεις του λαού. Ομως παρά τη σταθερότητα στα κονδύλια του προϋπολογισμού, τα πράγματα αλλάζουν δραματικά. Από την Εισηγητική Εκθεση του προϋπολογισμού φαίνεται ότι και αυτά τα λίγα που δίνονται για την Παιδεία, θα κατευθυνθούν στην ενίσχυση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Προτεραιότητα δίνεται στην ανώτατη εκπαίδευση και στην ολοκλήρωση της αλλαγής του θεσμικού της πλαισίου, ώστε αυτή να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του κεφαλαίου. Αλλαγή του νόμου - πλαισίου, «αξιολόγηση», φοιτητική περιπλάνηση ανά την ΕΕ (η κατ' όνομα «κινητικότητα»), «Διεθνές Πανεπιστήμιο» για τη διευκόλυνση της διείσδυσης του κεφαλαίου στα Βαλκάνια, ενίσχυση των «γραφείων σταδιοδρομίας» σε ΑΕΙ και ΤΕΙ για την είσοδο ακόμα περισσότερων επιχειρήσεων στα ιδρύματα, «διά βίου» κατάρτιση εντός της ανώτατης εκπαίδευσης... είναι οι προτεραιότητες που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση. Για τα παραπάνω απαιτείται η «προσαρμογή» των ιδρυμάτων και του ανθρώπινου δυναμικού τους σ' ένα μοντέλο που θα υπηρετεί τις πολυεθνικές. Εξάλλου, η υπουργός Παιδείας έχει δηλώσει ότι πρώτα πρέπει να προχωρήσουν οι αναδιαρθρώσεις και μετά να ακολουθήσει η χρηματοδότηση, γιατί το αντίθετο θα σήμαινε... σπατάλη χωρίς αντίκρισμα!

Αντίστοιχα, για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ακολουθούν διακηρύξεις περί «πολύπλευρης μόρφωσης», «μείωση της σχολικής αποτυχίας», «ευελιξία και ανάπτυξη αυτενέργειας σε κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης» τη στιγμή που οι λαϊκές οικογένειες πληρώνουν από την τσέπη τους 3 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο για την εκπαίδευση των παιδιών τους (φροντιστήρια, σχολικά είδη, εκπαιδευτικά βιβλία, διάφορες δραστηριότητες κλπ.) και για να σπουδάσουν ένα παιδί δίνουν από μισό έως ολόκληρο μισθό το μήνα!


Γ. Σ.

ΥΓΕΙΑ - ΠΡΟΝΟΑ
Εντείνονται εμπορευματοποίηση και χαράτσια

Μειώνονται τα κονδύλια για τις δημόσιες επενδύσεις και τις προσλήψεις προσωπικού

Η πολιτική της εμπορευματοποίησης και της ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών υγείας μέσω των συμπράξεων με τον ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ) αλλά και των άγριων χαρατσιών για τα λαϊκά στρώματα στην ώρα της ανάγκης αποτυπώνονται στους τομείς Υγείας και Πρόνοιας του κρατικού προϋπολογισμού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) παρουσιάζει μείωση -3,5% σε σχέση με τις προβλέψεις του 2005, που σημαίνει ότι εκτός από την αποπεράτωση κάποιων νοσοκομείων, όπως της Κατερίνης και της Κέρκυρας, δε θα γίνει τίποτε σε βασικές υποδομές. Πουθενά στον προϋπολογισμό δε γίνεται αναφορά στην ανάπτυξη Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ), ούτε όπως την εννοεί η ΝΔ - δηλαδή συμβάσεις με ιδιώτες γιατρούς που θα τους πληρώνουν τα ασφαλιστικά ταμεία.

