ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Γενάρη 1999
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η αποδέσμευση οδηγεί στην απομόνωση;

Μια στερεότυπη απάντηση έχουν να δώσουν η κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα, οι υποστηρικτές της συμμετοχής της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, σε όσους επισημαίνουν τον ανισότιμο χαρακτήρα αυτής της σχέσης και ιδιαίτερα στο ΚΚΕ που προτείνει, ζητά και επιδιώκει την αποδέσμευση: "Με τις απόψεις αυτές οδηγείτε την Ελλάδα στην απομόνωση, στην περιθωριοποίηση, στην "αλβανοποίηση"".

Η απάντηση αυτή είναι η "εκσυγχρονισμένη" εκδοχή της θεωρίας της "ψωροκώσταινας", μιας θεωρίας που καλλιεργήθηκε συστηματικά από την άρχουσα τάξη της χώρας μας, από τότε που έκανε τα πρώτα του βήματα το ελληνικό κράτος. Λένε, λοιπόν, ότι μια μικρή και φτωχή χώρα, χωρίς δικούς της πόρους, όπως η Ελλάδα, για να επιβιώσει έχει ανάγκη την "προστασία" των εκάστοτε "μεγάλων δυνάμεων". Ηταν, και συνεχίζει να είναι, μια θεωρία που έδινε και δίνει κάλυψη στην πολιτική της πρόσδεσης στο ιμπεριαλιστικό άρμα και της εξάρτησης και διαπλοκής του κεφαλαίου στην Ελλάδα με το ξένο κεφάλαιο, με το φόβητρο ότι μακριά απ' αυτούς τους "προστάτες", μας περιμένουν τα χειρότερα. Θα πρέπει πάντως και για ιστορικούς λόγους να σημειωθεί ότι τη θεωρία της "ψωροκώσταινας" την αντιπάλεψε συστηματικά και με επιστημονικό τρόπο το ΚΚΕ από την ίδρυσή του, αποδεικνύοντας με πλήθος στοιχείων ότι η Ελλάδα μπορούσε να έχει μια διαφορετική πορεία απ' αυτήν που της επέβαλλαν οι επικυρίαρχοι ιμπεριαλιστές και η εθελόδουλη αστική τάξη της χώρας, αν αξιοποιούσε και ανέπτυσσε τις δικές της πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες. Αξίζει μάλιστα να υπενθυμίσουμε ότι ορισμένοι κορυφαίοι επιστήμονες, απ' το χώρο της Αριστεράς, πλήρωσαν με την ίδια τους τη ζωή αυτές τις απόψεις τους. Θεωρήσαμε αναγκαία αυτή την ιστορική αναδρομή για να επισημάνουμε ότι αυτή η διαμάχη, για το αν μπορεί ή όχι η Ελλάδα να επιβιώσει χωρίς τα δεσμά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, έχει και παρελθόν αλλά και ταξικό χαρακτήρα. Για την άρχουσα τάξη δεν μπορεί, αλλά για το λαό μπορεί.

* * *

Κατ' αρχήν θα πρέπει να σημειώσουμε ότι όσοι κατηγορούν το ΚΚΕ πως με τις θέσεις του οδηγεί στην απομόνωση και στην περιθωριοποίηση της χώρας, διαπράττουν μια ενσυνείδητη διαστρέβλωση. Οτι η αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ενωση δε σημαίνει και κατάργηση των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων της Ελλάδας με τις άλλες χώρες, είτε αυτές ανήκουν είτε όχι στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ισα ίσα, που οι σχέσεις αυτές μπορούν και πρέπει να αναπτυχθούν, αλλά στη βάση της ισοτιμίας και του αμοιβαίου οφέλους.

Μπορεί, όμως, η Ελλάδα να αναπτύξει ισότιμες σχέσεις με τις ισχυρότερες απ' αυτήν χώρες; Η απάντηση είναι "ναι", αν όμως αξιοποιήσει όλες τις παραγωγικές της δυνατότητες και αυτό μπορεί να γίνει μόνο έξω από την ΕΕ και με μια άλλη πολιτική. Πρέπει, εδώ, να υπενθυμίσουμε ότι πολλές από αυτές τις δυνατότητες θυσιάστηκαν ακριβώς στο βωμό της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι η αγροτική παραγωγή που συρρικνώθηκε δραματικά στα πλαίσια της προσαρμογής στην Κοινή Αγροτική Πολιτική, πολλές από τις παραδοσιακές καλλιέργειες εξαφανίστηκαν ή τείνουν να εξαφανιστούν. Είναι ακόμη σημαντικοί και παραδοσιακοί κλάδοι της βιομηχανίας που δέχτηκαν οδυνηρά πλήγματα από τις πολιτικές της ΕΕ, όπως η χαλυβουργία με το σχέδιο Νταβινιόν, η κλωστοϋφαντουργία, η τσιμεντοβιομηχανία, η ναυπηγική βιομηχανία... Ακόμη, η συμμετοχή στην ΕΕ οδήγησε στη μείωση, ή στη διακοπή των οικονομικών, εμπορικών σχέσεων με τρίτες χώρες και κυρίως με τις γειτονικές βαλκανικές και τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Να θυμηθούμε, μόνο, ότι η Ελλάδα, μια χώρα αυτάρκης όσον αφορά την αγροτική της παραγωγή, έφτασε σε σημείο να είναι ελλειμματική εξαιτίας των κοινοτικών δεσμεύσεων.

