ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 15 Ιούνη 2006
Σελ. /32
Καλές αλλά άτολμες προσπάθειες και εμπορικές σκοπιμότητες

Ο «Κώδικας Ντα Βίντσι», που δεν έσπασε τα ταμεία, όπως περίμεναν, αποσύρεται σιγά σιγά από τις αίθουσες, αφήνοντας, επιτέλους, χώρο και σε άλλες ταινίες! Εξι, λοιπόν, είναι τα νέα κινηματογραφικά έργα της βδομάδας. Και μια - σημαντική - επανάληψη. Το μεταφυσικό ποίημα του Κριστόφ Κισλόφσκι «Η Διπλή Ζωή της Βερόνικα».

Δικαιωματικά πρώτη η ταινία «Τριστάνος και Ιζόλδη», του Κέβιν Ρέινολντς. Μια περιπέτεια που στηρίζεται στο γνωστό κέλτικο μύθο, ο οποίος, ανάμεσα σε άλλους, ενέπνευσε και τον Ρίτσαρντ Βάγκνερ, που δημιούργησε τη γνωστή ομώνυμη όπερα (ο ίδιος ο συνθέτης έγραψε και το λιμπρέτο). Ακολουθεί η ταινία του Ρόμπερτ Τάουνι, «Ρώτα τον Ανεμο», μια γοητευτική ματιά πάνω σε ένα φιλόδοξο νεαρό συγγραφέα και μια καυτή πόλη. Και από κοντά τα, επίσης, γοητευτικά «16 Χρόνια Αλκοόλ», του Ρίτσαρντ Τζόμπσον. Μια ποιητική κινηματογραφική ματιά πάνω στο ζήτημα της εξάρτησης. Και ο κύκλος των γοητευτικών προσπαθειών ολοκληρώνεται με το τσιγγάνικο μουσικό ντοκιμαντέρ «Σεβίλλη, Νότια Πλευρά», της Ντομινίκ Αμπέλ.

Τελειώνοντας τις καλές προθέσεις, περνάμε στις κακές σκοπιμότητες. «Palais Royal», της Βαλερί Λεμερσιέ. Μια φιλοβασιλική ανοησία! Και ακολουθεί το αιμοσταγές δρακουλικό «Δίψα Για Εκδίκηση», του Οου Μπολ!

Αυτές, λοιπόν, οι ταινίες, μαζί με εκείνες που συνεχίζουν από προηγούμενες βδομάδες, θα κονταροχτυπηθούν με το ποδοσφαιρικό Μουντιάλ! Και με τον καιρό, ίσως;

ΚΕΒΙΝ ΡΕΪΝΟΛΝΤΣ
Τριστάνος και Ιζόλδη

Είναι στα θετικά του κινηματογράφου, όταν σκύβει πάνω στην παράδοση και προσπαθεί να μεταφέρει στην οθόνη μύθους, που άντεξαν στο χρόνο. Μύθους, όπως αυτός του Τριστάνου και της Ιζόλδης, που χάνεται στο βάθος της ιστορίας.

Η πολύ σημαντική δραματική ιστορία του «Τριστάνου και της Ιζόλδης», μια αντιπολεμική ιστορία έρωτος και καθήκοντος, ανήκει στους κέλτικους μύθους, που έφτασαν, από στόμα σε στόμα, μέχρι τον 11ο αιώνα, οπότε κωδικοποιήθηκαν και πέρασαν, πια, στο χαρτί και σε άλλες μορφές αποτύπωσης. Η προέλευση αυτών των μύθων, που τους συναντάμε στην Ιρλανδία και σε ολόκληρη τη Βρετανία, είναι, ίσως, η Σκανδιναβία. Πάντως, μοιάζουν με πάρα πολλούς αρχαίους ελληνικούς μύθους!

Η πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και η βιαστική αποχώρηση των στρατευμάτων της από τη Βρετανία, άφησε πίσω της ένα τεράστιο φυλετικό χάος! Διάφοροι φιλόδοξοι αρχηγοί φυλών και ομάδων, ορεγόμενοι την εξουσία ο καθένας για τον εαυτό του, έπεφταν ο ένας πάνω στον άλλον. Οι μάχες ήταν ολοκληρωτικές! Το αίμα έρεε ποταμός!

