ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 28 Οχτώβρη 2003
Σελ. /32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΔΙΑΜΑΧΗ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ - ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Υπερώριμη η ανάγκη διαχωρισμού Κράτους - Εκκλησίας

Είναι νομικό το πρόβλημα που δημιούργησε «πολεμικές σχέσεις» μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με αφορμή την αποστολή προς έγκριση ή ενημέρωση του καταλόγου των εκλόγιμων για τις μητροπόλεις της Β. Ελλάδας (Ηπείρου, Μακεδονίας και των νησιών Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου, Ικαρίας); Αρκεί κανείς να δει στο χάρτη τη θέση της μητρόπολης Θεσσαλονίκης, «μήλον της έριδος», για την... εκκίνηση του θέματος. Στο κέντρο, η... μητρόπολη Θεσσαλονίκης και γύρω της απλώνονται ακτινωτά οι βαλκανικές χώρες, η ΝΑ Ευρώπη ως κομμάτι της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Νέες αγορές για εκμετάλλευση κι επέκταση, μεγάλο το οικονομικό δέλεαρ. Για του λόγου του αληθές, μια ματιά στους χορηγούς του ιδρυθέντος γραφείου της Εκκλησίας της Ελλάδας (γνωστοί οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες) στην Ευρωπαϊκή Ενωση από τη μία, θα έπειθε για το επιχείρημα. Ενώ από την άλλη, μια ματιά στους «φίλους που υποστηρίζουν στην Ελλάδα» το Οικουμενικό Πατριαρχείο, θα «σταθεροποιούσε» το επιχείρημα για πόλεμο «πρωτοκαθεδρίας και ζωνών επιρροής» επιχειρηματικών συμφερόντων που συνδέονται με την... Ορθοδοξία.

Παράλληλα, το «νομικό πρόβλημα» έφερε και καταιγισμό δηλώσεων πολιτικών. Οπως τις δηλώσεις Μητσοτάκη που στάθηκε στο πλευρό του αρχιεπισκόπου και χαρακτήρισε το θέμα «πολιτικό και εθνικό» και ζήτησε παρέμβαση «των πολιτικών κομμάτων». Τις... «σταθερές θέσεις» της κυβέρνησης περί μη παρέμβασης της Πολιτείας σ' «ένα σημαντικό θέμα της Ορθοδοξίας» και τη διευθέτησή του «εντός Εκκλησίας» εξέφρασε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Χ. Πρωτόπαππας. Αλλά και ο υπουργός Παιδείας Π. Ευθυμίου που μίλησε για «ένα status νομικό και λειτουργικό τα τελευταία 75 χρόνια, που στα πλαίσια του μπορεί να βρεθεί λύση ειρήνευσης, καταλλαγής και συνεννόησης των δύο κορυφαίων θεσμών της Ορθοδοξίας». Ομως, πού ήταν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, όταν «πανηγυρικά» απέρριψαν στη Βουλή το χωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος κατά τη συζήτηση αναθεώρησης του Συντάγματος. Και αυτοί, δεν ήταν που «ευλόγησαν» την πολιτική και τον κομματισμό στο εσωτερικό της Εκκλησίας; Με νόμο του κράτους, δεν ψηφίστηκε ο καταστατικός χάρτης της Εκκλησίας; Και ο Πρόεδρος του ΣΥΝ, υπογράμμισε το «αόριστο» ότι «δεν υπάρχουν περιθώρια για εκκλησιαστικούς αγώνες εξουσίας που θέλουν το αυτοκέφαλο της ελληνικής Εκκλησίας, πάνω από το Οικουμενικό Πατριαρχείο». Ποιον βολεύει όμως ένας «νεφελώδεις» Οικουμενισμός και μάλιστα στα πλαίσια της ΕΕ; Μια τέτοια «οικουμενικότητα», σίγουρα θα μπορούσε να υποστηρίξει η ΕΕ, γιατί θα συνέφερε στους «ολίγους».

Με το παραπάνω πλαίσιο, ό,τι συμβαίνει στις σχέσεις Εκκλησίας της Ελλάδας, Οικουμενικού Πατριαρχείου, στις σχέσεις Πολιτείας, Εκκλησίας, στο διοικητικό καθεστώς των εκκλησιών, δείχνει ότι η διαπλοκή κράτους και εκκλησίας, ζημιώνει μόνο τους εργαζόμενους, εργάτες και άνεργους και ωφελεί αυτούς που θέλουν να κυριαρχούν στο πολιτικό προσκήνιο.