* * *

Θα πρέπει βεβαίως να διευκρινιστεί ότι μια τέτοια πρόταση, που απαιτεί την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας με γνώμονα τα συμφέροντα της ίδιας και του ελληνικού λαού, προϋποθέτει μια άλλη πολιτική, ριζικά αντίθετη από αυτήν που ακολουθείται σήμερα. Μια πολιτική που μοιραία θα έρθει σε σύγκρουση με τα μονοπώλια και τα άλλα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, που θα στηρίζεται και θα αντλεί τη δύναμή της από τους ίδιους τους εργαζόμενους και τα άλλα πλατιά λαϊκά στρώματα, ικανοποιώντας τα δικά τους συμφέροντα.

Σταθήκαμε σήμερα μόνο σε μια πλευρά αυτής της διαμάχης, υπάρχουν όμως και άλλες πλευρές οικονομικές και πολιτικές, για τις οποίες θα επανέλθουμε στα επόμενα σημειώματά μας.

Δ. Π.

Η ταξική πολιτική

Και γεννιέται το ερώτημα: Δεν μπορούν να μπαίνουν τέτοια αιτήματα από το κίνημα; Είναι αποπροσανατολιστική τακτική; Εδώ δεν πρόκειται για τακτική αλλά για στρατηγική. "Δεν πρόκειται πια για φάρμακα απλώς οικονομικά ή τεχνικών διαχείρισης, αλλά για πολιτικές επιλογές", διατείνεται το άρθρο. Το κύριο λοιπόν δεν είναι οι άμεσοι στόχοι πάλης, αλλά η στρατηγική για την καπιταλιστική ενοποίηση, την ΕΕ που δεν αμφισβητείται. "Να σπάσουμε τον κλοιό των κριτηρίων σύγκλισης και του συμφώνου σταθερότητας... να ποιο είναι το στοίχημα" αναφωνεί ο αρθρογράφος. Μήπως μια μερίδα της ηγεσίας του ΣΥΝ, η ηγεσία του ΔΗΚΚΙ, το φόρουμ των "Αριστερών οικονομολόγων", διάφορες άλλες δυνάμεις δεν αντιπαρατάσσουν και στη χώρα μας μια τέτοια πορεία προς την ΟΝΕ; Κατ' επανάληψη έχει ακουστεί η φορολόγηση του "κερδοσκοπικού" κεφαλαίου, το 35ωρο χωρίς μείωση του μισθού, τα κοινωνικά επιδόματα κλπ. "ΟΝΕ με κοινωνικό πρόσωπο τη λένε"! Βεβαίως, για να χαράξει σωστή ταχτική το εργατικό κίνημα πρέπει να έχει και σωστή στρατηγική, αλλά να συνυπολογίζει και ορισμένους άλλους αντικειμενικούς παράγοντες. Οπως το αναπόφευκτο της όξυνσης των αντιθέσεων σε συνδυασμό με την όξυνση του ανταγωνισμού, το αναπόφευκτο των κρίσεων, το αναπόφευκτο της ταξικής πάλης και τη νομοτελειακή εξέλιξη των κοινωνικοοικονομικών σχηματισμών, που σημαίνει ότι είναι αναπόφευκτο το πέρασμα στην ανώτερη κοινωνική βαθμίδα, το σοσιαλισμό. Την κοινωνία στην οποία θα εξαλειφθούν η εκμετάλλευση και τα δεινά της για την εργατική τάξη και τις άλλες λαϊκές μάζες. Αλλά αυτό το πέρασμα μπορεί να γίνει μόνο με τη συνειδητή πολιτική δράση του εργατικού κινήματος, γι' αυτό και πρέπει να ωριμάζει μέσα από την πάλη, ώστε στη δοσμένη στιγμή που οι αντικειμενικές συνθήκες (κρίση την οποία το κεφάλαιο θα αδυνατεί να την αντιμετωπίσει γιατί θα αδυνατεί να αντιμετωπίσει και τη δράση των μαζών) εμφανιστούν, να είναι ικανό να ανατρέψει το σύστημα. Σε ό,τι αφορά το εργατικό και γενικότερα το λαϊκό κίνημα, μπορεί και πρέπει να διεκδικεί τέτοιους στόχους πάλης, που να οδηγούν σε ρήξεις με τα μονοπώλια για τη βελτίωση της ζωής των λαϊκών μαζών στον καπιταλισμό, αλλά όχι σαν τον τελικό του σκοπό και αυτό για δύο λόγους. Ο ένας λόγος είναι ότι το κεφάλαιο, ό,τι παραχωρήσεις και αν κάνει τις ξαναδιεκδικεί και τις ξανακερδίζει, αν όχι όλες, κάποιες απ' αυτές. Το ζούμε στις μέρες μας με την πολιτική ανατροπής κατακτήσεων και αφαίρεσης δικαιωμάτων. Μεταφέρει τις συνέπειες της κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων, ενώ στην πορεία προς την καπιταλιστική ενοποίηση, προκειμένου να ανταγωνίζεται με καλύτερους όρους τα άλλα δύο ιμπεριαλιστικά κέντρα, σ' αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να ακολουθεί άλλη μορφή διαχείρισης. Επομένως και η άρχουσα τάξη της Ελλάδας έχει επιλέξει την προσαρμογή στην ΕΕ και την ΟΝΕ, και επιβάλλει την ίδια αντιδραστική πολιτική, μέσω των πολιτικών της εκφραστών και των κυβερνήσεων. Γι' αυτό και μια διαφορετική πολιτική διαχείρισης στις σύγχρονες συνθήκες είναι ουτοπία. Και άλλος λόγος, ο κυριότερος, είναι ότι λύση των λαϊκών προβλημάτων, όπως της ανεργίας, της λιτότητας, της κοινωνικής προστασίας κλπ., και συνύπαρξη και δράση του κεφαλαίου, είναι πράγματα ασυμβίβαστα. Επομένως, δεν υπάρχει άλλη αντίθετη πολιτική στο νεοφιλελευθερισμό που να απαντά από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών πέρα από το μονόδρομο της ταξικής πάλης, που διεκδικώντας στόχους για βελτίωση της θέσης τους, θα διεκδικεί και θα επιδιώκει ρήξεις με τα μονοπώλια ως την ανατροπή κάθε πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού και της εξουσίας του κεφαλαίου.