Ο μαχητικός βασιλιάς της Ιρλανδίας Ντόνχαντ, πατέρας της Ιζόλδης, επωφελείται αυτού του διχασμού και κυριεύει τη Βρετανία. Οι Εγγλέζοι υποχρεώνονται να αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους και να δημιουργήσουν έναν αξιόμαχο στρατό και να πάρουν πίσω την κατακτημένη πατρίδα τους. Δεξί χέρι του Λόρδου Μάρκε, που ένωσε τους Εγγλέζους, είναι ο Τριστάνος.

Η «μοίρα» φέρνει τον Τριστάνο και την Ιζόλδη να γνωριστούνε και να αγαπηθούνε. Ο έρωτάς τους, όμως, έρχεται αντιμέτωπος με το καθήκον. Το δράμα, η τραγωδία καλύτερα, είναι αναπόφευκτη.

Δυστυχώς, για την ταινία δεν μπορούμε να μιλήσουμε με τα ίδια λόγια θαυμασμού, που μιλάμε για την ομότιτλη όπερα του Ρίτσαρντ Βάγκνερ. Η διαφορά προσέγγισης του θέματος, ανάμεσα στον συνθέτη και τον κινηματογραφιστή, είναι ορατή στο αποτέλεσμα. Ο Βάγκνερ έσκυψε πάνω στο μύθο, ερεύνησε και εμφάνισε όλες τις διαστάσεις του. Ο Κέβιν Ρέινολντς κράτησε μόνον τα εξωτερικά στοιχεία. Αυτά που θα έκαναν το έργο του εύκολα προσπελάσιμο.

Ο Βάγκνερ, πέρα από την ανάδειξη όλων των αρετών του μύθου, με την όπερά του έκανε και μια μουσική πρόταση. Λένε οι γνωρίζοντες μουσική πως ο Τριστάνος και η Ιζόλδη, του Βάγκνερ, αναστάτωσε τα μέχρι τότε μουσικά πράγματα. Τα αυτιά των ακροατών του γνώρισαν καινούριους ήχους, ήρθαν σε επαφή με νέες απόψεις για την αρμονία. Ο Κέβιν Ρέινολντς, παρέμεινε κλασικός, αφηγηματικός, δεν έφερε καμία κινηματογραφική αναστάτωση. Η ταινία του δεν πρόκειται να απασχολήσει την κινηματογραφική ιστορία.

Ο Βάγκνερ άφησε στην ανθρωπότητα μια μεγάλη μουσική κληρονομιά, ενώ ο Ρέινολντς, με τον ίδιο μύθο, αφήνει απλώς μια συμπαθητική κινηματογραφική περιπέτεια. Η μεγάλη διαφορά δεν οφείλεται μόνο στο ταλέντο. Εχει να κάνει και με την ανάγκη που ώθησε τον καλλιτέχνη στη δημιουργία του καλλιτεχνικού έργου. Ο συνθέτης συγκλονίζεται από την πολυπλοκότητα του μύθου, ο σκηνοθέτης, απλώς, εντυπωσιάζεται. Ο πρώτος δημιουργεί. Ο δεύτερος, απλώς, διεκπεραιώνει.

Η ηθική, λοιπόν, στην τέχνη δεν είναι άμοιρη του αποτελέσματος. Ο Βάγκνερ δεν έμενε αμέτοχος στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα της εποχής του και αυτό αποτυπώθηκε στο έργο του. Ο Ρέινολντς δεν έδειξε καμία διάθεση καταγγελίας της βίας και του πολέμου. Αφησε το έργο του μακριά από τα γεγονότα του καιρού μας. Η ταινία του δεν έγινε μια αντιπολεμική ταινία. Ενας ύμνος στον έρωτα, έστω! Με την επίπεδη εικονογράφησή του, ακόμα και αν δεν ήταν στις προθέσεις του, πρόβαλε τη βία και τον παλικαρισμό! Ο θεατής «ευχαριστιέται» τις μάχες αντί να τις αποστρέφεται!

Παίζουν: Τζέιμς Φράνκο, Σοφία Μάιλς, Ρούφος Σίγουελ.

