Ο βίος και η πολιτεία της κυβέρνησης Σημίτη είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά και στο χώρο της Παιδείας. Μέσα από την κεντρική πολιτική, που εφαρμόστηκε με τους δύο νόμους 2525/97 και 2640/98 της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, έβαλε τα θεμέλια για την αποδιάρθρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και για τη συγκρότησή της με τέτοιο τρόπο που θα εξυπηρετούνται τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, της οικονομίας της αγοράς. Στα συρτάρια βρίσκονται τα σχέδια για την πολυκατηγοριοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης.
Η δήθεν ελεύθερη πρόσβαση όλων στα πανεπιστήμια - με την προϋπόθεση ότι θα έχουν εθνικό απολυτήριο - προσπαθεί να συγκαλύψει την αποψίλωση του Λυκείου. Ενός Λυκείου που μετατρέπεται σε ένα απέραντο εξεταστικό κέντρο, απαγορευτικό για χιλιάδες παιδιά των λαϊκών στρωμάτων.
Οχι άδικα λοιπόν αυτή η βάναυση, αντιλαϊκή, αντιεκπαιδευτική πολιτική συνάντησε την αντίδραση και αντίσταση χιλιάδων μαθητών, εκπαιδευτικών και γονιών που ανέπτυξαν ένα μεγαλειώδες αγωνιστικό κίνημα. Η εμπειρία που καταγράφτηκε στους δρόμους της λαϊκής αντίστασης μπορεί και πρέπει να εκφραστεί και στην κάλπη, με καταδίκη όσων εφάρμοσαν, στήριξαν την αντιεκπαιδευτική πολιτική και με επιβράβευση του ΚΚΕ, που πάλεψε με συνέπεια μέσα και δίπλα στο μαθητικό και λαϊκό κίνημα.
Η αντιδραστική αναδιάρθρωση που επιχειρήθηκε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αποτελεί την πρώτη πράξη στο έργο της συρρίκνωσης της δημόσιας δωρεάν παιδείας. Σύμφωνα με τις εντολές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως αυτές έχουν κωδικοποιηθεί στις ντιρεκτίβες της, η δεύτερη πράξη θα παιχτεί στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ολα δείχνουν ότι το σκηνικό και εκεί θα αλλάξει σε συντηρητική κατεύθυνση με την αποφασιστική στροφή στην κατάρτιση και την ύψωση νέων ταξικών φραγμών.
Το πρώτο βήμα το έκανε ο νόμος 2525 που εισήγαγε τα λεγόμενα «Προγράμματα Σπουδών Επιλογής» και το «Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο». Μια ματιά στα προγράμματά τους δείχνει με σαφήνεια το χαρακτήρα τους (πρόκειται για κατάρτιση), παρά τις διακηρύξεις του υπουργείου Παιδείας για παροχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε ακόμα μεγαλύτερα τμήματα του λαού. Ο ίδιος ο υπουργός είχε στο παρελθόν χαρακτηρίσει τα ΠΣΕ ως προγράμματα κατάρτισης, ενώ για την επιβολή τους επιστρατεύτηκε για μια ακόμα φορά ο αυταρχισμός, με αποκορύφωμα την παρέμβαση του εισαγγελέα στο Πολυτεχνείο Κρήτης όταν η Σύγκλητος και σύσσωμο το Ιδρυμα τα καταδίκασε και αποφάσισε την κατάργησή τους.
Παράλληλα, τα πολυδιαφημισμένα νέα τμήματα σε ΑΕΙ και ΤΕΙ που χρηματοδοτούνται από κοινοτικά κονδύλια, με την πολυδιάσπαση των επιστημονικών αντικειμένων, με πτυχία που φαίνεται ότι οδηγούν σε παροχή δεξιοτήτων και όχι επιστημονικών γνώσεων, συμπληρώνουν το σκηνικό.
