ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 6 Δεκέμβρη 2006
Σελ. /32
Κοκτό και μικρά δημιουργήματα
«Ιερά τέρατα» στο «Αλμα»

Στη Γαλλία του μεσοπολέμου, εποχή καταξίωσης αισθητικών κινημάτων και δημιουργών (λ.χ. του Πικάσο), εμφάνισης νέων σε διάφορες τέχνες (στο θέατρο λ.χ. του «θεάτρου του παραλόγου»), και ποικίλων αισθητικών αναζητήσεων μετέχει και ο πολύπλευρος Ζαν Κοκτό, με ποικίλα δημιουργήματά του. Με διασκευές Σαίξπηρ και αρχαίων τραγικών, μυθιστορήματα, ποίηση, δοκίμια, λιμπρέτα, οπερέτες, μπαλέτα, σενάρια, ταινίες, ζωγραφική, σκίτσα, σκηνογραφίες, θεατρικά έργα. Ο Κοκτό δεν ήταν μεγάλος καινοτόμος. Ηταν, όμως, ένας σημαντικός νεοτεριστής, υψηλής αισθητικής αντίληψης. Σεβόταν τις μεγάλες καλλιτεχνικές αξίες. Γνώριζε εκ των ένδον τον κόσμο των καλλιτεχνών. Το μόχθο, το πάθος, τη μοναξιά, την αμφιβολία, την αγωνία της δημιουργίας. Την ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση των καλλιτεχνών. Τα φαινόμενα της ναρκισσιστικής έπαρσης των καταξιωμένων, των ευάλωττων ερώτων, του ανταγωνισμού, του φόβου του θανάτου - καλλιτεχνικού και φυσικού, των αθέμιτων μέσων των νέων για την ανάδειξή τους. «Αποκρυστάλλωμα» αυτής της γνώσης, αλλά και αντανάκλαση του δικού του φόβου μήπως προδοθεί από τον πολύ νεότερο εραστή του, ανερχόμενο ηθοποιό Ζαν Μαραί, είναι το τρίπρακτο έργο του «Ιερά τέρατα» (1939). Ενα έργο «θεάτρου εν θεάτρω», για το θέατρο και τους ανθρώπους του. Με βασικούς ήρωες ένα ζεύγος καταξιωμένων μεσήλικων πρωταγωνιστών, μια φίλη τους θεατρίνα, μια αμπιγιέρ και μια νεαρή ηθοποιό, που «εισβάλει» στη ζωή τους, ξελογιάζει ερωτικά τον σύζυγο για να την κάνει πρωταγωνίστρια. Πέντε πρόσωπα που «θεώνται» στα παρασκήνια, στη σκηνή και στη ζωή, πλασμένα με πικρόγευστη, λεπτή ειρωνεία για την επηρμένη «βεβαιότητα» καταξιωμένων θεατρίνων αλλά και για την ανερμάτιστη, χωρίς μόχθο, φιλοδοξία νέων για να ανέλθουν παραμερίζοντας την παλιά γενιά. Ο Κοκτό, ταυτόχρονα αναδεικνύει την αμφίδρομη, αλληλοτροφοδοτική σχέση θεάτρου-ζωής και υπαινίσσεται το «θέατρο»-ψεύδος που ενυπάρχει στην πραγματική ζωή και την αλήθεια του θεάτρου. Το έργο προσφέρεται σε μια ποιοτική παράσταση, στρωτά μεταφρασμένο (Λήδα Γαλανού), με λιγοστές κειμενικές παρεμβάσεις και ρεαλιστική σκηνοθεσία (Γιάννης Μόσχος), καλαίσθητα σκηνικά και κοστούμια (Ελένη Μανωλοπούλου και Μαργαρίτα Χατζηϊωάννου, αντίστοιχα), υποβλητικούς φωτισμούς (Λευτέρης Παυλόπουλος), διακριτική κινησιολογία (Σεσίλ Μικρούτσικου) και πρωτίστως με τις λιτές, αρμόζουσες στο χαρακτήρα των πέντε βασικών ρόλων ερμηνείες, από τους ικανότατους ηθοποιούς Κατερίνα Μαραγκού, Νίκο Αρβανίτη, Δανάη Σκιάδη, Αλεξάνδρα Παντελάκη, Υβόννη Μαλτέζου.