ΡΟΜΠΕΡΤ ΤΑΟΥΝΙ
Ρώτα τον άνεμο

Υπάρχουν ταινίες, που όσο και να τις στύβεις, δε βγάζουν ζουμί. Και, ωστόσο, δεν μπορείς να τις προσπεράσεις αδιάφορα. Γιατί, σε κάποιες περιπτώσεις, παρ' όλη την εξωτερική ιδεολογική κενότητά τους, διαθέτουν εσωτερικά μια γοητεία! Διαθέτουν αισθητικά καταξιωμένες εικόνες, εξαιρετική και διακριτική μουσική, σωστή επιλογή χώρων, ζεστά πρόσωπα, ένα ενδιαφέρον κοινωνικό περιβάλλον και μια αδιόρατη ανησυχία. Κάποια υποψία, πως υπήρχε πρόθεση να ειπωθούν σημαντικότερα πράγματα, από αυτά που λέγονται! Μια τέτοια περίπτωση είναι και η ταινία του Ρόμπερτ Τάουνι, «Ρώτα τον άνεμο».

Σε πρώτο επίπεδο έχουμε έναν επιπόλαιο και φιλόδοξο νεαρό συγγραφέα να ονειρεύεται, για ευτελείς λόγους, επιτυχίες! Θέλει να γίνει γνωστός, για να αποχτήσει χρήματα και γυναίκες! Και πηγαίνει στην πιο ζωντανή πόλη της Αμερικής. Στο «λαμπερό» Λος Αντζελες! Στη συνέχεια, βέβαια, όλα αυτά διαψεύδονται! Ο φίλος μας είναι τρυφερότερος από αυτό που δείχνει. Γνωρίζει μια νεαρή μετανάστρια, γυναικείο αντίγραφο του εαυτού του, και την ερωτεύεται. Οι φιλοσοφίες του, για χρήματα και γυναίκες, πάνε περίπατο. Μαζί της θα μπορούσε να γίνει ακόμα και οικογενειάρχης! Ή, τέλος πάντων, σοβαρότερος άνθρωπος!

Αλλά και το Λος Αντζελες δεν είναι τόσο λαμπερό όσο νόμιζε. Η Αμερική, τελικά, δεν είναι τόσο λαμπερή όσο νόμιζε. Σε πετάει μέσα στο λάκκο με τα φίδια και σε αφήνει να αλέθεσαι. Μέσα στις ταξικές, οικονομικές, φυλετικές διακρίσεις. Τα «θέματα» που αναζητούσε σαν συγγραφέας είναι εκεί. Δίπλα του. Αυτός δεν ξέρει να τα «διαβάσει».

Το κακό με την ταινία είναι πως διστάζει να μιλήσει. Να μιλήσει καθαρά για όλα αυτά! Μιλάει μέσα από τα δόντια. Ακόμα και η φόρμα που διάλεξε να μιλήσει είναι αποτέλεσμα του δισταγμού του. Επέλεξε την «ελαφράδα» από τη «σοβαρότητα». Γίνεται υπέρ του δέοντος «χαριτωμένη», από φόβο να μη γίνει καταγγελτική! Και ακυρώνει έτσι τον κριτικό λόγο της.

Πάντως, στο «βάθος» της ταινίας, υπάρχουν όλα αυτά που δείχνει πως θέλει να αποφύγει. Υπάρχει ο ρατσισμός, η μοναξιά, η απελπισία, η επιθυμία για επικοινωνία, η δυσκολία για επικοινωνία. Υπάρχει και η αισιοδοξία και η ελπίδα. Αν κάποιος έχει την ικανότητα να βλέπει ανάμεσα από τις γραμμές, σίγουρα θα ευχαριστηθεί την ταινία.

Παίζουν: Κόλιν Φάρελ, Σάλμα Χάγιεκ, Ντόναλντ Σάδερλαντ.

ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΤΖΟΜΠΣΟΝ
16 χρόνια αλκοόλ

Αλλη μια ταινία με πολλές αρετές στην κινηματογραφική αφήγηση και στη δημιουργία καλού αισθητικού αποτελέσματος. Αλλη μια ταινία που δυσκολεύεται να κατανοήσει την πραγματικότητα και να τη μεταφέρει στις όμορφες και καλαίσθητες, πράγματι, εικόνες της και από εκεί, βέβαια, στο θεατή.

Η ταινία του Ρίτσαρντ Τζόμπσον, «16 χρόνια αλκοόλ», ασχολείται με τον αλκοολισμό και την εξάρτηση. Παρακολουθεί, με ποιητικό τρόπο τη ζωή, σε τρεις φάσεις, ενός αλκοολικού. Βλέπουμε τον κεντρικό ήρωα, νεαρό παιδί, να έρχεται αντιμέτωπος με τις πρώτες οικογενειακές και κοινωνικές εμπειρίες, οι οποίες και τον σημαδεύουν. Μετά ενήλικα, δημιούργημα και αποτέλεσμα αυτών των εμπειριών, να βιώνει με το χειρότερο τρόπο αυτές τις εμπειρίες. Και, τέλος, άντρα πια, να αγωνίζεται να αποδεσμευτεί από το παρελθόν του. Ολο αυτά με ποιητική αφαίρεση και καλό κινηματογραφικό γούστο!

