ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 10 Δεκέμβρη 1996
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
"Τραγουδώντας" τον αγώνα

Στη λιτά, αλλά καλαίσθητα και λειτουργικά διαμορφωμένη σκηνή της αίθουσας των συνεδρίων, την Κυριακή το βράδυ, ξετυλίχτηκαν διά του λόγου, της εικόνας, του μελισμένου στίχου πενηντάχρονες μνήμες της νεότερης ιστορίας του τόπου μας. Μνήμες ακριβές, του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας,του αγώνα αξιοπρέπειας των καλύτερων και γενναιότερων παιδιών του λαού μας. Μνήμες ενός αγώνα, που ριζώνει στο '21 και εμπνέεται από το λόγο αγωνιστών σαν τον Μακρυγιάννη, με απόσπασμα από τα "Απομνημονεύματα", του οποίου άνοιξε το καλλιτεχνικό, οπτικοακουστικό πρόγραμμα της εκδήλωσης ο Βασίλης Κολοβός.Απόσπασμα που "εισήγαγε" στην ομιλία του επίτιμου Προέδρου του ΚΚΕ, Χαρίλαου Φλωράκη,για να "δεθεί" στη συνέχεια με το τραγούδι του ΔΣΕ, "Βροντάει ο Ολυμπος και πάλι" από τη Χορωδία της ΠΕΑΕΑ, ενώ στην οθόνη προβάλλονταν ντοκουμέντα για το πώς φτάσαμε στο ΔΣΕ.

Τα μάτια των μεγάλων σε ηλικία γέμισαν δάκρυα. Τα μάτια των νεολαίων "φωτιά" υπόσχεσης για νέους αγώνες για το καλό του τόπου και του λαού. Τα μάτια και οι καρδιές "φλογίζονταν" από εικόνες του σκληρού, με τεράστιες δυσκολίες, άνισου αγώνα των μαχητών και μαχητριών στη ρημαγμένη, από τον κατακτητή και έπειτα από τους εισβολείς "συμμάχους" Αγγλοαμερικανούς και τους ντόπιους υπηρέτες τους, Ελλάδα. Ο "Ορκος" του μαχητή του ΔΣΕ, που διάβασε ο νέος ηθοποιός Χαράλαμπος Αρώνης,προκάλεσε ρίγος συγκίνησης και καταιγιστικά χειροκροτήματα, που διέκοπταν την ανάγνωση του "Ορκου". Οι εικόνες στην οθόνη, πλαισιωμένες με αφήγηση, περιέγραφαν έναν αγώνα που δε χωρά εύκολα σε λέξεις.

Στο φιλμ που παρουσιάστηκε, αποκαλύφθηκε η τεράστια, συγκινητική συμβολή των γυναικών στον αγώνα του ΔΣΕ. Συγκλονιστικές ήταν οι διηγήσεις τριών αγωνιστριών, που ξαναζούσαν μέσα από τις μνήμες τους τα χρόνια εκείνα που κατέθεταν την τρυφερή νιότη τους και την ίδια τη ζωή τους. Οι διηγήσεις των γυναικών ήταν τρανή απόδειξη ότι ο αγώνας τους ήταν "προσκύνημα" στην ίδια τη ζωή. Μα και οι άλλες εικόνες από αρχειακό υλικό του ΚΚΕ ζωντάνεψαν τις αγωνιστικές "καταθέσεις" του ελληνικού λαού. Εικόνες, που "ανανεώνουν" τον "όρκο" για νέους αγώνες που χρειάζονται και δε σταματούν ποτέ για ένα λαό που θέλει να ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο, όχι για τους λίγους, αλλά για όλους.

