ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Αυγούστου 1997
Σελ. /40
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Τούτος δεν είναι τόπος εκδρομής

Οταν η οικολογία υποκλίνεται στην ιστορία. Σημειώσεις από ένα ταξίδι με τον Χαρίλαο Φλωράκη

"Ολες αυτές τις μέρες"... Πάνω από 2.000 χιλιόμετρα εμπειρία, διαρκής κουβέντα, γνωριμία - πολλές φορές για πρώτη φορά - με τόπους που στους σύγχρονους χάρτες δεν υπάρχουν με τα πραγματικά τους τοπωνύμια, δέος μπροστά σ' ανθρώπους που το σύστημα των ΜΜΕ χαρακτηρίζει "ανώνυμους" και που έχουν, όμως, γράψει με το ίδιο τους το αίμα σημαντικές σελίδες της σύγχρονης ιστορίας της χώρας, αμηχανία μπροστά σε άλλους για τους οποίους θα ήθελες να γράψεις πολλά, αλλά μια ιδιότυπη - ιστορικά δικαιολογημένη - ηθική που γέννησε ο κατασκευασμένος εν πολλοίς μπαμπούλας της προσωπολατρίας το "απαγορεύει"...

"Ολες αυτές τις μέρες", λοιπόν, ταξιδεύαμε. Με χρόνο ανάπαυσης τόσο όσο χρειάζεται για να γεμίσουν οι μπαταρίες για τα χιλιόμετρα της επόμενης μέρας. Και ίσα να γράψουμε στα κλεφτά δυο - τρεις σημειώσεις, αφού η "συμφωνία", άτυπη μεν, ήταν υπαρκτή: Πάμε εκδρομή. Επιμένετε να έρθετε, καλώς, δε θα σας πάρουμε και στην πλάτη, αλλά δεν είναι περιοδεία...

Γνωρίζαμε, βέβαια, πως η εκδρομή ενός αγωνιστή, όποιου, σε τόπους ιερούς, δίνει στο διάβα από κάθε πέτρα, κάθε ρεματιά και ράχη μιαν άλλη διάσταση. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για ένα εξαήμερο ταξίδι του επίτιμου Προέδρου του ΚΚΕ. Κι έτσι τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι, ακολουθήσαμε μια πορεία, που τυπικά ήταν η διαδρομή από το Αντάμωμα των Αγραφιωτών στο Ζαχαράκι, ως το Αντάμωμα των Βλάχων στη Σαμαρίνα. Για μας, δημοσιογράφο και φωτογράφο του "Ρ", υπήρχε και μία πρόσθετη "νομιμοποίηση", η εκδήλωση στο Περτούλι για τα 55χρονα του ΕΛΑΣ. Για τους άλλους, τον Δημήτρη, τον Στέλιο, τον Νίκο και το μικρό Παναγή, τυπικά ήταν μία "εκδρομή" μαζί με τον Χαρίλαο. Εκδοχή, με την οποία δε συμφωνούν, βέβαια, ο Γεράσιμος, ο Μπάμπης και ο Κώστας, που παρότι μπήκαν στην παρέα σε επιμέρους φάσεις της "εκδρομής", μπορούσαν να υποψιαστούν και να μας υποψιάσουν πως η "εκδρομή" ήταν τελικά μία μετά δεκαετίες επανάληψη της πορείας ενός Ρουμελιώτη. Ενός εφήβου, που στα 1938, όντας τηλεγραφητής, εγκαθιστά τα πρώτα τηλεφωνικά καλώδια στο Νεστόριο. Στα 1947 διανύει τα 1.000 χιλιόμετρα της διαδρομής Καρπενήσι - Βωβούσα - Καρπενήσι, το '49 με δεδομένη πλέον την ήττα πορεύεται ξανά προς το βορρά, επικεφαλής τμημάτων του ΔΣΕ που έπαιρναν το δρόμο προς τις Λαϊκές Δημοκρατίες, και το 1997 διαβαίνει τις ίδιες πάνω - κάτω διαδρομές, συναντώντας παλιούς συντρόφους.

