ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 25 Οχτώβρη 1998
Σελ. /48
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Στο "δόκανο" της ΕΕ η αγροτιά
  • Οι καταστροφικοί κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης θέτουν "υπό διωγμόν" όλα τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα, συρρικνώνοντας το αγροτικό εισόδημα και ξεκληρίζοντας χιλιάδες αγρότες
  • Η νέα αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και η "Ατζέντα 2000" απειλούν άμεσα με αφανισμό τη μικρομεσαία αγροτιά
  • Οι νέοι, πιο μαζικοί, πιο δυναμικοί και πιο πολιτικοποιημένοι αγώνες που προετοιμάζονται, στοχεύουν στην "καρδιά" του αγροτικού προβλήματος, που βρίσκεται στην αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ

Στο "δόκανο" των καταστροφικών κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ενωσης βρίσκονται οι αγρότες, καθώς αυτοί οι κανονισμοί έχουν θέσει "υπό διωγμόν" όλα τα ελληνικά προϊόντα.

Οι περιορισμοί στις καλλιέργειες και οι ποσοστώσεις στην παραγωγή που επιβάλλουν, προκαλούν εκρηκτικό πρόβλημα στην ελληνική αγροτική οικονομία. Οι αγρότες τιμωρούνται με τεράστια πρόστιμα συνυπευθυνότητας, απλώς και μόνο γιατί παράγουν, με αποτέλεσμα να πέφτουν συνεχώς οι τιμές των προϊόντων και να μειώνεται το εισόδημά τους.

Αυτοί οι κανονισμοί της ΕΕ ευθύνονται που φέτος οι βαμβακοπαραγωγοί θα πουλήσουν το βαμβάκι 10 έως 40 δραχμές φθηνότερα από πέρσι, που οι παραγωγοί καπνού, σιτηρών, καλαμποκιού, τεύτλων θα πουλήσουν σε εξευτελιστικές τιμές, που οι παραγωγοί λαδιού και οπωροκηπευτικών θα διαθέσουν - αν διαθέσουν - τα προϊόντα τους για να εισπράξουν, κυριολεκτικά, πενταροδεκάρες.

Κι ενώ, η μέχρι τώρα εφαρμογή αυτών των καταστροφικών κανονισμών της ΕΕ "γονατίζουν" την ελληνική αγροτική οικονομία και "ξεκληρίζουν" χιλιάδες μικρομεσαίους αγρότες, έρχονται και τα χειρότερα.

Η νέα αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της ΕΕ, που συζητήθηκε, στις αρχές της βδομάδας, στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας στο Λουξεμβούργο, προβλέπει νέα απώλεια, ύψους ενός τρισεκατομμυρίου δραχμών για την αγροτική οικονομία της Ελλάδας. Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτή η αναθεώρηση της ΚΑΠ αποτελεί μία μόνο πτυχή του τεράστιου πακέτου της περιβόητης "Ατζέντας 2000", η οποία απειλεί με αφανισμό τη μικρομεσαία αγροτιά της χώρας μας. Με την αναθεώρηση της ΚΑΠ προωθείται σταδιακά η λεγόμενη επανεθνικοποίησή της - κακώς και παραπλανητικώς ονομάζεται "επανεθνικοποίηση" - η οποία ουδόλως αφορά στη δυνατότητα της χώρας μας να καθορίζει "εθνική" αγροτική πολιτική, αλλά, αντιθέτως, υποχρεώνει την Ελλάδα να πληρώνει κι άλλα, ως συγχρηματοδότηση στην Κοινότητα, για να αναδιατιμηθεί ο κοινοτικός προϋπολογισμός υπέρ της Γερμανίας κι άλλων ισχυρών κρατών της ΕΕ.

Είναι, λοιπόν, φανερό ότι το μέγα αγροτικό πρόβλημα της χώρας μας είναι πολιτικό και οφείλεται, αποκλειστικά, στην αντιαγροτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που συγκαθορίζει και εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση. Εξ αυτού συμπεραίνεται ότι, αν θα συνεχίσει ή όχι να παράγει αγροτικά προϊόντα η Ελλάδα, αν θα υπάρχει ή όχι μικρομεσαία αγροτιά στη χώρα μας, εξαρτάται από τους ίδιους τους Ελληνες αγρότες και όχι από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ - ή και της ΝΔ, αν προκύψει - η οποία είναι πλήρως εναρμονισμένη με τις καταστροφικές επιλογές και αποφάσεις της ΕΕ.

Και έχει γίνει πλέον συνείδηση σε όλο τον αγροτικό κόσμο - ανεξαρτήτως πολιτικών και κομματικών τοποθετήσεων - πως μόνο ο σκληρός και μακροχρόνιος αγώνας, για την ανατροπή των αντιαγροτικών κανονισμών και γενικότερα της αντιαγροτικής πολιτικής της ΕΕ, μπορεί να σώσει την ελληνική αγροτική οικονομία.

