Παρασκευή 17 Γενάρη 2025
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Καθρέφτης των ανταγωνισμών για τους εμπορικούς δρόμους

Εξελίξεις δρομολογούνται όπως όλα δείχνουν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, με φόντο την επαναχάραξη των ενεργειακών και εμπορικών δρόμων στην περιοχή, προσθέτοντας κι άλλη «καύσιμη ύλη» στους ανταγωνισμούς.

Συγκεκριμένα, η «Louis Dreyfus Company» (LDC) μία από τις τέσσερις μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας αγροδιατροφικών προϊόντων στον κόσμο έχει βάλει στο στόχαστρο το λιμάνι, ξεκινώντας και επίσημα τις προηγούμενες μέρες διαδικασία δημόσιας προσφοράς 57 εκατ. ευρώ για την εξαγορά του 21% των μετοχών του ΟΛΘ, μέσω του θυγατρικού της βραχίονα για επενδύσεις σε διεθνείς, στρατηγικές υποδομές «Leonids Port BV». Ενδεικτικό του μεγέθους του ομίλου «Dreyfus» είναι η επιχειρηματική δραστηριότητα σε περισσότερες από 100 χώρες με πάνω από 18.000 εργαζόμενους, ενώ ο καθαρός κύκλος εργασιών της εταιρείας υπολογίζεται σε 51 δισ. δολάρια, με συνολικό ενεργητικό πάνω από 22 δισ. δολάρια.

Μέχρι σήμερα, ο «Ομιλος Ιβάν Σαββίδη και Κοινοπραξία» μέσω της χόλντινγκ «Belterra Investments» και της θυγατρικής της «South Europe Gateway Thessaloniki» μαζί με τη γαλλική ναυτιλιακή τακτικών γραμμών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων «CMA CGM» (με έδρα τη Μασσαλία, όπως και η Dreyfus, και με το επιχειρηματικό ρεπορτάζ να καταγράφει ως καθόλου τυχαία τη σύμπτωση αυτή), ελέγχουν το 71% των μετοχών του «ΟΛΘ ΑΕ», ενώ μερίδιο περίπου 7% ανήκει στο ελληνικό Δημόσιο (Υπερταμείο). Το υπόλοιπο ποσοστό (περίπου 21%) των μετοχών της εισηγμένης εταιρείας είναι σε free float (ελεύθερη διασπορά), ενώ μικρά μερίδια ανήκουν και σε άλλους επενδυτές. Αυτό το υπόλοιπο ποσοστό είναι που κατέκτησε και το «επενδυτικό ενδιαφέρον», της Dreyfus.

Η κίνηση αυτή έρχεται σε συνέχεια έντονης φημολογίας πολλών μηνών σε ΜΜΕ ότι ο Ιβάν Σαββίδης προτίθεται να πουλήσει το μερίδιό του στον ΟΛΘ - αν και εν τω μεταξύ πρόσφατα ολοκλήρωσε την εξαγορά του Οργανισμού Λιμένος Βόλου, ενισχύοντας την παρουσία του σ' αυτόν τον κλάδο, ενώ μόλις τις προηγούμενες μέρες προχώρησε και σε εξαγορά και άλλων μετοχών του ΟΛΘ, μια κίνηση την οποία ο αστικός Τύπος εκτιμά αντιφατικά. Αλλα δημοσιεύματα εξάλλου εκτιμούν ότι η πρόταση της «Dreyfus» υπεβλήθη σε συνεννόηση με τον Ιβάν Σαββίδη, ο οποίος επιδιώκει να αποκτήσει ισχυρούς εταίρους υπό τον φόβο πιέσεων από πλευράς ΕΕ και ΗΠΑ, λόγω των σχέσεών του με τη Ρωσία.

Ο ανταγωνισμός των εμπορικών δρόμων «σ' έναν κόσμο που φλέγεται...»

Η εμπορική χρήση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης εντάσσεται αναμφίβολα μέσα στο κουβάρι των αντιθέσεων ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα για τον έλεγχο των ενεργειακών και εμπορικών δρόμων «σε έναν κόσμο που βράζει και φλέγεται».

Θυμίζουμε πως ενδιαφέρον για εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου του ΟΛΘ είχε εκδηλώσει και ο αμερικανικός όμιλος «H.I.G. Capital Advisors», που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα με επενδύσεις 1,3 δισ. σε τουριστικές υποδομές και σε ακίνητα, ενώ χαρακτηριστικά είναι και τα όσα γράφτηκαν μετά την εκδήλωση ενδιαφέροντος από την «Dreyfus» πως «Η κίνηση της Λούι Ντρέιφους εξυπηρετεί και τις γεωπολιτικές επιδιώξεις Ουάσιγκτον και Βρυξελλών που θέλουν να βγάλουν τους Ρώσους από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το οποίο μπορεί να αποτελέσει την αρχή ενός κάθετου άξονα εμπορίου προς τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη».

Αξίζει να σημειωθεί πως ο ΟΛΘ ανέφερε αύξηση εσόδων κατά 17,3% για το πρώτο εξάμηνο του 2024 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023, φτάνοντας τα 48,4 εκατομμύρια ευρώ. Οσον αφορά την κερδοφορία του Οργανισμού, ο ΟΛΘ σημείωσε ακόμη μεγαλύτερη άνοδο (29,2%), ενώ τα τελικά καθαρά κέρδη μετά φόρων εκτινάχθηκαν κατά 62,3% στα 13,6 εκατ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, συνεχίζει να «τρέχει» έως το 2030 επενδύσεις που ξεπερνούν τα 200 εκατ. ευρώ, με την επέκταση του έκτου προβλήτα ως κορυφαία προτεραιότητα.

Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, λόγω της θέσης και του μεγέθους του, θεωρείται κομβικής σημασίας για τις εισαγωγές και εξαγωγές της ΝΑ Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων των ουκρανικών γεωργικών προϊόντων. Είναι το μεγαλύτερο διαμετακομιστικό λιμάνι της Ελλάδας σε συμβατικά φορτία και το πλησιέστερο λιμάνι της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις χώρες των Βαλκανίων και της Παρευξείνιας Ζώνης, σε μια περίοδο που μαίνεται ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος δημιούργησε νέα κατάσταση στις εμπορευματικές μεταφορές και στις λιμενικές υποδομές, με τον μερικό και ολικό αποκλεισμό βασικών λιμένων της Μαύρης Θάλασσας λόγω της εμπόλεμης κατάστασης να δημιουργεί την ανάγκη για νέες οδούς μεταφοράς.

Αλλα μικρότερα λιμάνια στη βόρεια Ελλάδα είναι αυτό της Αλεξανδρούπολης (η αποκρατικοποίηση του οποίου «πάγωσε» και παρέμεινε στον έλεγχο του Δημοσίου, που προχώρησε σε παραχώρηση τμήματός του για την εξυπηρέτηση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ), το «δίδυμο» μικρότερο λιμάνι της Καβάλας, που έχει παραχωρηθεί σε κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει σχήμα που συνδέεται με αμερικανικά συμφέροντα, το λιμάνι της Ηγουμενίτσας, που έχει περάσει πρόσφατα στον έλεγχο του ιταλικού ομίλου «Γκριμάλντι».