Τα επιχειρήματα της κόντρας

Τα επιχειρήματα της Εκκλησίας της Ελλάδας για να μη στέλνει τον κατάλογο «προς έγκριση», αλλά προς ενημέρωση, είναι τα εξής.

Η Εκκλησία της Ελλάδας, σύμφωνα με απόφαση της Ιεράς Συνόδου, στηρίζεται στην τροποποίηση του όρου τής προ 75 ετών εκδοθείσας Πατριαρχικής Πράξης του 1928. Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, η τροποποίηση πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1929, κατόπιν συμφωνίας των δύο Εκκλησιών και λαμβάνοντας υπόψη το Νομικό Καθεστώς της Ελλάδας και ως «προέκταση», την Αυτοκεφαλία της Ελληνικής Εκκλησίας. Σύμφωνα με αυτή τη «νομική εξήγηση», θεωρείται ότι μπορεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο να «περισυστήνει» μητροπολίτες βάσει όμως κάποιων προϋποθέσεων και με «το πνεύμα» ότι σήμερα υπάρχει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδας.

Τελικός αποδέκτης της απόφασης, είναι η Ιερά Σύνοδος. Επιπλέον, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αναφέρεται στην απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας και στην ερμηνεία του στο Σύνταγμα της Ελλάδας, που επιβεβαίωσε ότι η Εκκλησία της Ελλάδας δεν έχει υποχρέωση να υποβάλει τον κατάλογο προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο για έγκριση. Να σημειώσουμε ότι η ερμηνεία από το ΣΤΕ είχε γίνει εξ αφορμής της σύστασης του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας το 1977. Ο Χάρτης περιλαμβάνει στη σύσταση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου 6 μητροπολίτες των νέων χωρών και 6 των παλαιών.

Το Πατριαρχείο

Τα επιχειρήματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, για την αποστολή του καταλόγου των «νέων χωρών» προς έγκριση και όχι μόνο:

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο θεωρεί ότι με το άρθρο 3 του Συντάγματος κατοχυρώνονται στο σύνολό τους, ο Πατριαρχικός Τόμος και η Συνοδική Πράξη του 1928. Δε θεωρεί ότι έχουν καταργηθεί οι όροι της Πράξης, όπως αυτός της αποστολής καταλόγου για έγκριση, για την πλήρωση των μητροπόλεων των «νέων χωρών». Επισημαίνει επίσης και τους άλλους 9 όρους που υπάρχουν στην Πατριαρχική Πράξη. Οπως, μνημόνευση του Οικουμενικού Πατριάρχη στις μητροπόλεις. Σύμφωνα με το επιχείρημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αυτή ήταν και η αφορμή που «ξεχείλισε» το ποτήρι. Γιατί, τα τελευταία 5 χρόνια, μετά την εκλογή Χριστόδουλου δεν τηρούνται «τα τυπικά». Ολα αυτά σημαίνουν επί της ουσίας «εισπηδήσεις και παρεμβάσεις της αυτοκεφάλου διά του Αρχιεπισκόπου εις το κανονικό έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Επίσης, υπογραμμίζεται η λέξη επιτροπικώς, που υπάρχει στην Πράξη του 1928. Το Πατριαρχείο ξεκαθαρίζει ότι «δεν έδωσε τις μητροπόλεις εις την αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδας, έδωσε μόνο επιτροπικώς τη διοίκηση των μητροπόλεων, με όρους». Δηλαδή το Πατριαρχείο υπερισχύει, έχει την εποπτεία.

