ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 2 Φλεβάρη 2012
Σελ. /32
Πενιχρή βδομάδα... εξαίρεση ο Πολάνσκι

Περιορισμένος ο αριθμός αλλά και η δυναμική των ταινιών που πρωτοβγαίνουν στις αίθουσες σήμερα, με τον Πολάνσκι φυσικά να συνιστά την εξαίρεση, με μια ταινία δωματίου «κεκλεισμένων των θυρών». Πρόκειται για μια θλιβερά διασκεδαστική πολυεπίπεδη ιστορία δύο οικογενειών που εμπλέκονται σε μια επίδειξη δύναμης εξαιτίας του άγριου τσακωμού των παιδιών τους. Στην ταινία, που έχει τίτλο «Ο ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΣΦΑΓΗΣ», έρχονται στην επιφάνεια οι γελοίες προκαταλήψεις και οι γκροτέσκες αντιφάσεις τεσσάρων μεσοαστών Αμερικανών γονιών. Οι τέσσερις ηθοποιοί του Πολάνσκι - η Κέιτ Γουίνσλετ, ο Κριστόφ Γουάλτς, η Τζούντι Φόστερ και ο Τζον Σ. Ράιλι - έπρεπε να βρίσκονται στο σετ όλη τη μέρα, κάθε μέρα, καθ' όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων και να παίζουν συνεχώς, όλοι μαζί, στην ίδια σκηνή.

Εκτός από το έξυπνο και ενδιαφέρον φιλμ του Πολάνσκι αξίζει να δείτε την επανέκδοση της κλασικής ταινίας του Γκ. Β. Παμπστ «ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ» του 1929, η προβολή της οποίας συνεχίζεται και αυτήν την εβδομάδα...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ


ΡΟΜΑΝ ΠΟΛΑΝΣΚΙ
Ο θεός της σφαγής

Η τελευταία ταινία του Πολάνσκι μεταφέρει στην οθόνη το πολυβραβευμένο θεατρικό δράμα δωματίου της Γιασμίνα Ρεζά «Ο Θεός της σφαγής», έργο που γνώρισε πολύχρονη επιτυχία στη σκηνή. Το καλό θέατρο παράγει καλό σινεμά στα χέρια ενός ιδιοφυούς σκηνοθέτη. Τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν στο Παρίσι, η ιστορία όμως τοποθετείται στην Αμερική, στο Μπρούκλιν και εκτυλίσσεται αποκλειστικά στο εσωτερικό ενός μεσοαστικού διαμερίσματος. Υπάρχουν μόνο δύο εξωτερικά, ένα στην αρχή κι ένα στο τέλος. Ενώ η ταινία ξεκινά σε μορφή σχεδόν βοντεβίλ, με μια πολιτισμένη συζήτηση μεταξύ καθωσπρέπει ενηλίκων, μπαίνει σύντομα στη δίνη μιας αντιπαράθεσης εφ' όλης της ύλης που οδηγεί στα τάρταρα, που οι συμβάσεις κοινωνικής συμπεριφοράς ξεγυμνώνονται και δίνουν σταδιακά τη θέση τους στο θράσος των πρωτόγονων και στο κτήνος που φωλιάζει μέσα μας.

Εικάζεται ότι η ταινία συνιστά την εκδίκηση του Πολάνσκι προς την ήσυχη συνείδηση του φιλελεύθερου Αμερικάνου. Είναι γνωστή η πολυετής δοκιμασία του σκηνοθέτη που άρχισε όταν η Αμερική ζήτησε την έκδοσή του μετά από κατηγορία που του αποδόθηκε για βιασμό ανήλικης, 33 χρόνια πριν...