Η συνειδητοποίηση ότι η "ρίζα του κακού" βρίσκεται στις Βρυξέλλες και για να "ξεριζωθεί" χρειάζονται αγώνες της αγροτιάς, σε συμπαράταξη με τ' άλλα λαϊκά στρώματα που πλήττονται από τη γενικότερη πολιτική της κυβέρνησης στην πορεία προς την ΟΝΕ, οδηγεί στην απόφαση να συνεχιστούν και να ενταθούν φέτος οι αγροτικές κινητοποιήσεις, που, τα τελευταία χρόνια, συγκλόνισαν ολόκληρη την Ελλάδα κι έφεραν στο προσκήνιο το μέγα αγροτικό πρόβλημα της χώρας μας.

Οι αγωνιζόμενοι αγρότες είχαν επιπλέον αντιληφθεί ότι ο αγώνας για κάποια "φράγκα" παραπάνω στην τιμή των αγροτικών προϊόντων δε λύνει αυτό το μέγα αγροτικό πρόβλημα και γι' αυτό στο στόχαστρο της πάλης τους βρίσκεται η "φωλιά του θηρίου" στις Βρυξέλλες. Ταυτόχρονα, γίνεται όλο και πιο καθαρό ότι ο ενωτικός αγώνας στον κοινωνικό στίβο θα πρέπει να μεταφέρεται και σε πολιτικό επίπεδο, για να είναι πιο αποτελεσματικός.

Κι απ' αυτή την άποψη το μήνυμα καταδίκης που έστειλε ο αγροτικός κόσμος προς την κυβέρνηση και τα κόμματα που στηρίζουν την "ευρωπαϊκή" πολιτική της, δίνει το "σήμα" στο αγροτικό κίνημα να προχωρήσει σε πιο μαζικούς, πιο δυναμικούς, αλλά και πιο πολιτικοποιημένους αγώνες.

ΒΑΜΒΑΚΟΠΑΡΑΓΩΓΟΙ
Βαρύ πρόστιμο γιατί έκαναν καλά τη δουλιά τους

Η Ευρωπαϊκή Ενωση θα τιμωρήσει πολύ σκληρά, φέτος, τους Ελληνες βαμβακοπαραγωγούς, επειδή, απλώς και μόνο, έκαναν καλά τη δουλιά τους και παρήγαγαν πολύ βαμβάκι. Ετσι, άλλωστε, προβλέπει ο κανονισμός για το βαμβάκι που καθορίστηκε και ψηφίστηκε στις Βρυξέλλες το 1995 και έκτοτε εφαρμόζεται, μειώνοντας κάθε χρόνο το εισόδημα των βαμβακοπαραγωγών.

Αυτός ο κανονισμός, λοιπόν, προβλέπει να επιβάλλεται βαρύ πρόστιμο συνυπευθυνότητας στους παραγωγούς, όταν η εθνική παραγωγή υπερβαίνει το "πλαφόν" που έθεσε η ΕΕ.

Κι επειδή φέτος - λόγω της καλής δουλιάς των παραγωγών και των ευνοϊκών καιρικών συνθηκών - η παραγωγή, σύμφωνα με εκτιμήσεις κάποιων, αναμένεται να φτάσει το όριο των 1.322.000 τόνων που έθεσε η ΕΕ, υπάρχει ορατός ο κίνδυνος, οι βαμβακοπαραγωγοί να πληρώσουν όλο το πρόστιμο συνυπευθυνότητας, το οποίο, γι' αυτό το ύψος παραγωγής ανέρχεται στις 124 δραχμές το κιλό, χωρίς να πάρουν πίσω δραχμή από το ποσό ("συνυπευθυνότητα") που τους παρακρατείται.

Σ' αυτήν την περίπτωση ο παραγωγός θα πουλήσει το βαμβάκι γύρω στις 230 - 240 δραχμές το κιλό, χάνοντας 40 δραχμές περίπου κατά κιλό, σε σχέση με πέρσι.

Αλλά, και στην περίπτωση που η φετινή παραγωγή κυμανθεί γύρω στους 1.150.000 τόνους, όπως προεκτίμησε ο Οργανισμός Βάμβακος - αν κι αυτό θεωρείται σχεδόν απίθανο - πάλι οι βαμβακοπαραγωγοί θα χάσουν, σε σχέση με πέρσι, 10 δραχμές το κιλό τουλάχιστον.

Από κει και πάνω και ανάλογα με την αύξηση της παραγωγής, μέχρι το όριο των 1.322.000 τόνων, θα μειώνεται και το ύψος επιστροφής της "συνυπευθυνότητας".

