ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Γενάρη 1999
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
O ενδοκαπιταλιστικός ανταγωνισμός

Αν παρακολουθήσουμε την πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και την εξέλιξή της από τα πρώτα της στάδια μέχρι σήμερα θα διαπιστώσουμε ότι η εικόνα της δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την εικόνα της "Αγίας Οικογένειας", που θέλουν να μας παρουσιάσουν οι κατασκευαστές της. Οτι πρόκειται, δήθεν, για ένα ενιαίο και συμπαγές σύνολο, όπου όλα λειτουργούν αρμονικά και χωρίς καβγάδες, για να επιτευχθούν οι "κοινοί" στόχοι των μελών της. Αυτή η "ειδυλλιακή" εικόνα μπορεί, να εμφανίζεται όταν είναι να εξαπολύσουν την επίθεση κατά των εργαζομένων, ή όταν πρόκειται να αντιμετωπίσουν την αμφισβήτηση της ταξικής τους κυριαρχίας. Οταν, όμως, κάθονται στο τραπέζι της "μοιρασιάς" εκεί αφήνουν τα προσχήματα κατά μέρος, ο πόλεμος αρχίζει...

Ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται στον καπιταλισμό μεταξύ των δυνάμεων του κεφαλαίου είναι ταυτόχρονα το οξυγόνο για τη ζωή, αλλά και μια από τις βασικές αιτίες θανάτου αυτού του συστήματος. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι ο ενδοκαπιταλιστικός ανταγωνισμός μεγαλώνει όσο μεγαλώνουν και οι φιλοδοξίες των αρχιτεκτόνων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για μια μορφή πολιτικής ένωσης των κρατών - μελών. Αυτό το σχέδιο της ενοποίησης που θεωρητικά έχει σαν στόχο τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού πόλου απέναντι στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία γεννά και ενισχύει τις αντιθέσεις μεταξύ των κυρίαρχων οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων. Τις περισσότερες φορές, βέβαια, μπροστά στον "κοινό εχθρό", τους εργαζόμενους, μπροστά στον κίνδυνο απώλειας του ελέγχου καταφεύγουν σε συμβιβασμούς και αμοιβαίες υποχωρήσεις. Ομως ποτέ μέχρι σήμερα δεν κατάφεραν να βρουν το φάρμακο, που θα γιάτρευε την αρρώστια, η οποία συνεχίζει τη δουλιά της, για να έχουμε αργότερα τα συμπτώματά της πιο έντονα και πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν.

Ας αφήσουμε όμως την κάπως θεωρητική περιγραφή αυτού του φαινομένου, του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού, για να δούμε ορισμένα σύγχρονα και χαρακτηριστικά του συμπτώματα, όπως εκφράζονται και στις πρόσφατες, σχετικά, εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπου αυτός ο ανταγωνισμός αναπτύσσεται ταυτόχρονα και σε διαπλοκή με τον παγκόσμιο.

Οπως είναι γνωστό, τα τελευταία χρόνια, μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ ο γερμανογαλλικός άξονας έχει ενισχυθεί σαν καθοριστική δύναμη της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ταυτόχρονα, όμως, από τη Γαλλία, μέσω της Ενωσης, αλλά και από τη Βρετανία, που πολλές φορές συμπλέει με τις ΗΠΑ, εκφράζονται και οι προσπάθειες ελέγχου των τάσεων του ηγεμονισμού της Γερμανίας. Π. χ. η Βρετανία που διαβλέπει μια μείωση του ρόλου της, στην όποιας μορφής πολιτική ένωση, αν ποτέ επιτευχθεί, αντιδρά συστηματικά σ' αυτά τα σχέδια, αρνείται και απειλεί με αποχώρηση μπροστά στο ενδεχόμενο να "κοινοτικοποιηθούν" κρίσιμοι τομείς, όπως η εξωτερική πολιτική, η πολιτική της άμυνας και της ασφάλειας. Βέβαια, αυτές οι αντιρρήσεις μπορεί τώρα να ελαττώνονται από την κυβέρνηση Μπλερ, αλλά ήταν πολύ έντονες από την κυβέρνηση Θάτσερ. Αυτές οι διαφορές θα πρέπει να αποδοθούν στις επιλογές ενός ισχυρού τμήματος της άρχουσας τάξης της Βρετανίας στα πλαίσια του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού.