Ολα τα παραπάνω λιμάνια (Ηγουμενίτσας, Θεσσαλονίκης, Καβάλας, Αλεξανδρούπολης) εντάσσονται στο ευρω-ατλαντικό σχέδιο της «Εγνατίας των λιμανιών». Το σχέδιο αυτό έχει στόχο, εκτός των άλλων, να αποδυναμώσει το πλεονέκτημα του κινεζικού δρόμου προς την ΕΕ, με την παρουσία της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά. Στο ίδιο πλαίσιο, έχουν ασκηθεί κατά καιρούς αμερικανικές πιέσεις για τη διασφάλιση του ελέγχου του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, όπως και η αναβάθμιση άλλων λιμενικών υποδομών στην Αττική, εκτός του Πειραιά, όπως της Ελευσίνας.

Πέρα όμως από την εμπορική, τα λιμάνια έχουν και στρατιωτική χρήση... Τα συγκεκριμένα - και όχι μόνο - λιμάνια αποτελούν αδιαμφισβήτητα και στρατηγικές υποδομές, ως αναπόσπαστο κομμάτι των αμερικανοΝΑΤΟικών βάσεων για την εξυπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών. Οπως η ίδια η κυβέρνηση έχει παραδεχθεί λόγω και της ελληνικής εμπλοκής στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία, αναβαθμίζεται ο ρόλος των υποδομών στη Β. Ελλάδα, με την «Εγνατία των λιμανιών» να διευκολύνει τη μεταφορά στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στη Βορειοανατολική Ευρώπη με τα λιμάνια να αξιοποιούνται ως εναλλακτική οδός σε σχέση με τα στενά του Βοσπόρου.

Ο λαός μας πληρώνει ήδη πανάκριβα τον εμπορικό και ενεργειακό πόλεμο που διεξάγουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ με τους ιμπεριαλιστές ανταγωνιστές τους. Το εχθρικό για τον λαό αστικό κράτος μπορεί να διαθέτει εύκολα εθνικούς και κοινοτικούς πόρους, για να χρηματοδοτήσει «τέτοια» επενδυτικά σχέδια, να δαπανά 0,5 εκ. ευρώ τη μέρα για την αποστολή της φρεγάτας «Υδρα» στην Ερυθρά Θάλασσα για να προστατεύει τα κέρδη των εφοπλιστών, αλλά δηλώνει ότι «δεν αντέχει» οικονομικά σε ό,τι αφορά τις εργατικές λαϊκές ανάγκες.

Τη ίδια ώρα, η στάση του αστικού κράτους μεγαλώνει καθημερινά την πιθανότητα ο λαός μας να τη πληρώσει ακόμη πιο ακριβά... Η συνειδητή επιλογή της αστικής τάξης της χώρας μας να συμμετάσχει ενεργά στα ευρω-ατλαντικά ιμπεριαλιστικά σχέδια για να αναβαθμίσει τη γεωστρατηγική της θέση δεν έχει καμία σχέση με τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Αντίθετα, μετατρέπει την Ελλάδα και σε στόχο αντιποίνων των αντίπαλων ιμπεριαλιστικών κέντρων.


Γ.Τρ.

Διαβάστε σήμερα στο τετρασέλιδο «Διεθνή και Οικονομία»:
  • ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: Καθρέφτης των ανταγωνισμών για τους εμπορικούς δρόμους
  • ΝΕΕΣ ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΚΤΟΠΛΟΪΚΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ: Πάνω από 12% αύξηση για τα «πράσινα» καύσιμα των εφοπλιστών
  • ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΦΤΩΧΕΙΑ: Βαρύ το «μάρμαρο» του ενεργειακού πολέμου
  • ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΟΜΙΣΙΟΝ: Επιστολογραφίας συνέχεια για τα κέρδη των ομίλων
  • ΗΠΑ: Πιο επιθετικές κυρώσεις στη ρωσική βιομηχανία πετρελαίου
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΦΤΩΧΕΙΑ
Βαρύ το «μάρμαρο» του ενεργειακού πολέμου

Νέα εκτίναξη των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος και προειδοποιήσεις για την ενεργειακή επάρκεια

Στα ύψη έχει εκτιναχθεί και πάλι η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος, το τελευταίο διάστημα και αυτήν τη φορά ως αιτία δείχνουν το κύμα ψύχους του χειμώνα. Βέβαια, στις αρχές Δεκέμβρη, όταν και πάλι οι τιμές «χτύπησαν» κόκκινο, οι καιρικές συνθήκες ήταν ...ανοιξιάτικες, κάτι που δεν εμπόδισε τα τιμολόγια του Δεκεμβρίου και του Ιανουαρίου να διαμορφώνονται με αυξήσεις έως και 62%!

Δεν κρύβεται πλέον ότι οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας διαμορφώνονται μέσα στο πλαίσιο της απελευθερωμένης αγοράς, στο πλαίσιο της πολιτικής της «πράσινης μετάβασης» και του Χρηματιστηρίου της Ενέργειας. Παράγοντες που οδηγούν τον λαό όλο και πιο βαθιά στην ενεργειακή φτώχεια.

Η τιμή της χονδρεμπορικής του ρεύματος βρίσκεται πάνω από τα 200 ευρώ και συγκεκριμένα, την περασμένη Τετάρτη 15 Ιανουαρίου έφτασε στα 205,78 ευρώ, με την κατώτερη στα 108,67 ευρώ/MWh και την ανώτερη στα... 452,13 ευρώ/MWh. Ηταν λοιπόν αυξημένη κατά 46,80% σε σχέση με την περασμένη Τρίτη που βρισκόταν στα 140,18 ευρώ/MWh. Η Ελλάδα με αυτή την τιμή βρισκόταν σε ένα μέσο επίπεδο σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και με την Ιρλανδία να είναι η ακριβότερη με 191,78 ευρώ/MWh. Σύμφωνα με στοιχεία αυτής της βδομάδας, σε Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Σερβία και Βουλγαρία, οι αυξήσεις στη χονδρική έφτασαν έως και το 70%.

Οσον αφορά το ενεργειακό μείγμα της ηλεκτροπαραγωγής, που τις τελευταίες μέρες είναι αυξημένη λόγω ανεβασμένης κατανάλωσης, τα πρωτεία κατέχει το φυσικό αέριο με ποσοστό 48,12%, οι ΑΠΕ ακολουθούν στη δεύτερη θέση και σε μεγάλη απόσταση με 26,92%, ενώ την... έκπληξη κάνει ο λιγνίτης, που με ποσοστό 10,78% κατακτά την τρίτη θέση, εκτοπίζοντας τις εισαγωγές στην τέταρτη με 9,36%. Στην τελευταία θέση βρίσκονται τα υδροηλεκτρικά με μόλις 2,82%.