Σ.

Και μια ... άλλη άποψη

Είναι χαρακτηριστικό άρθρο της "Λε Μοντ Ντιπλοματίκ", με τίτλο "Η χλιαρή δύναμη της σοσιαλδημοκρατίας", που αφού ασκεί σκληρή κριτική ενάντια στις μεταρρυθμίσεις των "κεντροαριστερών" κυβερνήσεων των κρατών - μελών της ΕΕ, δίνει τη διέξοδο ως εξής:

"Μια πραγματική πολιτική μεταρρυθμίσεων θα διεκδικούσε μια ευρύτατη φορολογική μεταρρύθμιση, μια σοβαρή φορολόγηση της συσσωρευμένης περιουσίας, η οποία αφήνεται στην κερδοσκοπική αγρανάπαυση, μια δραστική μείωση του ΦΠΑ, μια αναλογικότητα του φόρου στα έσοδα του κεφαλαίου, ώστε να αναδιανέμεται ο πλούτος χωρίς να "φουσκώνει" η ζήτηση.

Θα απαιτούσε μια φορολόγηση της κίνησης κερδοσκοπικών κεφαλαίων, συντονισμένη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, την άρση του τραπεζικού απορρήτου, το κλείσιμο των φορολογικών παραδείσων. Θα συνεπαγόταν επίσης μια ενίσχυση, αντί για εξάρθρωση της κοινωνικής προστασίας, μια ενεργητική πολιτική μεγάλων έργων και δημοσίων υπηρεσιών, που θα περνά από την κοινωνική ιδιοποίηση των κοινών αγαθών (νερό, ενέργεια, μεταφορές) σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Θα διεκδικούσε την απαγόρευση των μαζικών απολύσεων, την αύξηση των κατώτερων κοινωνικών βοηθημάτων και των κατώτερων μισθών και υποχρεωτικά συντονισμένα μέτρα για τη μείωση του χρόνου εργασίας προς τις 32 ώρες χωρίς απώλεια μισθού.

Δεν πρόκειται πια για φάρμακα απλώς οικονομικά ή τεχνικών διαχείρισης, αλλά για πολιτικές επιλογές. Τέτοια μέτρα θα προκαλούσαν φυγή κεφαλαίων, στραγγαλισμό από τις τράπεζες, τη φοβερή οργή των ευέξαπτων χρηματοπιστωτικών αγορών. Τι θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί στον εκβιασμό της εργοδοσίας και των social killers (κοινωνικών δολοφόνων);

Για να εφαρμοστεί μια φιλόδοξη πολιτική αναθέρμανσης της απασχόλησης και κοινωνικής ανάπτυξης, πρέπει να τολμήσουμε να αντιπαρατάξουμε στην εργοδοσία μια ευρύτερη κινητοποίηση. Να αντιπαρατάξουμε τη δύναμη στη δύναμη, τους πολίτες στις αγορές!

Και θα έπρεπε να αρχίσουμε έχοντας το θάρρος να σπάσουμε τον κλοιό των κριτηρίων σύγκλισης και του συμφώνου σταθερότητας. Είναι "η ευκαιρία για να βγούμε από το αδιέξοδο του Αμστερνταμ" έγραφε ο Τζακ Λανγκ. Να το στοίχημα! Ο Γάλλος υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί ισχυρίζεται ο ίδιος ότι "αυτή η συνθήκη δεν είναι δική μας". Είναι η στιγμή λοιπόν για την αναδιαπραγμάτευσή της. Αλλιώς, σε τι χρησιμεύει η Αριστερά και ολόκληρη η σειρά των κυβερνήσεών της στην Ευρώπη;".