Πρόσφατα, επίσης, ξέσπασε ένας πόλεμος δηλώσεων μεταξύ Γερμανίας και Βρετανίας σχετικά με το φορολογικό καθεστώς. Η γερμανική κυβέρνηση σε έντονο ύφος κατήγγειλε τη βρετανική ότι νοθεύει τον ανταγωνισμό, διατηρώντας ειδικό φορολογικό καθεστώς για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, που προτιμούν έτσι το βρετανικό έδαφος για την εγκατάσταση των δραστηριοτήτων τους.

Ομως, αυτός ο ανταγωνισμός δεν εμφανίζεται μόνο μεταξύ των κρατών, αλλά και μεταξύ των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Δεν είναι τυχαίο εξάλλου, ότι στην Ελλάδα η διαμάχη για τα μεγάλα έργα παίρνει οξύτατες μορφές ανάμεσα στις ξένες πολυεθνικές. Π. χ. Γερμανοί και Γάλλοι έδωσαν σκληρή μάχη για την κατασκευή του αεροδρομίου των Σπάτων. Η μάχη αυτή έφτασε στα κοινοτικά όργανα, όπου οι δυο κυβερνήσεις αντάλλαξαν σκληρές εκφράσεις, ενώ δεν έλειψαν και οι καταγγελίες από τη γαλλική κοινοπραξία, που έχασε το έργο, για τους όρους διεξαγωγής του σχετικού διαγωνισμού. Ανάλογες καταγγελίες έγιναν από ελληνικές κατασκευαστικές εταιρίες για τους χειρισμούς της κυβέρνησης στην υπόθεση του Μετρό Θεσσαλονίκης, η κατασκευή του οποίου ανατέθηκε σε ξένη κοινοπραξία παρά τα αποτελέσματα του σχετικού διαγωνισμού. Δε λείπουν, βέβαια, και οι οξύτατες διαμάχες ανάμεσα σε ελληνικά συμφέροντα εκδοτών - επιχειρηματιών για κάποια από τα λεγόμενα "μεγάλα έργα".

Τέτοιες και μεγαλύτερες ακόμα αντιθέσεις σημειώνονται καθημερινά στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σαν εκδήλωση της ανισόμετρης ανάπτυξης,σαν αποτέλεσμα ανταγωνισμού μεταξύ των ομίλων του μεγάλου κεφαλαίου στη διεκδίκηση της ηγεμονίας στην παγκόσμια αγορά. Ακόμη μεγαλύτερες και σκληρότερες αντιθέσεις θα σημειωθούν τα επόμενα χρόνια, εξαιτίας της προσπάθειας για Νομισματική, Οικονομική και Πολιτική Ενωση. Ομως αυτά τα φαινόμενα δεν πρόκειται να προκαλέσουν, από μόνα τους την ανατροπή του οικοδομήματος, απαραίτητη προϋπόθεση γι' αυτό είναι η ένταση της ταξικής πάλης σε κάθε χώρα ξεχωριστά και στο κοινοτικό επίπεδο, είναι η διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.

Δ. Π.

Στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου

Η επιβολή αυτής της βαθιά ταξικής πολιτικής των "αναδιαρθρώσεων", προκειμένου να εξασφαλιστούν τα διαβόητα "κριτήρια σύγκλισης", απαιτεί και ισχυρό κρατικό κατασταλτικό μηχανισμό. Η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η αύξηση της φτώχειας, της ανεργίας, η κατάργηση κατακτημένων δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών, αντικειμενικά οξύνουν τις ταξικές αντιθέσεις και δημιουργούν συνθήκες και προϋποθέσεις ανάπτυξης της ταξικής πάλης, συνολικά της πάλης των λαϊκών μαζών. Που μπορεί να ξεκινά από την αμφισβήτηση αυτής της πολιτικής, ως την προοπτική αμφισβήτησης της εξουσίας που την εφαρμόζει και την ανατροπή τους. Αυτό είναι που οδηγεί την άρχουσα τάξη σε αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις στο ίδιο το κράτος, στην ενίσχυση του ταξικού του χαρακτήρα και των κατασταλτικών του μηχανισμών, και του ρόλου του σαν μοχλού επιβολής αυτής της αντιδραστικής πολιτικής και στήριξης της εξουσίας των μονοπωλίων. Συνολικά, αυτή η στρατηγική, είναι επιλογή του κεφαλαίου που καλύπτει τις ανάγκες της συσσώρευσης, και της δυνατότητας να αντεπεξέρχεται στον οξύτατο ανταγωνισμό σε συνθήκες κρίσης. Η πτώση του ποσοστού κέρδους αντικειμενικά ωθεί στην ένταση της εκμετάλλευσης. Απαιτεί πολιτική που να συμβάλει στην ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της μάζας των κερδών. Απαιτεί εφαρμογή πολιτικής που να παρέχει δυνατότητα αναπαραγωγής του κεφαλαίου, πολιτική παρέμβασης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στον καπιταλισμό. Ταυτόχρονα, ο ανταγωνισμός, απαιτεί τη μέγιστη ελευθερία κίνησης, κυρίως των κεφαλαίων και των εμπορευμάτων. Οι καπιταλιστές φτάνουν ακόμη και σε κλείσιμο επιχειρήσεων σε μια χώρα και μεταφορά και ανάπτυξή τους σε άλλη, προκειμένου να αυξήσουν τα κέρδη τους, πράγμα που οδηγεί σε αύξηση της ανεργίας και ένταση της εκμετάλλευσης.

Επομένως, οι "δείκτες σύγκλισης", δεν προσδιορίστηκαν τυχαία, όπως και η πολιτική των αναδιαρθρώσεων, προκειμένου να εξασφαλιστούν δεν είναι τυχαία. Υπηρετούν βασικά την ανάγκη που έχει το κεφάλαιο να κινείται και να δρα ελεύθερα, να αποκομίζει κέρδη, να μην παθαίνει ζημιά από την κρίση και να μπορεί να εκμεταλλεύεται ασύστολα την εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες, να μεταφέρει στις πλάτες τους τις συνέπειες της κρίσης. Απ' αυτό απορρέει και ένα ακόμη συμπέρασμα, ότι ΟΝΕκαι κοινωνικό πρόσωπο είναι πράγματα ασυμβίβαστα. Είναι σαν να παραχωρεί το κεφάλαιο τα κέρδη και την εξουσία του, αφού μια πολιτική για την ΟΝΕ με κοινωνικό πρόσωπο υπονομεύει τους μοχλούς ανάπτυξης της δράσης του, την εξασφάλιση των κερδών του, τις δυνατότητες να αντεπεξέρχεται στον ανταγωνισμό, ακόμη και την ίδια την εξουσία του. Γι' αυτό και δε χωρά άλλη πολιτική διαχείρισης. Γι' αυτό και οι σοσιαλδημοκρατικές ή οι αυτοαποκαλούμενες "κεντροαριστερές" κυβερνήσεις, μπορούν και συνδιαλέγονται και συναποφασίζουν με τις λεγόμενες νεοφιλελεύθερες, αφού από κοινού εφαρμόζουν νεοφιλελεύθερη πολιτική. Μόνο ανατροπή αυτής της πολιτικής σε κάθε χώρα μπορεί να δώσει διέξοδο σε όφελος των λαών. Κάθε προσανατολισμός σε άλλη κατεύθυνση, (π.χ. ΕΕ με κοινωνικό πρόσωπο, δηλαδή μια ένωση ιμπεριαλιστών που εφαρμόζει φιλολαϊκή πολιτική, αν είναι δυνατόν!), αν δεν εκφράζει ουτοπική αντίληψη των δυνάμεων διαχείρισης που τον προβάλλουν, είναι σκόπιμος αποπροσανατολισμός του λαϊκού κινήματος για την υποταγή των λαϊκών μαζών στη στυγνή εκμετάλλευση. Στην Ελλάδα, η ανάπτυξη της ταξικής πάλης από ένα λαϊκό μέτωπο που θα επιδιώκει ρήξεις με την πολιτική του διεθνοποιημένου ελληνικού κεφαλαίου και θα συνδέει το ζήτημα της ρήξης με την ΕΕ με την προοπτική της λαϊκής εξουσίας, σε συνδυασμό με την κοινή πάλη των λαών των χωρών της ΕΕ, είναι μονόδρομος για τα λαϊκά συμφέροντα.