Και σε αυτή την ταινία είναι «όλα εκεί». Και όλα απουσιάζουν. Από την έλλειψη ιδεολογικής καθαρότητας και σαφήνειας, αλλά και από την έλλειψη διάθεσης του δημιουργού να πει φωναχτά την αλήθεια, ο θεατής είναι αναγκασμένος να κάνει τους δικούς του συλλογισμούς! Να δει αυτός εκεί που δεν του δείχνει η ταινία. Να δει αυτός, και αυτός να κατανοήσει, πως ο αλκοολισμός -και το κάθε είδους ναρκωτικό- είναι ταξικό, κοινωνικό, πολιτικό ζήτημα. Και η λύση του προβλήματος βρίσκεται στην ανατροπή της ταξικής, κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας, η οποία παράγει και διανέμει τα ναρκωτικά! Ολων των ειδών τα ναρκωτικά. Ολα τα άλλα είναι ουτοπικές και αποπροσανατολιστικές προσεγγίσεις!

Η ταινία συνειδητά αποφεύγει κάθε κοινωνικό και πολιτικό σχόλιο. Θεωρεί τα πράγματα δοσμένα και προσπαθεί μέσα σε αυτά τα δοσμένα πράγματα να βρει λύσεις. «Θεραπείες» που σε καμία περίπτωση δε γιατρεύουν οριστικά. Στην πραγματικότητα απλώς διαχειρίζονται την κρίση! Οπως καταλαβαίνετε, μιλάμε, για μια ακόμα ταινία, που έχει εντοπίσει το πρόβλημα, αλλά δε θέλει ή δεν μπορεί να κατονομάσει τους υπεύθυνους! Μιλάμε, δηλαδή, για μια ταινία που κάνει μια «θρησκευτική» προσέγγιση σε ένα καθαρά ταξικό, κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα. Κρίμα, γιατί στη γραφή της είναι πράγματι προχωρημένη!

Παίζουν: Κέβιν Μάκιντ, Λόρα Φρέιζερ, Σούζαν Λιντς.

ΝΤΟΜΙΝΙΚ ΑΜΠΕΛ
Σεβίλλη, νότια πλευρά

Ισπανίδα Τσιγγάνα καλλιτέχνις
Ισπανίδα Τσιγγάνα καλλιτέχνις
Η Ντομινίκ Αμπέλ είναι Γαλλίδα. Υπήρξε χορεύτρια κλασικού χορού, τζαζ και οριεντάλ. Σπούδασε ηθοποιός και παράλληλα πόζαρε ως μοντέλο για γνωστά διεθνή περιοδικά μόδας («Vogue», «Marie-Claire», «Vanity», «The face» κλπ.), Πήρε μέρος σε μεγάλες επιδείξεις μόδας σε Παρίσι, Μιλάνο, Νέα Υόρκη, Τόκιο, Μαδρίτη, Λονδίνο, Λος Αντζελες κ.α.

Κάποια στιγμή, λέει, είδε τον Αντόνιο Γκάδες, χορογράφο και χορευτή του φλαμένκο και πρωταγωνιστή στις ταινίες του Σάουρα, και τα παράτησε όλα! Πήγε στην Ισπανία, για να μάθει φλαμένκο. Εκεί, στην Ισπανία, ήρθε σε επαφή με τους Τσιγγάνους, τη μουσική, το χορό και τον τρόπο της ζωής τους... Εκεί γνώρισε όλους τους σύγχρονους μύθους του φλαμένκο. Αυτές οι εμπειρίες την οδήγησαν στη δημιουργία της «βιωματικής», όπως λέει, ταινίας της!

