ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 28 Δεκέμβρη 2006
Σελ. /28
Απαιτούμε καλύτερο κινηματογραφικό 2007

Ο χρόνος φεύγει με τέσσερις νέες ταινίες, τρεις από τις οποίες παρουσιάζουν ξεχωριστό - η κάθε μια για τους δικούς της λόγους - ενδιαφέρον. Θα ξεκινήσουμε με την ταινία της Βόσνιας σκηνοθέτιδας Γιασμίλα Σμπάντιτς «Σαράγιεβο σ' αγαπώ»! Πρόκειται για μια πολύ γυναικεία ταινία, η οποία καταπιάνεται με τον τρόπο που βιώνει η γυναίκα τον πόλεμο, αλλά και με τον τρόπο που ο πόλεμος συμπεριφέρεται στη γυναίκα. Και μόνον η αναφορά στο Σαράγιεβο κεντρίζει το ενδιαφέρον. Θέλει, όμως, προσοχή στη (συναισθηματική) ανάγνωση, καθώς η ταινία είναι πολύ συναισθηματική και πολύ μονόπλευρη!

Από το δράμα του πολέμου στο δράμα της ειρήνης! Η ταινία του Τζενς Λάιν «Ενας διαφορετικός άνθρωπος», επιλέγοντας τη μέθοδο της μαύρης κωμωδίας, μας μιλάει, με εξαιρετικό κινηματογραφικά τρόπο, για την έλλειψη επικοινωνίας (και όχι μόνον), σε αναπτυγμένες οικονομικά πόλεις και πολιτείες.

Η δεύτερη γυναίκα σκηνοθέτης αυτής της βδομάδας, η γεννημένη στην Πολωνία και σπουδασμένη στην Τσεχοσλοβακία, Ανιέσκα Χόλαντ, με την ταινία της «Αντιγράφοντας τον Μπετόβεν», καταπιάνεται με κάποιες συγκλονιστικές στιγμές του μεγάλου συνθέτη και, παράλληλα, εξετάζει το ρόλο και τη θέση μιας νεαρής γυναίκας και συνθέτριας, αντιγραφέως των παρτιτούρων του Μπετόβεν, εκείνα τα δύσκολα για τη γυναίκα χρόνια!

Η τέταρτη ταινία της βδομάδας, τα «Black Christmas», του Γκλεν Μόργκαν, και να έλειπε δε θα παραπονιόταν κανένας! Πρόκειται για ένα ακόμα τρομακτικό, και τρομοκρατικό, θρίλερ!

ΓΙΑΣΜΙΛΑ ΣΜΠΑΝΤΙΤΣ
Σαράγιεβο σ' αγαπώ

Ο καλός θεατής από την ταινία, σίγουρα, θα κρατήσει το ζουμί! Τις συνέπειες του πολέμου πάνω στην ψυχή και το κορμί του ανθρώπου. Ιδιαίτερα της γυναίκας. Η οποία, πέρα από τα άλλα, μετατρέπεται σε σκεύος ηδονής και εκδίκησης. Δεν υπήρξε κανένας επιθετικός πόλεμος στην ιστορία του κόσμου, που να μην επιφύλαξε «ιδιαίτερη» μεταχείριση στη γυναίκα. Που να μην τη βίασε, που να μην την εξευτέλισε!

Εξαίρεση, βέβαια, δε θα αποτελούσαν και οι πόλεμοι στην πρώην Γιουγκοσλαβία! Και ιδιαίτερα αυτός στη Βοσνία. Στη Βοσνία, όπου τα πολιτικά παιχνίδια ήταν τόσο έντονα, που έφεραν αρκετούς ανθρώπους, χρόνια πίσω! Στη Βοσνία, όπου η ξένη επέμβαση ήταν τόσο βίαιη, που εξαγρίωσε ανθρώπους και τους μετέτρεψε σε κτήνη. Ανθρώπους, που μέχρι εχτές ακόμα, ζούσαν ειρηνικά και πολιτισμένα.

Ο πόλεμος και οι επιπτώσεις του πάνω στη γυναίκα έκανε μεγάλους συγγραφείς, από τους αρχαίους τραγικούς μέχρι τις μέρες μας, να γράψουν αξιομνημόνευτα έργα. Εργα που αποκάλυψαν και προβλημάτισαν. Αυτά τα έργα, βέβαια, είχαν ένα μεγάλο προτέρημα. Δε γράφηκαν από ταπεινή σκοπιμότητα. Γράφηκαν για να βοηθήσουν! Και, ακριβώς, επειδή ο σκοπός τους ήταν ιερός, στάθηκαν πάνω από παρορμήσεις και εύκολους συναισθηματισμούς. Δεν καταναλώθηκαν με το ατομικό, με την περιπτωσιολογία, αλλά απλώθηκαν στο γενικό και γι' αυτό είναι παγκόσμια και πανανθρώπινα!