Εχει σταλεί άλλες φορές ο κατάλογος με τους υποψήφιους που ζητά το Πατριαρχείο;

Ναι, δύο φορές επί Σεραφείμ, στην περίπτωση του μητροπολίτη Ιωαννίνων το 1975 και του μητροπολίτη Γρεβενών το 1976, για τη νομική κατοχύρωση της εκλογής τους. Τότε, όμως, σύμφωνα με την Εκκλησία της Ελλάδας, δεν ίσχυε κανένας καταστατικός χάρτης, λόγω του προηγούμενου καθεστώτος της χούντας. Κι έπρεπε να υπάρξει κατοχύρωση, διαφορετικά θα μπορούσε κάποιος να προσφύγει στο Συμβούλιο Επικρατείας για την ακύρωση της εκλογής. Σημαντική, επίσης, η υπενθύμιση ότι επί χούντας το 1967, ο Ιερώνυμος διορίστηκε ...αρχιεπίσκοπος και προσπάθησε ν' αλλάξει τον τρόπο συγκρότησης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (έξι μητροπολίτες από τις «νέες χώρες» και έξι από τις «παλαιές»). Εγιναν προσπάθειες διαπραγμάτευσης, αλλά τελικά τη λύση την έφερε το Συμβούλιο της Επικρατείας που δικαίωνε τους δύο μητροπολίτες που προσέφυγαν εκεί.

Οι νομικές ερμηνείες

Δύο νομικές ερμηνείες διαφάνηκαν από πλευράς καθηγητών, για τη... μετάφραση του νομικού καθεστώτος που επικρατεί για τη διοίκηση των λεγόμενων «νέων χωρών».

Η μία είναι του καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Β. Φειδά: Με την Πατριαρχική Πράξη του 1928 παραχωρήθηκαν οι «νέες χώρες» στην Εκκλησία της Ελλάδας, επειδή το Πατριαρχείο δεν μπορούσε ν' ασκήσει διοίκηση, λόγω της ιστορικής συγκυρίας. Ανέθεσε δηλ. τη διοίκηση, διατηρώντας πλήρως τα κυριαρχικά του δικαιώματα στις επαρχίες αυτές. Η Εκκλησία δέχτηκε, η Πολιτεία επικύρωσε. Σύμφωνα με αυτή τη «νομική ερμηνεία» ο σεβασμός στους όρους της Πράξεως κατοχυρώθηκε το 1975 συνταγματικά, με το άρθρο 3 του Συντάγματος. Εκεί κατοχυρώνεται ο Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος του 1850, η Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του 1928 που περιλήφτηκε και στο άρθρο 1 παρ. 3 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας (Ν.590/1977). Η άποψη του καθηγητή είναι ότι τα κείμενα αυτά του ειδικού αυτού εκκλησιαστικού καθεστώτος, δεν επιτρέπουν μονομερείς ενέργειες, για το θέμα.

Η δεύτερη νομική ερμηνεία, του ομότιμου καθηγητή της Νομικής Σχολής Σ. Τρωιάνου, μιλά για παράβαση νόμου σε περίπτωση που σταλεί ο κατάλογος «των χωρών» προς έγκριση. Διότι στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας (Ν.590/1977) η ενέργεια εκλογής μητροπολίτη είναι σύνθετη. Αν δε γίνει με τις τυπικές διαδικασίες, μπορεί οποιοσδήποτε έχει «έννομο συμφέρον» να πετύχει την ακύρωση της διαδικασίας μέσω της δικαστικής οδού. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, και με βάση τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας (Ν.590/1977), το Πατριαρχείο μπορεί να προτείνει και όχι να εγκρίνει. Επίσης σύμφωνα με αυτή τη νομική ερμηνεία στην κατάρτιση του Συντάγματος το 1975 μπήκε ερμηνευτική δήλωση στο Σύνταγμα (άρθρο 3 του σημερινού Συντάγματος) που κατοχυρώνει το αυτοκέφαλο του 1850 και την Πράξη του 1928. Η τότε συζήτηση στη Βουλή δεν κατοχύρωσε συνολικά την Πράξη, αλλά μόνο στο σημείο συγκρότησης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (6 μητροπολίτες...«παλαιών» και 6 «νέων χωρών». Αυτή τη συζήτηση επικαλούνται, όσες αποφάσεις χρειάστηκε να βγάλει το Συμβούλιο Επικρατείας αργότερα για να κατοχυρώσει νομικά την εκλογή μητροπολιτών. Επιπρόσθετα, ο καθηγητής θεωρεί ότι επειδή στο Σύνταγμα, στην ίδια φράση αναφέρονται μαζί Τόμος, Πράξη και Καταστατικός χάρτης, ο τελευταίος (Ν.590/1977) έχει την ίδια συνταγματική κατοχύρωση με τα δύο κείμενα και υπερισχύει γιατί είναι μεταγενέστερος.