Οφείλουμε, ακόμα, τώρα που πέρασαν αρκετές μέρες, να ομολογήσουμε πως, παρά την τεταμένη προσοχή μας, αυτή η πορεία όσο διαρκούσε αποτυπωνόταν μέσα μας περισσότερο σαν ένα ταξίδι με οικολογικές διαστάσεις παρά ιστορικές. Η απάντηση είναι απλή: Δεν είχαμε το βίωμα... Στο γυρισμό, ξαναδιαβάζοντας το βιβλίο του Αποστολόπουλου για το ΔΣΕ στη Ρούμελη, τα πάντα αποκτούν μία άλλη διάσταση. Κάθε διάθεση να γράψουμε με "νεανικό" στιλ εξαφανίστηκε μέχρι του σημείου να μην περνά λέξη από τα δάχτυλα στο πληκτρολόγιο.

Ψεύτης ο χάρτης

Η πρώτη συνάντηση έγινε στην πλατεία της Κορίτσας,πάνω από τον Κλειτσό (Κλειστός, το επίσημο όνομα). Ξεδιπλώνονται οι χάρτες. Η διανυκτέρευση στα πατρογονικά έχει αφορμή το αντάμωμα των Αγραφιωτών την άλλη μέρα. Απέναντι ήταν τα Φουρνά.Εκεί, λένε, έπεσαν και οι πρώτες ντουφεκιές στο ξεκίνημα του δεύτερου αντάρτικου στη Ρούμελη. Προσπαθείς να μπεις στο κλίμα. Τίποτα δεν παραπέμπει εκεί. Στην περιοχή τώρα κυριαρχούν τα "τρέκινγκ". Μόνο ένας γέροντας σε μια στιγμή μας ξεμονάχιασε για να μας πει για τη Μακρόνησο και τον αγώνα που συνεχίζεται τώρα ενάντια στην ερήμωση. Κοιτάς τις κορφές, εκεί που το καλοκαίρι του '46 στην κορυφογραμμή Μάρτσα - Τριφύλλα - Βουλγάρα πάνω απ' την Κορίτσα έγιναν οι πρώτες συγκρούσεις με τους χωροφύλακες. Ξέρεις πως βρίσκεσαι στην επικράτεια του Αρχηγείου Δυτικής Στερεάς του ΔΣΕ. Πρώτος αρχηγός το Γενάρη του '47 ο "Παπούα".Την άνοιξη ανέλαβε ο "Γιώτης".Την άλλη μέρα το πρωί, η διαδρομή μοιάζει να ακολουθεί το τότε δρομολόγιο: Κορίτσα, Φουρνά, στάση στο Ζαχαράκι για το Αντάμωμα κι από εκεί προς τη Ρεντίνα. "Με το Διαμαντή ήμουν", μια απ' τις φράσεις που αρπάζει το αυτί. Πώς σε λένε; Νικόλαο Ρέλια. Στόχος εκείνης της πρώτης πορείας, διαβάζεις, η συνάντηση με το κλιμάκιο του ΟΗΕ, που είχε σταλεί για να διαπιστώσει τα έργα των παρακρατικών. Και μεις νομίζαμε πως πηγαίναμε εκδρομή... Στο Αντάμωμα, οι πρόεδροι των κοινοτήτων, με τον τρόπο τους, αναφέρονται στη σύγχρονη επιδρομή που ακούει στο όνομα "Καποδίστριας". Ο σύντροφος που ακολουθούμε προσπαθεί να εξηγήσει τη συγκίνησή του, γιατί βρίσκεται σε έναν τόπο φορτωμένο με παραδόσεις και πολιτισμό. Για τις ράχες που δόθηκαν αγώνες για τη λευτεριά και την προκοπή. Αλλά και τον θυμό του - η λέξη ακούγεται σφυριά - για την εγκατάλειψη, και που τίποτα δεν άλλαξε, αντίθετα, προστέθηκαν και νέα προβλήματα. Τραβάμε για διανυκτέρευση στην Καλαμπάκα.Η σκέψη στονΚόζιακα,στο Αρχηγείο, χαράζει ξανά την πορεία...