Το «Σαράγιεβο σ' αγαπώ», δυστυχώς, δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την οργή της δημιουργού του. Η Γιασμίλα Σμπάντιτς, δεν μπόρεσε να δει το δάσος της φρίκης του πολέμου, να δει την ξένη παρέμβαση, να δει τη μεγάλη καταστροφή της διάλυσης και τον τεμαχισμό σε μικρά κομματάκια της μεγάλης πατρίδας της. Μπροστά στα μάτια της ορθώθηκε το δέντρο του εθνικού, του τοπικού, του προσωπικού, της «αληθινής» ιστορίας. Και αυτό το δέντρο έκρυψε την αντικειμενική αλήθεια και μίκρυνε την οικουμενικότητα της ταινίας.

Και να πεις πως δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις; Υπήρχαν! Η ιστορία της ταινίας, η οποία προπαγανδίζεται σαν αληθινή, είναι τόσο γερή που θα μπορούσαν να βγούνε μεγάλα συμπεράσματα. Μια 12χρονη Βόσνια κοπέλα, που ζει στα σύνορα της Βοσνίας με τη Σερβία, μεγαλώνει πιστεύοντας περήφανα πως ο πατέρας της ήταν ένας ήρωας που χάθηκε στον πόλεμο. Η μάνα της είναι διακριτική. Αποφεύγει να μιλάει γι' αυτό το γεγονός! Οι δυο γυναίκες, η μάνα και η κόρη, παρόλα τα καθημερινά προβλήματα, κυρίως οικονομικά, είναι βαθιά αγαπημένες. Κάποια μέρα, όμως, αποκαλύπτεται η αλήθεια. Οι δυο γυναίκες θα φτάσουν στα πρόθυρα του μίσους. Τελικά θα κυριαρχήσει η λογική και η κατανόηση. Θα νικήσει η άδολη αγάπη!

Δε θα σας πω το φινάλε της ταινίας! Αλλωστε δεν είναι εκεί το ζουμί! Το ζουμί είναι πως οι «τυφλοί» πόλεμοι, όπως και αυτός στη Γιουγκοσλαβία, έχουν πολλές «παράπλευρες απώλειες»! Κυρίως παιδιά και γυναίκες! Ζουμί, επίσης, υπάρχει στη δύναμη του ανθρώπου, της γυναίκας στη συγκεκριμένη περίπτωση, να ξεπερνάει την απελπισία και να αγωνίζεται με επιτυχία για το μέλλον της, παρότι οι πληγές είναι πάντα εκεί και πάντα σε αιμορραγία!

Ο πληροφορημένος θεατής, σίγουρα, θα αρνηθεί να ακούσει τη μονόπλευρη τοποθέτηση της ταινίας, πως οι κακοί είναι μόνον οι Σέρβοι, και θα δει την ταινία, τουλάχιστον, σαν ένα γεγονός που μπορεί να συμβεί τόσο από τη μια όσο και από την άλλη πλευρά. Θα δει την ιστορία, που διηγείται η ταινία, σαν συνακόλουθο του τυφλού και αστόχαστου πολέμου. Και σίγουρα ο πληροφορημένος θεατής, βλέποντας την ταινία, θα μισήσει ακόμα περισσότερο τον πόλεμο! Φοβάμαι, όμως, πως ο απληροφόρητος θεατής, ο θεατής που ενημερώνεται μονόπλευρα, θα παγιδευτεί από τον πλούσιο συναισθηματισμό της ταινίας και θα αρκεστεί στο πρώτο επίπεδο. Στην ιστορία της μικρής Σάρας και της μητέρας της. Στους καλούς Βόσνιους και στους κακούς Σέρβους!