Τις τελευταίες μέρες, πάντως, στο σημείο αναφοράς του TTF (πρόκειται για ένα εικονικό σημείο διαπραγμάτευσης συναλλαγών φυσικού αερίου στην Ολλανδία στο Χρηματιστήριο της Ενέργειας) η τιμή του φυσικού αερίου κινείται μια πάνω και μια κάτω. Την Τετάρτη τα συμβόλαια παράδοσης για τον Φεβρουάριο έκλεισαν στα 47,3 ευρώ/MWh. Το εκτεταμένο κύμα ψύχους στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, σε συνδυασμό με το κλείσιμο της στρόφιγγας για το ρωσικό φυσικό αέριο από την αρχή της νέας χρονιάς, έχουν δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις για την πορεία των τιμών του φυσικού αερίου.

Πάντως, σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg, «ο κόσμος προετοιμάζεται για έναν αγώνα όσον αφορά τις προμήθειες φυσικού αερίου φέτος, παρατείνοντας το πρόβλημα των υψηλότερων λογαριασμών για τους καταναλωτές». Οπως τονίζεται μάλιστα, «για πρώτη φορά από τότε που ξέσπασε η ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Ευρώπη κινδυνεύει να μην επιτύχει τους στόχους αποθήκευσης για τον επόμενο χειμώνα».

Τα αποθέματα εξαντλούνται, οι επιλογές προμήθειας έχουν περιοριστεί λόγω της παύσης των παραδόσεων από τη Ρωσία και οι χώρες της Ευρώπης, για να καλύψουν την προβλεπόμενη ζήτηση, θα χρειαστεί να εισάγουν έως και 10 εκατομμύρια τόνους του πανάκριβου αμερικανικού LNG ετησίως, δηλαδή περίπου 10% περισσότερο από το 2024. Σε κάθε περίπτωση, όποια και αν είναι η αιτία, η ΕΕ συνεχίζει να πληρώνει πενταπλάσιες τιμές αερίου από τις ΗΠΑ, βλέπει τα επίπεδα στον κόμβο TTF να έχουν εκτιναχθεί 60% τον τελευταίο χρόνο. Χαράς ευαγγέλια λοιπόν για τους αμερικανικούς επιχειρηματικούς ομίλους της Ενέργειας, την ώρα που ο λαός βρίσκεται σε ενεργειακό σκοτάδι...

Ανασφάλεια και ...σαμποτάζ

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν αναφορές στον διεθνή Τύπο για τη γεωπολιτική ανασφάλεια αλλά και για κινδύνους σαμποτάζ σε κρίσιμες ενεργειακές υποδομές, ειδικά όσο θα διαρκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Αλλωστε την ίδια στιγμή ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, επαναλάμβανε τους ισχυρισμούς ότι πίσω από την επίθεση στον αγωγό TurkStream βρίσκονται ουκρανικά drones και κατηγορούσε τις ΗΠΑ ότι θέλουν να τον «απενεργοποιήσουν», πλοία του ΝΑΤΟ ξεκινούσαν περιπολίες στη Βαλτική με προμετωπίδα τη διασφάλιση των ενεργειακών και τηλεπικοινωνιακών υποδομών. Ταυτόχρονα, η Σουηδία ζητούσε από τον στρατό και την ακτοφυλακή να συνεργαστούν για να αυξήσουν τη θαλάσσια επιτήρηση στην περιοχή.

Παράλληλα, μια σειρά αναλυτές βάζουν στην «εξίσωση» και τις βλάβες μεγάλων ενεργειακών υποδομών, ειδικά στη Νορβηγία, τον μεγαλύτερο προμηθευτή φυσικού αερίου της Ευρώπης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις αρχές της χρονιάς, η Equinor ανακοίνωσε ότι το εργοστάσιο του Hammerfest (Melkoeya LNG), στον αρκτικό κύκλο της Νορβηγίας, με φέρουσα ικανότητα 6,5 δισ. κυβικά μέτρα αερίου ετησίως, αρκετά για να τροφοδοτήσουν περίπου 6,5 εκατομμύρια ευρωπαϊκά σπίτια, υπέστη βλάβη του συμπιεστή και θα μείνει εκτός λειτουργίας μέχρι τις 19 Ιανουαρίου. Οπως αναφέρουν διεθνή πρακτορεία, όσο συνεχίζεται η βλάβη, μπορεί να ενισχύει το ανατιμητικό κλίμα, ειδικά αν ισχύει η πληροφορία του πρακτορείου Argus, σύμφωνα με την οποία η διακοπή λειτουργίας στο κοίτασμα του Σαχ Ντενίζ (στο Αζερμπαϊτζάν) παρατείνεται έως τις 19 Ιανουαρίου, αν και η BP Azerbaijan, που το εκμεταλλεύεται, δεν απάντησε στο ερώτημα του πρακτορείου για την ημερομηνία επαναλειτουργίας του.

Απ' όπου δηλαδή κι αν το πιάσει κανείς, η «προετοιμασία εδάφους» έχει ξεκινήσει για να πληρώσουν οι λαοί ξανά το μάρμαρο του ενεργειακού πολέμου που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια τους.


Κ. Πασ.

ΝΕΕΣ ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΚΤΟΠΛΟΪΚΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ
Πάνω από 12% αύξηση για τα «πράσινα» καύσιμα των εφοπλιστών

Πάνω από 320 εκατομμύρια σκοπεύουν να φορτώσουν στον λαό την επόμενη 6ετία για την «πράσινη μετάβαση» στην ακτοπλοΐα

Eurokinissi

Νέες αυξήσεις έρχονται από 1 Μάη στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια ανεβάζοντας εκ νέου τις τιμές, που ήδη είναι φωτιά για τους νησιώτες και όσους δουλεύουν στα νησιά, ευρύτερα για τους εργαζόμενους και τις λαϊκές οικογένειες που επιχειρούν να ταξιδέψουν με πλοίο. Εξάλλου, τα κύματα των ανατιμήσεων και σε αυτήν την περίπτωση είναι συνεχόμενα αφού, θυμίζουμε, το καλοκαίρι του 2024 τα εισιτήρια ήταν ακριβότερα από 10% έως 40% σε σχέση με αυτά του 2023 και αντίστοιχα «τσιμπημένα» τους υπόλοιπους μήνες του έτους.

Παρότι λοιπόν μια οικογένεια δαπανά έναν μισθό για μόνο ένα ταξίδι, ειδικά τους μήνες της τουριστικής σεζόν, η ανιούσα των τιμών δεν έχει ταβάνι.

Η νέα «φουσκοθαλασσιά» θα φτάσει το 12%, όπως αναφέρει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ) και αποδίδεται στη χρήση ακριβότερων καυσίμων «νέας τεχνολογίας», με βάση κανονισμούς της ΕΕ. Συγκεκριμένα, πρόκειται για «πράσινες» Οδηγίες που απαιτούν τη χρήση καυσίμων με μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο 0,1%, τα οποία έχουν μεγαλύτερο κόστος.