Ξημερώματα Δευτέρας, ανεβαίνουμε απ' το Μουργκάνι για την Κατάρα.Ο χάρτης βγαίνει για μία ακόμα φορά ψεύτης. Προσπαθείς να βρεις τα σημάδια από την πορεία 4.000 ανθρώπων, ψάχνεις για χωριά, όπως η Μουτσιάρα και η Τζούρτζια και βρίσκεις μόνο το Γαρδίκι.Περνάμε χωρίς σταματημό την Κατάρα. "Απόψε θα πέσουν κορμιά", έγραφε στο ημερολόγιό του για τη νύχτα της 18/10/47 ο Αποστολόπουλος αναφερόμενος στο ίδιο πέρασμα. "Δε μάθαμε πόσα Ελληνόπουλα χάσαμε", έγραφε μετά. Κι εκεί δεν υπάρχει ούτε για δείγμα μια πλάκα έστω να θυμίζει κάτι. Οι νικητές ξαναγράφουν την ιστορία. Το Γαρδίκι και η Βάλια Κάλντα είναι γνωστά πλέον μόνο ως χώροι σχετικοί με την οικολογία. Κοιτάμε στο χάρτη. Στις 19/10/47 σημαδεμένη μία διανυκτέρευση στην κοιλάδα, μετά το ματωμένο πέρασμα της Κατάρας. Κοντεύουμε στη γέφυρα του Ζαγορίτικου ποταμού, θα 'πρεπε ο χάρτης να γράφει στη διασταύρωση "Μπαλτούμα".Τίποτα. Αγναντεύοντας τη λίμνη των Ιωαννίνων σε μια στάση έξω από τα Μάζια, οι "άγνωστες" λέξεις πληθαίνουν. Ο σύντροφος ρωτά να μάθει για τον Κοζακό και το Δίστρατο.Το δεύτερο μόνο υπάρχει στο χάρτη. Τα ονόματα του στρατηγού Κατσημήτρου του κυβερνητικού στρατού και του Παπαγεωργίου του ΔΣΕ μπλέκουν σε μία αφήγηση που αδυνατούμε να παρακολουθήσουμε. Από κάτι λέξεις, όπως Παρακάλαμος, Κασιδιάρης, ρέμα Αγ. Μαρίνας, Καστανιά, υποψιαζόμαστε πως η "εκδρομή" έχει ακόμα δρόμο. Είναι μία από τις διαδρομές που ακολούθησαν τμήματα του ΔΣΕ στην πορεία προς τις Λαϊκές Δημοκρατίες. Αργότερα θα συμπληρώναμε αυτή την πορεία στο χάρτη με ονόματα, όπως Ασπράγγελοι και Λάιστα.Προς το παρόν, ακούμε ιστορίες για τη μάχη της Αμφιλοχίας, την "απαλλοτρίωση" των 2.000 προβάτων του Χαλιάδα κ.ά.

Το μεσημέρι, μας βρίσκει στον ξενώνα της Βασίλως και στην ταβέρνα του Ορέστη στα Ανω Πεδινά.Η φιλοξενία, κάτι παραπάνω από εγκάρδια. Είχε βάλει το χεράκι του κι ο Μπάμπης. Το απόγευμα, η επίσκεψη στο Πάπιγκο γίνεται αναγκαστικά μια μικρή πολιτική συγκέντρωση, αφού με το που φτάσαμε η πρώτη κουβέντα ήταν "πες μας πρόεδρε". Και τράβηξε μακριά αυτή η συζήτηση: Από τα πετρέλαια του Καυκάσου και την τακτική των Αμερικανών, στον καλλιεργούμενο εθνικισμό για να αποσπάται ο λαός από τα πραγματικά προβλήματά του, ως το κύριο θέμα συζήτησης και σ' αυτό το χωριό, τον "Καποδίστρια".

Θυμάσαι;

Μπουραζάνι, γέφυρα Αώου, Μολυβδοσκέπαστη,ημέρα Τρίτη. Απ' το ύψος του φυλακίου πάνω στο σύνορο με τα κιάλια γινόμαστε μάρτυρες μιας λαθρο-συναλλαγής, που γινόταν εκείνη ακριβώς την ώρα στην ένωση του Αώου με τον Σαραντάπορο. Ναρκωτικά ή λαθρομετανάστες. Ο,τι κι αν συνέβαινε ήταν ένα δείγμα του "νέου" κόσμου, στον οποίο ζει πλέον η γειτονική πρώην Λαϊκή Δημοκρατία. Το απόγευμα, αποτοξίνωση στη Ζίτσα,με ενδιάμεσο σταθμό στον Πρωτόπαππα και θύμηση της "χαροτρομάρας", που πήραν τα τμήματα του ΔΣΕ περνώντας από κει. Συνάντηση με μια θρυλική - για την περιοχή - μορφή. Τον Αχιλλέα Πετρίτη, που το πραγματικό του όνομα είναι Βάης Πολυχρόνης,αλλά σχεδόν κανείς δεν τον ξέρει έτσι. Πήρε τ' όνομα Πετρίτης στο αντάρτικο από ένα αγριογούρουνο που ξέφευγε απ' τις ενέδρες.