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι έμποροι εκκοκκιστές - που εκτιμούν ότι η παραγωγή θα είναι, πράγματι, πολύ αυξημένη - σπεύδουν να μειώσουν την προκαταβολή που δίνουν στους παραγωγούς, εκβιάζοντάς τους έξω από τα εκκοκκιστήρια.

Ετσι και η βαμβακοκαλλιέργεια, που μέχρι πριν λίγα χρόνια άφηνε κάποια κέρδη στους Ελληνες αγρότες, τώρα, και μετά την εφαρμογή, τα τρία τελευταία χρόνια, του κανονισμού της ΕΕ για το βαμβάκι, γίνεται προβληματική, αφού οι τιμές μειώνονται, ενώ, αντιθέτως το κόστος παραγωγής αυξάνεται συνεχώς με τις απανωτές ανατιμήσεις σε όλα τα γεωργικά μέσα και εφόδια (λιπάσματα, φυτοφάρμακα, σπόροι, καλλιεργητικά, άρδευση κ.ά.).

ΕΛΑΙΟΠΑΡΑΓΩΓΟΙ
Εφιαλτική κατάσταση

Εναν "εφιάλτη" διαρκείας ζουν οι ελαιοπαραγωγοί, εξαιτίας της αντιλαϊκής πολιτικής της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων, αλλά και των κερδοσκοπικών μεθοδεύσεων των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών τροφίμων.Ειδικότερα, τα δύο τελευταία χρόνια οι ελαιοπαραγωγοί είδαν το εισόδημά τους να μειώνεται κατακόρυφα, ενώ η πρόσφατη τροποποίηση του κοινοτικού καθεστώτος στο λάδι, θα έχει ως συνέπεια να μη δουν άσπρη μέρα μπροστά τους, ούτε στο άμεσο, ούτε στο απώτερο μέλλον.

Ο νέος κανονισμός, που ψηφίστηκε στις Βρυξέλλες και το οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει ως επιτυχία, θα έχει ακόμα πιο δυσμενείς επιπτώσεις στο εισόδημα των ελαιοπαραγωγών. Από τη νέα σοδειά καταργούνται οι ελάχιστες τιμές ασφαλείας για τους παραγωγούς (τιμή παρέμβασης) και οι έμποροι - βιομήχανοι, αναμένεται να οργιάσουν ανενόχλητοι, στο όνομα της ελεύθερης αγοράς.Η αλλαγή αυτή έρχεται να δέσει, με τη ραγδαία πτώση των τιμών στο λάδι που επέβαλαν οι εμποροβιομήχανοι, με αποκορύφωμα την εμπορική περίοδο 1997/98. Με το ξεκίνημα της εμπορικής περιόδου 1996/97 η τιμή παραγωγού για το έξτρα παρθένο λάδι ήταν 1.200 δραχμές το κιλό και τον περασμένο Φλεβάρη έπεσε στο μισό, δηλαδή 600 δραχμές. Ανάλογη και μεγαλύτερη ήταν η μείωση των τιμών και για τις υπόλοιπες ποιοτικές κατηγορίες του προϊόντος. Το "κόλπο" από ό,τι φαίνεται, για να μειωθούν οι τιμές ήταν η επίκληση των μεγάλων παραγωγών στην Ισπανία και η αναφορά για μεγάλο απόθεμα στην ΕΕ και παγκοσμίως (για την περίοδο 1997/98 γινόταν λόγος για 783.000 τόνους σε παγκόσμιο επίπεδο), τα οποία, όμως, κανείς αρμόδιος δε γνώριζε ακριβώς... πού ήταν και ποιοι τα είχαν. Και η ραγδαία πτώση των τιμών έγινε κατορθωτή, παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ελαιολάδου δείχνουν ότι δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην παγκόσμια παραγωγή και την παγκόσμια κατανάλωση: Για παράδειγμα την περίοδο 1997/98 η παγκόσμια παραγωγή υπολογίστηκε στους 2.171.000και η κατανάλωση στους 2.137.000 τόνους, με τάση για αύξηση της κατανάλωσης. Κι ενώ οι παραγωγοί αναγκάζονται να πουλήσουν τζάμπα, οι καταναλωτές αγοράζουν πανάκριβα το λάδι από τα σούπερ - μάρκετ, σε τιμές υπερδιπλάσιες από την τιμή παραγωγού. Διπλό, δηλαδή, το κέρδος για τους εμπόρους βιομηχάνους, που θησαυρίζουν σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών.

Οι ελαιοπαραγωγοί τα δύο προηγούμενα χρόνια εκτός από την κάθετη πτώση των τιμών είχαν να αντιμετωπίσουν και τα υψηλά πρόστιμα συνυπευθυνότητας της ΕΕ. Για την περίοδο 1996/97 έχασαν το 1/3 της επιδότησης και για την περίοδο 1997/98 τα επιτελεία των Βρυξελλών τούς έκοψαν τη μισή επιδότηση και πλέον. Διπλός οικονομικός στραγγαλισμός, δηλαδή.