Σ. Κ.

Ελλείμματα και εξωτερικό χρέος

Μείωση των ελλειμμάτων σημαίνει κατάργηση της άσκησης δημόσιας κρατικής πολιτικής σε κοινωνικούς τομείς. Αυτό εννοούν όταν προβάλλουν το σύνθημα "λιγότερο κράτος". Σημαίνει, επίσης, ξεπούλημα στο κεφάλαιο κρατικών παραγωγικών δραστηριοτήτων, γιατί οι επιχειρηματίες αυξάνοντας τη δραστηριότητά τους και στους κρατικούς παραγωγικούς τομείς, αυξάνουν τη δυνατότητα να κερδίζουν πολλαπλάσια, λόγω του στρατηγικού τους χαρακτήρα, αλλά και λόγω παροχής εμπορευμάτων και υπηρεσιών λαϊκής κατανάλωσης με μεγαλύτερες τιμές. Αυτή η διαδικασία κάνει ακόμη πιο δύσκολη, αν όχι αδύνατη, την απόκτησή τους για τα λαϊκά στρώματα. Βεβαίως, έτσι η κυβέρνηση αιτιολογεί τη μείωση των εξόδων του κράτους και θεωρεί ότι μειώνει και τα ελλείμματα. Ας θυμηθούμε το παράδειγμα του Κ. Σημίτη με την αποδοτικότητα των νοσοκομείων και την επισήμανση ότι μεγαλώνει το κόστος νοσηλίων από την παραμονή των ασθενών σ' αυτά, άρα η λειτουργία τους είναι ζημιογόνα, ή την απόφαση του υπουργού ΥγείαςΠρόνοιας για απαγόρευση στα δημόσια νοσοκομεία, να νοσηλεύουν αλλοδαπούς, μετανάστες, αν δεν υπάρχει διακρατική συμφωνία. Και μόνο αυτό οδηγεί στην υποβάθμιση της δημόσιας υγείας για τα λαϊκά στρώματα και συμβάλλει στην ανάπτυξη της δράσης του κεφαλαίου σ' αυτό τον τομέα. Από τη σύμπλεξη με τις ασφαλιστικές εταιρίες, ως τους αξονικούς τομογράφους και τις ιδιωτικές κλινικές, που αναπτύσσονται ραγδαία. Το ίδιο ισχύει και για την παροχή προνοιακών υπηρεσιών από το κράτος, την προσχολική αγωγή, τις ανάγκες των ατόμων της τρίτης ηλικίας, την παροχή υπηρεσιών στα άτομα με ειδικές ανάγκες κλπ. που εναποτίθενται στους εθελοντές, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, τη φιλανθρωπία και την ΤΑ, η οποία για όσες υπηρεσίες παρέχει, εισπράττει το αντίτιμό τους, λειτουργώντας ως επιχείρηση. Η ίδια αντίληψη πρυτανεύει και με την ιδιωτικοποίηση οργανισμών του δημοσίου, όπως ο ΟΣΚ, τα λιμάνια και άλλοι, οι οποίοι, περνώντας προς εκμετάλλευση στα χέρια του κεφαλαίου, μετατρέπονται σε επιχειρήσεις, με ο,τι αυτό συνεπάγεται, για τους εργαζόμενους.