"Θυμάσαι που χωρίσαμε στο Δρίσκο;", ρωτά τον Χαρίλαο. Ξεδιπλώνει τη μνήμη, για το τελευταίο αγκάλιασμα με τον Μπελογιάννη και το "θ' ανταμώσουμε στον άλλο κόσμο", που του είπε. "Σε είχα στο μυαλό μου. Για μένα που έφυγα από Λάκα Σούλι ήταν εύκολα. Για σένα, που πήγες από πάνω, ήταν δύσκολα", γυρνά την κουβέντα ξανά στην αποχώρηση των τμημάτων προς τις Λαϊκές Δημοκρατίες. Κι αρχίζει πάλι ένας καταιγισμός φράσεων και ονομάτων που αδυνατούμε να παρακολουθήσουμε τη συνέχειά τους. Το μόνο σίγουρο είναι πως η "εκδρομή" δεν ήταν εκδρομή. Αυτά που λέγονται δεν αφορούν την οικολογία: "Οταν πήγες στο Μπουραζάνι", "τρία παιδιά μας χάθηκαν όταν πήγαν στο Κεράσοβο", "οι πλαγιές της Μουργκάνα ήταν γεμάτες νάρκες". Σπάει την αφήγηση για να μιλήσει για τη θρυλική "Παπέντα", το ρολόι που πήρε το '51 στις Λαϊκές Δημοκρατίες και δουλεύει ακόμα. Γυρνά την κουβέντα στα 3.500 βιβλία και την επιθυμία του να τα πάρει το Κόμμα, μαζί με τις λεπτομερείς σημειώσεις που κρατά όλα αυτά τα χρόνια...

"Να Νέστραμ;"

Στόχος η Καστοριά για μια ανάπαυλα, ημέρα Τετάρτη. Στη διαδρομή μια στάση στο Επταχώρι, που βρίσκεται πάνω στην Εθνική οδό, γίνεται η αφορμή να εισπράξουμε μία ακόμα εικόνα της εγκατάλειψης, μικρή, αλλά χαρακτηριστική. Στο χωριό δε φτάνουν ποτέ εφημερίδες. Δε φτάνει επίσης το σήμα κανενός τηλεοπτικού σταθμού, οι ιδιωτικοί ζητούν να αναλάβουν οι κάτοικοι το κόστος του αναμεταδότη και οι κρατικοί απλά κωφεύουν. Το βράδυ στο Νεστόριο ένα αναμενόμενο "σοκ". Από την αρχική ερώτηση του Χαρίλαου "Να Νέστραμ;" και την καταφατική απάντηση που έδωσαν χαμογελώντας οι παριστάμενοι στο πάνω καφενείο - ανταποκρινόμενοι σε μια γλώσσα που επισήμως δεν υπάρχει - γίναμε μάρτυρες λίγο αργότερα στο μεσαίο καφενείο μιας προσπάθειας που κρατά κοντά 50 χρόνια. Της προσπάθειας ορισμένων να πείσουν πως ο εχθρός είναι εντός των τειχών και πως για την αντιμετώπισή του πρέπει να εξαφανιστούν από προσώπου γης όσοι Ελληνες αλλά Σλαβομακεδόνες το γένος παραμένουν. Τι κι αν στις συζητήσεις καταγγέλθηκε πως εξαιτίας της εγκατάλειψης από το κράτος, από τα 18 χωριά που υπήρχαν στην περιοχή, ζωντανό έμεινε μόνο το Νεστόριο, έτσι που "τα σύνορα θα φτάσουν σε λίγο στην Καστοριά", όπως είπαν χαρακτηριστικά. Κάποιοι επέμεναν: Δε φταίει η εγκατάλειψη. Φταίει που πιστεύετε πως εδώ υπάρχουν Σλάβοι, έλεγαν. Οι ίδιοι γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα που πείθουν για την ύπαρξη Ελλήνων μεν, Σλαβομακεδόνων όμως το γένος. Επέμεναν ακόμα κι όταν ο Χαρίλαος τους περιέγραψε την κατάσταση που βρήκε όταν σαν τηλεγραφητής έφτασε στο χωριό, το 1938. Το ότι μιλούσαν όλοι μόνο σλάβικα. Και την προπαγάνδα από τότε του αρμόδιου κρατικού υπάλληλου, του δασονόμου, ότι αυτοί σφάζουν! Προς τιμήν του, ο πρόεδρος της κοινότητας προσπάθησε να βρει ένα μέσο όρο στη συζήτηση, λέγοντας πως πράγματι στην περιοχή υπάρχουν δίγλωσσοι. "Οι διακρίσεις πληρώθηκαν και θα πληρώνονται", επισήμανε ο Χαρίλαος.

