"Επικήρυξε τη φιλία του τουρκικού με τον ελληνικό λαό". Αυτό τον χαρακτηρισμό αποδίδει η ΕΕΔΥΕ στις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, Θ. Πάγκαλου, σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οπως τονίζει η ΕΕΔΥΕ, "χαρακτηρίζει περίπου ως αντεθνική πράξη την επαφή, την επικοινωνία, τη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ λαϊκών οργανώσεων και εκπροσώπων Τοπικής Αυτοδιοίκησης των δύο χωρών".
Ασκώντας συνολικά κριτική προς την κυβερνητική πολιτική, η ΕΕΔΥΕ σημειώνει πως "επιτάσσει και συνιστά να νιώσουμε ως Ελληνες σαν εχθρό τον τουρκικό λαό και να διαμορφώσουμε αντίστοιχη συμπεριφορά ψύχωσης, έχθρας, καχυποψίας, μίσους, αντιπαράθεσης. Η κυβέρνηση χρεώνει στον τουρκικό λαό που καταπιέζεται και καταδυναστεύεται, τις σοβινιστικές αυθαίρετες απαιτήσεις της φιλονατοϊκής τουρκικής κυβέρνησης". Η ΕΕΔΥΕ σημειώνει ότι την ίδια στιγμή και οι δύο κυβερνήσεις προωθούν τους ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς στα Βαλκάνια, ενώ παράλληλα "η κυβέρνηση επιτρέπει στον εαυτό της να αναμένει την αμερικάνικη παρέμβαση διχοτόμησης - ΝΑΤΟποίησης της Κύπρου", καθώς και να αποσύρει το βέτο στις κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, επειδή "έτσι επιθυμούσαν η Γερμανία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ".
Αναφορικά με τους ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς, η ΕΕΔΥΕ τονίζει ότι μαζί οι δύο χώρες "μπορούν να επιτηρούν στη Βοσνία τη συμμόρφωση των Βοσνιοσέρβων στην αμερικανόπνευστη κατοχή της Συνθήκης του Ντέιτον", ενώ θέτοντας μια άλλη πλευρά σημειώνει ότι η κυβέρνηση "χρηματοδοτεί - δανειοδοτεί διάφορους χρυσοκάνθαρους της ντόπιας ιδιωτικής πρωτοβουλίας να κάνουν επενδύσεις στην Τουρκία από κοινού με επώνυμους αστέρες της άρχουσας τάξης της γειτονικής χώρας". Καταλήγοντας η ΕΕΔΥΕ σημειώνει ότι και οι δύο λαοί έχουν κοινό συμφέρον στο να φύγουν τα ΝΑΤΟϊκά στρατηγεία από τις δύο χώρες και η ΝΑΤΟϊκή επικυριαρχία να αντικατασταθεί από τη φιλία των δύο λαών.
Είναι φυσικά και οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, των αγροτών, των μικρομεσαίων, που βεβαιώνουν ότι αρχίζει να "σπάει" το φράγμα της ηττοπάθειας, των αντιλήψεων του τύπου "και τι θα κερδίσω;". Είναι αποδείξεις ότι μέρα με τη μέρα όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι, αλλά και άλλα στρώματα του ελληνικού λαού συνειδητοποιούν τη δύναμη τους. Να μια ακόμη επιβεβαίωση ότι η πιο σημαντική παρακαταθήκη της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του '73, το πνεύμα της αντίστασης παραμένει ζωντανό.
Ολα αυτά βεβαίως αποκτούν ξεχωριστή σημασία ενόψει των κινητοποιήσεων που έχουν προγραμματιστεί για τις αμέσως επόμενες ημέρες ενόψει του νέου προϋπολογισμού, κατά της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης και των επιλογών του Μάαστριχτ. Φυσικά, στην πρώτη γραμμή βρίσκεται η απεργία στις 28 του Νοέμβρη, που προκήρυξαν η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ, οι αγροτικές ομοσπονδίες και άλλοι φορείς με την αποφασιστική παρέμβαση και συμβολή σ' αυτές των συνεπών ταξικών δυνάμεων, με αγωνιστικά, διεκδικητικά πλαίσια. Στα χέρια των ίδιων των εργαζόμενων είναι να πετύχει αυτή η κινητοποίηση, αλλά και να πάρει συνέχεια, χωρίς ταλαντεύσεις και υπαναχωρήσεις, ξεπερνώντας και τα εμπόδια που θα επιχειρήσουν να σηκώσουν οι δυνάμεις τους κυβερνητικού συνδικαλισμού, όπως και οι δυνάμεις του συμβιβασμού. Οι προϋποθέσεις υπάρχουν και οι μέρες που έρχονται είναι σημαντικές. Καμιά επανάπαυση, καθημερινή δουλιά από όλους είναι αυτό που απαιτείται, με συνεχή κινητοποίηση και δράση του λαού και της νεολαίας.