Η ιστορία απλή και συμπυκνωμένη. Ο μικρός γιος του ζεύγους Κόουεν σε καυγά στο πάρκο έσπασε δυο δόντια του μικρού γιου του ζεύγους Λόνγκστριτ και οι γονείς του θύματος, οι Λόνγκστριτ, καλούν στο σπίτι τους το ζεύγος Κόουεν για να κανονίσουν τους λογαριασμούς τους ...όπως ακριβώς ο Πολάνσκι, που κατά κάποιο τρόπο κανονίζει τους λογαριασμούς του με την αμερικάνικη μεσοαστική τάξη αποδομώντας - υπό το πρίσμα της εισαγωγής για το θέμα της διαπαιδαγώγησης - με εμφανή ηδονή, την ικανότητα αυτών που θέλουν να δώσουν μαθήματα. Βέβαια, τίποτα δε λύνεται, τα νήματα παραμένουν αιωρούμενα, τα ερωτήματα πληθαίνουν κι ο καυγάς μπορεί να διαρκούσε ακόμα... όμως το χτύπημα της χαριστικής βολής στη σκηνή του τέλους ξαναβάζει τα πάντα σε τροχιά προοπτικής, κάτι που μόνο ένας μεγάλος σκηνοθέτης θα μπορούσε να συλλάβει.


Ελαφρά διαφοροποιημένο το φιλμ από το θεατρικό, μια που αφαιρέθηκε μέρος από τον βαριά θεατρικό διάλογο και προστέθηκαν κάποιες επιπλέον σκηνές, η αφήγηση ξεδιπλώνεται με καταιγιστικά γρήγορο ρυθμό σε χρόνο πραγματικό με το μοντάζ να μην μπορεί να αλλάξει πολλά πράγματα. Ο κινηματογραφικός χώρος περιορισμένος, η άσκηση με δυσκολίες για το αν θα πρέπει ή όχι να αποκαλυφθεί αυτή η στενότητα χώρου και προβληματισμός, σχετικά με την ποικιλότροπη εκμετάλλευση ενός και μοναδικού ουσιαστικά ντεκόρ. Το χολ είναι τόπος αναμονής και περασμάτων, το σαλόνι τόπος σύγκρουσης, η κουζίνα χαλάρωσης και το μπάνιο η ουδέτερη ζώνη. Ο Πολάνσκι γνωρίζει ότι η στατικότητα, η θεατρική ακινησία και ο περιορισμός στο χώρο πρέπει να αντιμετωπιστούν με τη σκηνοθεσία του πλάνου και το μοντάζ, κάτι αντίστοιχο έκανε στο «REPULSION» με την εγκλωβισμένη στο διαμέρισμα Κατρίν Ντενέβ. Ετσι, τα 79 λεπτά της διάρκειας αυτού του δράματος δωματίου - με ακραία κινητικότητα και σχολαστική λεπτομέρεια στα ντεκόρ - φορτίζονται με μαεστρία σκηνοθετική που εκφράζεται με τις κινήσεις της μηχανής που σαν ύπουλο φίδι ελλοχεύει έτοιμη να καταγράψει, από κάθε δυνατή και πιθανή γωνία λήψης, την παραμικρή γκριμάτσα, χειρονομία και αντίδραση. Οι λήψεις έχουν αφετηρία μια αρχική τάξη και αργότερα αποσπώνται και ακολουθούν την πορεία των χαρακτήρων.

Κι εδώ είναι που η ταινία οφείλει πολλά στο κουαρτέτο των ερμηνευτών, οι οποίοι δεν πτοούνται μπροστά σε «θυσίες» και «ταπείνωση». Η αγωνιώδης, πολιτικά ορθή κυρία Λόνγκστριτ (Τζούντι Φόστερ) με κουλτουριάρικη επικάλυψη πολιτισμικού λούστρου, τυπικό μιας μπουρζουαζίας που κοιτά με νοσταλγία τον «εξωτισμό» του 19ου αιώνα, επικαλούμενη την ανάγκη «κοινωνικής ειρήνης» επιτίθεται στην περισσότερο στρογγυλεμένη - συμβιβαστική και εσωστρεφή - κυρία Κόουεν (Κέιτ Γουίνσλετ) που είναι η πρώτη που «ξερνά» κυριολεκτικά και μεταφορικά το παιχνίδι της ευγένειας που επιβάλλει το αξιακό σύστημα του ζεύγους Λόνγκστριτ. Με καυστική ειρωνεία βλέπουμε να ανθίζουν τα κοινωνικά πορτρέτα των τεσσάρων πολυσύνθετων χαρακτήρων που εκτείνονται πέρα από την ιδιότητα του γονιού. Τα σώματα και τα πρόσωπα άκαμπτα αρχικά παίρνουν σιγά σιγά ζωή χωρίς να μπορούν να αυτοκυριαρχηθούν στις νότες τρέλας, παραλογισμού, υστερίας και κατάθλιψης που διαφαίνονται σαν εκχυλίσματα του κοινωνικού αυτού πορτρέτου.

Παίζουν: Τζούντι Φόστερ, Τζον Σ. Ράιλι, Κέιτ Γουίνσλετ και Κριστόφ Γουόλτς.

Παραγωγή: Γαλλία, Πολωνία, Γερμανία, Ισπανία (2011).


ΤΖΟΣ ΤΡΑΝΚ
Το χρονικό

Ταινία που δε θα άξιζε την ενασχόληση αν δεν ήταν πρωτίστως επικίνδυνη και δευτερευόντως κακή. Κακή, κυρίως για το γεγονός ότι το όποιο δύστροπο δραματουργικό γύρισμα επιλύεται με επέμβαση /παρέμβαση της τεχνικής, που συνίσταται σε κάποιο αυθαίρετο «κάτι» που λειτουργεί ως από μηχανής θεός. Η λύση αυτή, για πολλούς ίσως θεωρείται αποδεκτή στο όνομα του είδους της «επιστημονικής φαντασίας». Τα αποσπασματικά όμως και με επιλεκτική διάρθρωση στοιχεία «επιστημονικής φαντασίας» επικάθονται σε έναν κορμό με σαφή ρεαλιστικά πλαίσια και εμφανίζονται κατά το δοκούν. Ωστόσο, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του 26χρονου Τζος Τρανκ, είναι επικίνδυνη για τα μηνύματά της, τα πολλά και μικρά που λειτουργούν σωρευτικά στα πλαίσια ενός προβεβλημένου μοντέλου σκέψης και αντίδρασης με κύριους αποδέκτες τους νέους από 18-24 χρόνων. Τις ορδές των νέων ανέργων όπου Γης. Ιδιαίτερα αυτούς που η ζωή θα αφύπνιζε - κάτω από άλλες συνθήκες πρώτους. Αυτοί είναι που πρέπει να μπερδεύουν τα πράγματα στο κεφάλι τους σ' ένα μεταμοντέρνο πολτό, δύσκολο μετά να τα ξεχωρίσεις. Αυτοί είναι οι πολλοί, οι φτωχοί και αγράμματοι από την κατακρεουργημένη εκπαίδευση και παιδεία, αυτοί που διδάσκονται να αναγάγουν την πληροφόρησης σε γνώση μέσα από τα ηλεκτρονικά μέσα όπου διακινείται η παιδεία των φτωχών. Γιατί στα ακριβά ιδιωτικά σχολεία που προετοιμάζουν τα αυριανά στελέχη του συστήματος μελετούν τα βιβλία... το διαδίκτυο βολεύει άλλες τους ...ζωτικές ανάγκες!

Στην εποχή του «κάν' το μόνος σου» -από συναρμολόγηση επίπλων μέχρι εξειδικευμένες υδραυλικές και ηλεκτρικές εργασίες- έρχεται να προστεθεί και το «τεκμηρίωσέ το μόνος σου» κι ανέβασέ το στο You Tube. Το υβρίδιο ντοκιμαντέρ/μυθοπλασία της «faux-foundfootage» αφήγησης του «BLAIRWITCH PROJECT» και του εκχυδαϊσμένου «PARANORMAL ACTIVITY» πρόκειται για προϊόν της κινηματογραφικής βιομηχανίας και των πανίσχυρων εταιρειών διακίνησης, που θα φθάσει στα πέρατα της Γης.