Σε τι αποσκοπεί;

Να τολμήσουμε να αντιπαρατάξουμε τους πολίτες στις αγορές! Δηλαδή να αγωνίζεται το λαϊκό κίνημα για διεκδικήσεις που δεν αμφισβητούν την ύπαρξη του κεφαλαίου, αλλά μια μορφή διαχείρισης. Να σπέρνουμε αυταπάτες και να αναπτύσσουμε την πάλη ("να αντιπαραθέσουμε τη δύναμη στη δύναμη", πάλι καλά γιατί από την πολύ ταξική συνεργασία είχε ξεχαστεί από μια μερίδα διανοουμένων, πολιτικών, οικονομολόγων και δημοσιολόγων με "αριστερή επιφάνεια και προφίλ"), για να περιορίσουμε τη δράση του κεφαλαίου. Με κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις, όπως φορολόγηση του κεφαλαίου, ανάληψη από το κράτος της κοινωνικής προστασίας, διαχείριση από το κράτος των κοινωνικών αγαθών, αλλά και παραγωγικών τομέων όπως ενέργεια, μεταφορές, αλλά και μείωση του εργάσιμου χρόνου για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Αναδιαπραγμάτευση συνολικά της Συνθήκης Αμστερνταμ, για να γίνει φιλολαϊκή, αναφωνεί ο Γάλλος υφυπουργός μιας κυβέρνησης που εφαρμόζει την ίδια νεοφιλελεύθερη πολιτική. Αν η ιδέα, ο πυρήνας αυτής της πολιτικής που προτείνει το άρθρο δεν είναι βασισμένος στη μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική διαχείριση, τότε τι είναι; Φαίνεται πως όσοι δεν μπορούν ή δε θέλουν να δουν πέρα από τα όρια του συστήματος της ύπαρξης και δράσης του κεφαλαίου, αποστρέφονται την ιδέα και την προοπτική της κατάργησής του, μέσω της ανατροπής της εξουσίας του και εναντιώνονται σ' αυτήν. Εδώ ολόκληρος Γάλλος υφυπουργός και αναρωτιέται τι χρησιμεύει η Αριστερά. Αν δεν μπορεί να φτιασιδώσει πιο λαϊκά, πιο ελκτικά τον καπιταλισμό, προεκτείνουμε εμείς τη σκέψη του, γιατί αυτό εννοεί. Είναι άλλωστε συνδιαχειριστής. Ουσιαστικά λοιπόν προτείνουν μια άλλη μορφή διαχείρισης, προκειμένου να προφυλάξουν το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα από τους κινδύνους αμφισβήτησής του και την προοπτική ανάπτυξης της ταξικής πάλης ως την ανατροπή του. Γι' αυτό και στη νεοφιλελεύθερη διαχείριση, αντιπαρατάσσουν την ανάπτυξη της λαϊκής πάλης με διεκδικήσεις που δεν αμφισβητούν την κυριαρχία του κεφαλαίου και την προοπτική της ΕΕ. Βεβαίως οι όποιες σκέψεις για εφαρμογή τέτοιων μεταρρυθμίσεων σ' αυτές τις συνθήκες εξέλιξης του καπιταλισμού και μάλιστα για την ίδια την πορεία της ΕΕ, οι οποίες φραστικά χαϊδεύουν τ' αυτιά, είναι χωρίς αληθινό περιεχόμενο από την άποψη των δυνατοτήτων και των συνθηκών εφαρμογής, παρόλο που κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την ελάττωση της έντασης των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στην πορεία της ΕΕ, αν εκτιμηθεί ότι ο κίνδυνος για την ίδια την ύπαρξη του οικοδομήματος είναι ορατός και κοντινός.

Φορολόγηση της συσσωρευμένης περιουσίας, της κίνησης των κερδοσκοπικών κεφαλαίων, λες και υπάρχει μη κερδοσκοπικό κεφάλαιο (εννοούν το τμήμα του κεφαλαίου που δρα μέσω χρηματιστηρίων) κλπ., όλα αυτά σημαίνουν εμπόδια για την αναπαραγωγή και τη συσσώρευσή του, εμπόδια στην αύξηση των κερδών του. Και βεβαίως τα κέρδη του είναι τόσα που δε θα χάσει και πολλά αν μειωθούν με την υποτιθέμενη εφαρμογή αυτής της μορφής διαχείρισης, αλλά άνοδος του κέρδους είναι ο βασικός οικονομικός νόμος του καπιταλισμού. Ταυτόχρονα σε συνθήκες διεθνούς μονοπωλιακού ανταγωνισμού και κρίσης, το κεφάλαιο απαιτεί πολιτική που να αμβλύνει τα εμπόδια στην αναπαραγωγή και τη συσσώρευσή του, ώστε να μπορεί να διεκδικεί και να κατακτά μεγαλύτερο μερίδιο από το μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς, μοίρασμα που γίνεται ανάλογα με τη δύναμη των μονοπωλίων. Εδώ δεν μπορεί να υπάρξει άλλος δρόμος από την ένταση της εκμετάλλευσης για την αποκόμιση όλο και μεγαλύτερων κερδών. Τα μέτρα επίσης κοινωνικής προστασίας από το κράτος, αλλά και η κρατική διαχείριση στρατηγικών τομέων της οικονομίας, όπως επίσης η απαγόρευση των απολύσεων (λες και μπορεί ο καπιταλισμός να υπάρχει χωρίς ανέργους ή χωρίς αύξησή τους, όταν η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου αλλάζει με ανάπτυξη νέων μέσων παραγωγής σε βάρος των θέσεων εργασίας) ή οι αυξήσεις των κατώτερων μισθών, μπαίνουν εμπόδιο στην ελευθερία κίνησης του κεφαλαίου, στην ανάπτυξη των κερδών σε συνθήκες κρίσης υπερσυσσώρευσης και υπερπαραγωγής, και του οξύτατου διεθνούς ανταγωνισμού.

