ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Ιούνη 1999
Σελ. /56
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ας μιλήσουμε για την οικονομία και τις αλήθειες των αριθμών

Εμφανίζει τη βελτίωση ορισμένων οικονομικών μεγεθών (πληθωρισμός, επιτόκια δανείων, ελλείμματα δημοσίου, ρυθμός ανάπτυξης) σαν επίτευγμα για την "ισχυρή Ελλάδα". Ομως κρύβει ότι τα οφέλη αυτής της βελτίωσης - που τα σπασμένα τα πλήρωσε η μεγάλη πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού - τα γεύτηκαν οι μεγαλοεπιχειρηματίες και οι κάθε είδους υπηρέτες τους

Η "ισχυρή οικονομία" και η "ισχυρή Ελλάδα", είναι ένα από τα αγαπημένα σλόγκαν που προβάλει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Με διαφημίσεις στα ραδιοτηλεοπτικά κανάλια και τις εφημερίδες ή περιοδικά, με πολύχρωμα ιλουστρασιόν φυλλάδια και με γιγαντοαφίσες, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να πείσει την κοινή γνώμη, ότι τα τελευταία 6 χρόνια το όραμα για "ισχυρή οικονομία" και "ισχυρή Ελλάδα", έγινε πραγματικότητα. Και σίγουρα δε θα υπάρχει Ελληνας, που να μην άκουσε από το ραδιόφωνο, να μην είδε στην τηλεόραση ή να μην διάβασε σε κάποια εφημερίδα ή περιοδικό, τη διαφήμιση του ΠΑΣΟΚ, με την οποία η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος, προσπαθεί να μας πείσει πως όταν ευημερούν οι αριθμοί ευημερούν και ΟΛΟΙ οι άνθρωποι!

Ταυτίζοντας, λοιπόν, την "ευημερία των αριθμών" με την... ευημερία των ανθρώπων, η κυβέρνηση Σημίτη σε μια από τις προεκλογικές της διαφημίσεις μάς"πληροφορεί" μεταξύ άλλων ότι "τα τελευταία χρόνια, με τη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, έγινε πραγματικότητα η μεγάλη και θετική αλλαγή σε όλους τους δείκτες της οικονομίας, σε όλα τα μεγέθη και τους αριθμούς, για τον πληθωρισμό, τα ελλείμματα, το δημόσιο χρέος, τις επενδύσεις, την απασχόληση, την ανάπτυξη, τις κοινωνικές δαπάνες".

Με τη συγκεκριμένη διαφήμιση, η κυβέρνηση Σημίτη μας πληροφορεί - παραθέτοντας σχετικό πίνακα με "μπλε" και "πράσινα" χρώματα - ότι στα 5,5 περίπου χρόνια που πέρασαν από το 1993 μέχρι σήμερα (τον Οκτώβρη του 1993 η ΝΔ έχασε τις εκλογές και επανήλθε στην κυβερνητική εξουσία το ΠΑΣΟΚ:

  • Ο πληθωρισμός μειώθηκε από 14% σε 2%.
  • Τα επιτόκια στεγαστικών δανείων μειώθηκαν από 20% σε 6%.
  • Τα επιτόκια επαγγελματικών δανείων μειώθηκαν από 30% σε 14%.
  • Τα επιτόκια αγροτικών δανείων μειώθηκαν από 23% σε 14%.
  • Το έλλειμμα του δημοσίου σαν ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε από 14% σε 2%.
  • Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) από μείωση 1,6% που είχε σημειώσει το 1993, αυξήθηκε κατά 3,5% το 1999.

Και ολοκληρώνοντας το "παιχνίδι" εντυπώσεων με τους αριθμούς, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ διατείνεται με την ίδια διαφήμιση: "Αυτά δεν είναι απλά λογιστικά μεγέθη. Αφορούν όλους τους Ελληνες. Η αλήθεια των αριθμών, είναι αλήθεια και για τη ζωή μας".

Ας μιλήσουμε λοιπόν για την "αλήθεια των αριθμών" και ας δούμε πόσο αληθινός είναι ο ισχυρισμός που προβάλλουν με την προεκλογική διαφημιστική καμπάνια του ΠΑΣΟΚ ο "εκσυγχρονιστής" πρωθυπουργός Κ. Σημίτης και συνολικά η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος, ότι δήθεν η ευημερία των αριθμών της οικονομίας, συμβαδίζει με την ευημερία του λαού και των εργαζομένων. Τα κείμενα που ακολουθούν, δείχνουν ότιτο μοντέλο της "ισχυρής οικονομίας" και της "ισχυρής Ελλάδας" που εφαρμόζει η κυβέρνηση Σημίτη, έχει τους μεγάλους κερδισμένους και τους μεγάλους χαμένους.