Μάλιστα ο προϋπολογισμός δόθηκε στη δημοσιότητα την ίδια μέρα που η Εθνική Στατική Υπηρεσία έδωσε στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα των ερευνών των Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) 2004/05 από τους οποίους προκύπτει ότι η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για υπηρεσίες υγείας αυξήθηκε κατά 35,9% σε σχέση με την αντίστοιχη δαπάνη των ΕΟΠ 1998/99. Από 94,3 ευρώ το μήνα (ή το 6,82% των συνολικών δαπανών των νοικοκυριών) οι δαπάνες έφτασαν σε 128,17 ευρώ το μήνα7,15% των συνολικών δαπανών των νοικοκυριών). Είναι χαρακτηριστικό ότι ανάμεσα στις 20 μεγαλύτερες δαπάνες των νοικοκυριών περιλαμβάνονται οι οδοντιατρικές και ιατρικές υπηρεσίες - με ποσοστά 2,23% και 1,67% αντιστοίχως. Μάλιστα ο υπουργός Υγείας, Νικήτας Κακλαμάνης, δήλωσε (15/11/2005) ότι θα καθιερώσει τιμολόγιο των οδοντιατρικών πράξεων αλλά με συμμετοχή των δημοσίων υπαλλήλων.

Τα κονδύλια για την Υγεία και Πρόνοια (κοινωνική αλληλεγγύη)του τακτικού προϋπολογισμού είναι 5.244 εκατ. ευρώ για το 2006, έναντι 4.987 εκατ. ευρώ το 2005. Πρόκειται για μια αύξηση 5,2% όταν η αύξηση του προϋπολογισμού του 2005/04 ήταν 8,3%.

Τα κονδύλια του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) είναι 195 εκατ. ευρώ για το 2006, έναντι 202 εκατ. ευρώ το 2005 (μείωση 3,5%). Βέβαια, τα κονδύλια που εγγράφονται στα ΠΔΕ απέχουν παρασάγγας από τις τελικές πληρωμές. (Για παράδειγμα το 2004 προϋπολογίστηκαν 240 εκατ. ευρώ και τελικές πληρωμές ήταν 124,9 εκατ. ευρώ).

Μειώνονται τα κονδύλια συνολικά για τις προσλήψεις σε 30 εκατ. ευρώ έναντι 70 το 2005 και 100 εκατ. το 2004. Από τα στοιχεία αυτά αποδεικνύεται ότι οι προτεραιότητες για προσλήψεις στην υγεία ήταν απλώς ανέξοδες υποσχέσεις.

Και το 2006 τα νοσοκομεία θα νιώσουν να σφίγγει η θηλιά των περικοπών στα κονδύλια των εφημεριών: Είναι εγγεγραμμένα 318 εκατ. ευρώ όταν κατά τους μετριότερους υπολογισμούς της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών (ΟΕΝΓΕ) για το 2006 έπρεπε να είχαν εγκριθεί 350 εκατ. ευρώ. Για το 2005 υπολογίζεται ότι θα δαπανηθούν 303 εκατ. ευρώ, ενώ θα έπρεπε να διατεθούν 330 εκατ. ευρώ για να μη γίνονται αλχημείες.

Στην εισηγητική έκθεση εξυμνείται η σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στον τομέα της υγείας και επαναλαμβάνεται ότι μέσα στο 2006 θα προσληφθεί χρηματοοικονομικός σύμβουλος που θα υποστηρίξει το υπουργείο Υγείας στην επιλογή των πλέον κατάλληλων αναδόχων επενδυτών.


Γ. Μ.

ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
Συνεχίζεται η παρακράτηση πόρων

Συνεχίζεται και φέτος η τακτική της παρακράτησης θεσμοθετημένων υπέρ της Αυτοδιοίκησης χρημάτων, παρά τις υποσχέσεις τις κυβέρνησης για επιστροφή των κλεμμένων. Την ίδια ώρα, η κρατική επιχορήγηση προς το θεσμό παραμένει σε εξευτελιστικά επίπεδα, με τα κόμματα του δικομματισμού, αλλά και τον ΣΥΝ, να βρίσκουν «πάτημα» - μέσα από τα συλλογικά όργανα της Αυτοδιοίκησης - για την προώθηση αντιδραστικών απόψεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η απόκτηση δυνατότητας στους δήμους να επιβάλλουν και να εισπράττουν φόρους.