Το «Σαράγιεβο σ' αγαπώ», που τιμήθηκε με τη Χρυσή Αρκτο, στο φεστιβάλ του Βερολίνου (2006), είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της σκηνοθέτιδας. Αυτό δε «φαίνεται», με την έννοια πως η ταινία, παρότι διαθέτει μεσαία οικονομικά μέσα, δεν έχει ελλείψεις. Είναι καλός κινηματογράφος, ο οποίος διαθέτει καλές ερμηνείες, λαϊκές και λειτουργικές μουσικές, καλή επιλογή χώρων. Και, βέβαια, σλάβικο πάθος. Τα παραπάνω, μαζί με τη σαφή αντισερβική στάση της, υποθέτω, της εξασφάλισαν διανομή σε περισσότερες από 45 χώρες!

Παίζουν: Μιργιάνα Καράνοβιτς, Λούνα Μίχοβιτς, Λέον Λούτσεφ, Κέναν Κάτιτς, Γιάσνα Ορνέλα Μπέρι, Ντέγιαν Ασίμοβιτς κ.ά.

ΤΖΕΝΣ ΛΑΪΝ
Ενας διαφορετικός άνθρωπος

Η ταινία από τη μια μοιάζει δύσκολη στην ανάγνωση και από την άλλη μοιάζει τόσο απλή! Δύσκολη γιατί ο Νορβηγός σκηνοθέτης της διάλεξε την αφαίρεση και την αλληγορία, για να πει την ιστορία του. Μια αφαίρεση και μια αλληγορία, που κάνει τα πράγματα να μοιάζουν φανταστικά, με την έννοια μη ρεαλιστικά. Αυτά, ωστόσο, που λέει η ταινία είναι πέρα για πέρα ρεαλιστικά και πέρα για πέρα αληθινά. Τίποτα το φανταστικό και τίποτα το αλληγορικό! Ολα εκεί, στην άσπρη και καθαρή οθόνη.

Ενας άνθρωπος (ο καθένας μας) φτάνει από το πουθενά (από οπουδήποτε), σε μια πόλη (την οποιαδήποτε). Η πόλη, το κράτος, η ήπειρος, ο κόσμος ολόκληρος ίσως, ενώ λάμπει, ενώ προσφέρει στους κατοίκους της «υψηλό επίπεδο ζωής», δουλιά, ασφάλεια, εξαιρετικά σπίτια, πολυτελή αυτοκίνητα, γυναίκες, ρεστοράν, δεν έχει το βασικό. Οι άνθρωποί της μοιάζουν αποστεωμένοι. Τους λείπουν οι μυρουδιές, οι γεύσεις! Τίποτα γύρω τους δε μυρίζει...

Σκέφτεστε, λοιπόν, μια ζωή χωρίς γεύσεις, χωρίς μυρουδιές; Απελπισία! Οπως, ακριβώς, είναι ή τείνει να γίνει η ζωή μας! Ο νεοφερμένος Αντρέας, εσείς, εγώ, ο καθένας δηλαδή, που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς γεύσεις, χωρίς ουσία, δε νιώθει ικανοποιημένος με τα «τρέχοντα» που του προσφέρουν και που προσφέρονται! Και δε θέλει, καλά κάνει, να γίνει ένα με τους άλλους. Να αποστεωθεί! Να μη ζαρώνει το δέρμα του, να μην κοκκινίζει! Κόντρα, λοιπόν, στα αποδεκτά και στα είθισται, ανοίγει τα ρουθούνια του, ανοίγει την καρδιά του και το μυαλό του και ξεχύνεται να ανταμώσει την ουσία.

Σε μια τέτοια πόλη, όμως, όπου οι άνθρωποι αντάλλαξαν τις μυρουδιές και τις γεύσεις με το λούστρο και την επιφάνεια, οι μυρουδιές και οι γεύσεις δε βρίσκονται εύκολα. Ο Αντρέας, ο καθένας που θέλει να μοιάσει του Αντρέα, θα πηδήσει μάντρες, θα γκρεμίσει τοίχους, θα σκάψει τούνελ, θα αγωνιστεί. Στο τέλος θα χώσει το χέρι του σε μια μικρή σχισμή, μια σχισμή που με πολύ κόπο και πολύ πάθος ο ίδιος έκανε, και θα πιάσει ένα φρεσκοψημένο, αφράτο και μοσχομύριστο κέικ. Θα πιάσει ένα κομμάτι ζωής, πραγματικής ζωής, και θα το φέρει στο στόμα του. Τι απόλαυση, κύριοι και κυρίες! Μυρουδιά και γεύση σε μια, στην ίδια μπουκιά. Και από εκεί στις φλέβες του, στο αίμα του, στην καρδιά του, στο μυαλό του!