Στους μεγάλους κερδισμένους είναι ένα μικρό ποσοστό του ελληνικού λαού, που το απαρτίζουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες (βιομήχανοι, έμποροι, τραπεζίτες και οι κάθε είδους υπηρέτες τους), ενώ αντίθετα η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού (δηλαδή οι εργαζόμενοι μισθωτοί, συνταξιούχοι, οι αυτοαπασχολούμενοι επαγγελματοβιοτέχνες και έμποροι καθώς και τα μικρομεσαία νοικοκυριά των αγροτών και των ΕΒΕ) ανήκει στην κατηγορία των μεγάλων χαμένων. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνουν και τα κείμενα που ακολουθούν και δείχνουν ότι:

  • Η όποια βελτίωση ορισμένων βασικών οικονομικών μεγεθών (μείωση πληθωρισμού, ελλειμμάτων του δημοσίου και επιτοκίων καθώς και η επιτάχυνση των ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ), ήταν αποτέλεσμα της σκληρής αντιλαϊκής πολιτικής (εισοδηματικές πολιτικές μείωσης των μισθών και συντάξεων, περικοπές των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, κατάργηση επιδοτήσεων και φοροαπαλλαγών για τους εργαζόμενους κλπ.) με συνέπεια την προκλητικά μεγάλη αύξηση των κερδών και υπερκερδών των μεγάλων επιχειρήσεων.
  • Παράλληλα με τα μεγέθη της οικονομίας που παρουσίασαν πραγματική βελτίωση - και τα οποία επικαλείται και προπαγανδίζει η κυβέρνηση - είχαμε και την επιδείνωση ορισμένων άλλων βασικών μεγεθών. Για τα μεγέθη της οικονομίας που παρουσίασαν επιδείνωση, έχουμε υπόψη μας την αύξηση της ανεργίας και της υποαπασχόλησης, συνέπεια της οποίας είναι και η αύξηση του αριθμού των ελληνικών νοικοκυριών που ζουν κάτω από το όριο φτώχειας και της εξαθλίωσης, τη μείωση των επιτοκίων καταθέσεων και γενικότερα της λαϊκής αποταμίευσης, την αύξηση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου (εμπορικό και τρεχουσών συναλλαγών) που καλύπτονται με όλο και μεγαλύτερα δάνεια σε συνάλλαγμα από τις ξένες τράπεζες, με συνέπεια την ενίσχυση των δεσμών εξάρτησης της χώρας από τα ξένα κέντρα.

Με απλά λόγια, θα λέγαμε ότι το συγκεκριμένο μοντέλο "ισχυρής οικονομίας" και "ισχυρής Ελλάδας" που προωθεί η κυβέρνηση Σημίτη (σε πράσινη απόχρωση) και η διαφορά του με το παρόμοιο μοντέλο ανάπτυξης που υπόσχεται να εφαρμόσει η ΝΔ (σε γαλάζια απόχρωση), είναι ένα μοντέλο με σαφείς στόχους. Να κάνει τους ισχυρούς (τους πλούσιους μεγαλοεπιχειρηματίες και τους κάθε είδους υπηρέτες τους) ισχυρότερους (πλουσιότερους) και τους αδύνατους(δηλαδή τη μεγάλη πλειοψηφία του εργαζόμενου ελληνικού λαού, που ζει με το μόχθο και τη δουλιά του) ακόμη πιο ανίσχυρους (δηλαδή φτωχότερους), για να μην μπορούν ποτέ να σηκώσουν κεφάλι. Ισως όμως οι κυβερνώντες, ξεχνούν κάτι βασικό. Οτι υπάρχει και πάτος. Οτι εκτός από τη "θεία υπομονή των εργαζομένων, υπάρχει και η θεία οργή".