Ταυτόχρονα τα ελλείμματα έχουν άμεση σχέση με το εξωτερικό χρέος, το οποίο δημιουργείται από τον εξωτερικό δανεισμό, για να αντεπεξέλθει ένας ελλειμματικός προϋπολογισμός. Γι' αυτό και συμπεριέλαβαν και αυτό το δείκτη, σαν απαραίτητο για την είσοδο μιας χώρας στην ΟΝΕ. Η απαίτηση για μείωσή του, σημαίνει εξασφάλιση εσόδων του κράτους, γεγονός που με τη σειρά του επιβάλει την αφαίμαξη των λαϊκών εισοδημάτων από το ίδιο το κράτος τόσο μέσω άμεσης όσο και μέσο έμμεσης φορολογίας, ή την πληρωμή υπηρεσιών που παρέχει το δημόσιο.

Η αποδιάρθρωση στην εκπαίδευση

Στην εκπαίδευση, μαζί με την άνθηση των ιδιωτικών σχολείων, των φροντιστηρίων, της διαπλοκής των ΑΕΙ με μονοπωλιακά συγκροτήματα, η αντιεκπαιδευτική μεταρρύθμιση υλοποιεί αυτό που η "Λευκή Βίβλος", με απαίτηση του κεφαλαίου έδινε σαν κατεύθυνση. Επομένως και με τις αναδιαρθρώσεις, ιδιαίτερα με την ευελιξία στην εργασία και την ανάληψη της εκπαιδευτικής διαδικασίας από τις επιχειρήσεις, υλοποιώντας τη λογική της συνεχούς ειδίκευσης και επανειδίκευσης. Η αντιδραστική αντιεκπαιδευτική κυβερνητική μεταρρύθμιση επιδιώκει να αποκλείσει την πλειοψηφία των μαθητών, παιδιών του λαού, από την ανώτατη βαθμίδα της εκπαίδευσης. Αυτό γίνεται γιατί δεν παρέχεται ολοκληρωμένη μόρφωση στο σχολείο με προοπτική τηνπρόσβαση στα ΑΕΙ όπως διατείνονται οι κυβερνώντες, αλλά η αποστήθιση γνώσεων για τις αλλεπάλληλες εξετάσεις, μέσα από τις οποίες όσοι, (η πλειοψηφία), δεν έχουν τη δυνατότητα φροντιστηριακής υποστήριξης, για να αντεπεξέλθουν, αποκλείονται και τους δίνεται ως μοναδική διέξοδος η ειδίκευση στα Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια. Η εκπαιδευτική διαδικασία στα ΤΕΕ συνδέεται με τις επιχειρήσεις, προκειμένου να εκπαιδεύεται, για τις ανάγκες τους, αμόρφωτο ειδικευμένο εργατικό δυναμικό, φτηνό, ώστε να είναι αποκλειστικά εξαρτώμενο από τις διαθέσεις των καπιταλιστών. Ειπώθηκε στη Βουλή από κυβερνητικά χείλη ότι αυτή η μεταρρύθμιση προετοιμάζει τους μαθητές να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό στην ΕΕ. Στην ουσία δημιουργεί εργάτες που θα αποδίδουν με τη δουλιά τους μεγάλα κέρδη, για να μπορούν τα μονοπώλια να αντεπεξέρχονται στο μεταξύ τους ανταγωνισμό.