Βέβαια, η πράξη του Αντρέα να ανατρέψει τα κατεστημένα, να αρνηθεί την επιφάνεια και να σκάψει στο βάθος, δε θα μείνει ατιμώρητη. Οι «ιθύνοντες της πόλης» τον αποβάλλουν. Εκείνος, όμως, είναι, πια, ευτυχισμένος! Βεβαιώθηκε πως υπάρχει μυρουδιά, υπάρχει γεύση, υπάρχει σκοπός! Φεύγει διωγμένος από την πόλη, αλλά ευτυχισμένος! Σίγουρος και αποφασισμένος για το κυνήγι της μυρουδιάς, της γεύσης, της ουσίας!

Και ο ρεαλισμός, αλλά και η αισιοδοξία της ταινίας ολοκληρώνεται με τη νέα άφιξη. Κανένας, βέβαια, δεν ξέρει, αλλά όλοι ελπίζουμε πως ο καινούριος Αντρέας θα είναι ένας καινούριος Αντρέας. Δεν μπορεί να μην είναι. Τώρα όλοι γνωρίζουμε, και προπαντός οι θεατές γνωρίζουν, πως υπάρχει μυρουδιά, υπάρχει γεύση. Και γνωρίζουμε, επίσης, πως στο χέρι μας είναι να φτάσουμε στο κέικ. Φτάνει να το θέλουμε και να είμαστε αποφασισμένοι!

Δε χρειάζεται, φυσικά, να πούμε πως στη θέση του κέικ ο καθένας να βάλει τις δικές του αξίες. Φτάνει, βέβαια, αυτές οι αξίες να είναι φρεσκοψημένες, αφράτες και μοσχομύριστες. Ο,τι ταιριάζει σε ανθρώπους με καλό γούστο!

Ομως η ταινία, μαζί με το άψογο περιεχόμενο, διαθέτει και μια εξαιρετική φόρμα. Κινούμενη στα όρια της φαντασίας τα κάδρα της είναι μικρά έργα τέχνης. Είναι από τις λίγες φορές που ο κινηματογράφος, μιλώντας απλά, χωρίς εφέ και πρόχειρους εντυπωσιασμούς, μιλάει με πολύ καλό γούστο!

Παίζουν: Τροντ Φάουσα Αουρβαγκ, Πετρονέλα Μπάρκερ, Περ Σχάανιγκ.

ΑΝΙΕΣΚΑ ΧΟΛΑΝΤ
Αντιγράφοντας τον Μπετόβεν

Και μόνον τα κομμάτια της μουσικής του Μπετόβεν που ακούγονται, φτάνουν για να σε οδηγήσουν στην αίθουσα και να δεις την ταινία. Αν τώρα προσθέσεις και δυο άλλα στοιχεία, κύρια στοιχεία, γιατί επιμέρους υπάρχουν πολλά, αυτό της μερικής ανάλυσης του έργου του συνθέτη και μερικών βαθύτερων σκέψεων και επιθυμιών του, και αυτό της νεαρής αντιγραφέως των παρτιτούρων του συνθέτη, η οποία, παρότι γυναίκα και μάλιστα εκείνης της εποχής, δεν το βάζει κάτω, το παλεύει και τέλος νικάει, τότε η παρουσία σου στην αίθουσα γίνεται σχεδόν επιβεβλημένη.

Τρία, λοιπόν, τα επίπεδα της ταινίας. Πρώτα ο συνθέτης! Αυτός ο τεράστιος γρανιτένιος όγκος της μουσικής, ο μοναδικός Μπετόβεν. Ο πρώτος μεγάλος συνθέτης, που έγραψε μουσική, όπως αυτός ήθελε και όχι κατόπιν παραγγελίας, όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή και, δυστυχώς, εξακολουθεί να ισχύει ακόμα και σήμερα! Οχι, βέβαια, ολόκληρος και ολοκληρωμένος ο Μπετόβεν. Κάτι τέτοιο απαιτεί άλλες κινηματογραφικές ικανότητες, άλλες κινηματογραφικές προσεγγίσεις! Μιλάμε για ένα μικρό μέρος της προσωπικότητάς του και ένα μικρότερο μέρος του έργου του. Μια μικρή περίληψη ενός μικρού μέρους της ζωής και του έργου του. Ικανό, όμως, να σε αναστατώσει.

