ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 4 Γενάρη 2000
Σελ. /24
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΑΣ
Νέα χιλιετία με παλιά προβλήματα

Τις επιπτώσεις που προκαλεί η εφαρμοζόμενη πολιτική στις βιοτεχνίες καταγέλλει το Επιμελητήριο και ζητά λύσεις για την ανακούφιση των βιοτεχνών

Με συσσωρευμένα άλυτα και οξυμένα προβλήματα βρίσκει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις η ανατολή της νέας χιλιετίας, τονίζει το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας (ΒΕΑ), κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στις σεισμοπαθείς επιχειρήσεις, στα πανωτόκια και τη φορολογική αφαίμαξη των βιοτεχνών. Ειδικότερα, το ΒΕΑ καταγγέλλει ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σεισμοπαθείς επιχειρήσεις παίρνουν τραγική διάσταση τέτοια που εάν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα η νέα χιλιετία θα ανοίξει με χιονοστιβάδα λουκέτων. Μετά το χτύπημα των σεισμών οι βιοτέχνες δέχονται και το τελειωτικό πλήγμα της ανυπαρξίας ουσιαστικών μέτρων, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε στοιχειώδη ανάκαμψη και έρχονται αντιμέτωποι με την ατέλειωτη γραφειοκρατική διαδικασία για την ένταξη ακόμα και σ' αυτά τα ανεπαρκή μέτρα που έχουν εξαγγελθεί. Ειρωνεία, καταγγέλλει το ΒΕΑ, αποτελούν και τα «σχεδιαζόμενα» κίνητρα για μετεγκατάσταση σε ανύπαρκτα ΒΙΟΠΑ με ελάχιστους διαθέσιμους χώρους και άκρως απαγορευτικές αξίες. Η άμεση οικονομική αρωγή, οι ειδικές ρυθμίσεις για άμεση μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων των οποίων οι εγκαταστάσεις κρίνονται κατεδαφιστέες ή προσωρινά ακατάλληλες δεν έχουν προχωρήσει.

Σε ό,τι αφορά τα πανωτόκια, το ΒΕΑ καταγγέλλει ότι παρά τις διαβεβαιώσεις του ίδιου του πρωθυπουργού για άμεση επίλυση του προβλήματος που δημιουργεί η τοκογλυφική τακτική των τραπεζών το θέμα εξακολουθεί να παραμένει σε εκκρεμότητα εντείνοντας τις συνθήκες αβεβαιότητας και αγωνίας χιλιάδων θυμάτων. Οι συνθήκες, αναφέρει, έχουν πλέον ωριμάσει και δε δικαιολογείται περαιτέρω καθυστέρηση για τη ρεαλιστική και ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος.

Σχετικά με το φορολογικό, το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας καταγγέλλει ότι η «φορολογική μεταρρύθμιση» δεν ήταν τίποτ' άλλο παρά μια επιπλέον προσθήκη των διατάξεων στο σώμα των ήδη διάσπαρτων νομοθετημάτων που επί σειρά ετών θεσμοθετούνται και επιβάλλονται κατά κανόνα αναδρομικά, στο τέλος, δηλαδή, κάθε χρήσης. Παράλληλα, η πολυσυζητημένη κατάργηση των «αντικειμενικών κριτηρίων» αντικαταστάθηκε με ένα νέο και επαχθέστερο τρόπο, επίσης «αντικειμενικού» προσδιορισμού του εισοδήματος, ο οποίος πλέον επεκτείνεται και στον υπολογισμό του ΦΠΑ. Ειδικότερα, το ΒΕΑ υπογραμμίζει ότι:

  • Είναι απαράδεκτη και ζητά την απάλειψη της ρύθμισης με την οποία καθιερώνεται ο «αντικειμενικός» προσδιορισμός ανά τριετία στην απόδοση του ΦΠΑ, γιατί κάθε επιχείρηση που θα εμφανίζει κάμψη πωλήσεων ή αύξηση των εξόδων της θα καλείται να καταβάλει ΦΠΑ επί πλασματικών κερδών.
  • Οσον αφορά το εισόδημα των επιχειρήσεων που υπάγονταν στα «αντικειμενικά κριτήρια» ο τεκμαρτός προσδιορισμός αντικαθίσταται από ένα εναλλασσόμενο από τη μια χρονιά στην άλλη σύστημα λογιστικού και εξωλογιστικού προσδιορισμού οπότε και πάλι επιχειρήσεων με μειωμένα κέρδη ή ζημία θα φορολογούνται κάποιες χρονιές για πλασματικά κέρδη.
  • Η σταδιακή μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα κέρδη των προσωπικών εταιρειών οδηγεί εν μέρει σε φορολογική ελάφρυνση των ΜΜΕ, όμως, εξαιρεί αναιτιολόγητα τις ΕΠΕ και τους συνεταιρισμούς.
  • Και με το νέο σύστημα αποδεικνύεται η «αδυναμία», κατά το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο, του κρατικού μηχανισμού να περιορίσει τη φοροδιαφυγή και να προχωρήσει με διασταύρωση στοιχείων σε πραγματικό κατά ελεγχόμενη περίπτωση προσδιορισμό των καθαρών κερδών των επιχειρήσεων. Ετσι, οι έλεγχοι θα εξακολουθούν να γίνονται με την πρακτική εκμαίευσης πρόσθετων ακαθάριστων εσόδων και καθαρών κερδών με τη «λογική» της συνάφειας αριθμητικών δεδομένων και οικονομικών μεγεθών της ΠΟΛ 1144 του υπουργείου Οικονομικών.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Επιχείρηση διαπλεκόμενης φοροασυλίας

Στα πλαίσια της ισχυρής διαπλοκής κυβέρνησης - μεγάλου κεφαλαίου, το υπουργείο Οικονομικών απαλλάσσει, από φόρους, πρόστιμα , προσαυξήσεις, μεγάλους φοροφυγάδες

Βιομηχανία, που φαίνεται να συνδέεται με προσπάθεια απαλλαγής μεγάλων υποθέσεων φοροδιαφυγής που θεωρούνται ποινικά αδικήματα, έχει στηθεί και πάλι στο υπουργείο Οικονομικών, στα πλαίσια, τόσο των γενικότερων «διευκολύνσεων» που προσφέρει η κυβέρνηση Σημίτη στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, όσο και της ευλυγισίας που επιδεικνύεται προεκλογικά.

Με χθεσινή εγκύκλιο, το υπουργείο Οικονομικών απαλλάσσει από τις ποινικές διατάξεις του νόμου, εκείνους που την περίοδο 1/1/98 - 17/11/99 συνελήφθησαν για έκδοση και παραλαβή πλαστών και εικονικών τιμολογίων. Με την ίδια εγκύκλιο, συμπληρώνεται η αμαρτωλή παραγραφή φοροδιαφυγής, μεγάλων επιχειρήσεων με νόμο του 1996. Σήμερα και μετά τη διαπίστωση ότι οι συντάκτες του νόμου 2443/96 είχαν κάνει... μισή δουλιά, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απαλλάσσει τις επιχειρήσεις αυτές και από τα πρόστιμα του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, ενώ επεκτείνει τις πράξεις παραγραφής και για όσες παρεμφερείς περιπτώσεις - διάπραξη φοροδιαφυγής - εκκρεμούν σήμερα στις ΔΟΥ και στα πρωτοβάθμια διοικητικά δικαστήρια.

Ειδικότερα, στην εγκύκλιο αναφέρεται ότι στις περιπτώσεις διάπραξης των αδικημάτων της έκδοσης και λήψης πλαστών τιμολογίων και νόθευσης στοιχείων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων που έχουν διαπραχθεί από 1/1/98 και μετά, και ο διαπράττων το αδίκημα δεχτεί διοικητικό συμβιβασμό, για τα πρόστιμα που έχουν επιβληθεί, τότε δεν επιβάλλεται μηνυτήρια αναφορά και δεν εφαρμόζονται οι ποινικές διατάξεις του νόμου. Διευκρινίζεται, μάλιστα, ότι η ευνοϊκή για τους φοροφυγάδες διάταξη ισχύει από 1/1/98 και μετά, ενώ για τις περιπτώσεις μέχρι την ως άνω ημερομηνία, θα επιβάλλεται ο ισχύων νόμος.