Φυσικά δεν πρόκειται για κάποια περιβαλλοντική ευαισθησία αλλά ακόμα μια πτυχή του ευρωενωσιακού πακέτου «Fit for 55» και την εφαρμογή του στον κλάδο της ναυτιλίας που για τις «πράσινες» μπίζνες των ομίλων επιβαρύνει απευθείας τα εργατικά - λαϊκά στρώματα. Είναι ενδεικτικό άλλωστε πως με βάση το ίδιο πακέτο έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται στην ακτοπλοΐα το λεγόμενο ETS, η υποχρεωτική συμμετοχή των εταιρειών στην «αγορά δικαιωμάτων ρύπων», για να καίνε το (αφορολόγητο) μαζούτ στα καράβια τους με μια μικρή επιβάρυνση, που επίσης καταλήγει στους επιβάτες. Και μόνο τυχαίες δεν είναι οι κυβερνητικές δηλώσεις για την ανάγκη τα λεφτά από το ΕΤS να γυρνάνε εξολοκλήρου στη ναυτιλία ώστε τάχα να πέσουν οι τιμές, ενώ το άγχος τους είναι μην τυχόν και ξεφύγει κάνα ευρώ από τους ...φουκαριάρηδες τους εφοπλιστές.

Ολα τα παραπάνω έτσι κι αλλιώς αποτελούν μόνο ένα μέρος της λυπητερής που πληρώνει ο λαός για το «πρασίνισμα» του επιβατικού στόλου. Σύμφωνα με έκθεση του ΙΟΒΕ για την εφαρμογή της νομοθεσίας «Fit for 55», αυτή θα φέρει ως το 2031 αύξηση του κόστους για τις ακτοπλοϊκές εταιρείες κατά περίπου 320 εκατομμύρια ευρώ. Κόστος που, όπως έχει αποδειχθεί, θα μετακυλιστεί στους εργαζόμενους και στις λαϊκές οικογένειες, είτε ως ταξιδιώτες με νέες αυξήσεις είτε ως φορολογούμενοι με την παροχή πρόσθετου «ζεστού» χρήματος στους εφοπλιστές.

Σε αυτό το πλαίσιο προχωρά και η ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου με νέα «πράσινα» πλοία, όπως μέσω ΣΔΙΤ, της σύμπραξης δηλαδή δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, σε ένα έργο με συνολικό προϋπολογισμό 265 εκατ. Παράλληλα, άλλη μια κάνουλα 160 εκατομμυρίων κρατικής επιδότησης είναι ανοιχτή προς τις ακτοπλοϊκές εταιρείες μέσω της «ναυπηγικής δραστηριότητας».

Την ώρα που οι λαϊκές οικογένειες είναι αντιμέτωπες με τις νέες αυξήσεις η κυβέρνηση στήνει το γνωστό επικοινωνιακό παιχνίδι, με τον υπουργό Ναυτιλίας να αναφέρεται στις συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν και να σημειώνει πως «τρέχουμε να προλάβουμε το καλοκαίρι». Χαρακτηριστικά είναι άλλωστε τα μέτρα - κοροϊδία της κυβέρνησης τα προηγούμενα καλοκαίρια που ανακοινώνοντας... μετά το καλοκαίρι, και τα παρακάλια στους ακτοοπλόους οι οποίοι έδωσαν κάτι προσφορές που αφορούσαν λίγους και ήταν «σταγόνα στον ωκεανό». Οπως αξέχαστη παραμένει και η δήλωση του ίδιου υπουργού που αφού ψέλλισε κάτι για παρατηρητήρια τιμών, υπογράμμισε ότι «δεν μπορεί να παρέμβει το κράτος και να επιβάλει τιμές, θα ήταν και λάθος» και ότι η ουσία είναι να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός...

Μόνο που όλα αυτά που μας λένε ότι πρέπει να λειτουργήσουν, όπως οι ευρωενωσιακές Οδηγίες, ο ανταγωνισμός και η καπιταλιστική αγορά, είναι όλα αυτά που έχει αποδειχθεί πως συνθλίβουν τις λαϊκές ανάγκες όπως οι σύγχρονες, ασφαλείς και φθηνές μεταφορές.

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΟΜΙΣΙΟΝ
«Επιστολογραφίας» συνέχεια με «πυξίδα» την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου και τα ευρωατλαντικά σχέδια

Συνεχίζεται η διά επιστολογραφίας «κολοκυθιά» μεταξύ του Ελληνα πρωθυπουργού, Κυρ. Μητσοτάκη, και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν. Με την τέταρτη επιστολή του μέσα σε διάστημα ενός έτους στην φον ντερ Λάιεν, ο Μητσοτάκης ζητάει από την ΕΕ να αναπτύξει νέες στρατηγικές για τη μείωση των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού στην Ευρώπη.

Πρόκειται για τη δεύτερη επιστολή με θέμα το ράλι των τιμών Ενέργειας που ροκανίζουν το εισόδημα των λαϊκών νοικοκυριών. Ωστόσο ο βραχνάς τόσο του Ελληνα πρωθυπουργού όσο και της προέδρου της Κομισιόν δεν είναι η εξασφάλιση φτηνής Ενέργειας για τα λαϊκά νοικοκυριά, αλλά η τόνωση της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού κεφαλαίου που πλήττεται από την άνοδο των τιμών της Ενέργειας.

Θυμίζουμε πως στην προηγούμενη επιστολή του, τον Σεπτέμβρη, με το ίδιο θέμα, ο Μητσοτάκης έκανε τον ανήξερο για το πώς σκαρφαλώνουν σε αυτά τα ύψη οι τιμές χονδρικής, και έγραφε χαρακτηριστικά: «Το σύστημα είναι τόσο πολύπλοκο και αδιαφανές, που είναι σχεδόν αδύνατο να κατανοήσουμε τι ακριβώς επηρεάζει τις τιμές σε κάθε δεδομένη στιγμή. Εχουμε δημιουργήσει ένα ακατανόητο "μαύρο κουτί", ακόμη και για τους ειδικούς. Και δεν μπορούμε να εξηγήσουμε πειστικά στους πολίτες μας γιατί η τιμή που πληρώνουν αυξάνεται τόσο ξαφνικά. Αυτό είναι, σε πολιτικό επίπεδο, απαράδεκτο».