Πληθωρισμός, επιτόκια και... βαρβαρότητα

Ο δείκτης του πληθωρισμού, λένε οι καπιταλιστές, σχετίζεται με τις τιμές των εμπορευμάτων. Μείωση του πληθωρισμού σημαίνει για τους καπιταλιστές μείωση ή συγκράτηση των τιμών, τις οποίες επηρεάζουν, όπως λένε οι μισθοί. Επομένως πρέπει να δίνονται αυξήσεις μικρότερες από τον πληθωρισμό. Ελπίζουν έτσι να μειωθεί η ζήτηση στην αγορά, άρα θα συγκρατηθούν ή και θα μειωθούν οι τιμές. Λένε μάλιστα ότι έτσι ο ονομαστικός μισθός θα προσεγγίζει τον πραγματικό. Βεβαίως όλα αυτά είναι ένας φαύλος κύκλος, που τον υποστηρίζουν οι επιχειρηματίες με ένα μόνο σκοπό. Τη μείωση των μισθών, για να μεγαλώνουν τα κέρδη τους. Οι τιμές όμως των εμπορευμάτων επηρεάζονται βασικά από τα κέρδη και καθόλου από τους μισθούς. Ο μισθός της εργασίας έχει άμεση σχέση με τις ανάγκες αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Απ' αυτό καθορίζεται. Οσο πιο μεγάλες είναι οι αναπαραγωγικές ανάγκες για την εργατική δύναμη, για την αναπαραγωγή της ικανότητας του εργάτη να δουλεύει, τόσο μεγαλώνει και η αξία, άρα και η τιμή της εργατικής δύναμης, άρα και ο μισθός. Αρα είναι μύθος ότι οι μισθοί αυξάνουν τις τιμές. Γιατί όμως επιμένουν γενικά στη μείωση των τιμών; Μα για να γίνονται πιο ανταγωνιστικά τα προϊόντα στην παγκόσμια αγορά. Η μείωση όμως των τιμών χωρίς μείωση των κερδών, αλλά αύξησή τους, (αυτό επιδιώκουν οι καπιταλιστές), οδηγεί στη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Ετσι λοιπόν αποφασίζεται η εφαρμογή πολιτικής σκληρής λιτότητας σε βάρος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, που με τη σειρά της σημαίνει μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Βεβαίως, η πτώση των μισθών είναι μεγαλύτερη από την πτώση των τιμών. Γιατί, εκτός από την πολιτική λιτότητας, οι επιχειρηματίες απαιτούν ευελιξία στη χρήση της εργατικής δύναμης, (γι' αυτό καταργούν τον σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο, κατάργηση της κοινωνικής ασφάλισης), πράγμα που οδηγεί σε πτώση της τιμής της, άρα και στην πτώση των μισθών, γιατί αυτός ο παράγοντας είναι που επιδρά στην αύξηση των κερδών τους. Με την κατάργηση στη σταθερότητα του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, (8ωρο-7ωρο), και την ευελιξία στην απασχόληση έχουμε μεγιστοποίηση του βαθμού εκμετάλλευσης μέχρι βαρβαρότητας. Σ' αυτό αποσκοπεί επίσης η ιδιωτικοποίηση των άλλων κοινωνικών τομέων. Γιατί η δημόσια δωρεάν παιδεία, η δημόσια υγεία, η υγιεινή και ασφάλεια στους τόπους δουλιάς, η παροχή προνοιακών υπηρεσιών, όπως και η ψυχαγωγία, ο αθλητισμός, το περιβάλλον, που θα 'πρεπε επίσης να αποτελούν υποχρεώσεις του κράτους κλπ., αποτελούν μαζί με το μεροκάματο την τιμή της εργατικής δύναμης, και η παροχή τους έχει άμεση σχέση με την αναπαραγωγή της και τις συνθήκες που συντελείται. Με τη μεταφορά των εξόδων για την εξασφάλισή τους από το κράτος στην ίδια την εργατική τάξη, έχουμε επίσης πτώση της τιμής που αυτή πουλά την εργατική της δύναμη.

