Τετάρτη 5 Ιούλη 2023
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΔΙΕΘΝΗ
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Κλιμακώνεται η αντιπαράθεση Δύσης - Κίνας για ημιαγωγούς και πρώτες ύλες

Ελέγχους εξαγωγών σε κρίσιμα σπάνια μέταλλα επέβαλε το Πεκίνο, «απαντώντας» σε περιοριστικά μέτρα των ΗΠΑ και συμμάχων τους

Νέο επεισόδιο στην εντεινόμενη αντιπαράθεση του ευρωατλαντικού μπλοκ με την Κίνα έρχεται να προσθέσει η απόφαση του Πεκίνου να επιβάλει ελέγχους εξαγωγών σε δύο σπάνια μέταλλα που χρησιμοποιούνται εκτεταμένα στην κρίσιμη βιομηχανία των ημιαγωγών και σε άλλες εφαρμογές νέων τεχνολογιών, σε απάντηση αντίστοιχων περιοριστικών κινήσεων από την πλευρά των ΗΠΑ και συμμάχων τους εναντίον της Κίνας.

Οπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας, το γάλλιο και το γερμάνιο θα υπόκεινται σε ελέγχους εξαγωγών από την 1η Αυγούστου, «για την προστασία της εθνικής ασφάλειας και των εθνικών συμφερόντων».

Οι εξαγωγείς μιας σειράς προϊόντων που σχετίζονται με αυτές τις πρώτες ύλες θα πρέπει να υποβάλουν αίτηση για «ειδική άδεια από το κράτος» για να τις αποστείλουν εκτός της χώρας, ανέφερε η δήλωση.

Τα δύο αυτά μέταλλα είναι προϊόντα ειδικής επεξεργασίας - σχηματίζονται συνήθως ως υποπροϊόντα επεξεργασίας άλλων μετάλλων, όπως ο ψευδάργυρος και ο βωξίτης - και χρησιμοποιούνται σε μια ποικιλία προϊόντων νέων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων των τσιπ υπολογιστών, κινητών τηλεφώνων κ.τ.λ., των καλωδίων οπτικών ινών, των φωτοβολταϊκών, αλλά και σε στρατιωτικές εφαρμογές, όπως τα γυαλιά νυχτερινής όρασης. Και τα δύο μέταλλα περιλαμβάνονται στον κατάλογο της ΕΕ με κρίσιμες πρώτες ύλες, οι οποίες θεωρούνται «καίριας σημασίας για την οικονομία της Ευρώπης».

Η Κίνα είναι μακράν ο μεγαλύτερος παραγωγός γαλλίου στον κόσμο και κορυφαίος παγκόσμιος παραγωγός και εξαγωγέας γερμανίου, σύμφωνα με το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με στοιχεία της «Συμμαχίας για τις Κρίσιμες Πρώτες Υλες» των Ευρωπαίων βιομηχάνων, η Κίνα παράγει περίπου το 60% της παγκόσμιας παραγωγής γερμανίου και το 80% της παγκόσμιας παραγωγής γαλλίου.

Η δε ΕΕ - η οποία παρουσίασε πρόσφατα μια στρατηγική για την «οικονομική ασφάλειά» της - αγοράζει από την Κίνα το 71% του γαλλίου της και το 45% του γερμανίου της.

Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ και σύμμαχοί τους όπως η Ιαπωνία (μετά από σχετική «καμπάνια» της Ουάσιγκτον) έχουν ήδη λάβει αντίστοιχα μέτρα εναντίον του Πεκίνου, για να περιορίσουν την πρόσβαση κινεζικών εταιρειών σε τσιπ και εξοπλισμό κατασκευής ημιαγωγών.

Τον περασμένο Σεπτέμβρη, το αμερικανικό μονοπώλιο νέων τεχνολογιών «Nvidia» ανακοίνωσε ότι αξιωματούχοι των ΗΠΑ ζήτησαν από την εταιρεία να σταματήσει την εξαγωγή στην Κίνα δύο κορυφαίων υπολογιστικών τσιπ για εργασίες τεχνητής νοημοσύνης, ενώ αντίστοιχοι περιορισμοί τέθηκαν και σε άλλα αμερικανικά μονοπώλια. Μερικούς μήνες αργότερα η «Nvidia» ανακοίνωσε ότι θα παρέχει στην Κίνα ένα νέο προηγμένο τσιπ (ονομάζεται A800) το οποίο πληροί τους κανόνες ελέγχου των εξαγωγών.

Ωστόσο, δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας «Wall Street Journal», την περασμένη βδομάδα, αναφέρει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ επεξεργάζεται νέους περιορισμούς στην εξαγωγή ημιαγωγών στην Κίνα, οι οποίοι θα απαγόρευαν την πώληση και του τσιπ Α800 χωρίς ειδική άδεια εξαγωγής από τις αμερικανικές αρχές.

Η Ιταλία επέβαλε τον περασμένο μήνα αρκετούς περιορισμούς στον μεγαλύτερο μέτοχο της «Pirelli», τη «Sinochem», προκειμένου να εμποδίσει την πρόσβαση της κινεζικής κυβέρνησης σε ευαίσθητη τεχνολογία τσιπ.

