ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 3 Απρίλη 2008
Σελ. /32
Πανεπιστημιακά εργαστήρια ... παροχής υπηρεσιών

Ενα παράδειγμα της επιχειρηματικής λειτουργίας των πανεπιστημίων και της εισόδου των εταιρειών στις σχολές δίνουν τα εργαστήρια του Πολυτεχνείου

Οι επιχειρήσεις έχουν πατήσει για τα καλά πόδι στα πανεπιστήμια και τα πανεπιστήμια έχουν αναλάβει το ρόλο του πλασιέ προϊόντων και της συναλλαγής - αγοραπωλησίας προϊόντων και υπηρεσιών με πολυεθνικές και όχι μόνο. Ιδιαίτερα στον τομέα των ερευνητικών προγραμμάτων, η «παροχή υπηρεσιών» από τα πανεπιστήμια προς φορείς του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, με το ανάλογο κοστολόγιο, είναι καθημερινή κατάσταση. Η πολιτική υποχρηματοδότησης της ανώτατης εκπαίδευσης και η στρατηγική που θέλει τα πανεπιστήμια ακόμα πιο στενά δεμένα στο άρμα της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, έχουν συγκεκριμένα αποτελέσματα.

Για παράδειγμα, τα 164 εργαστήρια του Πολυτεχνείου - τα οποία ονομάζονται Εργαστηριακές Μονάδες Παροχής Υπηρεσιών (ΕΜΠΥ) - παρουσιάζονται στην ιστοσελίδα του ιδρύματος σε λίστα, με όλες τις απαραίτητες - για τους πελάτες - πληροφορίες: Τους τομείς με τους οποίους ασχολείται ένα εργαστήριο, το «προφίλ» - αντικείμενο του εργαστηρίου, την υποδομή, τις παρεχόμενες υπηρεσίες, τα προϊόντα και τις ευρεσιτεχνίες (σε ορισμένα από αυτά αναφέρεται ότι έχουν λάβει πιστοποίηση ISO:9001), καθώς και οι «χρήστες των υπηρεσιών», δηλαδή οι πελάτες του εργαστηρίου. Το μόνο που δεν αναφέρεται είναι ο τιμοκατάλογος...

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στην ΕΜΠΥ Υψηλών Τάσεων σημειώνεται ότι «όλες οι παρεχόμενες από το Εργαστήριο υπηρεσίες κοστολογούνται», λαμβάνοντας υπόψη μια σειρά παράγοντες, ενώ «για ορισμένες συνήθεις και τακτικά επαναλαμβανόμενες δοκιμές έχουν τυποποιηθεί τα κόστη, αποτελώντας, έτσι, τη βάση για τη διαμόρφωση ενός τιμολογίου παροχής υπηρεσιών από το Εργαστήριο».

Παρουσιάζοντας δε το έργο του Εργαστηρίου, ανάμεσα σε άλλα σημειώνεται ότι «στελέχη του εργαστηρίου προσφέρουν τις υπηρεσίες τους από τη θέση του τεχνικού συμβούλου σε θέματα ελέγχου ποιότητας σε πρωτοπόρες στον τομέα τους ελληνικές ιδιωτικές βιομηχανίες παραγωγής ηλεκτρολογικών και ηλεκτρονικών προϊόντων...». Μάλιστα, η συγκεκριμένη ΕΜΠΥ παραθέτει λίστα με τα ονόματα των εταιρειών - πελατών της. Ανάμεσα στις 206 ιδιωτικές επιχειρήσεις και δημόσιους φορείς που παραθέτει φιγουράρουν και ο Ελληνικός Στρατός και η ΕΥΠ, ενώ στις ιδιωτικές επιχειρήσεις συμπεριλαμβάνονται οι INTRACOM, SIEMENS, ALTEC, Κ-Ξ ΑΚΤΩΡ ΑΤΕ κ.α. Αναλόγως, στην ΕΜΠΥ Κινητών Ραδιοεπικοινωνιών αναφέρονται οι παρεχόμενες υπηρεσίες, ενώ στους χρήστες των υπηρεσιών αυτών συμπεριλαμβάνονται οι μεγαλύτερες εταιρείες κινητής τηλεφωνίας... Το ίδιο συμβαίνει και στις υπόλοιπες ΕΜΠΥ...