Δεν είναι τυχαίο ότι η εφαρμογή πολιτικής για τα διαβόητα "κριτήρια σύγκλισης" συνοδεύεται από την ανάλογη φιλολαϊκή προπαγάνδα των ωφελημάτων. Για παράδειγμα, η πτώση του πληθωρισμού θα οδηγήσει στην προσέγγιση ονομαστικού με τον πραγματικό μισθό, άρα είναι ωφέλιμο για τους εργαζόμενους. Το γεγονός ότι αυτός ο μισθός δε θα ανταποκρίνεται στις στοιχειώδεις ανάγκες ζωής των λαϊκών μαζών αποκρύπτεται επιμελώς. Διότι αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα σχετικά με το μισθό. Να αρκεί για την πλήρη ικανοποίηση όλων των αναγκών το σημερινού επιπέδου ζωής. Η το άλλο παράδειγμα με την πτώση των επιτοκίων και το όφελος από τα φτηνά στεγαστικά δάνεια. Μα κατ' αρχήν, η πτώση των επιτοκίων οδηγεί στην αφαίμαξη των μικρών λαϊκών αποταμιεύσεων, το στοιχειώδες αποκούμπι για ώρα ανάγκης. Αλλά με την πτώση της αγοραστικής δύναμης, λόγω πτώσης των μισθών, ποιος μπορεί να αντεπεξέλθει ακόμη και σε φτηνότερα στεγαστικά δάνεια;