Δεύτερον, η ίδια η μουσική και η φιλοσοφία της. Είναι καλό για τον θεατή να ακούει μουσική και την ίδια στιγμή κάποιες παρατηρήσεις σχετικά με την ιδεολογία της, την αξία της, τους σκοπούς της, τις δυνατότητές της και τους στόχους της. Και αυτό η ταινία το κάνει, με ικανοποιητική μάλιστα σοβαρότητα. Ο θεατής δε βγαίνει σοφότερος, βγαίνει όμως αρκετά υποψιασμένος. Αν ο ίδιος κάνει ένα ακόμα βήμα, διαβάσει κάτι σχετικό και βάλει στοcd πλέιερ την Ενάτη Συμφωνία (Ωδή στη χαρά), τότε μπορεί να κάνει μια νέα πολύ σημαντική γνωριμία! Μια γνωριμία που μπορεί να σημαδέψει τη ζωή του. Η γνωριμία με τη μουσική του Μπετόβεν είναι πρώτης τάξης γεγονός!

Τρίτο στοιχείο είναι αυτός της αντιγραφέως. Μια νεαρή συνθέτρια, που επιθυμεί διακαώς να φτάσει κοντά στον Μπετόβεν, δέχεται να αντιγράφει τις παρτιτούρες του (ακόμα και σήμερα που η τεχνολογία έχει κάνει θαύματα, η αντιγραφή των παρτιτούρων γίνεται από ειδικούς ανθρώπους μεν, αλλά πάντα με τον ίδιο παραδοσιακό τρόπο). Η νεαρή αυτή γυναίκα αποδεικνύεται σκληρό καρύδι, ακόμα και για τον συνθέτη! Και χρήσιμη!

Μπετόβεν, μουσική και φεμινισμός! Οχι, βέβαια, στο ύψος που θα ταίριαζε στον συνθέτη. Πάντως, όχι και προσβλητικά, για εκείνον και την ιστορία του! Αν ο θεατής, πέρα από την ίδια την ταινία, χρησιμοποιήσει και τη δική του γνώση, τότε θα φτάσει σε πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα. Θα ευχαριστηθεί την προβολή!

Παίζουν: Εντ Χάρις, Ντάιαν Κρούγκερ, Τζο Αντερσον.

ΓΚΛΕΝ ΜΟΡΓΚΑΝ
Black Christmas

Τώρα, μετά τις τρεις άλλες ταινίες της εβδομάδας, που χωρίς να είναι αριστουργήματα προσπαθούν να ανοίξουν ένα διάλογο με τους θεατές, τι να πεις για τα ανεκδιήγητα «Μαύρα Χριστούγεννα»; Θα πεις, απλώς, μέρες που είναι, κακό της κεφαλής τους!

Ο Μπίλι, λέει, όταν ήταν παιδί έζησε μια τραυματική εμπειρία. Η μητέρα του απατούσε τον πατέρα του, το οποίον, τελικά, και σκότωσε! (Απλή καθημερινή ιστορία, όπως αντιλαμβάνεστε. Ποιανού μητέρα δεν απατάει τον πατέρα του και ποια μοιχαλίδα δε σκοτώνει τον άντρα της;). Ο μικρός και άτυχος Μπίλι, όπως θα έγραφε ο Μποστ, έμεινε για χρόνια κλεισμένος στη σοφίτα του σπιτιού του, βιώνοντας τη μοναξιά. Μια μοναξιά που τον οδήγησε να σκοτώσει τον Αίγισθο και την Κλυταιμνήστρα (εραστή της μητέρας και μοιχαλίδα μητέρα).

Το έργο, όμως, δεν παίρνει τέλος εδώ. Η κάθαρση δεν ήρθε ακόμα. Τη συλλάβανε, φαίνεται, στις Βρυξέλλες μαζί με τον Μίχα! Από εδώ αρχίζει! Χρόνια μετά το φονικό, οκτώ νεαρές ανυποψίαστες κοπέλες, που κατοικούν πια στο αιματοβαμμένο σπίτι του Μπίλι, τα «Μαύρα Χριστούγεννα» δέχονται τηλεφωνικές απειλές. Μετά τις απειλές, τι πιο φυσικό, τα κορίτσια δολοφονούνται ένα-ένα! Πώς να μη σου πέσει βαριά η γαλοπούλα; Καλές γιορτές, λοιπόν, και καλά στέφανα!

Παίζουν: Κέιτι Κάσιντι, Λέισι Τσάμπερ, Μισέλ Τράχνενμπεργκ, Ολιβερ Χάντσον.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