Πέμπτη 2 Φλεβάρη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΡΟΜΑΝ ΠΟΛΑΝΣΚΙ
Ο θεός της σφαγής

Η τελευταία ταινία του Πολάνσκι μεταφέρει στην οθόνη το πολυβραβευμένο θεατρικό δράμα δωματίου της Γιασμίνα Ρεζά «Ο Θεός της σφαγής», έργο που γνώρισε πολύχρονη επιτυχία στη σκηνή. Το καλό θέατρο παράγει καλό σινεμά στα χέρια ενός ιδιοφυούς σκηνοθέτη. Τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν στο Παρίσι, η ιστορία όμως τοποθετείται στην Αμερική, στο Μπρούκλιν και εκτυλίσσεται αποκλειστικά στο εσωτερικό ενός μεσοαστικού διαμερίσματος. Υπάρχουν μόνο δύο εξωτερικά, ένα στην αρχή κι ένα στο τέλος. Ενώ η ταινία ξεκινά σε μορφή σχεδόν βοντεβίλ, με μια πολιτισμένη συζήτηση μεταξύ καθωσπρέπει ενηλίκων, μπαίνει σύντομα στη δίνη μιας αντιπαράθεσης εφ' όλης της ύλης που οδηγεί στα τάρταρα, που οι συμβάσεις κοινωνικής συμπεριφοράς ξεγυμνώνονται και δίνουν σταδιακά τη θέση τους στο θράσος των πρωτόγονων και στο κτήνος που φωλιάζει μέσα μας.

Εικάζεται ότι η ταινία συνιστά την εκδίκηση του Πολάνσκι προς την ήσυχη συνείδηση του φιλελεύθερου Αμερικάνου. Είναι γνωστή η πολυετής δοκιμασία του σκηνοθέτη που άρχισε όταν η Αμερική ζήτησε την έκδοσή του μετά από κατηγορία που του αποδόθηκε για βιασμό ανήλικης, 33 χρόνια πριν...

Η ιστορία απλή και συμπυκνωμένη. Ο μικρός γιος του ζεύγους Κόουεν σε καυγά στο πάρκο έσπασε δυο δόντια του μικρού γιου του ζεύγους Λόνγκστριτ και οι γονείς του θύματος, οι Λόνγκστριτ, καλούν στο σπίτι τους το ζεύγος Κόουεν για να κανονίσουν τους λογαριασμούς τους ...όπως ακριβώς ο Πολάνσκι, που κατά κάποιο τρόπο κανονίζει τους λογαριασμούς του με την αμερικάνικη μεσοαστική τάξη αποδομώντας - υπό το πρίσμα της εισαγωγής για το θέμα της διαπαιδαγώγησης - με εμφανή ηδονή, την ικανότητα αυτών που θέλουν να δώσουν μαθήματα. Βέβαια, τίποτα δε λύνεται, τα νήματα παραμένουν αιωρούμενα, τα ερωτήματα πληθαίνουν κι ο καυγάς μπορεί να διαρκούσε ακόμα... όμως το χτύπημα της χαριστικής βολής στη σκηνή του τέλους ξαναβάζει τα πάντα σε τροχιά προοπτικής, κάτι που μόνο ένας μεγάλος σκηνοθέτης θα μπορούσε να συλλάβει.


Ελαφρά διαφοροποιημένο το φιλμ από το θεατρικό, μια που αφαιρέθηκε μέρος από τον βαριά θεατρικό διάλογο και προστέθηκαν κάποιες επιπλέον σκηνές, η αφήγηση ξεδιπλώνεται με καταιγιστικά γρήγορο ρυθμό σε χρόνο πραγματικό με το μοντάζ να μην μπορεί να αλλάξει πολλά πράγματα. Ο κινηματογραφικός χώρος περιορισμένος, η άσκηση με δυσκολίες για το αν θα πρέπει ή όχι να αποκαλυφθεί αυτή η στενότητα χώρου και προβληματισμός, σχετικά με την ποικιλότροπη εκμετάλλευση ενός και μοναδικού ουσιαστικά ντεκόρ. Το χολ είναι τόπος αναμονής και περασμάτων, το σαλόνι τόπος σύγκρουσης, η κουζίνα χαλάρωσης και το μπάνιο η ουδέτερη ζώνη. Ο Πολάνσκι γνωρίζει ότι η στατικότητα, η θεατρική ακινησία και ο περιορισμός στο χώρο πρέπει να αντιμετωπιστούν με τη σκηνοθεσία του πλάνου και το μοντάζ, κάτι αντίστοιχο έκανε στο «REPULSION» με την εγκλωβισμένη στο διαμέρισμα Κατρίν Ντενέβ. Ετσι, τα 79 λεπτά της διάρκειας αυτού του δράματος δωματίου - με ακραία κινητικότητα και σχολαστική λεπτομέρεια στα ντεκόρ - φορτίζονται με μαεστρία σκηνοθετική που εκφράζεται με τις κινήσεις της μηχανής που σαν ύπουλο φίδι ελλοχεύει έτοιμη να καταγράψει, από κάθε δυνατή και πιθανή γωνία λήψης, την παραμικρή γκριμάτσα, χειρονομία και αντίδραση. Οι λήψεις έχουν αφετηρία μια αρχική τάξη και αργότερα αποσπώνται και ακολουθούν την πορεία των χαρακτήρων.

Κι εδώ είναι που η ταινία οφείλει πολλά στο κουαρτέτο των ερμηνευτών, οι οποίοι δεν πτοούνται μπροστά σε «θυσίες» και «ταπείνωση». Η αγωνιώδης, πολιτικά ορθή κυρία Λόνγκστριτ (Τζούντι Φόστερ) με κουλτουριάρικη επικάλυψη πολιτισμικού λούστρου, τυπικό μιας μπουρζουαζίας που κοιτά με νοσταλγία τον «εξωτισμό» του 19ου αιώνα, επικαλούμενη την ανάγκη «κοινωνικής ειρήνης» επιτίθεται στην περισσότερο στρογγυλεμένη - συμβιβαστική και εσωστρεφή - κυρία Κόουεν (Κέιτ Γουίνσλετ) που είναι η πρώτη που «ξερνά» κυριολεκτικά και μεταφορικά το παιχνίδι της ευγένειας που επιβάλλει το αξιακό σύστημα του ζεύγους Λόνγκστριτ. Με καυστική ειρωνεία βλέπουμε να ανθίζουν τα κοινωνικά πορτρέτα των τεσσάρων πολυσύνθετων χαρακτήρων που εκτείνονται πέρα από την ιδιότητα του γονιού. Τα σώματα και τα πρόσωπα άκαμπτα αρχικά παίρνουν σιγά σιγά ζωή χωρίς να μπορούν να αυτοκυριαρχηθούν στις νότες τρέλας, παραλογισμού, υστερίας και κατάθλιψης που διαφαίνονται σαν εκχυλίσματα του κοινωνικού αυτού πορτρέτου.

Παίζουν: Τζούντι Φόστερ, Τζον Σ. Ράιλι, Κέιτ Γουίνσλετ και Κριστόφ Γουόλτς.

Παραγωγή: Γαλλία, Πολωνία, Γερμανία, Ισπανία (2011).


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