Η σοσιαλδημοκρατία σε δράση

Φαίνεται πως η αγριότητα της επίθεσης του κεφαλαίου, μέσω της πολιτικής των νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων, την οποία εφαρμόζουν από κοινού σοσιαλδημοκρατικές ή "κεντροαριστερές" και νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση, "τρομάζει" ακόμη και υπερασπιστές του καπιταλιστικού συστήματος και της ίδιας της προώθησης της καπιταλιστικής ενοποίησης στην Ευρώπη. Ο "τρόμος" εστιάζεται στη μετατροπή της δυσαρέσκειας της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών, από την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, σε συνειδητή αμφισβήτησή της και κάτω από την όξυνση των αντιθέσεων να αναπτύσσεται η ταξική πάλη, έως την αμφισβήτηση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Επίσης, οι ρυθμοί της επίθεσης, η τακτική της βίαιης κατάργησης δικαιωμάτων, η ένταση της λιτότητας, που οξύνουν απότομα την ήδη δεινή θέση μεγάλων τμημάτων της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών στρωμάτων, δημιουργούν μεγάλα προβλήματα σε ορισμένα τμήματα του κεφαλαίου - είναι αυτά που πρώτα πληρώνουν τις συνέπειες από την πτώση της λαϊκής κατανάλωσης - και κινδύνους, που σε συνθήκες κρίσης μπορεί να πάθουν ζημιά έως και καταστροφή, αν βρεθούν σε αδυναμία να εφαρμόσουν μέτρα αποτροπής των συνεπειών της κρίσης. Ανεξάρτητα αν συνολικά το κεφάλαιο ωφελείται. Για παράδειγμα, η αναντιστοιχία ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση, με δεδομένη την καθολική επίθεση του κεφαλαίου στις λαϊκές μάζες, φέρνει σε δύσκολη θέση μέρος του βιομηχανικού αλλά και του εμπορικού κεφαλαίου, στη σφαίρα της κατανάλωσης. Ας μην ξεχνάμε, π.χ., μέτρα που εφαρμόστηκαν στην αυτοκινητοβιομηχανία, (μείωση χρόνου απασχόλησης και μισθών στην VW, προκειμένου να αντισταθμιστεί η πτώση των πωλήσεων, με μείωση του κόστους της συνολικής παραγωγής και μείωση της ίδιας της παραγωγής), χωρίς απώλειες κερδών, σαν μια παρέμβαση προκειμένου να μην πάθει μεγάλη ζημιά. Ετσι λοιπόν δεν είναι χωρίς βάση η προβολή μιας διαφορετικής πολιτικής διαχείρισης λιγότερο άγριας, που να μην οδηγεί με οξύτητα σε σύγκρουση τα μονοπώλια με την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα. Βεβαίως, διαφορετικές πολιτικές διαχείρισης του καπιταλισμού υπήρξαν και υπάρχουν, αν και τα όρια μεταξύ των διαφόρων εκδοχών τους σήμερα τείνουν να εκλείψουν, αφού οι όποιες παραλλαγές τους δεν μπορούν πλέον να διακριθούν ούτε με πλαστές διαχωριστικές γραμμές στο πολιτικό επίπεδο σαν αυτή που συνεχίζει να προβάλλεται επίμονα, παρόλο που είναι ανύπαρκτη, ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία και το νεοφιλελευθερισμό. Στο παρελθόν δοκιμάστηκαν διαφορετικές μορφές διαχείρισης, σε διαφορετικές από τις σημερινές συνθήκες εξέλιξης του καπιταλισμού, με άλλο συσχετισμό δυνάμεων στον παγκόσμιο στίβο, όταν η ύπαρξη και η δράση του σοσιαλιστικού συστήματος επιδρούσε σε τέτοιο βαθμό, που το εργατικό κίνημα των καπιταλιστικών κρατών αποσπούσε με τους αγώνες του κατακτήσεις σε δικαιώματα που σήμερα ανατρέπονται και καταργούνται. Η σοσιαλδημοκρατία μεταπολεμικά, στην αντιπαράθεση με τον υπαρκτό σοσιαλισμό, εφάρμοζε κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις που ενίσχυαν και ανέπτυσσαν την κρατική παρέμβαση σε παραγωγικούς και άλλους τομείς της οικονομίας, στην παροχή δημοσίων κοινωνικών υπηρεσιών, (η σοσιαλδημοκρατία καυχιόταν για το "κράτος πρόνοιας"). Αποσκοπούσε δε στην ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος στο σύστημα, στην άμβλυνση ή τη συγκάλυψη όσο γίνεται των ταξικών αντιθέσεων, κάτω και από τη μόνιμη απειλή οικονομικής κρίσης, η οποία θα μπορούσε να οξύνει τις αντιθέσεις ως το βαθμό που θα δημιουργούσε συνθήκες αμφισβήτησης της ίδιας της ύπαρξής του. Η μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατία, στην εποχή της πάλης ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τον ιμπεριαλισμό, άσκησε πολιτική στην προοπτική αποτροπής της υπονόμευσης των θεμελίων του συστήματος, αλλά και στην προσπάθειά της να κάνει ελκτικό για τις λαϊκές μάζες το σύστημα, γνωρίζοντας ότι η κρίση είναι σύμφυτη με τον καπιταλισμό. Είναι η εποχή που το κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο, κάτω και από την πίεση του αντίπαλου στρατοπέδου, να ασκεί διαχειριστική πολιτική ενάντια ίσως σε κάποια κοντοπρόθεσμα συμφέροντα, προκειμένου να προστατεύει τα γενικά του μακροπρόθεσμα συμφέροντα, δηλαδή την ύπαρξη του και την εξουσία του.

Ταυτόχρονα, σε εκείνες τις συνθήκες, δεν υπήρχαν στο σημερινό μέγεθος και βαθμό προϋποθέσεις έντασης του μονοπωλιακού ανταγωνισμού για το μοίρασμα νέων αγορών, εδαφών, σφαιρών επιρροής, ενώ με την ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων δημιουργήθηκε απότομα νέο πεδίο μοιράσματος, άρα και απότομη ένταση των ενδομονοπωλιακών ανταγωνισμών. Βεβαίως και τότε το σύστημα και η σοσιαλδημοκρατία δεν ενδιαφέρονταν για τη βελτίωση της κατάστασης των λαϊκών μαζών. Και τότε και τώρα το κύριο ήταν και είναι τα στρατηγικά συμφέροντα του κεφαλαίου, η σωτηρία του συστήματος.