Στόχος τους είναι να κρύψουν κάτω από το χαλί τις πραγματικές αιτίες που εκτοξεύουν στα ύψη τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και δεν είναι άλλες από την πολιτική τους που έχει μετατρέψει την Ενέργεια σε εμπόρευμα και χρηματιστηριακό προϊόν. Παράλληλα, η επιλογή του φυσικού αερίου ως «στρατηγικού» καυσίμου στο πλαίσιο της ευρωενωσιακής πολιτικής της «πράσινης μετάβασης» και της απολιγνιτοποίησης, σε συνδυασμό με την αντικατάσταση του ρωσικού αερίου από το πανάκριβο LNG των ΗΠΑ και άλλων κρατών - συμμάχων του ευρωατλαντικού μπλοκ, ως ένα ακόμα πεδίο όπου ξεδιπλώνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, εκθέτουν την Ελλάδα αλλά και συνολικά την Ευρώπη στις διακυμάνσεις που προκαλούν στις τιμές οι ανταγωνισμοί αυτοί. Την επιτάχυνση ακριβώς αυτής της πολιτικής που γεννάει το πρόβλημα δείχνει η κυβέρνηση ως «διέξοδο» δήθεν από αυτό.

«Ασφάλεια» κερδοφορίας και εμπλοκής στον ευρωατλαντικό ενεργειακό σχεδιασμό

Αλλωστε η κυβέρνηση δεν κρύβει λόγια, λέγοντας ότι το υψηλό ενεργειακό κόστος απαιτεί ταχύτερες και διαφορετικές δράσεις που να αποτελέσουν μέρος της «πυξίδας ανταγωνιστικότητας» της ΕΕ τα επόμενα 5 χρόνια, δείχνοντας και το ποιος είναι ο πραγματικός καημός, με τα ευρωενωσιακά μονοπώλια να χάνουν έδαφος απέναντι στους ανταγωνιστές σε ΗΠΑ και Κίνα.

Παράλληλα, σημειώνεται ότι οι τιμές Ενέργειας στην Ευρώπη εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές, καθώς στην Αγορά της Επόμενης Μέρας για την ηλεκτρική ενέργεια, ήταν 82 ευρώ/MWh το 2024 - αύξηση 78% σε σχέση με το 2019 - ενώ οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν επίσης αυξηθεί απότομα και παραμένουν πολύ πάνω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο. «Αυτοί οι αριθμοί μάς υπενθυμίζουν καθημερινά ότι η ενεργειακή μας κατάσταση παραμένει επισφαλής, παρά την πρόοδο που έχουμε σημειώσει όσον αφορά στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού μας με φυσικό αέριο», αναφέρει η επιστολή, επιβεβαιώνοντας ότι σε αντίθεση με όσα έλεγαν τα προηγούμενα χρόνια, προωθώντας και την αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου με αμερικανικό LNG, όσο και τις ΑΠΕ, τίποτα από αυτά δεν διασφαλίζει την ενεργειακή αυτάρκεια στο πλαίσιο της «απελευθερωμένης» αγοράς ηλεκτρισμού που στο επίκεντρο έχει την καπιταλιστική κερδοφορία.

Γι' αυτό και είναι παραπάνω από προκλητικός ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι η επιτάχυνση σε αυτόν τον δρόμο, με την «καλύτερη ενσωμάτωση των εθνικών δικτύων» στο ευρωπαϊκό δίκτυο και με πιο αποφασιστική στήριξη στα ευρωπαϊκά μονοπώλια προκειμένου αυτά να επενδύσουν σε έργα φυσικού αερίου και υποδομών, όπως και να υπογράψουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια, μπορεί τάχα να αποτελέσει λύση. Το ακριβώς αντίθετο, μεγάλους κινδύνους και πανάκριβο ρεύμα έχει να περιμένει ο λαός από το κάλεσμα του πρωθυπουργού στην ΕΕ να υιοθετήσει «μια νέα προσέγγιση για να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ευρώπη σε ανταγωνιστική τιμή. Οι αλλαγές στο γεωπολιτικό τοπίο καθιστούν το έργο αυτό ακόμη πιο επιτακτικό (...) Πρέπει να δώσουμε στις ευρωπαϊκές εταιρείες δύναμη να επενδύσουν σε έργα και υποδομές φυσικού αερίου και να υπογράψουν συμβάσεις που εγγυώνται την ευρωπαϊκή πρόσβαση σε παγκόσμιες προμήθειες».

Ολα αυτά ώστε οι εφοπλιστές και οι ενεργειακοί και άλλοι όμιλοι να διεκδικήσουν ένα γενναίο κομμάτι - «εγγυημένων» - κερδών από την προώθηση του αμερικανικού LNG στην ευρωενωσιακή αγορά και ιδιαίτερα αυτή των Βαλκανίων και της Ανατ. Ευρώπης, ως την Ουκρανία, με τις «ευκαιρίες» να ξεφυτρώνουν πάνω στα συντρίμμια του πολέμου.

Γι' αυτά τα συμφέροντα η κυβέρνηση παρουσιάζει το «φαρμάκι για φάρμακο», καθώς αυτή ακριβώς η πολιτική κατεύθυνση είναι που οδήγησε τις τιμές στο ταβάνι, ενώ μπλέκει ακόμη πιο μέσα τον λαό στον ενεργειακό πόλεμο που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, χαράσσοντας ξανά τον ενεργειακό χάρτη κυριολεκτικά με το αίμα των λαών.

Ηλεκτρική ενέργεια

Το ίδιο αναποδογύρισμα της πραγματικότητας αφορούν και τα όσα λέγονται στην επιστολή για τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, με την ελληνική κυβέρνηση να υποστηρίζει πως η ΕΕ χρειάζεται μια «νέα ώθηση στην εσωτερική αγορά» προκειμένου να ξεπεραστεί το ζήτημα των σημαντικών διαφορών στις τιμές των αγορών ηλεκτρικού ρεύματος. Προτείνει τη συγκρότηση μιας «ειδικής ομάδας εργασίας για την αύξηση των διασυνοριακών ροών όπου υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις τιμές» αλλά και την αλλαγή της διαδικασίας μακροπρόθεσμου σχεδιασμού όσον αφορά τη χάραξη των δικτύων: «Σήμερα, βασιζόμαστε υπερβολικά στα συμφέροντα κάθε χώρας και στις προτεραιότητες των διαχειριστών δικτύων», σημειώνεται στην επιστολή.

Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική κυβέρνηση προσπερνά για άλλη μια φορά τη βασική αιτία που ανεβάζει σταθερά τις τιμές. Την πολιτική της ΕΕ που εφάρμοσαν και στην Ελλάδα όλες οι κυβερνήσεις, για την «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος, την απολιγνιτοποίηση και το τζογάρισμα του ρεύματος στα χρηματιστήρια της Ενέργειας (για το οποίο ο πρωθυπουργός ζητάει... καλύτερη ρύθμιση), αλλά και την πολιτική που δίνει «προτεραιότητα» στις εξαγωγές, όχι βέβαια για να καλυφθούν οι κοινές ανάγκες των λαών, αλλά κυνηγώντας το μέγιστο κέρδος.