Κοντά στα παραπάνω, αξίζει να θυμηθεί κανείς το πρόβλημα της χρόνιας υποχρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που εκφράστηκε και με περικοπή κονδυλίων από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και που είχε ως αποτέλεσμα το Πανεπιστήμιο Αθήνας να προχωρήσει στη μέθοδο του δανεισμού για την αποπεράτωση της Φυσικομαθηματικής Σχολής στην Πανεπιστημιούπολη, αποτελώντας δείγμα για το πώς εννοεί την οικονομική αυτοτέλεια το υπουργείο Παιδείας.
Πάντως, σύμφωνα και με πρόσφατη εξαγγελία του υπουργείου Παιδείας, ετοιμάζεται το σχέδιο νόμου για τα μεταπτυχιακά και την πανεπιστημιακή έρευνα, στο οποίο συμπυκνώνονται οι επιλογές του κεφαλαίου για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Μέσα από το πρόγραμμά της για την Παιδεία, η ΝΔ προαναγγέλλει τα επόμενα βήματα, τα οποία ήδη έχει ανακοινώσει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο η κυβέρνηση.
Εχοντας την ίδια αφετηρία με την κυβέρνηση, την προσαρμογή δηλαδή της εκπαίδευσης στις απαιτήσεις που δημιουργούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, προβάλλει: Την «ανάπτυξη ενός ευέλικτου, δυναμικού και ανταγωνιστικού εκπαιδευτικού συστήματος, στο πλαίσιο της ΕΕ, που θα συνδέεται με τις σύγχρονες παραγωγικές δραστηριότητες», την «αποκέντρωση της Παιδείας, με εκχώρηση ευθυνών, αρμοδιοτήτων και πόρων ανά σχολική μονάδα. Δρομολογεί την κατηγοριοποίηση των σχολείων ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες των δήμων, αλλά και των γονέων, δημιουργώντας καθαρά ταξικά σχολεία, την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών και την άρση της μονιμότητας, την πλήρη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης.
Η εξαγγελία της για νέες ευκαιρίες στην εκπαίδευση συμβαδίζει με την υποβάθμιση της «δημόσιας» εκπαίδευσης, που θα λειτουργεί - όπως λέει - με βάση την «αρχή της ανταποδοτικότητας, μέσω του συναγωνισμού θα γίνει ανταγωνιστική», ενώ βασική παράμετρος στην «αναβάθμισή της» είναι η απώλεια από τους εκπαιδευτικούς της «δημοσιοϋπαλληλικής νοοτροπίας», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη μονιμότητα και τις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών.
Στο πρόγραμμά της άλλωστε τοποθετείται ξεκάθαρα στα ζητήματα της αξιολόγησης: «Στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση η αξιολόγηση πραγματοποιείται από στελέχη της εκπαίδευσης (βλέπε διορισμένους από την κυβέρνηση) και συνδέεται με την υπηρεσιακή εξέλιξη». Ταυτόχρονα εξαγγέλλει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, ισχυριζόμενη με θράσος ότι θα είναι «μη κερδοσκοπικά ιδρύματα». Αν είναι δυνατόν ποτέ η ιδιωτική πρωτοβουλία και το κεφάλαιο να μην έχει σκοπό το κέρδος. Ταυτόχρονα ξεκαθαρίζει τη θέση της, όσον αφορά στη φοιτητική μέριμνα, που είναι: κατάργηση των φοιτητικών εστιών και συνεπώς της σίτισης και της στέγασης και αντικατάστασή τους από «κρατική σηματοδότηση για τη στέγασή τους εκτός εστιών», ενώ ακολουθεί η κατάργηση της δωρεάν χορήγησης συγγραμμάτων σε όλους τους φοιτητές και η αντικατάστασή της από την «κάρτα προμήθειας συγγραμμάτων».
Κείμενα
Δημήτρης ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
Μαρίνα ΚΑΛΛΙΓΕΡΗ