Ο πληθωρισμός, οι μισθοί και τα κέρδη

Στα 5,5 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ - όπως και τα προηγούμενα 3 χρόνια που κυβερνούσε η ΝΔ - οι αυξήσεις μισθών και συντάξεων ήταν μικρότερες του πληθωρισμού, ενώ τα κέρδη πολλαπλάσια

Ενας από τους βασικούς δείκτες, που παρουσίασε αξιόλογη βελτίωση - αλλά μικρότερη σε σχέση με τη δέσμη σκληρών αντιλαϊκών μέτρων που εφαρμόστηκαν και με τον επίσημα διακηρυγμένο κυβερνητικό στόχο - ήταν ο πληθωρισμός. Σχετικά με τον πληθωρισμό, είναι αλήθεια ότι μειώθηκε σημαντικά τα τελευταία 5,5 χρόνια. Ομως τα ποσοστά που επικαλείται η κυβέρνηση Σημίτη, είναι "κάλπικα", καθώς εμφανίζει μεν σωστό το ρυθμό πληθωρισμού για το 1993 (έτρεχε σε μέσα επίπεδα με ρυθμό γύρω στο 14%) αλλά πολύ μικρότερο από τον κανονικό ρυθμό πληθωρισμού για το 1999 (με βάση τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν προχτές, φέτος το Μάη έτρεχε με ρυθμό 4,1%). Και το πιο σημαντικό είναι ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο αποσιωπά το γεγονός πως τα "σπασμένα" για τη μείωση του πληθωρισμού τα πλήρωσαν τα πλατιά λαϊκά στρώματα (μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες, κλπ.) αλλά προκαλεί κι από πάνω. Και προκαλεί, γιατί από τη μια προβάλλει τον αστήρικτο ισχυρισμό ότι δήθεν με την πολιτική μονόπλευρης λιτότητας... προστατεύτηκε και αυξήθηκε το εισόδημα των εργαζομένων, ενώ αποσιωπά σκόπιμα το γεγονός ότι τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων (όπως μας πληροφορούν οι ίδιες με τους ισολογισμούς τους ή τις ανακοινώσεις Τύπου) αυξάνονται με ρυθμούς ρεκόρ.

Η κυβέρνηση εμφανίζει την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, σαν στοιχείο προστασίας της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων (μισθωτών - συνταξιούχων - αγροτών και άλλων λαϊκών στρωμάτων). Ομως αποφεύγει σαν ο διάβολος το λιβάνι να συγκρίνει τα ποσοστά ονομαστικής αύξησης των ονομαστικών μισθών και συντάξεων (που η ίδια καθορίζει με την εισοδηματική πολιτική) με τον πληθωρισμό ή τα ποσοστά αύξησης των κερδών με τον πληθωρισμό. Αν ανατρέξει κανείς στα επίσημα στοιχεία θα διαπιστώσει ότι από το 1993 μέχρι και το 1998, που η σωρευτική αύξηση του πληθωρισμού σε μέσα επίπεδα ήταν μικρότερη 44,3%:

  • Ο μέσος όρος αύξησης των μισθών και συντάξεων,ήταν για μεν τον ιδιωτικό τομέα 47,1% (με βάση την εξέλιξη των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης που συμφωνούν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων με τους εργοδότες) και μόλις 12,2% στο δημόσιο τομέα (με βάση την επίσημη εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης που καθορίζει τα ποσοστά ονομαστικής αύξησης των μισθών και συντάξεων στο δημόσιο).
  • Το μέσο ποσοστό αύξησης των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων,παρουσιάζουν αύξηση 278,3%. Με βάση μάλιστα τα επίσημα στοιχεία του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων, το ποσοστό αύξησης των κερδών των βιομηχανικών επιχειρήσεων μορφής ΑΕ και ΕΠΕ από το 1991 μέχρι και το 1998, ξεπερνά το 2.000%!
  • Το εισόδημα των αγροτών,χρόνο με το χρόνο μειώνεται, όπως προκύπτει τόσο από επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και τα στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, ενώ σε σταθερή καθοδική πορεία βρίσκονται τα τελευταία χρόνια και τα εισοδήματα των μικρομεσαίων εμπορικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων.