Οσα λοιπόν παραμύθια και αν επιστρατεύσει η κυβέρνηση δεν αλλάζει το κύριο: Η αύξηση των διασυνοριακών ροών όπως και όλος ο ενεργειακός σχεδιασμός γίνονται με γνώμονα τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων της Ενέργειας, που θέλουν να αυξήσουν την κερδοφορία τους από την επέκταση της αγοράς και σε άλλες χώρες, κάτι που σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη βύθιση στην ενεργειακή φτώχεια για τον λαό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν άλλωστε όλα αυτά για τα οποία επαίρεται ο πρωθυπουργός στην επιστολή: Η μετατροπή της χώρας σε «πύλη εισόδου» του αμερικανικού LNG, η «διαφοροποίηση» των πηγών, δηλαδή η πολυδιαφημισμένη απεξάρτηση από το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο από αγωγούς, με τα πρόσφατα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ να δείχνουν ότι το 71,64% της ποσότητας LNG που εκφορτώθηκε στον Τερματικό Σταθμό LNG Ρεβυθούσας προήλθε από τις ΗΠΑ ενώ συνολικά οι ΗΠΑ αύξησαν το ποσοστό τους κατά 24,56% στις ελληνικές εισαγωγές LNG (ταυτόχρονα μειώθηκε το ρωσικό και το αλγερινό LNG κατά 65% και 57% αντίστοιχα).

Εργα και υποδομές φυσικού αερίου, όπως η αποθήκη LNG στην Αλεξανδρούπολη, αύξησαν τις δυνατότητες εισαγωγής LNG και συνέβαλαν στη μείωση των ρωσικών ροών φυσικού αερίου. Ενα μάλιστα από τα τελευταία συμβόλαια του FSRU στην Αλεξανδρούπολη, αυτό της αμερικανικής «Venture Global», με το οποίο δεσμεύτηκε το 25% της συνολικής χωρητικότητας της αποθήκης, δηλαδή περίπου 12 φορτία ετησίως, έκαστο των 100 εκατ., έχει ως προοπτική τις αγορές της ευρύτερης ΝΑ Ευρώπης, ακόμα και την Ουκρανία, στην οποία μάλιστα κατευθύνθηκε ήδη ένα από τα φορτία «όλως τυχαίως» την ίδια μέρα που ανακοινώθηκε η πλήρης διακοπή της ροής του ρωσικού αερίου προς την ΕΕ μέσω Ουκρανίας.

Τι αλήθεια απ' όλα τα παραπάνω οδήγησε σε φτηνότερο ρεύμα, φτηνότερα προϊόντα και «σταθερότητα» όπως έλεγαν;

Θυμήθηκαν ως και... το κόστος εκπομπών ρύπων

Τέλος, στην επιστολή του Κυρ. Μητσοτάκη σημειώνεται πως πρέπει να περιοριστεί το κόστος που προκύπτει από την υπερρύθμιση των εκπομπών ρύπων, ως ο μοναδικός τρόπος για να επιτευχθεί η «πράσινη μετάβαση» με κόστος που θα μπορούν να αντέξουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι.

Αυτό ενώ εδώ και χρόνια, οι ελληνικές κυβερνήσεις ακριβό ανεβάζουν τον - εγχώρια παραγόμενο - λιγνίτη, ασύμφορο τον κατεβάζουν, επικαλούμενες το κόστος των «καπέλων» της ΕΕ στους ρύπους για να στηρίξουν τον «οδοστρωτήρα» της απολιγνιτοποίησης που καταστρέφει τις ζωές χιλιάδων εργαζομένων και κάνει χώρο στην πίτα της ηλεκτροπαραγωγής για πιο κερδοφόρες για το κεφάλαιο πηγές παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Σε αυτήν την περίπτωση η πολιτική της ΕΕ παρουσιαζόταν ως ευαγγέλιο που δεν μπορεί να αλλάξει. Ομως τώρα που το κόστος των ρύπων περιορίζει και την κερδοφορία των παραγωγών ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο, άρα και τη συνολικότερη αλυσίδα του LNG, όπως και την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας που πλήττεται από το κόστος της Ενέργειας, ενώ η «πράσινη μετάβαση» αποδείχτηκε ότι δεν μπορούσε να δώσει διέξοδο στα συσσωρευμένα κεφάλαια και το τιμόνι γυρνάει προς την πολεμική οικονομία, η κυβέρνηση ανακάλυψε ότι... μπορούν πλέον να μειωθούν τα ευρωπαϊκά «καπέλα» των ρύπων.

ΙΤΑΛΙΑ - ΑΛΒΑΝΙΑ
Συμφωνία για την εισαγωγή Ενέργειας μέσω Αδριατικής

Κατασκευή υποθαλάσσιας διασύνδεσης με τη συμμετοχή των ΗΑΕ

Πρόσθετα δεδομένα στον ενεργειακό χάρτη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όπου μαίνεται η κόντρα της «Δύσης» με τη Ρωσία και την Κίνα, διαμορφώνει η συμφωνία που υπέγραψαν προχτές η Ιταλία και η Αλβανία, μαζί με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), για την κατασκευή υποθαλάσσιας διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας των δύο ευρωπαϊκών χωρών, που διασχίζοντας την Αδριατική Θάλασσα θα μεταφέρει ρεύμα από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, όπως αιολική, ηλιακή κ.λπ.

Η αξία της συμφωνίας εκτιμάται σε τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ και το σχέδιο αφορά την ενίσχυση διασυνδέσεων ηλεκτρικής ενέργειας που ήδη υπάρχουν και «εκτείνονται σε 430 χιλιόμετρα κατά μήκος του βυθού της Αδριατικής», με ζητούμενο να συνδεθεί η Ιταλία με το Μαυροβούνιο και άλλες περιοχές των Βαλκανίων, «για να τις καταστήσει πιο αποτελεσματικές και ανταγωνιστικές».

Τα παραπάνω δήλωσε η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι σε σύνοδο με τίτλο «Παγκόσμιο Ενεργειακό Μέλλον», στο Αμπου Ντάμπι, ενώ σε κοινή δήλωση των τριών πλευρών τονίζεται: «Η εταιρική σχέση σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας, την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης και την επιτάχυνση της μετάβασης στην καθαρή Ενέργεια στην περιοχή της Μεσογείου».

Στην τριμερή συνεργασία θα συμμετάσχουν η ιταλική εταιρεία εκμετάλλευσης δικτύου «Terna» και η εθνική εταιρεία Ενέργειας των ΗΑΕ, όπως εξήγησε και ο Αλβανός πρωθυπουργός Εντι Ράμα.

Πρόσθεσε ότι η υποδομή θα συνδέει το αλβανικό λιμάνι της Αυλώνας με τη νότια ιταλική περιοχή της Απουλίας και αναμένεται να λειτουργήσει το πολύ μέσα σε 3 χρόνια.

Από τη μεριά των ΗΑΕ (που θα εμπλακούν στο κομμάτι του εξοπλισμού), ο υπουργός Βιομηχανίας και προηγμένης Τεχνολογίας Σουλτάν Αλ Τζαμπέρ δήλωσε ότι «αξιοποιώντας την παγκόσμιας κλάσης τεχνογνωσία των ΗΑΕ στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τους άφθονους φυσικούς πόρους της Αλβανίας και την εξελιγμένη ενεργειακή αγορά της Ιταλίας, συνδέουμε έθνη σε διορατική συνεργασία».