"Rock & Roll στα 1.100"

"Rock & Roll στα 1.100"; Είσαι σίγουρος ότι μπορείς να βάλεις έναν τέτοιο τίτλο; Και γιατί όχι; Αφού αυτή ήταν η αίσθηση, γιατί να μη μιλήσουμε και με όρους αυτής της γενιάς για εκείνους;

Ισως και να 'φταιγε το γεγονός ότι η συζήτηση γινόταν σε υψόμετρο περίπου 1.100 μέτρων, έξω από το χωριό Σπήλαιο, κάτω απ' τον Ορλιακα.

Ισως και να 'φταιγε η επίσκεψη που είχε προηγηθεί στον Ζιάκα, ένα χωριό που σχεδόν εξαφανίστηκε απ' το χάρτη από το τέλος του Εμφύλιου ως και το '75 που οι πολιτικοί πρόσφυγες κάτοικοί του γύρισαν πίσω.

Ισως και να 'ταν μόνο το γεγονός ότι εκεί στα 1.100, ανάμεσα σε κλαρίνα και βιολιά στο πανηγύρι της Παναγιάς, τα νέα παιδιά του χωριού, αφού τραβούσαν πρώτα έναν αυτοσχέδιο τσάμικο, 'παιρναν μετά την κατηφόρα και συνέχιζαν στο μαγαζάκι του χωριού, που στα πλατό του έφερναν βόλτα οι "Τρύπες".

Κι ίσως να μη γεννιόταν καν αυτή η παρόρμηση για έναν τέτοιο τίτλο, αν εκεί και μ' όλα τα φορτία ενός 6ήμερου ταξιδιού στο κατόπι της ιστορίας, δεν υπήρχε ο Παναγής, το 19χρονο της παρέας μας, να αποσπάται απ' όλα και να ανησυχεί στη μέση του πουθενά αρκετά μετά τα μεσάνυχτα για την τύχη ενός σκαντζόχοιρου, που πάσχιζε να διασχίσει τον ασφαλτόδρομο κι έφτασε ως τις ρόδες μας.

***

Πάντως, αυτό που έμεινε εκείνα τα λεπτά, μετά και τον σκαντζόχοιρο, ήταν μια κραυγή - σχεδόν: "Rock & Roll! Rock & Roll, ρε γαμώτο, είναι όλα αυτά μαζί. Rock & Roll στα 1.100!". Σα μια ανάγκη να εκφραστεί αυτό που πάντρευε εντός μας: "ναπάλμ", ένα διαρκές στριφογύρισμα έξι μερόνυχτα στα βουνά, και μία αδυναμία να εντοπίσουμε σ' όλα αυτά έναν εντελώς δικό μας μόνο ρυθμό.

***

Κι ύστερα "φλας" η ερώτηση: Για ποιον θα γράψουμε; Οχι, με αφορμή ποιον θα γράψουμε, αλλά για ποιον αποδέκτη; Η απάντηση καθορισμένη ήδη εντός μας εγείρει ηθικά διλήμματα: Οι "παππούδες" - η λέξη ειπωμένη μ' όλη τη ζέστα του σεβασμού που κουβαλάμε μέσα μας γι' αυτούς - τι θα πουν; Κι η νέα απάντηση να επαυξάνει με τον τρόπο της την προηγούμενη: Καλά, ακόμα δεν κατάλαβες πως μιλάς για μια γενιά, που και καταλαβαίνει και προπαντός κατανοεί τι και γιατί συμβαίνει γύρω της; Δεν το 'νιωσες το μεγαλείο της όλες αυτές τις μέρες; Και κείνη την αγωνία για τη συνέχεια...

Κι έτσι άρχισε το "κόκκινη κλωστή δεμένη...".

"Εγώ σ' έστησα ενέδρα"

Το χωριό είναι σκαρφαλωμένο στις πλαγιές του Ορλιακα.Μας κάνει εντύπωση το γεγονός ότι με το που μαθεύτηκε πως στο καφενείο σταμάτησε ο Χαρίλαος, γέμισε κόσμο. Η απάντηση έρχεται αμέσως: "Ολο το χωριό είχε φύγει έξω...". Γύρισαν το '75 με τους πρώτους επαναπατρισμούς.