Οι θύμισες "βροντοφώναζαν" μέσα από το βουβό ακροατήριο, μέχρι να 'ρθει η ώρα να τις συνεγείρει η "Κυρά των αμπελιών" του Γιάννη Ρίτσου,διά της συνταρακτικής, λυρικής ερμηνευτικής δύναμης, απαγγελίας της Αλέκας Παϊζη.Ισως μόνο η Α. Παϊζη, φίλη, συναγωνίστρια, κρατούμενη και εκείνη όπως και ο Ρίτσος σε κολαστήρια όπως της Μακρονήσου, μπορούσε να δώσει φωνή στο αίσθημα του ποιητή όταν έγραφε το "Αγιασθήτω", δίνοντας και όρκο να τιμά (και με το έργο του) τους αγωνιστές του λαού μας. Το συναισθηματικά φορτισμένο από την απαγγελία της Παϊζη κλίμα, ελευθέρωσε ο Στέφανος Ψαραδάκος με το αντάρτικο τραγούδι "Σαν ατσάλινο τείχος". "Αχ, πατρίδα, είσαι γεννημένη από πεθαμένους",ήταν ένας από τους στίχους ενός ποιήματος που απάγγειλε με δραματικό καημό ο Βασίλης Κολοβός,για να τον διαδεχτούν το τραγούδι "Ηρωες" από τον Στ. Ψαραδάκο και ολόκληρο το ακροατήριο, άλλοι στίχοι, εξίσου δραματικοί που απήγγειλε ο Χαράλαμπος Αρώνης. Κι άλλοι στίχοι, ειπωμένοι με το δραματικό δυναμισμό του Βασίλη Κολοβού, που θύμιζαν: "Ο Κόζακας κι οι αντρειωμένοι του κρατάν το λόγο τους/ κι εμείς τους... καρτεράμε", ενώ η οθόνη "μαρτυρούσε" τα τυραννισμένα σήμερα Βαλκάνια, αλλά και κινητοποιήσεις του λαού μας, των αγροτών, της εργατιάς, των απόμαχων της δουλιάς, της μαθητικής και φοιτητικής νεολαίας.

Η περήφανη συγκίνηση και τα χαμόγελα ελπίδας από τη μαζική παρουσία της νιότης φώτιζαν όλη την αίθουσα, επιβεβαιώνοντας ότι κανένας αγώνας δεν πάει χαμένος. Οτι οι αγώνες θα συνεχίζονται όσο υπάρχουν άνθρωποι που ονειρεύονται. Αλλωστε υπόσχεση αγώνα δόθηκε με το δυνατό χειροκρότημα στη φράση του Βασ. Κολοβού "αυτή τη βραδιά τιμής για τον ΔΣΕ, πρέπει να τη μεταφέρουμε στους δρόμους του αγώνα",με την οποία έκλεισε η ελπιδοφόρα αυτή εκδήλωση.

Ηρωες με δώδεκα ζωές...

"Μέσα στον όρμο της Γιούρας το κνούτο κάθε βράδυ αντηχεί. Τ' άγρια τα βράχια βογκάνε, το γαλάζιο το κύμα θρηνεί".

"Τ' αρχιδήμιου Γλάστρα τ' ασκέρι, του Τσολάκη οι κάφροι αφριούν, στα κορμιά μας πληγές μάς ανοίγουν, τις καρδιές μας ποτέ δε λυγούν".

"Κάθε όρμος με αίμα βαμμένος, κάθε ρέμα και κάθε πλαγιά, κάθε βράχος κι αυτός ματωμένος".

"Η πίστη μας θα 'ναι μεγάλη, η πίστη μας θα 'ναι τρανή, στην Ελλάδα μια μέρα θα λάμψει Δημοκρατία Λαϊκή".

"Ενωμένοι μπροστά ως τη νίκη, θα βαδίζουμε πάντα μαζί και θαρρετά εμείς θα κοιτάμε τους δημίους σ' αυτό το νησί".

Το θυμήθηκε ολόκληρο και μας το ψιθύρισε απνευστί μπροστά απ' τα ταμπλό με τις φωτογραφίες του αγώνα, ένας ηλικιωμένος αγωνιστής. Ηταν ένα ποίημα, που κυκλοφόρησε λαθραία κάποιος συγκρατούμενός του, όταν βρίσκονταν εξόριστοι στη Γιούρα. Δεν έμαθαν ποτέ τον συγγραφέα.