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί, με βάση τα τελευταία επίσημα στοιχεία της ΕΕ (Eurostat), τον Απρίλη του 1999, ο μέσος ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού στην Ελλάδα (4,3%) ήταν υπερτριπλάσιος του μέσου πληθωρισμού της ΕΕ των "15" (1,2%) και υπερτετραπλάσιος του μέσου πληθωρισμού της ΕΕ των "11" που έχουν ενταχθεί στη ζώνη του Ευρώ και στην ΟΝΕ. Ετσι, παρά την προσήλωση που έδειξαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στο να επιβάλουν και να εφαρμόσουν χωρίς παρεκκλίσεις τη μονόπλευρη λιτότητα σε βάρος των εργαζομένων, δεν πρόκειται ούτε φέτος να δούμε τον πληθωρισμό να περιορίζεται (σε μέσα επίπεδα) γύρω στο 2%, που αποτελεί "εθνικό στόχο" για την ένταξη στην ΟΝΕ!

Από τα παραπάνω στοιχεία είναι σαφές, ότι στα 5,5 χρόνια από την επάνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβερνητική εξουσία (από τον Οκτώβρη του 1993 μέχρι σήμερα) το ποσοστό αύξησης των μισθών και συντάξεων (που καθοριζόταν με βάση την κυβερνητική εισοδηματική πολιτική) ήταν μικρότερο του επίσημου πληθωρισμού. Αντίθετα, το ποσοστό αύξησης των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων (τραπεζικών, βιομηχανικών, εμπορικών κλπ.) ήταν πολλαπλάσιο του πληθωρισμού. Ανάλογα εξελίχθηκαν ο πληθωρισμός, οι μισθοί και τα κέρδη και στα προηγούμενα 3 χρόνια, από το 1990 μέχρι τον Οκτώβρη του 1993 (που στην κυβέρνηση ήταν η ΝΔ). Τα στοιχεία αυτά, επιβεβαιώνουν για μια ακόμη φορά, με τη γλώσσα των αριθμών, πως στην Ελλάδα είχαμε και εξακολουθούμε να έχουμε πληθωρισμό κερδών και όχι πληθωρισμό μισθών.

Τα επιτόκια και ο μύθος για "φτηνά δάνεια"

Η κυβέρνηση εμφανίζει μεγαλύτερη από την πραγματική τη μείωση στα επιτόκια στεγαστικών και αγροτικών δανείων (δεν υπολογίζει την περικοπή της επιδότησης επιτοκίου) από την άλλη κρύβει ότι η μείωση των επιτοκίων καταθέσεων ταμιευτηρίου ήταν μεγαλύτερη

Περηφανεύεται ακόμη η κυβέρνηση Σημίτη, ότι κατάφερε με την πολιτική της να εξασφαλίσει "φτηνά" δάνεια στους αγρότες, στους επαγγελματίες καθώς και στους εργαζόμενους για την απόκτησης στέγης (πρώτη κατοικία). Διαβάζουμε για παράδειγμα στα διαφημιστικά προεκλογικά φυλλάδια ή ακούμε να προπαγανδίζουν κυβερνητικά και άλλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, και να επαίρονται καθώς το 1999 (που έχουμε κυβέρνηση Σημίτη) συγκριτικά με το 1993 (που ήταν στην κυβέρνηση η ΝΔ) έχουν μειωθεί τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων (στο 6% από 20% το '93), των επαγγελματικών δανείων (στο 14% από 30%) και των αγροτικών δανείων (από 14% από 23%). Ακούμε επίσης διάφορα ραδιοτηλεοπτικά σποτ, σύμφωνα με τα οποία το 1999 συγκριτικά με το 1993, οι τόκοι που πληρώνουμε για τα στεγαστικά δάνεια έχουν μειωθεί στο 1/3 και περίπου στο 1/2 οι τόκοι που πληρώνουν οι αγρότες και οι επαγγελματίες για τα αγροτικά και τα επαγγελματικά δάνεια αντίστοιχα.