Το δέλεαρ των επιτοκίων

Το "κριτήριο" της μείωσης των επιτοκίων, αποφασίστηκε γιατί σημαίνει φτηνό χρηματικό κεφάλαιο για τις επιχειρηματικές επενδύσεις, ένας παράγοντας στον οποίο στηρίζουν οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών της ΕΕ, μαζί και η ελληνική, τις ελπίδες για αντιμετώπιση της ανεργίας. Βεβαίως, για να συγκαλύψουν το γεγονός ότι μ' αυτή τη διαδικασία ωφελείται συνολικά το κεφάλαιο, μιλούν για φτηνά στεγαστικά δάνεια, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι δεν έχουν καν τη δυνατότητα να χτίσουν ή να αγοράσουν στέγη, (δε φτάνει το εισόδημα να ανταποκριθεί στο κόστος της, και στις ανάγκες του δανείου), αποσιωπούν ότι χαμένες είναι οι λαϊκές αποταμιεύσεις, αλλά και το γεγονός ότι οι επενδύσεις δε σημαίνουν μείωση της ανεργίας, αφού κυρίως γίνονται σε ανάπτυξη των μέσων παραγωγής για αύξηση της παραγωγικότητας που με τη σειρά του σημαίνει λιγότερες θέσεις εργασίας. Αυτό απαιτεί ο μονοπωλιακός ανταγωνισμός, σ' αυτό οδηγεί. Γεγονός που όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει την ανεργία, αλλά την αυξάνει. Ταυτόχρονα η μείωση των επιτοκίων δεν ωφελεί ούτε τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες, ούτε τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης. Το εισόδημα των αγροτών συνεχώς θα συρρικνώνεται λόγω μείωσης των τιμών των αγροτικών προϊόντων, με δεδομένη και τη συρρίκνωση των επιδοτήσεων, επομένως δε θα 'χουν τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στα δυσβάσταχτα τραπεζικά χρέη, σε αντίθεση με τους καπιταλιστές αγρότες, οι οποίοι θα ωφελούνται όπως και οι υπόλοιποι επιχειρηματίες από τα φτηνά επιτόκια, για να μεγαλώνουν το κεφάλαιο και τη δράση του στην αγροτική οικονομία σε βάρος των μικρομεσαίων αγροτών. Το ίδιο ισχύει και για τα μεσαία στρώματα της πόλης με δεδομένη και τη συρρίκνωση του εργατικού εισοδήματος, στο οποίο κυρίως στηρίζονται. Ετσι μέρος των μεσαίων στρωμάτων θα απαλλοτριώνεται βίαια και θα προλεταριοποιείται.

Αναδιαρθρώσεις και "κριτήρια σύγκλισης"

Η κυβέρνηση, αλλά και οι ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναφέρουν συχνά, όταν προπαγανδίζουν την πολιτική τους, τις διαβόητες "αναδιαρθρώσεις", ως πανάκεια για την οικονομική ανάπτυξη, αλλά και την αντιμετώπιση των λαϊκών προβλημάτων. Πρόκειται για αναδιαρθρώσεις, τις οποίες εξετάζοντας τες καθένας αντικειμενικά τις συσχετίζει με τα συμφέροντα του. Και εδώ δε χωρά αμφιβολία για το ποιον ωφελούν, ποια συμφέροντα εξυπηρετούν, αφού πρόκειται για το καπιταλιστικό σύστημα. Καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις λοιπόν, μεταρρυθμίσεις με συγκεκριμένο σκοπό: την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, την αύξηση των καπιταλιστικών κερδών, την επιδίωξη για ένταση της δράσης του κεφαλαίου. Είναι κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις, με σκοπό την αντιμετώπιση της πορείας και της εξέλιξης του καπιταλισμού, σε συνθήκες κρίσης και με αρνητικό για το εργατικό επαναστατικό κίνημα συσχετισμό. Ταυτόχρονα, με τον όρο "αναδιαρθρώσεις", στα πλαίσια της ΕΕ, εννοούν μεταρρυθμίσεις, οι οποίες κρίνονται αναγκαίες, προκειμένου να πιαστούν τα λεγόμενα "κριτήρια σύγκλισης" ώστε η Ελλάδα να εξασφαλίσει την είσοδό της στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση και να ενταχθεί στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, το "ΕΥΡΩ". Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για μεταρρυθμίσεις όπως: Εντατική προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, όχι μόνο κρατικών επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, επιχειρήσεων που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ανάπτυξης της οικονομίας, όπως π. χ. μεταφορές, επικοινωνίες, ενέργεια, αλλά και δημοσίων κοινωνικών τομέων όπως εκπαίδευση, υγεία, πρόνοια.

Αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, με κατάργηση του σταθερού εργάσιμου χρόνου (8ωρο, 7ωρο), εφαρμογή της μερικής απασχόλησης, ημερήσιος χρόνος εργασίας ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων, καταστροφή του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης κλπ.

Αλλαγές στις γεωργικές καλλιέργειες, και μέτρα καταστροφής της μικρής και μεσαίας παραγωγής, για τη δημιουργία μεγάλων καπιταλιστικών νοικοκυριών.

Ταυτόχρονα προωθούνται μια σειρά μεταρρυθμίσεις που έχουν σχέση με το ίδιο το κράτος, στα πλαίσια του "οράματος" του λεγόμενου κράτους στρατηγείου, οι οποίες ενισχύουν το χαρακτήρα και το ρόλο του ως μοχλού εξουσίας των μονοπωλίων. Σ' αυτά τα πλαίσια ενισχύεται ο κατασταλτικός του ρόλος, με την οργάνωση μηχανισμών που να ανταποκρίνονται στο νέο ρόλο του ΝΑΤΟ (δηλαδή για την καταστολή των λαϊκών κινημάτων), όπως π. χ. η "παλλαϊκή άμυνα", η βαλκανική ταξιαρχία, τα μέτρα για την εφαρμογή της συμφωνίας Σένγκεν, την προσαρμογή στην "Ευρωπόλ". Αλλες μεταρρυθμίσεις που απαλλάσσουν το κράτος από την υποχρέωση να παρέχει στους εργαζόμενους μια σειρά υπηρεσίες, τις οποίες καταργούν ή συγχωνεύουν τους οργανισμούς παροχής τους ή τις παραδίδουν στους ιδιώτες. Αξιοποιούν επίσης μηχανισμούς και θεσμούς για το πέρασμα μιας σειράς αναδιαρθρώσεων, όπως Δίκτυα, μη κυβερνητικές οργανώσεις, ομάδες εθελοντών και κυρίως την Τοπική Αυτοδιοίκηση (ΤΑ). Μια ακόμη σημαντική μεταρρύθμιση σ' αυτή την κατεύθυνση είναι ο περιβόητος νόμος "Καποδίστρια". Οι αναγκαστικές συνενώσεις δήμων και κοινοτήτων, με δεδομένο το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας και δράσης της ΤΑ, που τη μετατρέπει σε αποτελεσματικό κρατικό μοχλό άσκησης της αντιλαϊκής πολιτικής, ουσιαστικά ενισχύουν την κρατική δράση, την κάνει πιο αποτελεσματική ενάντια στο λαό.

Η πολιτική των "αναδιαρθρώσεων" και τα διαβόητα "κριτήρια σύγκλισης" έχουν οργανική σχέση μεταξύ τους, οι αναδιαρθρώσεις υπηρετούν τα "κριτήρια ή δείκτες", όπως τα ονομάζουν, όπως επίσης και τις "τέσσερις ελευθερίες" (της κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και προσώπων), που είναι και η καρδιά της ΟΝΕ.

Οι εργαζόμενοι και οι αγρότες γνωρίζουν πολύ καλά ποιοι ωφελούνται από τις περιβόητες "αναδιαρθρώσεις" και παλεύουν ενάντια στις επιλογές αυτές της ΕΕ και της κυβέρνησης



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