Η Μελόνι δήλωσε ανάμεσα σε άλλα ότι «το μέλλον της ενεργειακής μετάβασης και της ψηφιοποίησης θα εξαρτηθεί επομένως από την ικανότητά μας να επιτύχουμε μια ισορροπία μεταξύ βιωσιμότητας και καινοτομίας», εκφράζοντας ικανοποίηση για τη συμφωνία ανάμεσα σε - όπως είπε - «φαινομενικά μακρινούς εταίρους, τουλάχιστον γεωγραφικά».

ΗΠΑ
Οι πιο επιθετικές κυρώσεις στη ρωσική βιομηχανία πετρελαίου

Προσφέρουν στον εκλεγμένο Πρόεδρο Τραμπ ένα «ισχυρό χαρτί» σε ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα

Στο στόχαστρο των αμερικανικών κυρώσεων τα τάνκερ που μεταφέρουν το ρώσικο πετρέλαιο προς εξαγωγή
Στο στόχαστρο των αμερικανικών κυρώσεων τα τάνκερ που μεταφέρουν το ρώσικο πετρέλαιο προς εξαγωγή
Οι κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ την περασμένη Παρασκευή στη ρωσική βιομηχανία πετρελαίου είναι οι πιο επιθετικές μέχρι στιγμής και υπερβαίνουν κατά πολύ τα προηγούμενα μέτρα που έχουν εφαρμόσει οι ΗΠΑ κατά της Ρωσίας.

Ερχονται να επιβεβαιώσουν εμφατικά αυτό που ήδη είναι δεδομένο, ότι δηλαδή ο ανταγωνισμός στην Ενέργεια είναι βασικό μέρος της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και Ρωσίας στην Ουκρανία και θα είναι αντίστοιχα βασικό ζήτημα σε ενδεχόμενες συνομιλίες γύρω από μια «διευθέτηση» της σύγκρουσης και της αντιπαράθεσης στην Ανατολική Ευρώπη. Πολύ περισσότερο, που έχει προεκτάσεις και στον παγκόσμιο ανταγωνισμό για φθηνό ενεργειακό εφοδιασμό των μονοπωλίων.

Η κίνηση για επιθετικές κυρώσεις στη βιομηχανία πετρελαίου και στον «σκιώδη στόλο» της Ρωσίας έρχεται καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν αναζητά τρόπους της τελευταίας στιγμής για να ενισχύσει τη διαπραγματευτική ισχύ της Ουκρανίας - ως ένα «αντιστάθμισμα» της προέλασης των ρωσικών δυνάμεων στο πεδίο - και να «λύσει» τα χέρια του νέου Προέδρου Ντ. Τραμπ σε πιθανές διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία.

Οι νέες κυρώσεις, μεταξύ άλλων, παρέχουν στην κυβέρνηση Tραμπ την ευκαιρία να προτείνει την «ελάφρυνση των κυρώσεων» ως μέρος ενός πιθανού «ειρηνευτικού σχεδίου» για την Ουκρανία και να τις χρησιμοποιήσει για να λάβει κάποιο αντάλλαγμα.

Αν και ο Τραμπ θα μπορούσε να άρει τις κυρώσεις ανά πάσα στιγμή, δεν αναμένεται να το πράξει δεδομένης της ευρείας διακομματικής υποστήριξης για την Ουκρανία, αλλά και του εντεινόμενου ανταγωνισμού των ΗΠΑ με τη Ρωσία για την Ενέργεια.

Στο στόχαστρο το 1/4 των θαλάσσιων εξαγωγών πετρελαίου της Ρωσίας

Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στοχεύουν δύο εταιρείες που διαχειρίζονται περισσότερο από το 1/4 των θαλάσσιων εξαγωγών πετρελαίου της Ρωσίας, καθώς και ζωτικής σημασίας ασφαλιστές και εμπόρους που συνδέονται με εκατοντάδες φορτία ρωσικού αργού.

Ο κύριος στόχος των κυρώσεων, που επιβάλλονται σε συντονισμό με τη Βρετανία, είναι οι μεγάλες ρωσικές ενεργειακές εταιρείες «Gazprom Neft» και «Surgutneftegas». Οι δύο εταιρείες εξήγαγαν περίπου 970.000 βαρέλια πετρελαίου την ημέρα διά θαλάσσης τους πρώτους 10 μήνες του 2024, περίπου το 30% των συνολικών ροών της χώρας σε δεξαμενόπλοια, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg.

Οι ΗΠΑ επιβάλλουν επίσης κυρώσεις σε περισσότερες από 25 θυγατρικές των εταιρειών, καθώς και σε περισσότερα από 180 πλοία που έχουν μεταφέρει ρωσικό πετρέλαιο, πολλά από τα οποία συνδέονται με τον λεγόμενο «σκιώδη στόλο» της Ρωσίας - τα πλοία δηλαδή που χρησιμοποιεί η Μόσχα για να «σπάει» το ανώτατο όριο τιμής πώλησης (πλαφόν) που έχει επιβάλει στο ρωσικό πετρέλαιο το G7, επιχειρώντας να μειώσει τα ρωσικά έσοδα. Η τελευταία δράση διπλασιάζει τον αριθμό των στοχευμένων πετρελαιοφόρων.

Οι ΗΠΑ διεύρυναν επίσης τις κυρώσεις σε δεξαμενόπλοια, που έχουν ήδη αποδειχθεί «ενοχλητικές» για το Κρεμλίνο. Υπάρχουν επί του παρόντος 135 δεξαμενόπλοια στα οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις από την ΕΕ, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, με πολλά από αυτά να βρίσκονται σε «μαύρες λίστες».

Σοβαρές διαταραχές προβλέπει ο ΔΟΕ

Ο τελευταίος γύρος κυρώσεων των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας θα μπορούσε να διαταράξει σημαντικά τις αλυσίδες εφοδιασμού πετρελαίου της χώρας, ανέφερε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΔΟΕ) σε μηνιαία έκθεση την Τετάρτη, και δυνητικά να «συσφίξει» την παγκόσμια αγορά.

Οι νέες κυρώσεις των ΗΠΑ στο Ιράν και τη Ρωσία καλύπτουν οντότητες που διαχειρίζονταν περισσότερο από το ένα τρίτο των εξαγωγών ρωσικού και ιρανικού αργού το 2024, ανέφερε ο ΔΟΕ, χωρίς ωστόσο να βγάλει συμπεράσματα για τις συνέπειες στην προσφορά.

«Διατηρούμε τις προβλέψεις μας για την προσφορά και για τις δύο χώρες έως ότου ο πλήρης αντίκτυπος των κυρώσεων γίνει πιο εμφανής», ανέφερε ο Οργανισμός.