Το πρώτο που θέλουμε εδώ να σημειώσουμε είναι πως η κυβέρνηση λέει συνειδητά ψέματα όταν προπαγανδίζει πως μείωσε τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων στο 6%. Φτάνει μόνο να αναφερθεί ότι το χαμηλότερο επιτόκιο στεγαστικών δανείων σε δραχμές είναι αυτό της ΕΘνικής Τράπεζας για 5 χρόνια, το οποίο σήμερα είναι 7,25% (χωρίς τις διάφορες επιβαρύνσεις) ενώ μαζί με τις επιβαρύνσεις ξεπερνά το 9%. Οπως επίσης λέει ψέματα όταν υποστηρίζει πως μειώθηκε από 30% σε 14% το επιτόκιο των δανείων σε επαγγελματίες, καθώς το 1993 δεν υπήρχε επιτόκιο 30% για επαγγελματίες, το επιτόκιο των δανείων για κεφάλαια κίνησης που ήταν και το πιο υψηλό, ήταν 28,3%, ενώ σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα ήταν το επιτόκιο των δανείων προς τη βιοτεχνία (20,3%). Με τέτοιου είδους χονδροειδή ψέματα, γύρω από το ποσοστό μείωσης των επιτοκίων στεγαστικών - και όχι μόνο - δανείων δεν μπορεί να παραποιηθεί η πικρή αλήθεια. Οτι δηλαδή για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων το "όνειρο να αποκτήσουν δικό τους σπίτι" έγινε πιο απόμακρο και όχι πιο κοντινό.Κι αυτό για τον εξής απλό λόγο. Οτι δηλαδή, αν στην περίοδο από το 1993 μέχρι το 1999 τα επιτόκια μειώθηκαν κατά 50% - και όχι 70% που ισχυρίζεται η κυβέρνηση - στην ίδια περίοδο το ποσό που έπρεπε να διαθέσουν οι εργαζόμενοι για την αγορά πρώτης κατοικίας υπερτριπλασιάστηκε.

Στην υπέρογκη αύξησης του κόστους αγοράς πρώτης κατοικίας, συνέβαλαν μεταξύ άλλων και οι εξής παράγοντες:

Πρώτον, οι αυξήσεις των τιμών πώλησης κατοικιών που επέβαλαν οι πωλητές διαμερισμάτων και άλλων ακινήτων, που ήταν τουλάχιστον όσο η επίσημη αύξηση του πληθωρισμού.

Δεύτερον, η αύξηση της φορολογίας στις αγοραπωλησίες και άλλους είδους μεταβιβάσεις ακινήτων,που επέβαλε το κράτος τα τελευταία χρόνια με τις αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών.

Τρίτον, η δραστική μείωση της επιδότησης του επιτοκίου των στεγαστικών δανείων για την αγορά πρώτης κατοικίας.Ενώ μέχρι το 1992 δινόταν επιδότηση επιτοκίου για όλη τη διάρκεια του δανείου, το 1993 η ΝΔ μείωσε το χρόνο επιδότησης στα 10 πρώτα χρόνια διάρκειας του δανείου και στη συνέχεια το ΠΑΣΟΚ - ακολουθώντας το δρόμο που χάραξε η ΝΔ - περιόρισε την επιδότηση του επιτοκίου στη μισή διάρκεια του δανείου.Με τις αποφάσεις για τον περιορισμό του χρόνου επιδότης του επιτοκίου, αυξήθηκαν σημαντικά οι τόκοι που πλήρωναν οι δανειολήπτες για το διάστημα μετά την κατάργηση της επιδότησης και μέχρι την εξόφληση του δανείου.

Υπάρχει ακόμη, ένας τέταρτος παράγοντας που τα στεγαστικά δάνεια έγιναν ακριβότερα και στην ουσία απλησίαστα. Το γεγονός ότι - ελέω εισοδηματικής πολιτικής λιτότητας - περιορίστηκε η δυνατότητα των εργαζόμενων να συγκεντρώσουν τα απαιτούμενο "κομπόδεμα" που είναι αναγκαίο (τουλάχιστον το 20% της αξίας του ακινήτου) για να αγοράσουν δικό τους σπίτι με δάνειο.

Επίσης, μπορεί στην περίοδο από το 1993 μέχρι το 1999 να μειώθηκαν σημαντικά (από 30% μέχρι 50%) τα επιτόκια των δανείων σε αγρότες και επαγγελματίες. Ομως, στην ίδια περίοδο μειώθηκε ή και καταργήθηκε η επιδότηση του επιτοκίου των δανείων στους αγρότες και στους βιοτέχνες (ειδικά δάνεια για τη βιοτεχνία), ενώ παράλληλα αυξήθηκε υπέρμετρα η φορολογία (με τα λεγόμενα "αντικειμενικά κριτήρια", καταργήθηκαν οι τιμές στήριξης για μια σειρά αγροτικά προϊόντα, διαλύθηκαν οι συνεταιρισμό κλπ., με συνέπεια να οξυνθούν τα οικονομικά προβλήματα τόσο των αγροτών με μικρομεσαίες καλλιέργειες όσο και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων.