ΘΥΜΕΛΗ

«Δουλάρες» με τη «Σπείρα - Σπείρα»

Ολο και περισσότερο και όλο σοβαρότερα θεατροποιείται η συνθετική, μουσικοδιδακτική και σκηνοθετική δουλιά του Σταμάτη Κραουνάκη, με τη μουσικο-θεατρική ομάδα του «Σπείρα-Σπείρα». Μετά την έξοχη φεστιβαλική μουσικο-θεατρική παράστασή του «Θητεία στο κάλλος» (με μελοποιημένα αποσπάσματα Χορικών αρχαίων τραγωδιών και κωμωδιών), ανέβασε στο θέατρο «Αθηναΐς» το έργο «Δουλάρες». «Πολυμήχανος» δημιουργός ο Κραουνάκης συνέλαβε και υλοποίησε την ιδέα μιας σατιρικής παράστασης, με τη μορφή του θεάτρου-καμπαρέ, με θέμα τους δούλους-υπηρέτες από την αρχαιότητα μέχρι τους σημερινούς - ποικίλων εργασιακών μορφών - «υπηρέτες»-προλετάριους, γυναίκες και άνδρες, και εμμέσως τα αφεντικά τους (αν και απουσιάζουν από τη μυθοπλοκή). Ο κύριος κειμενικός «ιστός» της παράστασής του αποτελείται από μικρά αποσπάσματα και σπαράγματα θεατρικών έργων, ποιημάτων, μυθιστορημάτων (λ.χ. Αριστοφάνη, Μισιτζή, Κορομηλά, Αννινου, Ξενόπουλου, Σεβαστίκογλου, Σολωμού, Σαίξπηρ, Μολιέρου, Ροστάν, Μαριβώ, Ζενέ κ.ά.), γνωστά λαϊκά και έντεχνα τραγούδια μας (λ.χ. «Τα βάσανα της πλύστρας», «Η καμαριέρα», «Ο γερο-νέγρο Τζιμ» κ.ά.) και με συνδετικά κείμενα (για να φανεί η διαχρονικότητα και επικαιρότητα του θέματος με τα σημερινά δεδομένα ντόπιων και μεταναστών εργατών - εργατριών και οικιακών βοηθών) των Ιωσήφ Βιβλιλάκη και Ευανθίας Στιβανάκη. Σαρκαστικός ο τίτλος της παράστασης υπογραμμίζει το μέγεθος, την πολυμορφία και τις συνέπειες στη ζωή των εκμεταλλευομένων (που αναγκάζονται να επιστρατεύσουν και την πονηριά για να επιβιώσουν), της «δουλείας». Δουλείας, που «αλυσοδένει» φανερά τους ανθρώπους. Δουλείας, συχνά έμμεσης και αφανούς, όταν ο εργαζόμενος μετατρέπεται σε «δούλο», ακόμα και σε «αρχιδουλάρα» - «όργανο» των εκμεταλλευτών του. Αλλά και οι καλλιτέχνες μπορεί να γίνουν διασκεδαστές - «υπηρέτες», όπως υπονοεί ο «δαιμόνιας» ευρηματικότητας Κραουνάκης, βάζοντας τους δουλοντυμένους ερμηνευτές της παράστασης να υποδέχονται τους θεατές, με τον Κομπέρ-«τυραννικό» υπεύθυνο του θεάματος και με την πορνο-δρακουλίνα Τζένιφερ, που δεν πίνει, αλλά της πίνουν το αίμα... Η παράσταση του Κραουνάκη, θεματολογικά και εικαστικά δραστική (κοστούμια Γιάννης Μετζικώφ, σκηνικό Τάκης Χατούπης, φωτισμοί Κατερίνα Μαραγκουδάκη), χορογραφικά εκφραστική (Φρόσω Κορρού), υποκριτικά καλοδιδαγμένη (με τη συνεργασία του ηθοποιού Χρήστου Στέργιογλου), ευλύγιστη συνθετικά (Σταμάτης Κραουνάκης, Χρίστος Θεοδώρου) ευφραίνει καρδίαν. Ευφραίνει, τελικά, χάρη στις εξαιρετικές, αξιέπαινες ερμηνείες στο λόγο και στο τραγούδι όλων ανεξαιρέτως των μελών της ομάδας (τους αναφέρουμε βάσει της διανομής): Γιώργος Νανούρης, Βασίλης Μοσχονάς, Ρούλη Καρασιλιώτη, Πωλίνα, Αργυρώ Καπαρού, Δάφνη Λέμπερου, Βικτωρία Ταγκούλη, Ελεάννα Καραντίδου, Παρθένα Χοροζίδου, Γιώργος Στιβανάκης, Μιχάλης Βόλακας, Δημήτρης Ερατεινός.


ΘΥΜΕΛΗ

«2» στο «Παλλάς»