Εφτασε στα χέρια του σ' ένα τόσο δα χαρτάκι, γραμμένο κι απ' τις δύο πλευρές. Περνούσε έτσι από χέρι σε χέρι. Κανείς δεν ήξερε από πού ερχόταν και πού πήγαινε. Αν το έπιαναν οι φύλακες... Ο μόνος τρόπος να προστατευτούν ήταν να μην ξέρουν. Ομως κάπως έτσι, με τα μικρά πράγματα που σκάρωναν, κατάφερναν να διατηρούν υψηλό το ηθικό τους. Γιατί έπρεπε να αντέξουν.

* * *

Ο Παναγιώτης Τζάλας είχε πολλά να θυμηθεί ακόμα. Ολη του η οικογένεια βρέθηκε στο καμίνι του αγώνα. "Τον μεγάλο μου αδερφό τον σκότωσαν οι Ιταλοί. Ο μικρότερος κατατάχθηκε στο ΔΣΕ και πέρασε στρατοδικείο. Εγώ καταδικάστηκα σε ισόβια. "Αβέρωφ", Φυλακές Κέρκυρας - "τάφος ζώντων" όπως έγραφε η πινακίδα στο διοικητήριο - κι έπειτα στα Γιούρα".

"Μαρτύρια, εκτελέσεις, το '47 γίνονταν δύο φορές την εβδομάδα - 40 πήραν ένα βράδυ - κάτεργα, βασανιστήρια. Στα Γιούρα μας έβαζαν να κουβαλάμε ασήκωτες πέτρες και να τις πετάμε στη θάλασσα. Μας έλεγαν πως θα δουλεύουμε μέχρι να φτιάξουμε γέφυρα από τα Γιούρα στη Σύρο"...

"Κοιμόσουν και δεν ήξερες αν θα ξυπνήσεις. Ο Γλάστρας, ο διευθυντής, είχε δώσει εντολή στους φύλακες να έχουν μαγκούρες και να μας βαράνε. Οταν αργότερα οι αντάρτες έπιασαν τον πατέρα του, φοβήθηκε και έδωσε εντολή να μην έχει κανένας μαγκούρες, παρά μόνον ο ίδιος".

"Το πειθαρχείο ήταν ένα κλουβί από τούβλα και τσίγκο από πάνω. Χτυπούσαν εμάς, χτυπούσαν και το τσίγκο, για να μην ακούγονται τα βογκητά. Αλλά τα βογκητά μας ακούγονταν τη νύχτα. Η γυναίκα δεν άντεξε και τον παρακαλούσε: "Γιώργο, τα παιδιά" και έτσι καταργήθηκε το κλουβί με τον τσίγκο".

"Οχι ότι άλλαξε τίποτα... Ο επόμενος διευθυντής έστησε άλλο πειθαρχείο. Με σκέτο συρματόπλεγμα. Κάτω απ' το λιοπύρι. Και χώραγες εκεί μέσα μόνο σκυφτός".

* * *

Η Ροδιά στέκεται ώρα δίπλα μας κι ακούει προσεκτικά. Πώς νιώθει εκείνη που βρίσκεται μόλις στα 21 της χρόνια; "Δέος" είναι η απάντηση που έρχεται αυθόρμητα. "Γιατί τ' ακούω αυτά από έναν άνθρωπο που τα έζησε όλα αυτά. Δεν είχα ανάλογες εμπειρίες από την οικογένειά μου. Και μέχρι τώρα οι περιγραφές υπήρχαν μόνο απ' την άλλη πλευρά".

"Αγωνιζόμαστε και μεις απ' τους χώρους που βρισκόμαστε. Το κέρδος όμως εδώ σήμερα είναι διπλό. Γιατί απ' τη μια μαθαίνουμε από πρώτο χέρι, ζωντανή την ιστορία. Κι απ' την άλλη κρίνουμε και τον εαυτό μας. Εντάξει, αγωνιζόμαστε σήμερα. Αλλά αν βρισκόμαστε σ' αυτές τις συνθήκες... Αυτοί οι άνθρωποι έδωσαν και τη ζωή τους. Το χρέος μας είναι βαρύ".