Αλήθεια, αυτά τα άρτια εξοπλισμένα εργαστήρια που διαφημίζουν τις υπηρεσίες που μπορούν να παρέχουν με το κύρος του Πολυτεχνείου σε λογής λογής επιχειρήσεις, χρησιμοποιούνται και για την εκπαίδευση των φοιτητών, είναι ανοιχτά στους φοιτητές για πειράματα;

Στον κατάλογο των ΕΜΠΥ, που έχει επιμεληθεί το Γραφείο Διαμεσολάβησης και Μεταφοράς Τεχνολογίας του ΕΜΠ, αναφέρεται ότι το ΕΜΠ και το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Συστημάτων Επικοινωνιών και Υπολογιστών (ΕΠΙΣΕΥ) που λειτουργεί σε αυτό, «έχει κάθε χρόνο εισροές από ερευνητικά και αναπτυξιακά έργα της τάξεως των 65 εκατ. ευρώ, ενώ η συνολική κρατική επιχορήγηση ανέρχεται επίσης σε περίπου 65 εκ. ευρώ», με άλλα λόγια όση χρηματοδότηση δίνει το κράτος άλλη τόση δίνει και ο ιδιωτικός τομέας! Ακόμα, αναφέρεται ότι οι εισροές από παροχή τεχνολογικών υπηρεσιών κατά τα τελευταία χρόνια «ανέρχονται σε 15 περίπου εκατ. ευρώ το χρόνο». Επικερδής υπόθεση λοιπόν τα «μαγαζιά» παροχής υπηρεσιών...

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν τον περασμένο Νοέμβρη οι πρυτανικές αρχές του Πολυτεχνείου με αφορμή τον εορτασμό των 170 χρόνων λειτουργίας του ιδρύματος, σημειώθηκε ότι το 1/4 της χρηματοδότησης των ερευνητικών προγραμμάτων του Πολυτεχνείου προέρχεται από ιδιωτικούς πόρους. Οι δε εισροές του ιδρύματος από την εμπορική αξιοποίηση των ερευνητικών του προγραμμάτων έφτασαν τα 66 εκατ. ευρώ το 2006!

«Το 25% περίπου των εισροών στο ΕΜΠ/ΕΠΙΣΕΥ προέρχεται από την παροχή τεχνολογικών υπηρεσιών», αναφέρεται στον κατάλογο για να καταδείξει ότι η κρατική χρηματοδότηση δε φτάνει ...«ούτε για ζήτω»... Και να υπογραμμίσει το σλόγκαν που αναγράφεται στον κατάλογο: «Η συνάντηση της Ερευνας και Ανάπτυξης με τη Βιομηχανία και την Κοινωνία στο δημόσιο Τεχνικό Πανεπιστήμιο». ΄Η, αλλιώς, οι επιχειρήσεις στα πανεπιστήμια και τα πανεπιστήμια σε ρόλο πλασιέ!


ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥΣ
Για τη χρηματοδότηση... .

Αναμφισβήτητα, η χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης δεν επαρκεί για να καλύψει τις βασικές ανάγκες ιδρυμάτων και φοιτητών - σπουδαστών σε κτιριακές υποδομές, εκπαιδευτικό, διοικητικό προσωπικό, βιβλία, εποπτικό υλικό, εξοπλισμό εργαστηρίων, αναλώσιμα υλικά, φοιτητική - σπουδαστική μέριμνα κ.ο.κ. Ωστόσο, το ζητούμενο δεν είναι μόνο το ύψος της χρηματοδότησης, αλλά κυρίως το από πού θα εκπορεύονται τα εκπαιδευτικά κονδύλια, πού θα κατευθύνονται και ποιο σκοπό, ποιου τύπου εκπαίδευση θα υπηρετούν.