"Με θυμάσαι Χαρίλαε; Ξεκίνησα απ' την πρώτη σειρά της Ρεντίνας. Σε είχα εκπαιδευτή". Συστήνεται σκέτα ως Φωφώ. "Μπουμπουλίνα" με ξέρουν, από την 5η σειρά της Σχολής Αξιωματικών του ΔΣΕ στο Λαιμό,στην Πρέσπα. Αυτό το παιδί μ' έσωσε, λέει και κοιτά περήφανα την κόρη της. Πίσω απ' αυτή τη φράση, κρύβεται μια τραγωδία. Η σφαγή χιλιάδων αγωνιστών στο Λαιμό της Πρέσπας τη μέρα που πέρναγαν προς το Βροντερό.Η Φωφώ, όντας έγκυος, χρειάστηκε μια μέρα πριν να μεταφερθεί επειγόντως στη γειτονική σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία.

"Εγώ σ' έστησα ενέδρα, όταν περνούσες για την Αλβανία, στην Αγία Βαρβάρα".Ο γέροντας λέγεται Δημήτρης Γκρισπάνης και τότε ήταν φαντάρος στον κυβερνητικό στρατό. "Τι να κάνουμε, αυτά έχει ο εμφύλιος", απαντά ο Χαρίλαος. "Ευτυχώς γλιτώσατε. Ηταν μαζί σας αντάρτης ο αδερφός μου!", ανταπαντά ο γέροντας και δίνει μ' αυτές τις λίγες λέξεις την τραγωδία που λέγεται εμφύλιος.

Η κουβέντα κυλά κατά τα "καθιερωμένα" στις συναντήσεις του Χαρίλαου με παλιούς συναγωνιστές. Για τα ναπάλμ που πέσανε και στα Χάσια,για την πρώτη σύλληψη στις Σοφάδες,για το "ανεβατό" απ' τον αφρό του γάλατος που φτιάχνεται στην τσαντίλα,για το 2.523 το "παλιό - ύψωμα", που, όμως, ήταν ο Γράμμος,για τη γυναίκα στο ΔΣΕ που "είχε ντουφέκι στο χέρι" και τις σχέσεις των δύο φύλων που "ήταν ρωμαλέες σχέσεις". Κάθε κουβέντα συναντούσε και την επιβεβαίωσή της στην ομήγυρη κι όταν ο Σπύρος Μπούμπουρας παρουσιάστηκε δηλώνοντας "ήμασταν μαζί τηλεγραφητές, μαζί και αντάρτες" γινόταν πλέον απόλυτα καθαρό, πως η εκδρομή στο χιονοδρομικό της Βασιλίτσας αναβαλλόταν...

Αργά το βράδυ, στο Σπήλαιο που κάποιοι καλοθελητές έσπευσαν να μας το συστήσουν σαν δεξιό χωριό και υποδέχτηκε τον Χαρίλαο με μια ζέστα που σκλάβωνε, όπως και το επόμενο καρδιακά ζεστό διήμερο στη Σαμαρίνα,είχαμε μάθει πλέον καλά πως μια γενιά, αυτή που την "εκδρομή" της ακολουθήσαμε, έχει αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια του αίματός της στον τόπο για τον οποίο πολέμησε. Και θυμηθήκαμε μια φράση: "εμάς, τουλάχιστον, μας ενώνει το αίμα"... Που επισήμως παραμένει αδικαίωτο.

Ετσι έγινα κομμουνιστής

Αχιλλέας Πετρίτης: "Ξέρετε πώς έγινα κομμουνιστής; Ημουν δάσκαλος. Ενα παιδί κάθονταν τρεις μέρες αμίλητο. Μια μέρα το κράτησα στο σχόλασμα. Απ' τη συζήτηση κατάλαβα ότι είχε να φάει μέρες. Του 'δωσα ένα κομμάτι ψωμί. Το κράτησε για να το πάει στη μάνα του. Κουβεντιάζοντας με τον πρόεδρο της κοινότητας, μου είπε πως όλο το χωριό είναι στην ίδια μοίρα. Και πως ο κόσμος δεν αλλάζει με ελεημοσύνη. Αν θες να βοηθήσεις, μου είπε, πάλεψε να αλλάξει η κοινωνία. Ετσι έγινα κομμουνιστής"

ΑΠΟΣΤΟΛΗ: Θανάσης ΛΕΚΑΤΗΣ, Μανόλης ΠΑΚΙΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