Στιγμή από το «2»
Στιγμή από το «2»
Δεν υπήρξε χορο-θεατρική δημιουργία του Δημήτρη Παπαϊωάννου που να μην προξενούσε, στο παρελθόν, το έντονο ενδιαφέρον και το μεγάλο θαυμασμό για την υψηλή πάντα αισθητική μορφή της (εικαστική, χορογραφική, χορευτική), από τους λάτρεις του χορού και του θεάτρου και βέβαια των ανθρώπων του χορού και του θεάτρου. Αυτή ήταν οι «φανατικοί» θεατές των πάντα τολμηρών θεματολογικά και νεοτερικών μορφολογικά παραστάσεών του. Σήμερα, μετά τη χορο-θεατρική παράστασή του για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, η δημιουργία του Δ. Παπαϊωάννου «2», στο «Παλλάς», είναι «εκτεθειμένη» σ' ένα ευρύτατο κοινό, λίγο - πολύ ανίδεο για τις θεματολογικές και αισθητικές αναζητήσεις του σύγχρονου χορού και του χορο-θεάτρου. Κοινό που «διαβάζει» επιφανειακά το θέμα του, χωρίς τα υποστρώματα και τα σύμβολά του. Και στην περίπτωση του «2» επιφανειακά κρινόμενο το θέμα μπορεί να εκληφθεί ως ομοφυλοφιλικό, με το «επιχείρημα» ότι η μυθοπλασία, με αποκλειστική παρουσία μόνον ανδρών (μετέχουν 22 ερμηνευτές, χορευτές και ηθοποιοί), ενδιαφέρεται μόνο για την ανδρική μοναξιά και την αγωνιώδη αναζήτηση συντρόφου και ότι αντιμετωπίζει τη γυναίκα ως πλαστική, άψυχη «Μπάρμπυ». Κατά τη γνώμη της στήλης, η μυθοπλοκή του Δ. Παπαϊωάννου, βαθύτατα μελαγχολική, έντονα καταγγελτική, παρότι ανδρόμορφη, αφορά και στα δύο φύλα. Αφορά στο σύγχρονο άνθρωπο, που η σύγχρονη κοινωνία αποξενώνει, αγχώνει, βιάζει, παρακολουθεί ασφυκτικά μέσω των πανομοιότυπων ελεγκτών -υπαλλήλων μιας αόρατης, άνωθεν εξουσίας, περιθωριοποιεί, θυτοποιεί και θυματοποιεί, διαστρέφει κοινωνικά, ηθικά, ψυχολογικά και σεξουαλικά και τον αχρηστεύει πνευματικά και αισθητικά με την κατευθυνόμενη τηλεοπτική άνοια. Στο «μύθο» του Παπαϊωάννου ενυπάρχουν διάφορες κοινωνικές τάξεις - εργασιακά και ερωτικά - ενεργών ανδρών (αρσενικοί και γκέι). Αθλητές, φοιτητές, περιπλανώμενοι ταξιδευτές, εργάτες, άνεργοι, άεργοι, πλασιέ, γιάπηδες, υφιστάμενοι υπάλληλοι, προϊστάμενοι - όργανα μιας απρόσωπης εργοδοσίας. Ο άνθρωπος βρίσκεται σε έναν αγχώδη αγώνα δρόμου, όπου δουλεύει, όπου βρεθεί και σταθεί. Παντού, γύρω του υψώνονται «τείχη» και τον εμποδίζουν να επικοινωνήσει με άλλον άνθρωπο, να βρει ένα ταίρι. Οχι σεξουαλικής εκτόνωσης, αυτή μπορεί να ικανοποιηθεί σήμερα με ποικίλους τρόπους με συμμετοχή ή μη γυναίκας ή άνδρα παρτενέρ. Να βρει ταίρι αγάπης και συντροφικότητας. Αυτό αναζητά ο σύγχρονος άνθρωπος, απελπισμένα και ατελέσφορα, «κραυγάζει» - σπαρακτικά κατά βάθος - η σύνθετη (χορός, λόγος, τραγούδι) δημιουργία του Παπαϊωάννου. Σπαραγμός και όχι περιφρόνηση της γυναίκας, κατά τη γνώμη μας, είναι και η παρουσία μιας υπερμεγέθους κούκλας Μπάρμπυ, ώστε να υπονοηθεί η χρησιμοποίηση της γυναίκας ως άψυχου σκεύους ασέλγειας ορισμένων ανδρών, αλλά και να συμβολιστεί ο απελπισμένος, ανέφικτος πόθος του στερημένου την αγάπη ανθρώπου να μπορούσε να ξαναπαγγιάσει στη γενέθλια μήτρα και εκεί να καθαρθεί (αυτό συμβολίζει το κρύψιμο ενός χορευτή κάτω από την κούκλα, ενώ ένας άλλος ασελγεί σ' αυτήν και έπειτα την πετά σαν σκουπίδι). Θεματολογικά τολμηρό και χορογραφικά ευφάνταστο, το «2» είναι και υψηλότατης αισθητικής δημιούργημα, με λιτά επιβλητικό σκηνικό (Λίλη Πεζανού), σύγχρονα κοστούμια (Αγγελου Μπέντη - Μαρίας Ηλία), σύγχρονων ακουσμάτων μουσική (Κωνσταντίνου Βήτα), ατμοσφαιρικούς φωτισμούς (Αλέκου Γιάνναρου). Και με ένα συνολικά πολύ καλό ερμηνευτικό σύνολο ερμηνευτών, με κυρίαρχη την εξαιρετικά εκφραστική κίνηση και βουβή υποκριτική του ταλαντούχου ηθοποιού Αρη Σερβετάλη.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