Ταινία που έλαβε θετικότατες κριτικές για τα στιλιστικά της προσόντα, ιδιαίτερα για το στοιχείο της κάμερας του 18χρονου πρωταγωνιστή που ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί σαν στιλιστική έμπνευση. Πέραν τούτου όμως, το στοιχείο της τεκμηρίωσης, τόσο έντονο με κάμερες πανταχού παρούσες, δεν παρουσιάζει στην πορεία καμιά οργανική σχέση/σύνδεση με την ιστορία. Ο συνδυασμό της τεκμηρίωσης με την κενού περιεχομένου παράθεση βαρύγδουπων ονομάτων τύπου Σοπενχάουερ, Γιουνγκ ή Πλάτωνα και αντίστοιχων τσιτάτων, μάλλον σκοπό έχει να προσδώσει στην ταινία κύρος, εγκυρότητα κι αληθοφάνεια που δεν υπάρχουν. Για ποιον λόγο; Μα στα πλαίσια της ταινίας υποβαθμίζεται η επιστήμη, όπως και βασικές της αρχές και νόμοι αμφισβητούνται ή ισχύουν «ολίγον». Τυπικό δείγμα γενικευμένης αποβλάκωσης όπου το «παραφυσικό» να φέρεται ως φυσιολογικό. Πρόκειται για την ιστορία τριών 18χρονων συμμαθητών και φίλων που κατεβαίνουν σε μια βαθιά σπηλιά στην καρδιά του δάσους κι εκεί μέσα φορτίζονται - από περίεργα πετρώματα - με υπερφυσικές τηλεκινητικές ιδιότητες τις οποίες όμως αποδεικνύεται ότι έχουν δυσκολία να χειριστούν με μέτρο και σύνεση. Αποδεικνύεται ότι όσο αυξάνουν οι υπερφυσικές τους δυνάμεις άλλο τόσο μεγαλώνει και η ανευθυνότητά τους.

Βέβαια, η υπερφυσική δύναμη που κινεί γη και ουρανό δεν αποδεικνύεται ικανή να γιατρέψει την άρρωστη μητέρα του πρωταγωνιστή ή τον αλκοολικό άνεργο πατέρα του. Ούτε καν να του βρει 700 δολάρια για τα φάρμακα της ανασφάλιστης ετοιμοθάνατης και ο πρωταγωνιστής αναγκάζεται να ληστεύει ψιλικατζίδικα της γειτονιάς, την ίδια ώρα που μπορεί να διασχίζει τους αιθέρες, καλύτερος κι από «Μπόινγκ» και να βρίσκεται σε δευτερόλεπτα στις κορυφές του Θιβέτ.

Παίζουν: Μάικλ Τζόρνταν, Μάικλ Κέλι, Ασλι Χίνσοου, Αννα Γουντ, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Μ. Βρετανία (2012).


ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΤΣΙΤΟΣ
Αδικος κόσμος

Μείγμα ρομαντικού κωμικού δράματος με τόνους αστυνομικής σουσπάνς η βραβευμένη (με βραβείο σκηνοθεσίας και α΄ ανδρικού ρόλου) στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν ταινία του Φίλιππου Τσίτου. Με σενάριο ισχνό, χωρίς βαθύτερη πληροφόρηση ως προς τη σχέση αίτιου και αιτιατού για συμπεριφορές και καταστάσεις. Με κυρίαρχο το αντιθετικό δίπολο: Πνεύμα και ντεκόρ μινιμαλιστικό όχι όμως αφηγηματική οικονομία και τέλος με τεράστιες ελλείψεις στην κατασκευή ολοκληρωμένων δραματουργικά χαρακτήρων (ώστε μέσα από στοιχειώδους είδους ταύτιση να μπορέσουν να επιτευχθούν ερμηνευτικές διεργασίες στη βάση εξαγωγής νοήματος), όλα μοιάζουν να κρέμονται στον αέρα.