* * *

Λίγο πιο πέρα μια αγωνίστρια σκυφτή απ' τα χρόνια κάτι λέει σε δύο κορίτσια, φιντάνια της ΚΝΕ. "Θα τα πείτε και σε μας;", σκύβω κοντά της και προσπαθώ να συμμετέχω στη συζήτηση. Χαμογελάει, εξηγεί πως δεν ακούει καλά, έχει και θόρυβο... μου δίνει ένα φιλί κι απομακρύνεται. Φαίνεται να προτιμά τον ήχο του κλαρίνου απ' τη μουσική για την ταινία τα "Πέτρινα Χρόνια". Και τη φωνή της Αλέκας Παϊζη,που μας ταξιδεύει στη γη της "Κυράς των Αμπελιών" και του Γιάννη Ρίτσου.

Αλήθεια, τι σας είπε, ρωτάω. "Πως για να είμαστε εδώ, πάει να πει ότι είμαστε όμορφες και στο πρόσωπο αλλά και εδώ"... δείχνει με την παλάμη το μέρος της καρδιάς.

Και εσείς πώς νιώθετε. "Αισθάνομαι όμορφα, λέει η 20χρονη Αρτεμις Χρυσοβιτσάνου,που βρίσκομαι σε μια εκδήλωση σαν κι αυτή και περήφανη που ανήκω στην ΚΝΕ, που συνεχίζει τους αγώνες εκείνης της εποχής. Προσπαθώ να μάθω περισσότερα για αυτή την εποχή, γιατί πιστεύω ότι ο αγώνας τους ήταν ιερός και σ' αυτούς χρωστάμε ότι έχουμε κάποιο όραμα, ιδανικά και παλεύουμε γι' αυτά".

Ισως από σύμπτωση, αλλά το αντάρτικο τραγούδι, που αντήχησε εκείνη την ώρα στην αίθουσα έλεγε για "ήρωες με δώδεκα ζωές"...

* * *

Στις φωτογραφίες της εξορίας στάθηκε ένα νεαρό ζευγάρι. Στιγμιότυπα, αποτυπωμένα στο χαρτί, από το Γολγοθά ενός ολόκληρου λαού. Τα μάτια τους στράφηκαν παρατηρητικά σε μια φωτογραφία με μια ομάδα γυναικών καθισμένων σε μια πλαγιά, με τα μωρά τους στην αγκαλιά. "Γυναίκες με τα μωρά τους εξόριστες στο Τρίκερι" έγραφε δίπλα η λεζάντα.

Το ζευγάρι αγκαλιάστηκε. Μπορούσε να καταλάβει τι σήμαινε εκείνη η φωτογραφία. Πόσες σκέψεις... Να 'χαν δει ποτέ αυτά τα μωρά οι πατεράδες τους; Πού βρίσκονταν όταν γεννήθηκαν; Στου "Αβέρωφ", στο Γεντί Κουλέ, σε κάποιο ξερονήσι; Ν' άκουσαν ποτέ το κλάμα τους; Ας ήξεραν, τουλάχιστον, πως είχαν γεννηθεί...

Μια φωτογραφία...

Αυτός στα 77 του, στηρίζεται πλέον σ' ένα ορθοπεδικό "πι" και στο δεξί μπράτσο της γυναίκας του. Περιφέρονται αργά σ' όλο το χώρο του φουαγιέ και κοιτούν υπομονετικά μία - μία τις φωτογραφίες, απ' το ιστορικό αρχείο του "Ριζοσπάστη", με τις μορφές αγωνιστών του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Σε μια γωνιά κοντοστέκονται. Τα μάτια τους βουρκώνουν. Το σφίξιμο των χεριών τους γίνεται πιο δυνατό. Κι ένα απαλό, αλλά τόσο τρυφερό, χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπό τους.

