Κυριακή 27 Φλεβάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Αρχαία ερείπια σε νεκρά τοπία

Τα νερά του Ηριδανού ευνούν τη βλάστηση στον Κεραμεικό
Τα νερά του Ηριδανού ευνούν τη βλάστηση στον Κεραμεικό
Γιατί έναν αρχαίο οικισμό τον βρίσκουμε σε θέσεις που είναι πλούσιες σε νερά, εύφορες, ικανές να καλλιεργηθούν και να θρέψουν τα μέλη του; Γιατί πολλές φορές τον βρίσκουμε κοντά στη θάλασσα ή ακόμα και σε λόφους που από το ψηλότερο σημείο τους εποπτεύουν γη και θάλασσα; Το τοπίο είναι το απαραίτητο πλαίσιο, μέσα στο οποίο οργανωνόταν κάθε δραστηριότητα από τότε που ο άνθρωπος έπρεπε να τιθασεύσει τη φύση, για να επιβιώσει, αλλά και αργότερα όταν ο άνθρωπος στην οργανωμένη κοινωνία χρειαζόταν να βρει θεούς και να τους λατρέψει.

Από τότε που αυτή η δραστηριότητα φτάνει σε μας ως μνήμη και αποτυπώνεται πάνω σε μνημεία είναι πραγματικά μισή η πληροφορία που παίρνουμε για το παρελθόν όταν αυτή αποκόπτεται από το ίδιο της το πλαίσιο, δηλαδή το περιβάλλον. Αν, όμως, τότε η ανθρώπινη δραστηριότητα οργάνωνε και ήλεγχε το φυσικό περιβάλλον, για να εξυπηρετηθεί, σήμερα μιλάμε για νεκρές πολιτείες κι εκεί η φύση εξαπλώνεται με τους δικούς της νόμους και πολλές φορές, με τέτοιο τρόπο, ώστε να κινδυνεύουν τα μνημεία του παρελθόντος.

Ο Δημήτρης Πικιώνης, με χαρακτηριστικό τρόπο, αναφερόμενος στα έργα που γίνονταν στους Δελφούς έγραφε: «Εν αντιθέσει προς παρεμβάσεις αίτινες εις τας περισσοτέρας των περιπτώσεων απεδείχθησαν ψευδαισθητικαί και εκζητημέναι, η έλλειψις κάθε φροντίδος δυνατόν να μη συνεβάδιζε πάντοτε με μίαν καλώς εννοούμενη συντήρησιν των κειμηλίων της αρχαιότητας, δυνατόν να επέφερε βλάβας, ουχ ήττον όμως πρέπει να ομολογηθή ότι η φύσις, χωρίς να ενδιαφέρεται για τα έργα των ανθρώπων και διά την συντήρησιν της μνήμης των, κατέχει το μυστικό, ενεργούσα με τας αλόγους δυνάμεις της, να τα περιβάλλει, όταν δεν τα καταστρέφη, διά της αγνοτέρας ποιήσεως. Η εγκατάλειψις αυτή, η οποία είναι ως να έχει ως μυστικόν σκοπόν να επαναφέρη και να κρύψη εις τους κόλπους της τα έργα τα οποία, εν απωτέρα αναλύσει, ανάγονται εις τας ιδίας της φύσεως αρχάς, και συνεπώς είναι τέκνα της, η εγκατάλειψις αυτή, πρέπει να τ' ομολογήσωμεν, ενέχει μια ποίησιν από τας πλέον αγνάς».

Πρόσφατα εκδόθηκαν από την Ενωση Φίλων Ακροπόλεως τα πρακτικά ενός συνεδρίου, με τίτλο «Αυτοφυής βλάστηση στους αρχαιολογικούς χώρους», αλλά, όπως ήταν φυσικό, οι ομιλητές αναφέρθηκαν τόσο στην ελεγμένη βλάστηση εντός των χώρων όσο και στη διατήρηση του ευρύτερου περιβάλλοντος, αφού είναι συνυφασμένο με τα αρχαιολογικά κατάλοιπα. Πρόκειται, βέβαια, για μια συζήτηση που ουσιαστικά άρχισε, όταν μπήκε στη ζωή μας η έννοια ανάδειξη - αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, που συνεχίζεται τώρα καθώς σε αυτή τη διαδικασία έχουν μπει επιστήμες, όπως η γεωλογία, παλαιοβοτανολογία, παλυνολογία κ.ά. Και που μάλλον δε θα τελειώσει γιατί παρ' όλα αυτά η παρέμβαση σε έναν αρχαιολογικό χώρο και το περιβάλλον του είναι αποτέλεσμα κατά περίπτωση εκτιμήσεων και όχι πάντα αρχών προστασίας και παράδοσης στις επόμενες γενιές.