Ολα αυτά ακούγονται τόσο ωραία! Και μπορεί να είναι και έτσι! Ομως, δυστυχώς, η Γαλλίδα δημιουργός «βίωσε» τα πράγματα μάλλον εξωτερικά. Ο Αντόνιο Γκάδες, που την αναστάτωσε, είχε άλλες απόψεις για το χορό, για τη μουσική, για τους Τσιγγάνους. Αυτός και οι συνεργάτες του πολιτικοποίησαν την τέχνη τους. Την έκαναν μέρος και κομμάτι των πολιτικών και κοινωνικών αγώνων των Ισπανών εργαζόμενων. Η ίδια, δυστυχώς, δεν προχώρησε πέρα από την επιφάνεια. Δεν «έψαξε» τις ανάγκες που γέννησαν τη μουσική των Τσιγγάνων. Δεν έδωσε πολιτική εξήγηση σε αυτό το μοναδικό πάθος.

Η τίμια ταινία της απλώς καταγράφει. Δεν προχωράει στον πυρήνα, στην πηγή που γεννάει τον πόνο και την κραυγή του φλαμένκο. Μας παραθέτει απλώς τραγούδια και τραγουδιστές! Η όποια συγκίνηση υπάρχει στην οθόνη είναι αποτέλεσμα των αυθεντικών Τσιγγάνων και, κυρίως, της τσιγγάνικης μουσικής και των υπέροχων στοίχων των τραγουδιών τους! Αντε και κάποιων «διαπιστώσεων» των Τσιγγάνων!

Οποιος, όμως, θεατής βρεθεί στην αίθουσα, θα απολαύσει καταπληκτική μουσική, θα δει καταπληκτικές χορευτικές κινήσεις και, κυρίως, θα ακούσει καταπληκτικό ερωτικό στίχο! Ενα στίχο με τρομερή οικονομία και, παράλληλα, σπάταλο σε συναισθήματα!

Εμφανίζονται: Ραφαέλ και Ραϊμούντο Αμαδόρ, Μαρτίν και Χουάνα Ρεβουέλο, Αντόνιο Κανάλες κ.ά.

ΚΡΙΣΤΟΦ ΚΙΣΛΟΦΣΚΙ
Η διπλή ζωή της Βερόνικα

Η «Βερόνικα», που επαναπροβάλλεται ύστερα από αρκετά χρόνια, ανήκει στην κατηγορία των «καλλιγραφικών» ταινιών! Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και άλλες ταινίες του Πολωνού δημιουργού. Στις ταινίες, δηλαδή, που ασχολούνται με παθιασμένα άτομα, ξεκομμένα από τον κόσμο, με προσωπικά δράματα απελπισμένων ανθρώπων, με μελαγχολικά και αδιέξοδα θέματα. Ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που έγιναν σαν απάντηση στο ρεαλισμό. Παράλληλα ενσωματώνει και στοιχεία του ποιητικού κινηματογράφου. Κυρίως στην αφαίρεση και στο μεγάλο βάρος που ρίχνει στη φόρμα και στην αισθητική.

«Μια γυναίκα μοιρασμένη σε δύο σώματα, με δυο καρδιές που χτυπούν τους ίδιους χτύπους (η μια στην Πολωνία, η άλλη στο Παρίσι), μπλέκονται, μπερδεύονται, αλληλοεξαρτώνται και αλληλοκαθορίζονται, αν και δε συναντιούνται ποτέ», γράφει το «διαφημιστικό» της ταινίας. Κάποιοι λένε πως η ταινία ήταν η πρώτη προσπάθεια του δημιουργού να δείξει τους ευρωπαϊκούς προσανατολισμούς του και η προτροπή του να κάνει το ίδιο και η Πολωνία! Αυτό εκφράστηκε καθαρότερα αργότερα με τη γνωστή τριλογία του: «Τρία Χρώματα: Η Μπλε/Λευκή/Κόκκινη Ταινία» (1993-1994).

Δεν υπάρχει χώρος να αναλύσουμε τους πραγματικούς λόγους που κάνουν έναν δημιουργό να φεύγει από την πραγματικότητα και να αναζητάει τα θέματά του έξω από αυτή. Δεν μπορούμε, όμως, να μη σημειώσουμε πως πολλές φορές, τις περισσότερες ίσως, αυτή η φυγή είναι πράξη απελπισίας και προσωπικού αδιέξοδου. Και αυτό όταν δεν είναι συνειδητή πράξη αποπροσανατολισμού.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Κριστόφ Κισλόφσκι διάλεξε μια πολύ όμορφη γυναίκα, έναν εξαιρετικό μουσικό και έναν ακόμα πιο εξαιρετικό φωτογράφο και απελευθερωμένοι όλοι αυτοί από την υποχρέωση να αφηγηθούν μια συγκεκριμένη ιστορία, οργίασαν με τις μουσικές, τα χρώματα, την καλαισθησία και την ομορφιά! Η ταινία μοιάζει με τα πολύτιμα κινέζικα βάζα, τα οποία έχουν βέβαια μεγάλη αισθητική αξία, δεν έχουν, όμως, άμεση χρησιμότητα. Δεν είναι άχρηστα, αλλά δεν είναι και σε άμεση χρήση. Ο κινηματογράφος, όμως, είναι μια τέχνη... κλπ!