Ο μοναχικός Σωτήρης πίνει τόσο που πέφτει στο έδαφος από το παγκάκι που κάθεται. Τον βλέπουμε να βάζει τρικλοποδιά στον σεκιούριτι του σούπερ μάρκετ που έπιασε στα πράσα μια νεαρή να κλέβει κρέας. Μετά βλέπουμε ότι πρόκειται για αστυνομικό ανακριτή και τον βλέπουμε επί το έργο. Στο όνομα της κοινωνικής ισότητας και με δεδομένο ότι οι ισχυροί είθισται να ξεφεύγουν από το νόμο, ο Σωτήρης, όσο περνάει από το χέρι του, παρέχει και αυτός την ευκαιρία στους «ανίσχυρους» να κάνουν το ίδιο. Σε όλους αδιακρίτως τους μικροαπατεώνες ...και σε αυτόν που κατηγορείται για εμπόριο λευκής σαρκός ...γιατί όπως ισχυρίζεται ο Σωτήρης «τον βλέπεις τον άνθρωπο, ήταν ειλικρινής, έλεγε την αλήθεια». Και ιδίως επειδή για τον Σωτήρη «η ειλικρίνεια είναι ειλικρίνεια και είναι υπεράνω του νόμου και του παρανόμου». Ετσι, λοιπόν, και χωρίς περαιτέρω πληροφορίες που να εμπεδώνουν την αίσθηση και τη διαίσθηση του Σωτήρη, η ταινία χτίζει πάνω σ' αυτήν την υπόθεση εργασίας ολόκληρο το σενάριό της που σε όλη της τη διάρκεια το διαπερνούν αντιθετικά δίπολα του τύπου μπάτσος/πολίτης, δίκαιο/άδικο, φαίνεσθαι/είναι...

Ετσι, δυο χαμηλόμισθοι αστυνομικοί μπαίνουν στην περιπέτεια να ρισκάρουν τις οικονομίες (της γυναίκας του ενός) για λόγους υστεροφημίας (sic) και κυρίως για την εξαγορά μιας πληροφορίας που έχει να κάνει με τον τυχάρπαστο (ειλικρινή όμως) έμπορα λευκής σαρκός. Η ατυχία τους βγάζει σε ένα - μάλλον εύκολο - έγκλημα, χωρίς μάρτυρες, που όμως χάνεται ο μπεζ φάκελος με το χρηματικό ποσό και αρχίζει μια πορεία που κάπου θυμίζει τον κύκλο στην «ΚΑΛΠΙΚΗ ΛΙΡΑ». Με παλινδρομήσεις, συμπτώσεις και επαναλήψεις, με οπτικά τεχνάσματα και φιγούρες που μπαινοβγαίνουν στο κάδρο πυροτεχνικά, το Δίκαιο (η πηγή του δίκαιου και του άδικου) προσεγγίζεται με όρους μπουρδουκλωμένης ηθικής και όχι πολιτικής. Η μοναξιά διαπερνά την ταινία πέρα ως πέρα, αλλά έρχεται και ο έρωτας με τη μορφή μιας πτωχής πλην τίμιας κι εργατικής καθαρίστριας που βρίσκει το φάκελο αλλά δεν αγγίζει τα λεφτά παρά το γεγονός ότι έχει ανάγκη...

Παίζουν: Αντώνης Καφετζόπουλος, Χρ. Στέργιογλου κ.ά.

Παραγωγή: Ελλάδα, Γερμανία (2011).