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί, αυτό για το οποίο δε μιλά η κυβέρνηση. Οτι δηλαδή, ενώ στα τελευταία 5,5 χρόνια μειώθηκαν γύρω στο 50% τα επιτόκια των δανείων (έγιναν δηλαδή "φτηνότερα τα τραπεζικά δάνεια"), την ίδια περίοδο μειώθηκαν πολύ περισσότερο τα επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου (που αφορούν δηλαδή τη λαϊκή αποταμίευση).Φτάνει μόνο ν' αναφερθεί ότι το ονομαστικό επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου στις εμπορικές τράπεζες από 17,1% που ήταν το 1993, έχει πέσει σήμερα στο 8%. Μειώθηκε δηλαδή πάνω από 53%.

Ολα αυτά είναι απτό δείγμα γραφής ότι η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος επέτρεψε στις τράπεζες - κρατικές και ιδιωτικές - να ενισχύσουν τους τοκογλυφικούς όρους με τους οποίους χορηγούν δάνεια και συγκεντρώνουν τις λαϊκές αποταμιεύσεις. Αδιάψευστος μάρτυρας, τα προκλητικά μεγάλα ποσοστά αύξησης των κερδών των τραπεζών, από το 1993 μέχρι σήμερα, είναι πολλαπλάσια του πληθωρισμού...

Η ανεργία και το δημόσιο χρέος

Αν η κυβέρνηση περηφανεύεται για τη μείωση των κρατικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ (αποσιωπώντας την αύξηση του ΑΕΠ και με "αλχημείες"), ο λαός απαντά "από πίτα που δεν τρως τι σε νοιάζει κι αν καεί"

Ενα ακόμη επιχείρημα που προβάλλει η κυβέρνηση Σημίτη, για να δικαιολογήσει τη μέχρι τώρα πολιτική της και να ζητήσει την ψήφο του λαού στις επικείμενες ευρωεκλογές, είναι ότι στα τελευταία 5,5 χρόνια πέτυχε να μειώσει τα κρατικά ελλείμματα σαν ποσοστό του ΑΕΠ στο 2% (από 14% το 1993) και να εξασφαλίσει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ γύρω στο 3,5% (αντί πτώσης 1,4% το 1993). Θα πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι τα κρατικά ελλείμματα μειώνονται μόνο σαν ποσοστό του ΑΕΠ (επειδή το ΑΕΠ αυξάνει), ενώ σε απόλυτο μέγεθος χρόνο με το χρόνο αυξάνουν και διαμορφώνονται σε νέα ύψη ρεκόρ.Και αυξάνονται, παρά το γεγονός ότι στην ίδια περίοδο έχουμε και τσουχτερή αύξηση της φορολογίας και άγρια περικοπή των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα και την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας (ιδιωτικοποιήσεις, μετοχοποιήσεις κλπ.), μέτρα που επίσης πλήττουν τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Και φυσικά, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι κατά ένα μεγάλο μέρος η αύξηση του ΑΕΠ οφείλεται σε αλχημείες και τεχνάσματα (τα έκαναν και άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ και εμείς απλά τα αντιγράψαμε) με συνέπεια να εμφανίζεται μεγαλύτερη από την πραγματική και η μείωση των κρατικών ελλειμμάτων.

Ανεργία - δημόσιο χρέος - ελλείμματα του ισοζυγίου

Εκτός όμως από τους δείκτες της οικονομίας που παρουσιάζουν βελτίωση (πληθωρισμός, ελλείμματα, επιτόκια δανείων, ΑΕΠ) υπάρχουν και ορισμένοι άλλοι βασικοί δείκτες που παρουσιάζουν συνεχή επιδείνωση.Μεταξύ αυτών, είναι:

Πρώτον, η ανεργία.Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το ποσοστό της επίσημης, εγγεγραμμένης ανεργίας (υπάρχει και η άγραφη ή κρυφή ανεργία) ξεπέρασε φέτος τον Απρίλη το 11% (δηλαδή πάνω από 500.000 άνεργοι), ενώ το 1993 ήταν γύρω στο 8%. Και είναι εδώ αξιοσημείωτο πως η μάστιγα της ανεργίας πλήττει με ιδιαίτερη ένταση τους νέους και τις γυναίκες. Και πώς να μην αυξηθεί η ανεργία, όταν ο αριθμός των επιχειρήσεων που κλείνουν (μικρές και μεγάλες παραγωγικές και άλλες επιχειρήσεις) αυξάνει ταχύτερα σε σχέση με τον αριθμό των επιχειρήσεων που κλείνουν.