Στο επιχείρημα ότι μπορεί 75 χρόνια κάποιοι όροι της Πράξης να παραμένουν ανενεργοί, αλλά μπορούν να «ενεργοποιηθούν» από τους «αρμόδιους» (σ.σ.ζήτηση του καταλόγου προς έγκριση για τις μητροπόλεις των «νέων χωρών») σε κάποια σημεία και φέρεται το παράδειγμα του Ν.1700 Τρίτση περί της εκκλησιαστικής περιουσίας, που μένει ανενεργός, ο κ. Τρωιάνος ισχυρίζεται ότι «ο νόμος του 1700 του Τρίτση τροποποιήθηκε με τον Ν.1811 και ορισμένα άρθρα ή τροποποιήθηκαν ή καταργήθηκαν».

Η Πατριαρχική Πράξη του 1928

Πώς «εμφανίζεται» η Πατριαρχική Πράξη και Συνοδική Πράξη του 1928. Η «γνωστή» πράξη, της οποίας οι διάφορες ερμηνείες, αλλαγές και νόμοι, στη διάρκεια των 75 χρόνων «ιστορίας» της, έχουν δημιουργήσει, «φαινομενικά» τουλάχιστον, και το θέμα περί έγκρισης ή ενημέρωσης από τον πατριάρχη, του καταλόγου υποψήφιων μητροπολιτών των λεγόμενων «νέων χωρών». Στη συγκεκριμένη περίπτωση που μας απασχολεί, της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης.

Μετά την εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση του 1821, ακολουθήθηκε πολιτική δημιουργίας εθνικού αστικού κράτους. Αυτό προϋπέθετε την απόκτηση αυτονομίας και της Εκκλησίας της Ελλάδας από το Πατριαρχείο (σ.σ. ανάγκη να δημιουργηθούν πολιτικές και διοικητικές δομές διαφορετικές από τις υφιστάμενες του οθωμανικού συστήματος διοίκησης). Ετσι, το 1833 έχουμε την επίτευξη της «αυτοκεφαλίας» της ελληνικής Εκκλησίας, που τη μετατρέπει σε «εθνικό» θεσμό. Αυτό οδήγησε σε ρήξη με το Πατριαρχείο και σε κατοπινή συμφιλίωση με τον δ Συνοδικό Πατριαρχικό Τόμο του 1850. Το Πατριαρχείο αποδεχόταν τη νέα πραγματικότητα. Ανάλογες κινήσεις έγιναν και με ανεξαρτησίες Εκκλησιών από το Πατριαρχείο κι άλλων «εθνικών» κρατών, π.χ., η ανακήρυξη της «βουλγαρικής Εξαρχίας».

Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913 και 1916-1918), στην Ελλάδα, απελευθερώθηκαν και προσαρτήθηκαν στο ελληνικό κράτος διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Οπως Ηπειρος, Μακεδονία, Θράκη, νησιά Αιγαίου. Υπήχθησαν και στην Εκκλησία της Ελλάδας. Οι «ιστορικοπολιτικές καταστάσεις» έφεραν, όπως τονίζεται και στο Προοίμιο της Πράξης, την Πατριαρχική Πράξη του 1928, επί πατριάρχου Βασιλείου Γ`. Το ίδιο έτος «εγκρίνεται» με νόμο του κράτους με τον τίτλο «Περί εκκλησιαστικής διοικήσεως των εν ταις Νέαις Χώραις της Ελλάδας Μητροπόλεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου».

«Διαπλοκή» κράτους - Εκκλησίας

Στο άρθρο 3 του Συντάγματος ορίζεται ως «επικρατούσα θρησκεία η ορθοδοξία». Αυτή η παράγραφος στο αναθεωρημένο Σύνταγμα «ευνοεί» τη «διαπλοκή» κράτους και Εκκλησίας, αποφέρει οφέλη και στις δύο πλευρές. Η πολιτεία αξιοποιεί την επιρροή και τους μηχανισμούς της Εκκλησίας, για να διαιωνίζει την ιδεολογική και πολιτική κυριαρχία της και να «οδηγεί» στη μοιρολατρία εργαζόμενους, εργάτες, άνεργους. Η ηγεσία της Εκκλησίας συμμετέχει και «απολαμβάνει» μερίδιο στην οικονομική, πολιτική και ιδεολογική ισχύ της κρατικής εξουσίας.

