Στην ομιλία του, ο Στ. Λουκάς έκανε αναλυτική αναφορά στα ζητήματα που προσεγγίζει η συγκεκριμένη μελέτη για το ρεμπέτικο τραγούδι μέσα από την ιστορική, κοινωνική του εξέλιξη σε συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, δίνοντας ταυτόχρονα απαντήσεις σε ενδιαφέροντα ερωτήματα όπως «Τελικά το ρεμπέτικο είναι λαϊκό τραγούδι;», «Είναι τραγούδι των λούμπεν ή των λαϊκών στρωμάτων;», «Προωθεί τα ναρκωτικά;», «Πώς παρουσιάζει τη γυναίκα;», «Το τραγούδησαν αστοί ή εργάτες;», «Εχει "πεθάνει" σήμερα ως είδος τραγουδιού;».
Αναδείχθηκε πως: «Η έρευνα και η μελέτη του συγκεκριμένου είδους τραγουδιού, όπως και κάθε μορφή καλλιτεχνικής δημιουργίας ως μορφής κοινωνικής συνείδησης, απαιτεί τον προσδιορισμό των ιστορικών, κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών με τις οποίες αντικειμενικά εμφανίζεται και εξελίσσεται, αναπτύσσεται ως κοινωνικό φαινόμενο και την εξέλιξή τους. Απαιτεί έρευνα και μελέτη των όρων που μέσα σε αυτές τις συνθήκες δημιουργούν η εργατική τάξη, οι λαοί. Αυτοί γράφουν την πραγματική ιστορία των κοινωνιών και αποτελούν τον μοχλό που κινεί αυτήν την ιστορία μέσω της δράσης των ανθρώπων που είναι η ταξική πάλη. Στην καλλιτεχνική δημιουργία επιδρά και πιο συγκεκριμένα η καλλιτεχνική δημιουργία αποτελεί πεδίο ιδεολογικής διαπάλης.
(...) Το ρεμπέτικο τραγούδι, ως καλλιτεχνική μουσικοστιχουργική λαϊκή δημιουργία και ως κοινωνικό φαινόμενο, έρχεται από πολύ μακριά από το ιστορικοκοινωνικό παρελθόν. Εχει τεράστια εξέλιξη - έχει βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα των ταξικών αντιπαραθέσεων όπως κάθε λαϊκή δημιουργία - και ταυτόχρονα αποτελεί αντικείμενο διαμάχης ακόμη και στις έρευνες και μελέτες για την ιστορική εμφάνισή του και τις ρίζες του. Ποιες κοινωνικές ομάδες, τάξεις, στρώματα αντιπροσωπεύει και εκφράζει, από ποιες ανάλογες ομάδες δημιουργήθηκε και προέρχεται, απαντώντας ότι δεν είναι τραγούδι του περιθωρίου, ούτε δημιουργήθηκε από ανθρώπους του περιθωρίου, αλλά σαν μαζικό φαινόμενο είναι τραγούδι των λαϊκών στρωμάτων και της εργατικής τάξης στα αστικά κέντρα, όπως το δημοτικό είναι τραγούδι της υπαίθρου.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε από τον ομιλητή στην εμφάνιση ρεμπέτικων τραγουδιών με αναφορές στην εργατική τάξη, αλλά και την επίδραση της ταξικής πάλης στο ρεμπέτικο τραγούδι, σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Η ταξική πάλη επιδρά στις εργατικές - λαϊκές συνειδήσεις, άρα και στον λαϊκό πολιτισμό, στη λαϊκή καλλιτεχνική δημιουργία. Αφετέρου το ρεμπέτικο ως λαϊκή δημιουργία καταπιάστηκε και ανέδειξε όλα τα κοινωνικά φαινόμενα που υπάρχουν σε μια ταξική εκμεταλλευτική κοινωνία και μάλιστα σε συνθήκες μιας νέας απότομης προλεταριοποίησης μεσαίων στρωμάτων λόγω της μικρασιατικής προσφυγιάς και όλα αυτά από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Στη συνέχεια τοποθετήθηκε από τους δημιουργούς του με καλλιτεχνικό έργο στην περίοδο της Κατοχής, του εμφυλίου πολέμου, αλλά και μεταπολεμικά με το κράτος της πιο βάρβαρης καταστολής ενάντια στο εργατικό, στο λαϊκό κίνημα και στην οργανωμένη πολιτική πρωτοπορία του το ΚΚΕ, με εκτελέσεις, δολοφονίες, εξορίες και φυλακές. Και έδωσε το ρεμπέτικο σε όλη αυτήν την περίοδο αριστουργήματα, σε τέτοιον βαθμό και μαζικότητα που η λογοκρισία τα έβγαζε παράνομα.
Οι λαϊκοί δημιουργοί έγραψαν τραγούδια και για την Αντίσταση και για την πάλη του ΔΣΕ. Αλλά και στη συνέχεια, όταν το ΚΚΕ το περνά η αστική τάξη στην παρανομία, οι λαϊκοί δημιουργοί του ρεμπέτικου συνεχίζουν να γράφουν τραγούδια για τις συνθήκες που δημιουργούσε το καθεστώς των φυλακών, της εξορίας, των στρατοδικείων, των εκτελέσεων».
Επίσης, ο ομιλητής αναφέρθηκε σε κάποιους ερευνητές του ρεμπέτικου που σκόπιμα προβάλλουν τη θέση ότι το ΚΚΕ εναντιώθηκε στο ρεμπέτικο, όταν ήταν το πρώτο κόμμα που άνοιξε διάλογο για αυτό το τραγούδι στις στήλες του «Ριζοσπάστη» το 1947. Ανέφερε πολλά αποδεικτικά στοιχεία για το αντίθετο, γιατί το ΚΚΕ δεν είναι εχθρός του ρεμπέτικου, αλλά του χασικλίδικου και σωστά γιατί αντιπαλεύει τις εξαρτήσεις που σπέρνουν οι αστοί, για να δημιουργούν νεολαίους και λαϊκούς ανθρώπους χειραγωγήσιμους από την εξάρτηση των ναρκωτικών, ώστε να μην μπορούν να αντιπαλέψουν τη σάπια κοινωνία τους.
Αναφέρθηκε, επίσης, στη γυναίκα μέσα από το ρεμπέτικο, η οποία είχε κατακτήσει ως εργάτρια τον σεβασμό του ανδρικού φύλου κυρίως στη Σμύρνη και τα μικρασιατικά παράλια, αλλά και τη γυναίκα που συμμετείχε στις λαϊκές ορχήστρες την οποία σέβονταν και προστάτευαν οι άνδρες συνάδελφοί της. Σε έναν βαθμό και με δεδομένη την τότε κυρίαρχη κοινωνική συνείδηση η γυναίκα εργάτρια, η γυναίκα από τα λαϊκά στρώματα είχε κατακτήσει, δεν της την παραχώρησαν, σε έναν βαθμό την ισοτιμία της και αυτό εκφράστηκε με πολλά ρεμπέτικα τραγούδια.