Παίζουν: Ιρέν Ζακόμπ, Φιλίπ Βολτέρ, Σαμπρίν Ντουμάς.

ΒΑΛΕΡΙ ΛΕΜΕΡΣΙΕ
Palais Royal

Θυμάστε, οι μεγαλύτεροι, το γάμο του Κωνσταντίνου Γλίξμπουργκ με τη Δανέζα Αννα - Μαρία; Την ξεσκέπαστη περατζάδα στους δρόμους, τις σημαιούλες των δυο χωρών, τις χαζές φωτογραφίες στους κήπους των ανακτόρων; Τα σοβαρά, δήθεν, πρόσωπα των «εστεμμένων»; Θυμάστε τους αυλοκόλακες και τους κάθε λογής υπηρέτες και σφουγγοκωλάριους; Θυμάστε αυτό το «λαμπρό» πανηγύρι;

Ε, αυτό ακριβώς είναι η ταινία «Palais Royal»! Μια προσπάθεια νεκρανάστασης της βασιλείας. (Από καιρό σε καιρό κάτι παρόμοιο γίνεται και από τα δικά μας κανάλια, πότε με τον Κωνσταντίνο, πότε με τον Παύλο και πότε με την Αλεξία).

«Πάρ' την κόρη σου και μπρος, δε σε θέλει ο λαός»! Φυσικά η ταινία δεν είναι τόσο σοβαρή, όπως παριστάνουν ότι είναι οι πραγματικοί εστεμμένοι. Κάνει και τα αστειάκια της! Τη σάτιρά της! Ωστόσο, η αντίδραση, αντίδραση! Κυρίως, γιατί τα πρόσωπα των «εστεμμένων», πέρα από τις αδυναμίες τους, είναι πρόσωπα που αποσπούν τη συμπάθεια των υπανάπτυκτων, βέβαια, θεατών! Μην ξεχνάμε πως σε υπανάπτυκτους θεατές απευθύνεται η ταινία! Στο ρόλο της Φρειδερίκης, κύριε των δυνάμεων, η Κατρίν Ντενέβ! Τέτοιος ξεπεσμός της «Ωραίας της Ημέρας»; Τέτοιος!

Παίζουν: Βαλερί Λεμερσιέ (και σκηνοθέτις), Λαμπέρ Βιλσόν, Κατρίν Ντενέβ, Μισέλ Ομόν.

ΟΟΥ ΜΠΟΛ
Δίψα για εκδίκηση

Το «Δίψα για Εκδίκηση» πάει μαζί με το «Palais Royal»! Θα έπρεπε να παίζονταν μαζί με το ίδιο εισιτήριο! Και οι δυο ταινίες ασχολούνται με βρικόλακες! Τέρατα, που ρουφάνε αίμα! Αλλά και με βασιλικές οικογένειες! Η νεαρή ηρωίδα της ταινίας πριγκίπισσα είναι και αυτή! Η οποία «αγωνίζεται να εκδικηθεί το θάνατο της μητέρας της από τον πατέρα της, Κέιγκαν, το βασιλιά των Βρικολάκων»!

Και αυτή η ταινία κινείται στα όρια της σοβαρότητας και της σάτιρας! Πάντως, δεν είναι κωμωδία. Ετούτη, δυστυχώς, είναι πολύ πιο κακόγουστη. Σας μεταφέρω μια σκηνή μοναχά, για να καταλάβετε! Σε ένα πάρτι - όργιο οι βρικόλακες γεμίζουν τα ποτήρια τους με αίμα από ζωντανούς ανθρώπους, που έχουν ανοιχτές τις φλέβες τους (όπως γίνεται με την... αιμοδοσία)! Αηδία!

Παίζουν: Κριστιάνα Λόκεν, Μισέλ Ροντρίγκεζ, Μπεν Κίνγκσλεϊ, Μάικλ Μάντσεν.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