Στο άρθρο 3 του Συντάγματος, αναφέρονται και οι σχέσεις Εκκλησίας της Ελλάδας και Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως και οι σχέσεις πολιτείας - Εκκλησίας. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην παρ. 1, «η Εκκλησία της Ελλάδας που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνστ/πολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού. Τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτήν και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της κθ(29) Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτέμβρη 1928.

Επιπρόσθετα, ένα άλλο κείμενο που ορίζει το ενδοεκκλησιαστικό ζήτημα, αλλά και ορίζει την πολιτεία κατά ένα τρόπο «ρυθμιστή» των ενδοεκκλησιαστικών σχέσεων (έγκριση αρμόδιου υπουργού για διάφορα θέματα) είναι ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας. Ψηφίστηκε με νόμο του κράτους Ν. 590/1977. Να σημειώσουμε ότι στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας, άρθρο 17, ορίζεται η διαδικασία εκλογής των μητροπολιτών των λεγόμενων «νέων χωρών».

Συνελεύσεις Επιτροπών Ειρήνης

Γενικές Συνελεύσεις Επιτροπών Ειρήνης έχουν προγραμματίσει:

Την Τετάρτη 29/10

Αγ. Παρασκευή, στις 7 μ.μ., στο Δημαρχείο της πόλης. Αγ. Βαρβάρα, στις 6 μ.μ. (Ελ. Βενιζέλου 55 - 1ος όροφος). Μελίσσια, στις 7 μ.μ. (17ης Νοέμβρη και Σμύρνης 20). Εξάρχεια, στις 6.30 μ.μ. (Θεμιστοκλέους 56). Χαϊδάρι, στις 6.30 μ.μ. (Καρδίτσας και Γράμμου). Καματερό, στις 6 μ.μ. (Λεωφόρος Καματερού 70). Γούβα: στις 6.30 μ.μ. στον Πολιτιστικό Σύλλογο Αγ. Αρτεμίου (οδός Φορμίωνος - τέρμα τρόλεϊ Αγ. Αρτεμισίου). Η Επιτροπή Ειρήνης Μεταφορών, στις 6 μ.μ., στην αίθουσα Λογιστών (Κάνιγγος 27 - 5ος όροφος). Η Επιτροπή Ειρήνης Εργαζομένων στην Ενέργεια, στις 6.30 μ.μ., στο Συνδικάτο Οικοδόμων (Βερανζέρου 1). Η Επιτροπή Ειρήνης των ΕΒΕ, στις 6.30 μ.μ., στα γραφεία του Συλλόγου Συνταξιούχων ΤΕΒΕ (Σωκράτους 23). Η Επιτροπή Ειρήνης των εργαζομένων στο χώρο της Υγείας - Πρόνοιας, στις 7 μ.μ., στα γραφεία της ΟΣΝΙΕ (Αριστοτέλους 27 4ος όροφος).

Την Πέμπτη 30/10

Η Επιτροπή Ειρήνης Εργαζομένων στις Κατασκευές, στις 6.30 μ.μ, στο Συνδικάτο Οικοδόμων (Βερανζέρου 1). Η Επιτροπή Ειρήνης Τηλεπικοινωνιών, στις 6 μ.μ, στην αίθουσα του Πολιτιστικού Κέντρου Εργαζομένων ΟΤΕ (3ης Σεπτεμβρίου 110 - πλατεία Βικτωρίας). Στου Ζωγράφου, στις 6.30 μ.μ, στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου (Ανακρέοντος 60). Στη Κηφισιά, στις 6 μ.μ, στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου «Δροσίνης».

Κείμενα: Παντία ΚΑΖΑΝΤΖΗ

Η Εκκλησία της Ελλάδας είναι η μόνη, ως Εκκλησία, που σε μια χώρα έχει πέντε διαφορετικά καθεστώτα διοίκησης. Για του λόγου το αληθές: Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδας. Καθεστώς των λεγόμενων «νέων χωρών» (διοικείται από την Εκκλησία της Ελλάδας, υπάγεται πνευματικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο). Εκκλησία Κρήτης (ημιαυτόνομη εκκλησία της Ελλάδας, υπάγεται και στο Πατριαρχείο). Αγιο Ορος (υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο). Εξαρχία της Πάτμου (υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