Η φωτογραφία δείχνει μια νέα, όμορφη γυναίκα ντυμένη με... άρματα. Δίπλα της ένας άντρας, επίσης αρματωμένος, στέκει αγέρωχος. Η λεζάντα της φωτογραφίας γράφει: "Δύο απ' τους αντάρτες που πήραν μέρος στη μάχη της Ζαχάρως. Η Γιώτα Ζούπινα και ο κουνιάδος της Αρίστος Ζούπινας, που τραυματίστηκε αλλά ακολούθησε τους αντάρτες στην υποχώρησή τους. Και οι δύο ζουν σήμερα στην Αθήνα".

Ο Γιώργος είναι δεν είναι 18 χρόνων. Μαζί με το κορίτσι του κοιτούν τις ίδιες φωτογραφίες. Η συγκίνηση των γερόντων είναι τέτοια που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. "Τους γνωρίζεται;", ρωτά ο νεαρός ευγενικά. "Αυτή η κοπέλα παιδί μου, μου μοιάζει καθόλου;", απαντά χαμογελαστά η 72χρονη γυναίκα. Το βλέμμα του Γιώργου κοιτά μια τη φωτογραφία, μια την ηλικιωμένη γυναίκα. "Εσείς είστε", λέει ενθουσιασμένος. Και παρά το τράβηγμα της φωνής του αυτή τη φορά ο Γιώργος δε ρωτά. Είναι βέβαιος.

"Οι αγώνες μας, δυστυχώς, δε δικαιώθηκαν. Η εθνική ανεξαρτησία και η ειρήνη είναι ακόμα ζητήματα για τα οποία οι νέοι πρέπει να παλέψουν. Μπορεί να είμαι 77 χρόνων, να είμαι άρρωστος αλλά είμαι έτοιμος να ξαναπαλέψω. Αρκεί ο κόσμος να γίνει καλύτερος". Τα λόγια του Χαράλαμπου Ζούπινα, απ' τη Ζαχάρω Ολυμπίας, συνοδεύονται από δύο λυγμούς. Είναι μεγάλη η συγκίνηση. Τόσοι σύντροφοι ξαναντάμωσαν. Τόσες αναμνήσεις ξύπνησαν. Κι αυτές οι φωτογραφίες - καταγραφή της νιότης και της ελπίδας - έχουν ήδη "κιτρινίσει". "Τίποτα δεν πεθαίνει, παιδί μου. Ολα κρατιούνται ζωντανά στην ψυχή του κάθε ανθρώπου. Και μεις έχουμε ζωντανές ψυχές. Ετοιμες να παλέψουν, να διδάξουν, ν' αφηγηθούν. Μόνο που τώρα είναι η δική σας η σειρά", συμπληρώνει η γυναίκα του, η ανταρτοπούλα Γιώτα Ζούπινα. Και τα μάτια του Γιώργου αυτή τη φορά δεν κοιτούν τη φωτογραφία...

Νιάτα και αγώνας: Εννοιες ταυτόσημες!

Το πρώτο "μεγάλο" ταξίδι της ζωής του το έκανε στα 18 του χρόνια. Απ' την Ηπειρο έφτασε, τυλιγμένος μέσα σε μια μπάλα από χορτάρι, στην Αθήνα. Ηταν ΕΠΟΝίτης. Το βράδυ της Κυριακής, στην εκδήλωση για τα 50 χρόνια του ΔΣΕ, ο 70χρονος Γιώργος Τσόγκας έψαχνε κι αυτός μια φωτογραφία. Εψαχνε την αδελφή του, Ουρανία, την ανταρτοπούλα του ΔΣΕ, που θυσίασε τη ζωή της για τη λευτεριά.