Δεύτερον, το δημόσιο χρέος.Το μέγεθος αυτό, ενώ με βάση τη συνθήκη του Μάαστριχτ έπρεπε να μειωθεί στο 60% του ΑΕΠ μέχρι την ημέρα που θα αποφασιστεί η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, φαίνεται να παραμένει ανεξέλεγκτο, καθώς χρόνο με το χρόνο διαμορφώνεται σε νέα ύψη ρεκόρ. Παρά τις "αλχημείες" και την "άσπρη τρύπα", που ανακάλυψε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για να εμφανίσει μεγαλύτερο το ΑΕΠ κατά 400 με 500 δισ. δραχμές, το επίσημα εμφανιζόμενο δημόσιο χρέος της χώρας σαν ποσοστό του ΑΕΠ εξακολουθεί να παραμένει πάνω από 110%. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, το εσωτερικό και εξωτερικό χρέος της κεντρικής διοίκησης (δεν περιλαμβάνεται το χρέος των Δημόσιων Οργανισμών) αυξήθηκε από 24,2 τρισεκατομμύρια δραχμές που ήταν το 1993 στο ποσό των 41,4 τρισεκατομμυρίων δραχμών το 1998. Αυξήθηκε δηλαδή σαν ποσοστό του ΑΕΠ από 114,4% που ήταν το 1993 σε 116,8% το 1998. Ετσι το κατά κεφαλήν δημόσιο χρέος για κάθε Ελληνα από περίπου 2,4 εκατ. δραχμές που ήταν το 1993 ανέβηκε πέρσι σε πάνω από 4 εκατ. δραχμές.

Τρίτον, το εμπορικό και το συνολικό έλλειμμα της Ελλάδας με τις άλλες χώρες του κόσμου χρόνο με το χρόνο μεγαλώνει, γεγονός που σκιαγραφεί από τη μια την παραγωγική υποβάθμιση της χώρας και από την άλλη την οικονομική (άρα και πολιτική) εξάρτηση από τα ξένα κέντρα, με συνέπεια να αποδεικνύεται διάτρητο το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι με την πολιτική της κατάφερε να κάνει "ισχυρή την ελληνική οικονομία" και "ισχυρή την Ελλάδα" στην ΕΕ. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνουν τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, σύμφωνα με τα οποία το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε περίπου κατά 4.400 εκατ. δολάρια ή 43,3% με συνέπεια να ανέβει από 10.214 εκατ. δολάρια που ήταν στο δεκάμηνο Γενάρης - Οκτώβρης 1993 στο ποσό των 14.636 εκατ. δολαρίων το περσινό δεκάμηνο. Επίσης, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (δηλαδή το συνολικό έλλειμμα της Ελλάδας με το εξωτερικό) παρουσίασε δραματική επιδείνωση, καθώς από πλεόνασμα 333 εκατ. δολαρίων που εμφάνιζε στο δεκάμηνο Γενάρης - Οκτώβρης 1993 το περσινό δεκάμηνο έκλεισε με έλλειμμα ύψους 3.191 εκατ. δολαρίων!

Η εξέλιξη αυτή δείχνει πως όχι μόνο δεν έγινε πιο ισχυρή η Ελλάδα στην Ευρώπη, αλλά αντίθετα μεγάλωσε η οικονομική (και άρα η πολιτική) εξάρτησή της από τα ξένα κέντρα, στα οποία προσφεύγει και ζητά δάνεια σε συνάλλαγμα για να καλύψει τις "μαύρες τρύπες" των ελλειμμάτων του ισοζυγίου.

Τα κείμενα έγραψε ο Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

Τα κείμενα έγραψε ο Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

Παίζοντας με τους αριθμούς, η κυβέρνηση των εκσυγχρονιστών προβάλλει μόνο τους δείκτες της οικονομίας που παρουσιάζουν βελτίωση και αποσιωπά τους δείκτες που παρουσιάζουν χειροτέρευση. Και παραβλέποντας τη γνωστή ρήση που λέει "στην Ελλάδα ευημερούν οι αριθμοί και υποφέρουν οι άνθρωποι", καλεί τους εργαζόμενους (τα μεγάλα θύματα της πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας) να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές ΠΑΣΟΚ στο όνομα της "ισχυρής Ελλάδας"...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