Μεθόδευση απαγόρευσης των πολιτικών συγκεντρώσεων στο χώρο της ΔΕΗ, απορρέει από έγγραφο του γενικού διευθυντή της Επιχείρησης
"Δε θα είχαμε αντίρρηση να κάνετε επισκέψεις - συγκεντρώσεις εργαζομένων για ενημέρωση στους χώρους εργασίας της ΔΕΗ μετά τη λήξη του ωραρίου". "Αν επιθυμείτε γενικότερη ενημέρωση για τα θέματα της επιχείρησης, θα παρακαλούσαμε να απευθύνεστε στη Διοίκηση της επιχείρησης, η οποία κατά περίπτωση για εξειδικευμένα θέματα θα σας παραπέμπει στα αρμόδια στελέχη της".
Με αυτές τις φράσεις, καταλήγει έγγραφο του γενικού διευθυντή της ΔΕΗ, Α. Παπαθανασίου, προς το ΚΚΕ, που κοινοποιήθηκε και στην υπουργό Ανάπτυξης Β. Παπανδρέου. Εγγραφο, με το οποίο επιχειρείται να επιβληθεί καθεστώς απαγόρευσης πολιτικών συγκεντρώσεων στους χώρους της επιχείρησης, ενώ δεν επιτρέπεται η ενημέρωση για θέματα της επιχείρησης, παρά μόνο από εκπροσώπους της διοίκησης. Το αιτιολογικό της εν λόγω "επιχείρησης" θυμίζει άλλες εποχές: Σύμφωνα με αυτό, "με τις συγκεντρώσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας θα υπάρχει διαρκής αναζωπύρωση των πολιτικών αντιπαραθέσεων, με αποτέλεσμα να χάνονται πολλές ώρες εργασίας"!Μάλιστα, ο γενικός διευθυντής της ΔΕΗ, ουσιαστικά, ...εξαίρει τη στάση των άλλων κομμάτων, που περιόρισαν της επισκέψεις του μόνο κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου!
Είναι σαφές ότι η όλη μεθόδευση - αυταρχικού χαρακτήρα - δεν έχει κανέναν άλλο στόχο, από την πολιτική δράση του ΚΚΕ, στο χώρο της ΔΕΗ. Ισως επειδή το ΚΚΕ έχει την ...κακή συνήθεια να ασχολείται με τα προβλήματα των εργαζομένων (εισοδηματική πολιτική, θέματα υγιεινής και ασφάλειας που είναι έντονα στην επιχείρηση), να ενισχύει τους δεσμούς του με τους εργαζόμενους, να προτείνει την αγωνιστική διέξοδο και σε περιόδους που δεν είναι προεκλογικές!
Επίκαιρη ερώτηση προς τον πρωθυπουργό κατέθεσε η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλ. Παπαρήγα
Απάντηση στο ερώτημα, αν θα τερματιστεί ή όχι η ταλαιπωρία 350 πολιτικών προσφύγων από τη Ρουμανία που σήμερα είναι χωρίς συνταξιοδοτικά δικαιώματα, καλείται να δώσει ο πρωθυπουργός, Κ. Σημίτης, μετά την επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε χτες η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα.
Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην ερώτηση, "αν και έχουν περάσει 20 χρόνια από τότε που άρχισε ο επαναπατρισμός των πολιτικών προσφύγων από τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, ακόμη δεν έχει ρυθμιστεί το θέμα της συνταξιοδότησης αυτών που επαναπατρίστηκαν από τη Ρουμανία. Ολες οι κυβερνήσεις ακολούθησαν στο θέμα αυτό μια παρελκυστική πολιτική με αποτέλεσμα 350 συνταξιούχοι επαναπατρισθέντες πολιτικοί πρόσφυγες από τη Ρουμανία να ζουν με την ελεημοσύνη. Ακόμη άλλοι 450 που ζουν στη Ρουμανία να μην τολμούν να επαναπατριστούν αφού γνωρίζουν ότι δε θα έχουν σύνταξη.
Επίσης, χιλιάδες επαναπατρισθέντες πολιτικοί πρόσφυγες ενώ εργάστηκαν 20 ακόμη και 30 χρόνια και δεν είχαν την ηλικία να συνταξιοδοτηθούν, οι μέχρι σήμερα ελληνικές κυβερνήσεις τούς αναγνωρίζουν μόνο 1.500 ένσημα. Αποτέλεσμα είναι άνθρωποι που είχαν ηλικία 50 - 55 χρονών να μην μπορούν να συμπληρώσουν άλλα 3.000 ένσημα που χρειάζονταν για συνταξιοδότηση".
Η Αλ. Παπαρήγα απευθύνει στον πρωθυπουργό δύο συγκεκριμένα ερωτήματα: