ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 2 Δεκέμβρη 2011
Σελ. /40
Πολλές ταινίες και ένα έργο Τέχνης!

Οκτώ οι πρεμιέρες στις κινηματογραφικές αίθουσες, μεταξύ των οποίων κι ένα αριστούργημα, βραβευμένο με το Χρυσό Λιοντάρι στο φετινό φεστιβάλ της Βενετίας. Πρόκειται για το «ΦΑΟΥΣΤ» του Ρώσου Αλεξάντρ Σοκούρωφ, βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Γκαίτε. Με αυτήν την ταινία ολοκληρώνεται η τετραλογία του Σοκούρωφ για μια φαινομενολογία της εξουσίας και τις ποικίλες μεταμορφώσεις της μεταξύ ιστορίας και μύθου. Το έργο συνθέτουν οι ταινίες «ΜΟΛΩΧ» (1999), «ΤΑΥΡΟΣ» (2001), «ΗΛΙΟΣ» (2005) «ΦΑΟΥΣΤ» (2011). Ενώ οι τρεις πρώτες ταινίες αναφέρονται σε υπαρκτά ιστορικά πρόσωπα στον Χίτλερ, στον Λένιν και τον Αυτοκράτορα Χιροχίτο της Ιαπωνίας, το τελευταίο πατώντας σε μια από τις σημαντικότερες φιγούρες του δυτικού, λογοτεχνικού φαντασιακού - που πούλησε την ψυχή του στον Διάβολο - αφηγείται τον τρομερό αγώνα του ανθρώπου με τον πειρασμό και την αναζήτηση για το άπειρο... Οι παραπάνω ταινίες έχουν προβληθεί στην Ελλάδα, εκτός από το φιλμ «ΤΑΥΡΟΣ» που πρόκειται να βγει στις αίθουσες αργότερα ... Κατά τα άλλα οι πρεμιέρες της βδομάδας έχουν ως εξής:

«REALSTEEL» είναι ο τίτλος της αμερικανο-ινδικής δίωρης παραγωγής επιστημονικής φαντασίας και δράσης του 2011, σε σκηνοθεσία Σον Λέβι, όπου το θάρρος νικά το ατσάλι. Κακή ταινία. Μείγμα από «WHEN A MAN LOVES A WOMAN» και«TRANSFORMERS». Κατά το ήμισυ δακρύβρεχτο βούτυρο. Τώρα πια που οι αγώνες πυγμαχίας γίνονται ανάμεσα σε ανθρωπόμορφα τεράστια ρομπότ, ο πατέρας - ξεπεσμένος πρωταθλητής του ρινγκ - και ο ανήλικος γιος του έχουν μια τελευταία ευκαιρία να ξαναφτιάξουν την σχέση τους, να συγχωρέσει ο ένας τον άλλον και να μάθουν τι είναι σημαντικό στη ζωή, προπονώντας από κοινού το δικό τους, παλιό ρομπότ από παλιοσίδερα, ώστε να μπορέσει να διεκδικήσει τον παγκόσμιο τίτλο. Υπάρχει και μια γυναίκα που βλέπει πέρα από το ξεροκέφαλο προσωπείο, όπου πίσω του κρύβεται ο πατέρας... Αυτά. Οσο για το άλλο ήμισυ καταναλώνεται σε ρομποτική βία!

«TRESPASS» Εκκωφαντικά κακό και ανόητο αμερικάνικο δραματικό θρίλερ του 2011 σε σκηνοθεσία Τζόελ Σουμάχερ με τον Νίκολας Κέιτζ και την Νικόλ Κίντμαν στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Τέλος, το «ΤΟ ΤΑΝΓΚΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ» είναι μια ελληνική παραγωγή του 2011, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Νίκου Κουτελιδάκη και στηρίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη. Στη δεκαετία του 1970, προετοιμάζεται σε ένα στρατόπεδο στον Εβρο η καθιερωμένη χριστουγεννιάτική γιορτή. Τέσσερεις άνθρωποι και τρεις διαφορετικές ερωτικές ιστορίες μπλέκονται σε ένα τανγκό που θα αλλάξει τη ζωή όλων τους.


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ


ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΣΟΚΟΥΡΟΦ
Φάουστ

Η υποβλητική κι αινιγματική ταινία του Σοκούροφ, δεν είναι ένα κοινό φιλμ μυθοπλασίας, αλλά έργο τέχνης και ως τέτοιο αξιώνει διαφορετική χρήση. Συνίσταται σε ύψιστης λογοτεχνικότητας λόγο, mise en scene (οπτικό θέμα) και κινηματογράφηση. Την ταινία πρέπει κάποιος να δει και να ξαναδεί, πρέπει να της δώσει χρόνο για να ωριμάσει μέσα του. Σήμερα, ίσως μόνο στη Ρωσία της τεράστιας λογοτεχνικής παράδοσης και της ευρείας καλλιέργειας θα μπορούσαν ακόμα να πιστεύουν στη δύναμη της λογοτεχνικότητας στη γραφή. Η αξία του Σοκουροφικού Φάουστ δεν συνίσταται στο «μήνυμα» γι' αυτό και «ανάλυση» στο σενάριο δεν θα είχε κάποιο νόημα, δεδομένου ότι όλα είναι ήδη γνωστά από το πρωτογενές κείμενο. Η ταινία όμως είναι έργο τέχνης οπτικοακουστικής φύσης και χρησιμοποιεί μια γλώσσα ειδική, που ταυτίζεται με το βαθύτερο νόημα του ίδιου του έργου. Φορμαλισμός; Οχι καθόλου, καίτοι υφίστανται ψήγματα που παραπέμπουν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Ο «ΦΑΟΥΣΤ» δεν ομοιάζει με προγενέστερα φιλμ του Σοκούροφ αλλ' ούτε και με το κείμενο του Γκαίτε. Το κινηματογραφικό αντικείμενο εδώ βρίσκεται στο επίκεντρο μιας προσωπικής ανάγνωσης της ιστορίας του ανθρώπου που πούλησε την ψυχή του στον Διάβολο και μιας πολύ προσωπικής διασκευής, με θεατρική προσέγγιση και κυρίαρχο χρώμα το πράσινο σε τόνους σάπιου, μουντού έλους, βούρκου και λάσπης, σε έναν κόσμο - σε ένα γερμανόφωνο χωριό των αρχών του 1800 - που παραπαίει μεταξύ Ιστορίας και φαντασίας, με μαγεία, θρύλους, gothic, αλλά και λαιμαργία - σαρκική και λάγνα. Εναν κόσμο διεφθαρμένο από τη φτώχεια, τη βία και την ωμότητα. Εναν κόσμο που ζέχνει από την μπόχα της αποσύνθεσης των πτωμάτων. Σε έναν κόσμο ακριβώς σαν τον δικό μας, τον σημερινό.


«Χρησιμοποιήσαμε οπτικά όργανα μεγάλων διαστάσεων και ειδικούς, πρωτότυπους φακούς φτιαγμένους στη Ρωσία - λέει ο μέγας κινηματογραφιστής Σοκούροφ - τους οποίους ο διευθυντής φωτογραφίας χρησιμοποιούσε για πρώτη φορά. Η έμπνευση πηγάζει από την ευρωπαϊκή ζωγραφική των πρώτων δεκαετιών του 1800, ιδίως τη γερμανική. Τα χρώματα, τα πρόσωπα, οι εικόνες της πόλης και οι λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής ακουμπούν στο συγκεκριμένο τύπο εικονογραφίας του 1800. Για την αναπαραγωγή της ατμόσφαιρας ψάξαμε για αντικείμενα εποχής, ξανακατασκευάσαμε ακριβώς τις λεπτομέρειες ακόμα και τις ανεπαίσθητες της καθημερινής ζωής στα ρούχα, τα μαξιλάρια, τα σεντόνια, τα φλιτζάνια, στο φαγητό. Τα άλογα που βλέπουμε στην ταινία ανήκουν στην αρχαιότερη ράτσα στην Ευρώπη, σήμερα υπάρχουν μόνο 60 σε όλον τον κόσμο. Ξεκινούσαμε πάντα από τη θέση ότι ο άνθρωπος είναι μια ράτσα σε εξέλιξη και είναι ιδιαίτερα σημαντικό να έχει μνήμη του παρελθόντος του. Ενα από τα κύρια καθήκοντα του κινηματογράφου είναι να ξαναγεννά το χρόνο με όλες του τις ιδιαιτερότητες».

Μακριά από την πνευματικότητα του Φάουστ του Γκαίτε, ο επιστήμονας γιατρός αντιήρωας του Σοκούροφ είναι δεμένος με τη γη και τις πρωταρχικές ανάγκες. Τροφή και σεξ. Επιφανειακά καλός κ' αγαθός, στο βάθος όμως άσχημος, διότι ανίκανος να σκεφθεί τις συνέπειες των πράξεών του κι έτοιμος να ακολουθήσει με όποιο κόστος τα ένστικτά του... Τον βλέπουμε στην αρχή να ενδιαφέρεται για τα φυτά, να εξετάζει με απληστία γυναικεία σώματα και να διαμελίζει πτώματα, αναζητώντας την ψυχή, που βέβαια ούτε ορατή, ούτε χειροπιαστή είναι... Η αντίθεση ψυχής - σάρκας φαίνεται ότι γοητεύει τον Σοκούροφ. Μέχρι που ο Φάουστ γνωρίζει τον Διάβολο alias Μεφιστοφελή alias Μαουρίτσιους, που κολλάει πάνω του σαν βδέλλα, που γίνεται αχώριστος σύντροφος της περιπέτειας. Ο Διάβολος του Σοκούροφ είναι ένα ανθρωπάριο γήινο, χωρίς φύλο, με σώμα πλαδαρά παραμορφωμένο και όψη αποκρουστική, με στομαχόπονους που πηδά σαν κατσίκι. Είναι τοκογλύφος, δεν τον ενδιαφέρουν αισθήματα και καλλιέργεια.

Λοξά καδραρίσματα, παραμορφωτικοί φακοί, χρώματα σε τόνους πράσινους του βάλτου κι εκρήξεις φωτός, αποδομούν τον ζοφερό κόσμο που μέσα του κινείται ο Φάουστ, που διαπράττει ένα έγκλημα και από κει αρχίζει το κακό... Το δίδυμο περιπλανάται σε καπηλειά, σε σπίτια πλούσια και φτωχά, σε δάση, συναντά εμπόρους, γλεντζέδες, στρατιώτες κι ευγενείς... Τι ψάχνει αλήθεια ο Φάουστ; Γυναίκες μάλλον και ο Διάβολος κάνει τα πάντα για να του ανοίξει το δρόμο. Ωσπου εμφανίζεται η αιθέρια Μαργαρίτα κι ο γιατρός χάνει τα λογικά του. Και κοντά στο τέλος φθάνει η σκηνή που τόσο αναμέναμε: Πουλάει στον Διάβολο την ψυχή του με συμβόλαιο υπογεγραμμένο με αίμα... κι αντάλλαγμα μια μοναδική νύχτα μαζί της!

Παίζουν: Γιοχάνες Τσάιλερ, Αντον Ανταζίνσκι, Ιζόλντα Ντιτσάουκ, Γκέοργκ Φρίντριχ, Χάνα Σιγκούλα κ.ά.

Παραγωγή: Ρωσία (2011).


ΖΑΝ ΠΙΕΡ ΚΑΙ ΛΙΚ ΝΤΑΡΝΤΕΝ
Το παιδί με το ποδήλατο

Οι αδελφοί Νταρντέν σπουδάζουν τη ζωή με βλέμμα τρυφερό και αισιόδοξο αυτήν την φορά, στραμμένο στον σύνδεσμο που καθορίζει τις σχέσεις των ανθρώπων, δείχνοντας έναν ανθρώπινο δεσμό να χτίζεται λεπτό το λεπτό. Μπορεί το φιλμ να μη διαθέτει την συγκινησιακή δύναμη προγενέστερων ταινιών τους, αλλά είναι πιο ζεστό, ίσως χάρη στο καλοκαιρινό φως που λούζει την ταινία, ή λόγω της συνεχής και γρήγορης κίνησης των τροχών του ποδήλατου του 12χρονου Σιρίλ που συνεπάγεται και την μετατόπιση του ιδίου. Πιστοί στον, καθαρό μέχρι το κόκκαλο κινηματογράφο, κινούνται, στο καινούριο αυτό μάθημα ουμανισμού που δίνουν, σε πλαίσια συγκρατημένα και ταπεινά. Παρά ταύτα πρέπει να τους αναγνωριστεί η αποκλειστικότητα μιας εφευρετικότητας που εκπλήσσει!

Ακόμα μια φορά ο Ζαν Πιέρ και ο Λικ Νταρντέν κινηματογραφούν την ζωή - τα ψυχρά γεγονότα χωρίς ψυχολογικά δεδομένα και επεξηγήσεις - ακτινογραφώντας την κοινωνία. Λακωνικά, σταράτα, αποτελεσματικά, μετατρέπουν την ουσία της σε απτή εικόνα. Και αυτό χρειάζεται πολλή ουσιαστική δουλειά, δημιουργική σκέψη και λεπτομερειακή προετοιμασία κι ας δίνει την εντύπωση της ευκολίας και της ελαφράδας.

Τον 12χρονο Σιρίλ παράτησε ο πατέρας του σε ένα ίδρυμα στην μικρή βελγική πόλη κι εξαφανίστηκε χωρίς ίχνη. Το αγόρι τον ψάχνει απεγνωσμένα. Θέλει εξηγήσεις για το φευγιό του και θέλει να ξαναπάρει το ποδήλατό του, που βρισκόταν στο - άδειο πια- διαμέρισμα του πατέρα. Τυχαία ο Σιρίλ πέφτει πάνω στην Σαμάνθα, την κομμώτρια με το γωνιακό κομμωτήριο, που θα αναλάβει την «κηδεμονία» του αγοριού για τα σαββατοκύριακα, χωρίς εξήγηση και χωρίς νύξεις και αναφορές σε ψυχολογικά κίνητρα που να δικαιολογούν τις αντιδράσεις των χαρακτήρων ... Η Βελγίδα ηθοποιός Σεσίλ Ντε Φρανς, στον ρόλο της Σαμάνθα, συνεργάζεται για πρώτη φορά με τους συμπατριώτες της σκηνοθέτες, το ίδιο και ο εκπληκτικός Τομά Ντορέ που κρατά τον ρόλο του Σιρίλ.

Παίζουν: Σεσίλ Ντε Φρανς, Τομά Ντορέ, Ζερεμί Ρενιέ, Φαμπρίτσιο Ροντζιόνε, Εγκον Ντι Ματέο κ.ά.

Παραγωγή: Βέλγιο, Γαλλία (2011).


ΒΑΛΕΡΙ ΝΤΟΝΖΕΛΙ
Πολεμώντας για τη νίκη

Αντικείμενο της δεύτερης μεγάλου μήκους ταινίας της Βαλερί Ντονζελί και του συν-σεναριογράφου της Ζερεμί Ελκαΐμ είναι ένα αυτοβιογραφικό επεισόδιο, που η σκηνοθεσία και το στιλιζάρισμά του καθιστούν φιλμ μυθοπλασίας. Η Ντονζελί ενεργοποιεί τα στοιχεία της εφευρετικότητας και της αυθεντικότητας και στηρίζει τον κινηματογράφο της σ' αυτά. Εξάλλου πιστεύει ότι δεν υπάρχουν κανόνες για την πραγμάτωση ενός φιλμ. Η ιστορία δεν είναι καθόλου ευχάριστη. Ενα νεαρό, μοντέρνο, ερωτευμένο ζευγάρι ανακαλύπτει με οδύνη ότι ο μικρός γιος του, Ανταμ, έχει κακοήθη όγκο στον εγκέφαλο. Από αυτήν τη στιγμή κηρύσσεται ο σώμα με σώμα πόλεμος κατά του καρκίνου και η μακρά κι ατέρμονη δοκιμασία του ζευγαριού. Η ταινία δεν αφηγείται το χρονικό μιας αρρώστιας, αλλά τη μέθοδο για την καταπολέμησή της.

Η ταινία αρχίζει με τρόπο α λα νουβέλ βαγκ ή του κατά μια εικοσαετία μεταγενέστερου «ΒΟΥ ΜΕΕΤS GIRL» του Leo Carax. Ο Ρομεό συναντά την Ζιλιέτ, ο μεγάλος έρωτας ξεσπά αναπόφευκτα και η ευτυχία τους συμπληρώνεται με την έλευση του μικρού Ανταμ. Ως τη μέρα που... Το γαλλικό σινεμά - σε αντίθεση με το αμερικάνικο που καλλιεργεί σούπερ ήρωες - αναδεικνύει μέσα από τους ήρωες της καθημερινότητας το ανθρώπινο. Η Ντονζελί προσεγγίζει με ελαφράδα ένα πολύ βαρύ θέμα, το καθιστά οικείο σε όλους κι εντάσσει και το θεατή στον αγώνα της. Η ίδια πιστεύει δυνατά στις ιδέες της, δεν φοβάται ότι δεν σέβεται το θέμα της, δεν φοβάται το γελοίο και δεν ενδιαφέρεται να είναι ένας καλός μαθητής. Αποστασιοποιημένα παλλόμενη η αφήγηση, με εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην πραγματικότητα και το μύθο, αρνείται πεισματικά να βαρύνει σε αναλογία με τον πόνο, διατηρώντας μετρημένη κι έξυπνη σχέση με το πάθος και τη συγκίνηση. Το να μιλήσεις για κάτι που έγινε στην πραγματικότητα οδηγεί σε ένα στιλιζαρισμένο μοντέλο γραφής, σε ένα μείγμα ρεαλισμού και φαντασίας, με μια κάμερα με μεγάλη ελευθερία κινήσεων. Τις ώρες της μεγάλης λύπης και ιδιαίτερα της μεγάλη χαράς οι διάδρομοι του νοσοκομείου βλέπουν τις αυτοσχέδιες χορογραφίες των γονιών που τραγουδούν την ωδή για τη ζωή. Ενα δράμα γεμάτο ενέργεια, κουράγιο, μουσική, με χιούμορ που γλυκαίνει την αγωνία σαν μικροσκοπικές κωμικές φυσαλίδες. Η αρρώστια δεν είναι το ουσιαστικό θέμα της ταινίας αλλά η λυδία λίθος, όπου δοκιμάζονται η αξία και η αντοχή των συναισθημάτων.

Παίζουν: Βαλερί Ντονζελί, Ζερεμί Ελκαΐμ, Γκαμπριέλ Ελκαΐμ, Μπριζίτ Σι, Φιλίπ Λοντενμπάκ, Μισέλ Μορετί κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία (2011).


ΜΙΤΣ ΓΚΛΕΪΖΕΡ
Ο άγγελος του πάθους

Παράξενος μαγικός ρεαλισμός, τολμηρό πείραμα, ανεξάρτητης παραγωγής. Ενας άγγελος - σωτήρας, ένας ξοφλημένος μουσικός, ένας μειλίχια κυνικός σωματέμπορας. Η συνάντηση της πανωραίας - αλλ' ουδέποτε επαινεμένης για την ερμηνεία της - Μέγκαν Φοξ με τους θρυλικούς - cult επαινεμένους - Μίκι Ρουρκ και Μπιλ Μάρει αποτιμάται τουλάχιστον ιδιάζουσα, σ' αυτό το αυθαίρετο μείγμα γλυκερής μελοδραματικής υπόστασης που - χωρίς να παράγει νόημα - συνιστά την ίντριγκα στο ποιητικοφανές παραμύθι του υποκόσμου. Το σενάριο έγραψε ο Μιτς Γκλέιζερ πάνω στο οποίο βάσισε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο. Η ταινία είναι πολύ περίεργη αφενός, για να την πάρεις στα σοβαρά σαν ολότητα και αφετέρου, δεν είναι όσο πρέπει περίεργη ώστε να συνιστά σουρεαλιστικό φιλμ νουάρ.

Στο επίκεντρο ο Νέιτ Πουλ, ο Ρουρκ ως πρησμένος και θλιβερός τρομπετίστας σε στριπτιζάδικο, με άσπρες κάλτσες, λιγδιασμένο μαλλί και νύχια που φέρνουν σύγκρυο. Ο μέγας γκάνγκστερ Χάπι Σάνον - στον ρόλο ο Μπιλ Μάρεϊ - τον έχει επικηρύξει, γιατί κοιμήθηκε με την γυναίκα του. Ο Νέιτ κυνηγημένος από τους πληρωμένους δολοφόνους του Χάπι σπρώχνεται μέχρι την έρημο στο Νέο Μεξικό. Εκεί, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ονειρεύεται - εικάζω - ότι τον σώζουν λευκοντυμένοι Ινδιάνοι. Στην περιπλάνησή του για την έξοδο από την έρημο, πέφτει πάνω σε ένα πολύχρωμο πλανόδιο τσίρκο που ορθώνεται στη μέση του πουθενά. Ο ιδιοκτήτης, ο Ρις Αϊφανς στον ρόλο, προτρέπει στο μαγικό θέαμα: γυναίκες που καταπίνουν φωτιές, τέρατα, γυναικεία, παντός είδους και διαστάσεων και τέλος το κλου, πίσω από γυάλινη προστατευτική βιτρίνα: η εκπάγλου κάλλους Λίλι, η γυναίκα με φτερά αετού που συγκλονίζει ερωτικά τους τυχερούς που βλέπουν τα μεγαλόπρεπα φτερά να ανοίγουν. Παρά την παντελή ανυπαρξία χημείας μεταξύ τους, ο τρομπετίστας και η Λίλι μπαίνουν σε μια μοιραία σχέση. Παρότι ο τρομπετίστας για να σώσει το τομάρι του «πουλά» - κάποια στιγμή - την Λίλι στον γκάνγκστερ, ξοδεύει όλο το υπόλοιπο της ταινίας για να ξανακερδίσει το αιθέριο, διαφορετικό αυτό ερωτικό αντικείμενο που έπεσε από τον ουρανό.

Είναι δυνατόν κάποιος να αισθανθεί γοητεία λόγω των καλών συστατικών: Προσεγμένοι χώροι - έως και βίλα που σχεδίασε ο FrankLloyd Wright επιστρατεύεται, φροντισμένα κοστούμια, ανόθευτη τρέλα που τροφοδοτεί μια μυστηριακή ομορφιά και, εν κατακλείδι, τα φτερά σαν ηχηρός συμβολισμός μιας αισθητικής που αποσκοπεί να προσδώσει διανοητική βαρύτητα σε επιτηδευμένες ασυναρτησίες. Βέβαια, η ιδέα ενός άνδρα τελειωμένου που πέφτει πάνω σ' έναν άγγελο, είναι δυνητικά σουρεαλιστική, μόνο που η ταινία δεν κάνει χρήση γλώσσας σουρεαλιστικής και ανάλογης επιδεξιότητας, αλλά ρεαλιστικής γραφής. Ολη αυτή η ομορφιά υπηρετεί δυστυχώς μια παράλογη μελοδραματική ιστορία με τετριμμένους διαλόγους και κλισέ που δεν παράγει νόημα, που δεν σχηματίζει κάποιο δραματικό τόξο και που η προβολή του ονείρου τραβά σε τέτοιο μάκρος που χάνεται η όποια προοπτική. Ετσι οι λαμπρές εικόνες του Christopher Doyle φαντάζουν ασύνδετες και επίπεδες, σαν βαλμένες λάθος η μια δίπλα στην άλλη, υποταγμένες σε έναν αλλόκοτο, βαρύ, μολύβδινο ρυθμό.

Παίζουν: Μίκι Ρουρκ, Μέγκαν Φοξ, Μπιλ Μάρεϊ, Κέλι Λιντς, Ρις Αϊφανς κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2010).


ΜΑΪΚΛ ΜΠΡΑΝΤ
The Double

Ενα χάος από κομμένους λαιμούς και όλοι φέρουν ατόφια την υπογραφή του Σοβιετικού δολοφόνου, του επονομαζόμενου «Κάσιους», στο κακό θρίλερ του Μάικλ Μπραντ φτιαγμένο με καρμπόν πάνω σε ιδέες και αποσπάσματα προγενέστερων ταινιών του είδους. Οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες ξέρουν ότι ο «Κάσιους» δολοφονήθηκε πριν χρόνια από έναν δικό τους, τώρα όμως μοιάζει να επέστρεψε ο Σοβιετικός... Ετσι τουλάχιστον δείχνει το ιδιάζον κόψιμο του λαιμού του γερουσιαστή που δολοφονήθηκε πριν λίγες ώρες...

Η CIA έχει αναστατωθεί. Καλεί αμέσως τον παλιό «θεσμό» Πολ Σέφερντσον (τον υποδύεται ο Ρίτσαρντ Γκιρ), που δολοφόνησε τον «Κάσιους», να αναλάβει τη διαλεύκανση του μυστηρίου. Στην υπόθεση εμπλέκεται και το FBI ορίζοντας βοηθό του παλαίμαχου Σέφερντσον έναν άπειρο μα φιλόδοξο πράκτορα - στο ρόλο ο Τόφερ Γκρέις - ειδήμονα σε οτιδήποτε αφορά τον «Κάσιους». Η ταινία σφύζει από μικρά και μεγάλα σεναριακά γυρίσματα που φέρνουν τα πάνω κάτω στη συνέπεια και συνοχή της. Μέσα στο πρώτο ήδη μισάωρο, ένα τέτοιο αιφνίδιο γύρισμα, ξεσκεπάζει το βασικό μυστικό της ιστορίας. Αποκαλύπτει ότι ο Ρίτσαρντ Γκιρ είναι ο Σοβιετικός δολοφόνος! Ενας Σοβιετικός, που όχι μόνο περνούσε για Αμερικανός, αλλά δούλευε και για τη CIA ως δικός της δολοφόνος! Τώρα πια ζει αποτραβηγμένος και η υπηρεσία τον καλεί να κυνηγήσει τον επικίνδυνο «Κάσιους», που τυγχάνει να είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Αυτού του είδους οι ίντριγκες μπορεί να φαντάζουν εντυπωσιακές, στην πραγματικότητα όμως είναι γελοίες, κι όταν η αποκάλυψη έρχεται στο πρώτο μισάωρο τότε σημαίνει ότι η ταινία επιφυλάσσει πολύ περισσότερες εκπλήξεις στην πορεία, κάτι που τουλάχιστον εδώ δεν έχει ουσιαστικό αντίκρισμα...

Παίζουν: Ρίτσαρντ Γκιρ, Τόφερ Γκρέις, Μάρτιν Σιν, Στίβεν Μουγιέ, Στάν Κάτιτς κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2011).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