Ασφαλιστικές δικλείδες για το σύστημα

Στις σύγχρονες συνθήκες επιβάλλεται από το κεφάλαιο η νεοφιλελεύθερη πολιτική διαχείρισης. Είναι όρος στις συνθήκες του ανταγωνισμού και της κρίσης. Ταυτόχρονα, παρά την υποχώρηση του εργατικού κινήματος, υποβόσκουν παρόμοιες σκέψεις και φόβοι, και φαίνεται ότι το σύστημα ψάχνει να δημιουργήσει και να χρησιμοποιήσει διάφορες δικλείδες ασφαλείας, που να μπορούν να συμβάλουν στην εκτόνωση της λαϊκής δυσαρέσκειας από την πολιτική για την ΟΝΕ. Η προβολή μιας πολιτικής διαχείρισης, που δε θα αμφισβητεί τα όρια του συστήματος, αλλά θα φαίνεται ότι αντιμάχεται τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, κάνει την εμφάνισή του στα κράτη - μέλη της ΕΕ, στην πορεία προς το τρίτο στάδιο της ΟΝΕ. Ο προσανατολισμός και το περιεχόμενο επίσης της ταξικής πάλης σε στόχους και διεκδικήσεις, που να μην υπονομεύουν, ως την προοπτική συνειδητής αμφισβήτησης, το σύστημα, με την προβολή μιας πολιτικής διαχείρισης, διαφορετικής από τη νεοφιλελεύθερη, μορφοποιείται όλο και πιο πολύ στους κόλπους της σοσιαλδημοκρατίας και της "νεοαριστεράς", στα κράτη - μέλη της ΕΕ. Προβάλλεται ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων για την πορεία της ΕΕ, που φαίνονται αντίθετες στο νεοφιλελευθερισμό (αντινεοφιλελεύθερες) λοιπόν, ασκώντας ταυτόχρονα κριτική στη σοσιαλδημοκρατία ή την "κεντροαριστερά". Προβάλλεται δε αυτή ως η διαχωριστική γραμμή στο πολιτικό επίπεδο, και μάλιστα τέτοιες μεταρρυθμίσεις θεωρούνται ως το μόνο πραγματικό περιεχόμενο της ταξικής πάλης, η οποία όμως δεν αμφισβητεί την κυριαρχία του κεφαλαίου, ούτε την πορεία της καπιταλιστικής ενοποίησης στην ΕΕ. Βεβαίως, η αστική τάξη δε χάνει τίποτα άλλο από την προπαγανδιστική προβολή μιας διαφορετικής πολιτικής διαχείρισης, η οποία φαίνεται να προσομοιάζει με αυτήν της περιόδου της μεταπολεμικής σοσιαλδημοκρατίας, αφού στην προκειμένη περίπτωση και οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις εφαρμόζονται, και η δυσαρέσκεια των λαϊκών μαζών πιστεύουν ότι εμποδίζεται σε μεγάλο βαθμό να μετατραπεί σε συνειδητή ταξική πάλη για την αμφισβήτηση του ίδιου του συστήματος, μια και υποτίθεται πως υπάρχουν και φιλολαϊκές μορφές διαχείρισης. Επομένως συγκαλύπτεται η ταξική ουσία του πολιτικού προβλήματος που βρίσκεται στον πυρήνα των αντιθέσεων του καπιταλισμού, στην ύπαρξη της ανειρήνευτης συνύπαρξης της εργατικής τάξης και του κεφαλαίου και της μεταξύ τους πάλης, η οποία είναι μια συνεχής σύγκρουση διαμετρικά αντίθετων συμφερόντων, και η οποία πρέπει να εμποδιστεί να εκφραστεί συνειδητά από την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα στο πολιτικό επίπεδο, δηλαδή η ταξική αντίθεση να εκφραστεί και σαν πραγματική πολιτική αντίθεση. Γιατί τότε δημιουργούνται συνθήκες και προϋποθέσεις αμφισβήτησης, όχι μόνο μιας μορφής διαχείρισης του καπιταλισμού, αλλά συνολικά της πολιτικής που συμβάλλει στη διαιώνισή του, και της ίδιας της ύπαρξής του. Αυτό πρέπει να αποτραπεί.

Τάσσος ο Πολιτικός!

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

Το χαρακτικό έργο του Τάσσου δεν αναλύεται έτσι, με τη συμμετοχή σε ένα αφιέρωμα. Χρειάζεται χώρο και χρόνο μια τέτοια ανάλυση. Χρειάζεται έρευνα και γνώση βαθιά της ζωής του μεγάλου δημιουργού. Χρειάζεται γνώση βαθιά της Τεχνικής του, που ανάγκαζε το ουδέτερο υλικό, ξύλο ή μέταλλο, να μετατραπεί σε ποίημα, καταγγελία ή θρήνο, ύμνο θριαμβικό ή μανιφέστο ιδεολογικής ανάτασης. Να μετατραπεί σε ψίθυρο ερωτικό ή σε λαγνεία αγγελική. Μα, πάνω απ' όλα, θέλω να μιλήσω για τη μετατροπή του ουδέτερου υλικού, ξύλου ή μέταλλου, σε άσμα πολιτικό, αποκαλυπτικό οραμάτων για μια ζωή, που Δε θα ήτανε φτηνό κατάστιχο κερδοφόρων λογαριασμών και αδιέξοδου πάρε - δώσε.