Η ανακοίνωση των κυρώσεων και η προοπτική περιορισμών της προσφοράς ανέβασαν τις τιμές του πετρελαίου ήδη από τις αρχές του 2025. Η τιμή του πετρελαίου Brent αυξήθηκε κοντά στα 81 δολάρια το βαρέλι την περασμένη Δευτέρα, σημειώνοντας αύξηση περίπου 8% μέχρι στιγμής φέτος.

Το τελευταίο πακέτο κυρώσεων της Ουάσιγκτον απαριθμούσε περισσότερα από 160 δεξαμενόπλοια, τα οποία μετέφεραν περίπου το 22% των ρωσικών θαλάσσιων εξαγωγών πετρελαίου το 2024, επιβεβαίωσε και ο ΔΟΕ.

Οι προηγούμενες κυρώσεις κατά πλοίων ήταν «πολύ αποτελεσματικές, μειώνοντας τη δραστηριότητα των καθορισμένων δεξαμενόπλοιων κατά 90%», υπενθύμισε ο Οργανισμός.

Επηρεάστηκαν οι ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου από την Αρκτική

Τρεις πηγές που μίλησαν στο Reuters υπό τον όρο της ανωνυμίας δήλωσαν ότι και οι τρεις βαθμοί πετρελαίου της Ρωσίας στην Αρκτική - Novy Port, ARCO και Varandey, με παραγωγή περίπου 300.000 βαρέλια την ημέρα - αντιμετωπίζουν διαταραχές.

Τα πλοία και οι υποδομές που απαιτούνται για την επιχείρηση πετρελαίου της Ρωσίας στην Αρκτική, η οποία αντιπροσωπεύει το 1/10 των θαλάσσιων εξαγωγών πετρελαίου της, είναι μοναδικά, είπαν δύο από τις πηγές.

Το αργό πετρέλαιο Novy Port από το κοίτασμα Novoportovskoye της Gazprom Neft, όπου οι θερμοκρασίες μπορεί να φτάσουν τους -55 οC, το ARCO, από την υπεράκτια πλατφόρμα Prirazlomnaya, και το Varandey, από τα κοιτάσματα Timan-Pechora της Lukoil, μεταφέρονται με έναν ειδικό τύπο πλοίου κατηγορίας πάγου στις πλωτές εγκαταστάσεις αποθήκευσης Umba και Kola κοντά στο Μουρμάνσκ.

Στη συνέχεια εκφορτώνονται σε μεγαλύτερα πλοία που μπορούν να μεταφέρουν 100.000-140.000 τόνους, σε σύγκριση με τους 30.000 τόνους των μικρότερων πλοίων για αποστολή στη διεθνή αγορά.

Οι κυρώσεις των ΗΠΑ χτυπούν πλέον τόσο τις Umba και Kola, καθώς και περισσότερα από 12 μικρά δεξαμενόπλοια που χρησιμοποιούνται ως μεταφορείς πετρελαίου από τα κοιτάσματα.

Ινδία και Κίνα στρέφονται σε άλλους προμηθευτές

Η Ινδία και η Κίνα έχουν δείξει ότι δεν είναι έτοιμες να δεχθούν πετρέλαιο που προέρχεται από δεξαμενόπλοια στα οποία επιβλήθηκαν κυρώσεις και έχουν αρχίσει να αναζητούν αντικαταστάτες για το ρωσικό πετρέλαιο.

Η απουσία των ρωσικών ποικιλιών πετρελαίου της Αρκτικής στην αγορά θα ωθήσει πιθανότατα προς τα πάνω τις τιμές της αμερικανικής ναυαρχίδας WTI, η οποία είναι επίσης ελαφριά, δήλωσε ένας από τους εμπόρους στην ασιατική αγορά πετρελαίου.

Η Ινδία μείωσε την αγορά αμερικανικού πετρελαίου, αφού άρχισε να «αρπάζει» φτηνά ρωσικά βαρέλια από την αγορά πριν από δύο χρόνια, αλλά μια πηγή σε ένα ινδικό διυλιστήριο δήλωσε ότι η εταιρεία του εξετάζει το ενδεχόμενο να αγοράσει περισσότερο αμερικανικό πετρέλαιο.

Τα ινδικά διυλιστήρια σταμάτησαν να πραγματοποιούν εμπορικές συναλλαγές με πετρελαιοφόρα και εταιρείες όπου έχουν επιβληθεί οι τελευταίες κυρώσεις των ΗΠΑ.

Η Ινδία θα επιτρέψει στα ρωσικά φορτία πετρελαίου που έχουν κλείσει πριν από την ημερομηνία επιβολής κυρώσεων (10 Γενάρη) να εκφορτωθούν στα λιμάνια σύμφωνα με τις παραμέτρους των κυρώσεων, δήλωσε Ινδός αξιωματούχος στους δημοσιογράφους υπό τον όρο της ανωνυμίας.

«Τους επόμενους δύο μήνες δεν αναμένουμε μεγάλα προβλήματα, διότι τα πλοία που βρίσκονται σε διαμετακόμιση θα περάσουν. Είναι ακόμη νωρίς για να προβλέψουμε τον αντίκτυπο, πώς θα διαμορφωθούν οι εκπτώσεις, αν κάποιος είναι πρόθυμος να πουλήσει κάτω από το ανώτατο όριο τιμών των 60 δολαρίων», δήλωσε.

Ο αξιωματούχος δήλωσε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να προσφέρει μεγαλύτερες εκπτώσεις στην Ινδία για να ανταποκριθεί στο ανώτατο όριο τιμών των 60 δολαρίων το βαρέλι που επιβάλλουν οι χώρες του G7, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιεί «δυτικά» δεξαμενόπλοια και ασφάλειες.

«Είμαστε ο τρίτος μεγαλύτερος καταναλωτής. Η Ρωσία θα βρει τρόπους να μας προσεγγίσει», πρόσθεσε ο Ινδός κυβερνητικός αξιωματούχος. Πρόσθεσε ότι η Ινδία εξετάζει επίσης τον αντίκτυπο των νέων αμερικανικών κυρώσεων στο ρωσικό πετρελαϊκό έργο Vostok, στο οποίο ινδικές εταιρείες έχουν συμμετοχή.

Τα περισσότερα ινδικά διυλιστήρια διαπραγματεύονται ετήσια συμβόλαια με μεγάλους παραγωγούς για το 2025/26 και ενδέχεται να αναζητήσουν υψηλότερες ποσότητες από μεγάλους παραγωγούς της Μέσης Ανατολής.

Οι παραγωγοί σε ΗΠΑ, Καναδά, Βραζιλία, Γουιάνα και τα μέλη της ομάδας πετρελαιοπαραγωγών του ΟΠΕΚ θα αυξήσουν την παραγωγή για να αντισταθμίσουν τις ελλείψεις της ρωσικής προσφοράς, δήλωσε ο Ινδός αξιωματούχος.


Ε. Μ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