Η δεύτερη σκανδαλώδης φορολογική ρύθμιση έρχεται να συμπληρώσει αυτή του νόμου 2443/96 - προέβλεπε ότι σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής, θα μπορούν οι παραβάτες να υποβάλουν αρχική ή συμπληρωματική δήλωση χωρίς να τους επιβάλλονται τα προβλεπόμενα πρόστιμα, προσαυξήσεις και φόροι - με την απαλλαγή και των προστίμων που προβλέπονται για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις φοροδιαφυγής και από τον Κώδικα Βιβλίων και Προστίμων. Μάλιστα, η συγκεκριμένη απαλλαγή για πράξεις φοροδιαφυγής, επεκτείνεται και για τις υποθέσεις που μέχρι τις 17/11/99 ( ημερομηνία δημοσίευσης του νέου φορολογικού νόμου)εκκρεμούσαν στις ΔΟΥ και στα πρωτοβάθμια διοικητικά δικαστήρια.

Τα ακατάλληλα τρόφιμα ανησυχούν τους καταναλωτές

Σύμφωνα με το ΙΝΚΑ, το 1999 αυξήθηκαν κατά 76% τα παράπονα των καταναλωτών για νοθευμένα και ακατάλληλα τρόφιμα

Κατά 76% αυξήθηκαν τα παράπονα και οι καταγγελίες των καταναλωτών, για νοθευμένα και ακατάλληλα τρόφιμα, που κατέγραψε το Ινστιτούτο Καταναλωτών (ΙΝΚΑ) το 1999 σε σχέση με το 1998. Μάλιστα, αυτά τα παράπονα κατέλαβαν τη χρονιά που πέρασε την πρώτη θέση στη λίστα των παραπόνων. Οπως σημειώνει το ΙΝΚΑ, η φέτα είναι το είδος για το οποίο έγιναν τα περισσότερα παράπονα κατά το 1999, ενώ καταγγέλλει ότι στο όνομα της μείωσης του πληθωρισμού η κυβέρνηση δείχνει ανοχή απέναντι στην τακτική των επιχειρήσεων να μειώνουν την ποιότητα των τροφίμων που διακινούνται στην αγορά προκειμένου να μειώσουν το κόστος και τις τιμές. Ετσι, έχουν μειωθεί οι έλεγχοι στην αγορά, ενώ σύμφωνα με το ΙΝΚΑ ο μέσος όρος ελέγχων είναι ένας έλεγχος ανά οκτώ χρόνια.

Επίσης, το ΙΝΚΑ καταγγέλλει ότι η πολιτική της ανοχής της νοθείας στο βωμό της επίτευξης των στόχων της κυβέρνησης έχει οδηγήσει σε φαινόμενα επανεμφάνισης ταξικών χαρακτηριστικών στον τομέα της διατροφής που φαίνονταν να εξαλείφονται τα τελευταία 25 χρόνια. Με εξαίρεση, εκτιμά το ΙΝΚΑ, τις οικογένειες που διαβίωναν στη φτώχεια, στα περισσότερα νοικοκυριά η σύνθεση του καθημερινού διαιτολογίου ήταν περίπου ίδια. Ομως τα τελευταία χρόνια το καταναλωτικό πρότυπο που προβάλλεται για την απόκτηση όλο και περισσότερων αγαθών που παρουσιάζονται σαν αναγκαία και η ταυτόχρονη μείωση της αγοραστικής δύναμης οδηγούν τους καταναλωτές σε φθηνότερες διατροφικές επιλογές.

Συνολικά, το ΙΝΚΑ κατέγραψε τη χρονιά που πέρασε 83.136 παράπονα και καταγγελίες. Από αυτά το 19,27% αφορούσε νοθευμένα και ακατάλληλα τρόφιμα και ακολουθούν το κόστος ζωής όπου τα παράπονα αντιστοιχούν στο 6,86% επί του συνόλου, ο τουρισμός και η ψυχαγωγία με ποσοστό 6,46%, τα κέντρα αδυνατίσματος ποσοστό 6,45%, οι υπηρεσίες υγείας κλπ. Τα λιγότερα παράπονα συγκέντρωσαν τα ΕΛΤΑ, μόλις το 0,45% των παραπόνων έγιναν γι' αυτά και το ωράριο (ποσοστό 0,37%).

Τέλος, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το ΙΝΚΑ, τα περισσότερα παράπονα προέρχονται από τα Χανιά, τις Κυκλάδες, το Ρέθυμνο, την Αθήνα, την Αλεξανδρούπολη, τη Ρόδο, τη Λάρισα, την Κέρκυρα, το Βόλο και το Αργοστόλι.