Λίγες μέρες πριν, η Ολλανδία, επικαλούμενη επίσης λόγους «εθνικής ασφάλειας», ανακοίνωσε νέους περιορισμούς στις εξαγωγές ορισμένου εξοπλισμού ημιαγωγών. Οι νέοι κανόνες της Ολλανδίας - που αποτελούν προϊόν συνεργασίας με τις ΗΠΑ και αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή τον Σεπτέμβρη - σημαίνουν ότι η ASML, η μεγαλύτερη εταιρεία τεχνολογίας στην Ευρώπη, θα πρέπει να υποβάλει αίτηση για άδειες εξαγωγής για προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή μικροτσίπ. Οι ΗΠΑ ενδέχεται να επιβάλουν συμπληρωματικούς περιορισμούς, καθώς τα προϊόντα της ASML συμπεριλαμβάνουν αμερικανική τεχνολογία.

Το Πεκίνο καταγγέλλει όλους τους παραπάνω περιορισμούς, ενώ άρθρο στην κινεζική κρατική εφημερίδα «China Daily» συνέδεσε ευθέως τη νέα πολιτική της Κίνας για τις εξαγωγές γερμανίου και γαλλίου με τις αντίστοιχες κινήσεις των ΗΠΑ και της Ολλανδίας εναντίον των κινεζικών συμφερόντων.

Σε μια πρώτη αντίδραση μετά τις ανακοινώσεις της Κίνας, ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας, Ρ. Χάμπεκ, μιλώντας σε συνέδριο βιομηχάνων ανέφερε: «Πιθανότατα είδατε σήμερα ότι η Κίνα αρχίζει να ανεβάζει το ποντάρισμα σχετικά με δύο τύπους μετάλλων (...) Αν αυτό συμβεί με το λίθιο ή κάτι παρόμοιο, τότε θα έχουμε ένα πραγματικά διαφορετικό είδος προβλήματος».

Ο δε Σιμόνε Ταλιαπιέτρα, ερευνητής του «think tank» «Bruegel», ανέφερε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του ότι «η δράση που ανέλαβε η Κίνα ήταν μία σκληρή υπενθύμιση για το ποιος έχει το πάνω χέρι σε αυτό το παιχνίδι (...) Η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι η Δύση θα χρειαστεί τουλάχιστον μια δεκαετία για να αποδεσμευτεί από τις κινεζικές εφοδιαστικές αλυσίδες ορυκτών, επομένως πρόκειται πραγματικά για μία ασύμμετρη εξάρτηση».

Σαουδική Αραβία - Ρωσία: Νέες περικοπές στην παραγωγή πετρελαίου

Στο μεταξύ, στο πλαίσιο των ανταγωνισμών που εντείνονται και στην Ενέργεια, Σαουδική Αραβία και Ρωσία, οι μεγαλύτερες χώρες εξαγωγής αργού πετρελαίου στον κόσμο, ανακοίνωσαν τη Δευτέρα νέες περικοπές στην προσφορά πετρελαίου, επιχειρώντας να ανακόψουν την πτώση της τιμής του.

Συγκεκριμένα, η Σαουδική Αραβία ανέφερε ότι παρατείνει τη μείωση της παραγωγής πετρελαίου κατά 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως για ακόμη έναν μήνα. Η μείωση, που τέθηκε σε εφαρμογή τον Ιούλη, θα συνεχιστεί τον Αύγουστο και «ίσως παραταθεί».

Ο δε αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης, Αλ. Νόβακ, ανακοίνωσε ότι η Μόσχα θα μειώσει τις εξαγωγές πετρελαίου κατά 500.000 βαρέλια τη μέρα τον Αύγουστο.

Αργότερα την ίδια μέρα και η Αλγερία ανακοίνωσε παραπέρα περικοπή και στη δική της παραγωγή πετρελαίου κατά 20.000 βαρέλια ημερησίως τον Αύγουστο.

Παρά τις έντονες αμερικανικές πιέσεις προς τη Σαουδική Αραβία για αποφάσεις προς την αντίθετη κατεύθυνση - στο φόντο του υψηλού πληθωρισμού στις ΗΠΑ και της προσπάθειας της Ουάσιγκτον να πλήξει τα έσοδα της Μόσχας από τις εξαγωγές πετρελαίου - το Ριάντ συντονίζεται όλο το προηγούμενο διάστημα με τη Μόσχα σε αποφάσεις μείωσης της πετρελαϊκής παραγωγής, οδηγώντας σε αντίστοιχες αποφάσεις στον ΟΠΕΚ+.

Σε μια παράλληλη εξέλιξη, ρεπορτάζ του πρακτορείου «Ρόιτερς» αναφέρει ότι μεγάλα ινδικά διυλιστήρια έχουν αρχίσει να πληρώνουν για ορισμένες εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία σε κινεζικό γιουάν. Ανάμεσά τους συγκαταλέγεται η «Indian Oil», ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού αργού στην Ινδία.

Με φόντο τις ευρωατλαντικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και των υδρογονανθράκων της, η Ινδία αναδεικνύεται ο μεγαλύτερος αγοραστής του ρωσικού πετρελαίου που μεταφέρεται μέσω θάλασσας, εκμεταλλευόμενη τις σημαντικές εκπτώσεις στις οποίες προχωρά η Μόσχα. Οι ίδιες κυρώσεις κάνουν το κινεζικό γιουάν να διαδραματίζει έναν όλο και πιο σημαντικό ρόλο στις εν λόγω συναλλαγές, όπου παραδοσιακά κυριαρχεί το δολάριο.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