Σήμερα, λίγο - πολύ όλες οι παρατάξεις σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ (ακόμα και η ΔΑΠ) αναγνωρίζουν ότι χρειάζεται αύξηση χρηματοδότησης. Ο τρόπος που διατυπώνουν αυτό το αίτημα όμως διαφέρει και είναι αποκαλυπτικός για το ρόλο τους, για το τι πρεσβεύει καθεμία. ΔΑΠ, ΠΑΣΠ, ΔΙΚΤΥΟ και σε κάποιες σχολές και τα ΕΑΑΚ ζητούν να φτάσουν οι δαπάνες για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ.

Οι αλχημείες με τη μέτρηση των εκπαιδευτικών κονδυλίων σε ποσοστό του ΑΕΠ (αντί του κρατικού προϋπολογισμού) συσκοτίζουν το φορέα της χρηματοδότησης, άρα και το σκοπό της. Δεν μπορεί να μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι, κάτω από την ταμπέλα του ΑΕΠ, η κρατική χρηματοδότηση, η χρηματοδότηση της ΕΕ, των ιδιωτών και μαζί τα χρήματα που καλούνται να πληρώνουν οι ίδιες οι λαϊκές οικογένειες για τη μόρφωση των παιδιών τους. Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι επιχειρήσεις και ΕΕ χρηματοδοτούν συγκεκριμένες εκπαιδευτικές και ερευνητικές δραστηριότητες που τους φέρνουν κέρδη και προωθούν την πολιτική τους.

Η ΔΑΠ, επιπλέον, μιλάει για «ορθολογικότερη και διαφανέστερη κατανομή των κονδυλίων (...) σύμφωνα με τις ανάγκες κάθε ιδρύματος» και λέει ότι η «αξιολόγηση» θα πρέπει «να λειτουργεί ως η κύρια βάση κατανομής». Δηλαδή, τα ιδρύματα να χρηματοδοτούνται ανάλογα με το «βαθμό» που θα παίρνουν στην «αξιολόγηση», δηλαδή ανάλογα με το βαθμό υποταγής τους στις απαιτήσεις της αγοράς (αφού αυτό είναι στην ουσία το αντικείμενο της «αξιολόγησης»).

Η ΠΑΣΠ μοιάζει να επικεντρώνει τα αιτήματά της στο θέμα της χρηματοδότησης, λες και από μόνη της η αύξηση των κονδυλίων θα λύσει όλα τα προβλήματα της εκπαίδευσης, λες και δεν υπάρχει πρόβλημα με το περιεχόμενο της εκπαίδευσης και τις αναδιαρθρώσεις που περνούν. Επίσης, η πρόταση να χρηματοδοτούνται τα ιδρύματα ανάλογα με τα αποτελέσματα της «αξιολόγησής» τους πρωτοδιατυπώθηκε από το ΠΑΣΟΚ.

Ετσι, από προοδευτικό αίτημα για την κάλυψη των αναγκών της εκπαίδευσης και την απαλλαγή των λαϊκών οικογενειών από οποιοδήποτε οικονομικό βάρος για τη μόρφωση των παιδιών τους, το αίτημα για αύξηση της χρηματοδότησης μετατρέπεται τελικά από τις δυνάμεις που υπηρετούν το σύστημα σε μοχλό για την προώθηση των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων.

ΕΑΑΚ και ΔΙΚΤΥΟ, από την άλλη, δε συνδυάζουν το αίτημα για γενναία αύξηση της χρηματοδότησης με την ανάγκη κατάργησης κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας στις σχολές (φυσικά, ούτε η ΔΑΠ κι η ΠΑΣΠ το κάνουν, αλλά αυτές δηλώνουν απερίφραστα υπέρ της εισβολής των εταιρειών στις σχολές). Ετσι, δίνουν πάτημα στην κυβέρνηση να λέει στα ιδρύματα αν θέλουν επιπλέον χρηματοδότηση να βρουν χορηγούς και αφήνουν στο απυρόβλητο την επιχειρηματική δραστηριότητα που ήδη αναπτύσσουν τα ιδρύματα. Ειδικά τα ΕΑΑΚ στο Πολυτεχνείο έχουν υποστηρίξει αίτημα για καλύτερη διαχείριση της περιουσίας του πανεπιστημίου... καλύτερη διαχείριση δηλαδή των εσόδων από τις «μπίζνες» με τις επιχειρήσεις...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