Αξίζει, δε, να υπενθυμίσουμε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του υπουργείου Ανάπτυξης μέσα στην προηγούμενη χρονιά καταγράφτηκαν στην αρμόδια υπηρεσία 6.705 παράπονα καταναλωτών, από τα οποία το 35% αφορούσε την αύξηση των ενοικίων.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Αύξηση εσόδων - μείωση δαπανών την τριετία 2000 - 2002

Αυξήσεις φόρων σημαντικά υψηλότερες, τόσο από τον προβλεπόμενο πληθωρισμό, όσο και από την αντίστοιχη εξέλιξη των κρατικών δαπανών ( συμπεριλαμβανομένων και των αμοιβών των εργαζομένων) για την περίοδο 2000 - 2002, προβλέπει η εξαμηνιαία έκθεση του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας που δόθηκε πριν από λίγες μέρες στη δημοσιότητα.

Η έκθεση βέβαια περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία που υπάρχουν και στο «επικαιροποιημένο» πρόγραμμα «σύγκλισης» για την ίδια περίοδο, που παρέδωσε πρόσφατα η ελληνική κυβέρνηση στο κοινοτικό διευθυντήριο των Βρυξελλών.

Ειδικότερα η εξαμηνιαία έκθεση προβλέπει ότι τα τρέχοντα έσοδα (στα τρέχοντα έσοδα περιλαμβάνονται οι φόροι στην παραγωγή και στις εισαγωγές, οι φόροι στο εισόδημα και στην περιουσία, οι κοινωνικές εισφορές και τα λοιπά τρέχοντα έσοδα) θα αυξηθούν το 2000 κατά 4,9%, το 2001 κατά 6,7% και το 2002 κατά 6,4%. Σημαντική αύξηση προβλέπεται για τα έσοδα από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, τα οποία αναμένεται να αυξηθούν κατά 7,7% το 2000 και κατά 7% το 2001 και 2002. Την ίδια περίοδο οι καταναλωτικές δαπάνες του κράτους προβλέπεται να αυξηθούν κατά 5,2% το 2000 και κατά 4,5% το 2001 και 2002. Ειδικά οι αποδοχές των εργαζομένων προβλέπεται να αυξηθούν σε ονομαστικά επίπεδα κατά 5,5% το 2000, 4,2% το 2001 και 4% το 2002. Αν δηλαδή αφαιρέσουμε το προεκλογικό έτος 2000, η κυβέρνηση ομολογεί τις προθέσεις της για νέα αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης και νέες περικοπές των κρατικών δαπανών.

Αδιαφορία για τον έλεγχο των τροφίμων

Αδιάφορο είναι για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το θέμα του ελέγχου των τροφίμων από τις αρμόδιες υπηρεσίες, αφού δεν υπάρχει καμία μέριμνα για ελέγχους στο συγκεκριμένο τομέα για το επόμενο διάστημα, λόγω του ότι οι αγορανομικές υπηρεσίες και επιτροπές καταργούνται από την αρχή του χρόνου, προκειμένου να περάσουν στις αρμοδιότητες του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ). Ομως από την κατάργηση των αγορανομικών υπηρεσιών και επιτροπών μέχρι την εφαρμογή του ΕΦΕΤ, υπολογίζεται να περάσουν περισσότεροι από τρεις μήνες, διότι χρειάζεται και η θέσπιση Προεδρικού Διατάγματος, με αποτέλεσμα αυτό το διάστημα να μην υπάρχει δυνατότητα ελέγχου.

Μάλιστα η αδιαφορία της κυβέρνησης φτάνει στο βαθμό που η Γενική Γραμματέας Καταναλωτή, Χριστίνα Παπανικολάου , υποστήριξε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα με την κατάργηση των ελεγκτικών επιτροπών, αναφέροντας ότι ως σήμερα μόνο ένα τμήμα υπήρχε στην Αττική και αυτό ασχολούνταν περισσότερο με τον έλεγχο των τιμών, παραδεχόμενη κατ' αυτόν τον τρόπο την αποδυνάμωση των αρμόδιων υπηρεσιών.

Πάντως το μόνο έτοιμο για τον ΕΦΕΤ είναι το... προεδρείο του, στο οποίο επικεφαλής τίθεται η Χριστίνα Παπανικολάου. Οσο δε για τους αστυκτηνιάτρους των υπηρεσιών ελέγχου, σύμφωνα με την κ. Παπανικολάου θα μεταταχθούν στον ΕΦΕΤ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