Οσον αφορά το νέο κανονισμό για το λάδι, εκτός από την κατάργηση της παρέμβασης και την αντικατάσταση από την ιδιωτική αποθεματοποίηση - πράγμα που σβήνει και αυτή την ελάχιστη προστασία των παραγωγών - καταργείται και η διάκριση σε μικρούς και μεγάλους παραγωγούς και στο εξής όλοι οι ελαιοπαραγωγοί θα πληρώνουν πρόστιμο συνυπευθυνότητας. Επίσης, καθιερώθηκε εθνικό πλαφόν στο (419.529 τόνοι) πράγμα που η κυβέρνηση θέλει να παρουσιάσει ως επιτυχία. Ομως, τα ίδια τα νούμερα παραγωγής στη χώρα δείχνουν ότι η απόφαση αυτή αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη της ελαιοκαλιέργειας και πως οι ελαιοπαραγωγοί θα συνεχίσουν να πληρώνουν πρόστιμο συνυπευθυνότητας, αφού, για παράδειγμα, η παραγωγή της περιόδου 1996/97 ήταν494.000 τόνοι.

ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΕΣ ΚΑΛΑΜΠΟΚΙΟΥ - ΡΥΖΙΟΥ
Θύματα και αυτοί των ποσοστώσεων

Σε περαιτέρω μείωση του εισοδήματός τους οδηγούνται και οι παραγωγοί καλαμποκιού, λόγω του προστίμου συνυπευθυνότητας, συνολικά ύψους 3 δισ. δραχμών, που επιβάλλει φέτος η ΕΕ, επειδή έγινε υπέρβαση της ποσόστωσης, ενώ και η εμπορική τιμή του προϊόντος κινείται σε χαμηλά επίπεδα, στο ύψος της παρέμβασης που φτάνει τις 41 δραχμές το κιλό.

Η ποσόστωση στην καλλιέργεια καλαμποκιού είναι στρεμματική. Κι επειδή φέτος στην 1η περιφέρεια, στην οποία το "πλαφόν" είναι 2.180.020 στρέμματα (εδώ βρίσκεται η συντριπτική πλειοψηφία των καλλιεργούμενων εκτάσεων, αφού για τη 2η περιφέρεια το "πλαφόν" είναι μόνο 40.570 στρέμματα) καλλιεργήθηκαν 271.700 στρέμματα παραπάνω - ήτοι 2.451.720 στρέμματα συνολικά - οι καλαμποκοπαραγωγοί θα χάσουν 1.250 δραχμές, περίπου, ανά στρέμμα. Να σημειωθεί ότι πέρσι είχαν χάσει 700 δραχμές το στρέμμα.

Και, βεβαίως, και για τους παραγωγούς καλαμποκιού - όπως για όλους όσοι παράγουν δημητριακά - έρχονται τα χειρότερα, αφού στα πλαίσια της "Ατζέντας 2000" προτείνεται νέα μείωση της τιμής κατά 30%,η κατάργηση της τιμής παρέμβασης και η περικοπή των αντισταθμίσεων.

Πρόστιμο και στο ρύζι

Θύμα της ποσόστωσης και των προστίμων συνυπευθυνότητας έπεσαν και οι καλλιεργητές ρυζιού. Μάλιστα, από φέτος το υπουργείο Γεωργίας - δρώντας στα πλαίσια των κατευθύνσεων της ΕΕ - καθιερώνει ζώνες καλλιέργειας ανά περιοχές, ζητώντας να περιφερειοποιηθούν και οι ποσοστώσεις. Συγκεκριμένα ορίστηκαν δυο ζώνες καλλιέργειας (α ζώνη που περιλαμβάνει τις περιοχές Θεσσαλονίκης,Σερρών,Φθιώτιδας και β ζώνη οι υπόλοιπες περιοχές της χώρας). Αυτός ο χωρισμός, όμως, δημιουργεί ήδη τραγελαφικά φαινόμενα.

Η β ζώνη χάνει ολόκληρη την επιδότηση λόγω υπέρβασης του περιφερειακού "πλαφόν", τη στιγμή που δεν έχει γίνει υπέρβαση του εθνικού "πλαφόν".

Εκτός αυτών η κυβερνητική απόφαση για περιφερειοποίηση της ποσόστωσης δημιουργεί κι άλλα προβλήματα, καθώς "σπρώχνει" τους αγρότες να στρέφονται εναντίον των συναδέλφων τους άλλων περιοχών, με στόχο προφανώς να μη στρέφονται εναντίον της αντιαγροτικής πολιτικής της ΕΕ και της κυβέρνησης, που ευθύνεται για τα προβλήματά τους.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