"Η Ουρανία και τόσοι άλλοι δεν είναι εδώ σήμερα. Αλλά τόσα χρόνια δεν έλειψαν ούτε στιγμή από κοντά μας. Ευτυχώς, όμως, το αίμα τους ποτίζει ακόμα τις νέες γενιές. Δεν μπορείς να φανταστείς πόση χαρά έχω σήμερα, που βλέπω εδώ τόσους νέους ανθρώπους", λέει ο Γ. Τσόγκας. Και το βλέμμα του χαϊδεύει όλα τα νέα παιδιά που στέκονται τριγύρω. "Είναι ιερή η σημερινή μέρα. Για όλους μας. Γιατί η πάλη δε σταμάτησε στα χρόνια εκείνα. Συνεχίζεται και πρέπει να συνεχιστεί από σας τους νέους. Εχετε να δώσετε και πρέπει να δώσετε", συνεχίζει ο 70χρονος. Τη λέξη "πρέπει" τη λέει συνεχώς. Δείχνει να έχει μαζί της μια ιδιαίτερη σχέση. "Κάποια πράγματα είναι για μας ξεκάθαρα πλέον. Ξέρουμε πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος που να μπορεί να σε κάνει τόσο ευτυχισμένο, που να μπορεί να σε κάνει να νιώθεις τόσο γεμάτος. Μόνο στο δρόμο του αγώνα μπορείς να νιώσεις χρήσιμος, δυνατός, πραγματικά ελεύθερος. Γι' αυτό πρέπει να παλέψετε. Για να μη νιώσετε ποτέ μόνοι κι αδειανοί", λέει ο μπαρμπα-Γιώργος κι απομακρύνεται για να βρει τη μορφή της 22χρονης Ουρανίας.

* * *

Είναι 80 χρόνων, έχει τραυματιστεί τρεις φορές στη ζωή του, έχει περάσει κακουχίες και εξορίες, αλλά όλα αυτά ελάχιστα φαίνεται ότι τον άγγιξαν. Καλοστεκούμενος, κομψός, ευγενικός, ζωντανός και χαρούμενος άνθρωπος ο μπαρμπα-Δημήτρης, δείχνει να μην τον χωράει ο τόπος. Τριγυρνά διαρκώς, μπλέκει σε πηγαδάκια, ανοίγει συζητήσεις κυρίως με νέους ανθρώπους.

"Οι σημερινοί νέοι έχουν πολλά να δώσουν. Μπορούν να αλλάξουν πράγματα, μπορούν να καλυτερέψουν τον κόσμο", λέει ο Δημήτρης Μπαντές. Κι αρχίζει να αφηγείται τη δική του ιστορία, πώς στα 27 του οργανώθηκε στο ΔΣΕ, πώς τραυματίστηκε τρεις φορές από τα πυρά του εχθρού, πώς αγωνίστηκε για τη λευτεριά και την ειρήνη. Και καμαρώνει, γίνεται άλλος τόσος, όταν ακούει νέα παιδιά, σαν το Γιώργο Μπάικα, να λένε: "Θα θέλαμε να αποτελέσουμε τη συνέχεια του αγώνα αυτών των ανθρώπων, των αγωνιστών του ΔΣΕ. Γιατί τα ιδανικά για τα οποία πάλεψαν αυτοί οι άνθρωποι - ειρήνη, ελευθερία, εθνική ανεξαρτησία - είναι σήμερα επίκαιρα όσο ποτέ άλλοτε". Και ο μπαρμπα-Δημήτρης συμπληρώνει ενθουσιασμένος: "Οταν βλέπουμε τέτοια παιδιά, λέμε πως οι αγώνες μας δικαιώθηκαν. Ρίξαμε τον σπόρο και θα θερίσουμε"...

Τον "Ορκο" του μαχητή του ΔΣΕ διάβασε ο ηθοποιός Χαράλαμπος Αρώνης
Ρεπορτάζ:

Αριστούλα ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ

Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Μπέρρυ ΤΣΟΥΓΚΡΑΝΗ

Γεράσιμος ΤΡΥΦΩΝΑΣ

Φωτογραφίες:

Γιώργος ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Η Αλέκα Παϊζη μάς ταξίδεψε στη γη της "Κυράς των Αμπελιών" του Γιάννη Ρίτσου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