Τέτοια γνώση δεν την έχω, όμως. Το μόνο που έχω είναι η πίκρα της απώλειας και μιας σπαρακτικής συγκίνησης που σταλάζει ως δάκρυ πυρφόρο μέσα από τα γεωμετρικά πρόσωπα των χαραγμένων πολεμιστών της τέχνης του, τις ζωοφόρες καμπύλες των γυναικών του, τις αναπεπταμένες ως κύμα πελάγους γενειάδες των χωρίς ηλικία φυσική ανδρών. Ως δάκρυ πυρφόρο που σταλάει μέσα από τα άγρια μάτια των οπλισμένων αγγέλων του. Και για το λόγο αυτό πιστεύω πως Δε μου χρειάζονται οι τομές των αισθητικών αναλύσεων. Μου φτάνει μόνο να συνδέσω τις βαθιές χαραγμένες ρυτίδες των μορφών του με τη ζωή και μέσα από αυτή τη σύνδεση είμαι σίγουρος πως θα αναπηδήσει το βαθύ τους νόημα, δηλαδή το πολιτικό τους νόημα. Γιατί μπορεί ο Τάσος να ήτανε ένας ανυπέρβλητος μάστορας της χαρακτικής. Μπορεί να δούλευε ως εργάτης ακάματος τα καλέμια και τα σφυριά του, τις μπογιές και τα τυπωτήριά του, μα, πάνω απ' όλα, ήτανε ένας καλλιτέχνης πολιτικός.Οι μορφές των χαρακτικών του έβγαιναν μέσα από τις συγκρούσεις της Ιστορίας, το δικό της δάκρυ στραφτάλιζε μέσα στα μάτια τους. Γεννούσαν την αμφισβήτηση της εξουσίας, ενέπνεαν την αντίσταση. Ακόμα και οι απλές ανθρώπινες μορφές, οι γυναίκες που χαιρετούν, τα παιδιά που κοιτάζουν κατάματα τον καλλιτέχνη, οι θάλασσες που ρυτιδιάζουν, οι μαυροφόρες που βρίσκονται στο κατώφλι του θρήνου, κουβαλούν κατάσαρκα τη μυρωδιά της ζωής κι αυτό είναι η ουσία του πολιτικού: Η βαθιά σχέση με τη ζωή. Και μέσα από αυτή ακριβώς τη σχέση εκφράζεται το έργο του Τάσσου. Οι συγκεκριμένοι ανθρώπινοι τύποι, οι χειρονομίες τους, η θρηνωδία ή ο θρίαμβος των προσώπων τους δεν παραπέμπουν σε έναν κόσμο φανταστικό ούτε προσπαθούν να ταιριάσουν με τη μυθολογία μιας ουτοπίας που ούτε με λέξεις ούτε με χρώματα μπορείς να την περιγράψεις.

Και αυτό το πολιτικό ήθος δεν αναδεικνύει μόνο την καλλιτεχνική ουσία του έργου του Τάσσου. Αναδεικνύει το κοινωνικό ήθος του ίδιου του καλλιτέχνη. Αναδεικνύει με βαθιές χαραγματιές πάνω στο σκληρό μέταλλο της νεοελληνικής ζωής το πρόσωπό του, αειφόρο και αείζωο, αθάνατο!

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
ΣΠ Παλιές συνταγές σε νέα έκδοση

Μπορούν να υπάρξουν διακριτές διαφορετικές μορφές πολιτικής διαχείρισης του συστήματος; Γιατί εμφανίζονται και άλλες αναζητήσεις σ' αυτή την κατεύθυνση με δεδομένη την πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και μάλιστα από δυνάμεις που δεν αμφισβητούν τον καπιταλισμό και την ίδια την ΕΕ; Ποιος ωφελείται απ' αυτή την προσπάθεια; Είναι εύλογο να δημιουργούνται τέτοια ερωτηματικά, όταν στους κόλπους της σοσιαλδημοκρατίας, άρχισαν να εμφανίζονται παραλλαγές πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού και της εξέλιξης της ΕΕ, και κυρίως ερωτηματικά ως προς τους σκοπούς μιας τέτοιας ταχτικής. Αλλωστε, εμπειρία από το παρελθόν υπάρχει. Επομένως, χρειάζεται να ανιχνεύσουμε το περιεχόμενο και τους στόχους αυτής της προπαγανδιστικής προσπάθειας, ανεξάρτητα από το εφικτό ή το ανέφικτο στην εφαρμογή της πολιτικής που προβάλλουν, και κυρίως εξετάζοντας αυτή την προσπάθεια από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.

Μ. Κατράκης, Α. Τάσσος, Γ. Ρίτσος στο 3ο Συνέδριο της ΚΝΕ

Φωτιάδης - Α. Τάσσος - Γ. Ρίτσος, στο 11 Συνέδριο του ΚΚΕ

"Εδωσες ΕΣΥ;", 1940, αφίσα, 100Χ70 εκ.

Η πείνα, 1943, 19Χ57 εκ.

Η πομπή του λαού της Αθήνας, που κηδεύει τους 26 δολοφονημένους ΕΑΜίτες στις 4 Δεκέμβρη του 1944, 47Χ67 εκ.

"Από τους αγώνες του ελληνικού λαού" από το Λεύκωμα ΕΛΑΣ - ΕΑΜ

"Ο τρελός", 1938. Το έργο στάθηκε αφορμή για τη σύλληψη του Τάσσου από τις αρχές κατοχής το 1942

Τμήμα της ζωφόρου του θησαυρού των Σιφνίων στους Δελφούς. Το επαναλαμβανόμενο μοτίβο των ανδρών με τις ασπίδες δεξιά μεταφέρθηκε ελεύθερα στους "Ψαράδες της Αίγινας" του 1958, 39Χ59,5 εκ.

"Το μαρτύριο και ο Θάνατος της Ηλέκτρας Αποστόλου"

"Στην Βάσω Κατράκη"

"Αύριο θα κάμει ξαστεριά", 1973, 111Χ52 εκ.

"Στον Μίκη Θεοδωράκη", 1968. Σ' αυτήν την ξυλογραφία - διαμαρτυρία, το σώμα γίνεται σχήμα και η ένταση κορυφώνεται στα πυκνά συρματοπλέγματα



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