ΤΖΕΪΜΣ ΜΠΟΜΠΙΝ
The Muppets

Αυτή είναι η έκτη κινηματογραφική ταινία για τα Muppets, τις παράξενες και αστείες κούκλες του Τζιμ Χένσον που για σειρά δεκαετιών διασκέδαζαν μικρούς και μεγάλους, τις πιο γνωστές μαριονέτες στην ιστορία της τηλεόρασης. Η ταινία του Τζέιμς Μπόμπιν εστιάζει στο τηλεοπτικό MuppetShow της περιόδου 1976-1981. Το αποτέλεσμα είναι μια κωμωδία χαριτωμένα παιδιάστικη, όχι ιδιαίτερα γλυκανάλατη, με ηθικό φόντο και όχι βέβαια να τη δει κανείς πιο σοβαρά...

Σαν νοσταλγικός περίπατος στις αναμνήσεις, με φιλοξενούμενους από τον Μίκι Ρούνεϊ στον Αλαν ΑρκινΜέσα και με μια στέρεη δομή μιούζικαλ, ο σκηνοθέτης μετατρέπει την αφήγηση για τον εντοπισμό και την επανασύνδεση των μελών της ομάδας, σε μύθο. Η πορεία είναι ανάλαφρη και συνάμα αποκαλυπτική, τόσο για πτυχές του χαρακτήρα καθενός όσο και για την δομή και λειτουργία του κόσμου στον οποίο αυτοί οι χαρακτήρες κινούνται. Παρόν και το θέμα των επιλογών που υποχρεούνται να κάνουν οι χαρακτήρες για να «μεγαλώσουν» και να βρουν τη δική τους ταυτότητα, κάτι που εκφράζεται στη σχέση των δύο αδελφών που καθένας τους βρίσκεται αντιμέτωπος με τη δική του κρίση που προσπαθεί να ξεπεράσει. Μοχλός της επιτάχυνσης αυτής της διαδρομής είναι το μοντάζ.

Ο Γκάρι και ο Γουόλτερ είναι δυο πολύ διαφορετικά μεταξύ τους αδέλφια. Ο Γκάρι, πολύ ψηλός και γλυκός νεαρός είναι ερωτευμένος με την Μαίρη, δασκάλα που οι μικροί μαθητές λατρεύουν. Ο Γουόλτερ όμως, είναι muppet κι ας μη το γνωρίζει ακόμα ο ίδιος! Μεγάλωσε με το τηλεοπτικό Muppet Show, ο Κέρμιτ είναι το είδωλό του και το μεγάλο του όνειρο είναι να συναντήσει τις περίφημες κούκλες από κοντά και να μιλήσει μαζί τους. Η μεγάλη ευκαιρία για τον Γουόλτερ παρουσιάζεται όταν ο Γκάρι και η Μαίρη αποφασίζουν να ταξιδέψουν στο Λος Αντζελες για να γιορτάσουν την επέτειο γνωριμίας τους και παίρνουν τον Γουόλτερ μαζί τους. Φθάνοντας όμως στην Πόλη των Αγγέλων βρίσκονται αντιμέτωποι με μια σκληρή πραγματικότητα. Τα Muppets έχουν σκορπίσει εδώ και κει, τα στούντιο του Show είναι αραχνιασμένο ερείπιο και σαν να μην έφταναν αυτά, στο υπέδαφός του βρέθηκε φλέβα πετρελαίου, κάτι που άνοιξε την όρεξη στον κακό επιχειρηματία Τεξ Ρίτσμαν που θέλει να ισοπεδώσει το κτίσμα για να βγάλει τον μαύρο χρυσό. Την κατάσταση μπορούν να σώσουν μόνο τα Muppets. Θα προσπαθήσουν να επανενωθούν, να δώσουν έναν επιτυχή τηλεμαραθώνιο που θα τους φέρει 10 εκατομμύρια δολάρια ώστε να μπορέσουν να ξαναγοράσουν τα στούντιο τους.

Παίζουν: Τζέισον Σίγκελ, Εϊμι Ανταμς, Κρις Κούπερ, Ρασίντα Τζόουνς, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2011).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