Με την επιβολή φόρων, πάντως, φαίνεται ότι καλούνται να λειτουργήσουν οι δήμοι μια σειρά από αρμοδιότητες κοινωνικού χαρακτήρα, όπως σχολικοί φύλακες, «βοήθεια στο σπίτι», άτομα με Ειδικές Ανάγκες κλπ. Για τις παραπάνω και άλλες κοινωνικού χαρακτήρα αρμοδιότητες που ασκούνται από τους ΟΤΑ, στον προϋπολογισμό δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για το κόστος άσκησής τους. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, αυτό δε συμβαίνει επειδή δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια το ύψος των δαπανών. Το σίγουρο είναι - όπως φάνηκε και στο πρόσφατο συνέδριο της ΚΕΔΚΕ στη Ρόδο - πως η κατεύθυνση, στην οποία αμφότερα τα κόμματα ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο ΣΥΝ, συμφωνούν, είναι η μεταφορά στους δήμους της άσκησης μιας σειράς, παραδοσιακά κρατικών, κοινωνικών τομέων - Υγεία, Παιδεία, Κοινωνική Πρόνοια. Μαζί με την αρμοδιότητα, οι δήμοι παίρνουν και το κόστος άσκησης, το οποίο στην πράξη μεταφράζεται σε ιδιωτικοποίησή της. Θυμίζουμε την αύξηση των τροφείων στους παιδικούς σταθμούς, που ακολούθησε την υποχρεωτική μεταβίβασή τους στους δήμους.

«Παγωμένες» οι επιχορηγήσεις

Σύμφωνα με τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού, η ΤΑ προϋπολογίζεται να λάβει για το 2006 επιχορηγήσεις ύψους 2.564,5 εκατομμύρια ευρώ. Ποσό που αντιστοιχεί στο, μόλις, 3,59% των συνολικών δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού και κινείται στα όρια του επίσημου ρυθμού αύξησης του πληθωρισμού. Αν μάλιστα από το 3,59% αφαιρέσουμε τα χρήματα των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) που διατίθενται για τον «Θησέα» - πρόγραμμα χρηματοδότησης έργων και υπηρεσιών των δήμων - τότε το ποσοστό επιχορήγησης στους ΟΤΑ μειώνεται στο 3%.

Και ενώ οι οικονομικές ανάγκες των δήμων αυξάνονται - με τις πολιτικές παραχώρησης αρμοδιοτήτων από το κράτος στην ΤΑ - συνεχίζεται στο μεταξύ η παρακράτηση μέρους των ΚΑΠ, η οποία για το 2006 αγγίζει τα 456,7 εκατομμύρια ευρώ. Συνολικά, οι παρακρατημένοι υπέρ της ΤΑ πόροι, από το 1990, ανέρχονται στα περίπου 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ, χρήματα που λείπουν από έργα και υπηρεσίες προς τους δημότες.

Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση προϋπολογίζει να παρακρατήσει τα εξής χρήματα από τους δήμους:

  • 3 εκατ. ευρώ από το Φόρο Εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων (ΦΕΦΝΠ).
  • 408,8 εκατ. ευρώ από το φόρο εισοδήματος προηγουμένων ετών.
  • 52,4 εκατ. ευρώ από τους τόκους καταθέσεων.

Οσον αφορά στα τέλη κυκλοφορίας, η κυβέρνηση προϋπολογίζει να επιστρέψει 3,5 εκατομμύρια ευρώ.

Στο μεταξύ από τα κονδύλια του «Θησέα», δηλαδή από χρήματα των δήμων, θα χρηματοδοτηθούν δράσεις που μεταφέρθηκαν στην ΤΑ, και συγκεκριμένα: Μισθοδοσία και λειτουργία των ΚΕΠ. Μισθοδοσία μερικής απασχόλησης. Δαπάνες συντήρησης σχολείων. Μισθοδοσία και λειτουργία παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών. Φύλαξη σχολικών κτιρίων. Λειτουργία δημοτικής αστυνομίας.

Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση

Ο διεκπεραιωτικός, των υποχρεώσεων του κράτους, ρόλος της ΝΑ επιβεβαιώνεται και με τον προϋπολογισμό του επόμενου χρόνου. Συνολικά, το 2006 οι νομαρχίες της χώρας θα λάβουν 330,4 εκατομμύρια ευρώ ως κρατική επιχορήγηση και 671,8 εκατομμύρια ευρώ για την καταβολή των προνοιακών επιδομάτων και βοηθημάτων υγειονομικής περίθαλψης. Συνεχίζεται η παρακράτηση των ΚΑΠ, η οποία για το 2006 ανέρχεται στα 28,6 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η συνολική παρακράτηση, από το 1994 έως και το 2004, φτάνει τα 211,56 εκατομμύρια ευρώ.


Χ.Δ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