Εκατοντάδες είδη φυτών, δέντρων ακόμα πουλιών καταγράφονται από τους επιστήμονες. Ο βιολόγος Γρ. Τσούνης σημειώνει για την Ακρόπολη, το Θησείο, το Ολυμπιείο, το λόφο Φιλοπάππου, την Αρχαία Αγορά και τον Κεραμεικό: «Στις αρχές της άνοιξης οι παραπάνω αρχαιολογικοί χώροι γεμίζουν από σπερδούλια ή ασφόδελους. Μετά τις βροχές κοκκινίζουν από τις παπαρούνες, τις μολόχες, τα ροζ ποτηράκια, ενώ ανάμεσα στις πέτρες φυτρώνουν οι μεγάλες κίτρινες μαργαρίτες. Στο φυσικό περιβάλλον των αρχαιολογικών χώρων, που βρίσκεται προστατευμένο από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, την άνοιξη φωλιάζει μεγάλος αριθμός πουλιών, όπως η Δεκαοχτούρα, ο Μαυροτσιροβάκος, ο Κατσουλιέρης, ο Αετομάχος, ο Μυγοχάφτης, ο Κότσυφας, η Κουκουβάγια, η Παπαδίτσα, η Καρδερίνα, ο Φλώρος, το Φανέττο, η Καρακάξα, το Σκαρθάκι, το Σταβλοχελίδονο, το Σπιτοχελίδονο, το Σπουργίτι, ο Γαλαζοκότσυφας και το Βραχοκιρκίνεζο». Ακόμα όμως και όταν δε γίνεται αυτή η λεπτομερής καταγραφή, ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε τους Δελφούς χωρίς το Δελφικό Τοπίο. Και ας προσπαθήσουμε να μετρήσουμε πόσες φορές το τοπίο δεκάδων αρχαιολογικών χώρων υπέστη όχι μόνο εκπτώσεις, αλλά και καταστροφές με άλλοθι την ανάδειξη ή τελευταία την ανάπτυξη. Από τότε που ανάπτυξη σημαίνει τουρισμός, που σημαίνει δημόσια έργα, δίχως βέβαια μέχρι σ'ημερα να έχει απαλειφθεί η τουριστική αξιοποίηση.

Η ανάπτυξη δεν έχει μυρωδιά... αγριολούλουδου

Φτάνει να πούμε ότι ακόμα και για το φωτισμό ενός αρχαιολογικού χώρου, η προσέγγιση τις περισσότερες φορές γίνεται βιαστικά και πρόχειρα χωρίς να λαμβάνεται υπ' όψη ούτε ο χαρακτήρας του μνημείου, πολύ περισσότερο το οικοσύστημά του, η χλωρίδα και η πανίδα. Αυτό αποτελεί ίσως το «ελαφρότερο» παράδειγμα. Γύρω μας έχουμε μια Αθήνα, τσιμεντένιο όγκο που περιβάλλει μνημεία. Μόλις πριν λίγες μέρες το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ενέκρινε την ανέγερση άλλου ένός γυάλινου όγκου στην Κηφισίας δίπλα από το εκκλησάκι του 18ου αιώνα, όπου θα χρειαστεί να κοπεί μια ακόμα σειρά από τα εναπομείναντα κυπαρίσσια. Ο αρχαιολογικός χώρος των Σταγείρων παλεύει να επιβιώσει ανάμεσα στις εγκαταστάσεις πολυεθνικής για την εξόρυξη χρυσού και όσες αρχαιότητες αποκαλύπτονται τώρα θα «συμβιώσουν» με λίμνες τελμάτων, σωληνόδρομους, βιομηχανικές εγκαταστάσεις και χημικές ουσίες όπως το κυάνιο. Το φυσικό περιβάλλον δεν ταιριάζει με την ανάπτυξη, ούτε καν με την ανάδειξη... Για να φτάσει κανείς στο αρχαίο θέατρο της Θάσου βαδίζει μέσα σε δάσος. Οι ρίζες κάποιων δέντρων σχεδόν «ξεριζώνουν» κερκίδες και χρειάζεται να κοπούν, αλλά παράλληλα θα «εκκενωθεί» και κομμάτι από τα γύρω δέντρα, προκειμένου το θέατρο να παραδοθεί σε χρήση και να γίνουν κατασκευές για την εξυπηρέτηση του κοινού.

Κάπως έτσι η διατήρηση του περιβάλλοντος με ό,τι αυτό συνεπάγεται μπορεί να είναι συνταγματική, νομική και ηθική υποχρέωση για την προστασία των μνημείων, αλλά τελικά υποτάσσεται στις εκάστοτε πιέσεις, πολιτικές ή οικονομικές, ώστε γίνεται μόνο κατά περίπτωση υποχρέωση και μόνο όταν δε θίγονται άλλα σχέδια.

Η συμβουλή του «Μικρού Πρίγκιπα»

Αυτή είναι η μια πλευρά, η τραγικότερη ίσως. Η κοντινή συνύπαρξη του φυσικού τοπίου με τα μνημεία, στην περιοχή που επίσημα ορίζεται ως αρχαιολογικός χώρος, απαιτεί διαρκή φροντίδα και έλεγχο. Κι όταν πρόκειται για αποκατάσταση αυτού του τοπίου απαιτεί μελέτη που να λαμβάνει υπ' όψιν τη φυσιογνωμία της περιοχής και το είδος της βλάστησης στην εποχή που χρονολογούνται οι αρχαιότητες. Οι Εφορείες Αρχαιοτήτων διαθέτοντας ελάχιστο προσωπικό χρειάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα να αποψιλώνουν τους χώρους από ξερά χόρτα και άλλα είδη φυτών επιζήμιων για τα μνημεία. Εκτός από την παραδοσιακή κοπή των φυτών μια συνήθης τακτική, αλλά επικίνδυνη για την ισορροπία του περιβάλλοντος, ήταν η χρήση τοξικών και ζιζανιοκτόνων. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα που αφηγείται για τη Δήλο ο αρχαιολόγος Παν. Χατζηδάκης «κάναμε το λάθος το 1999 και ψεκάσαμε το χώρο με φυτοφάρμακα. Ετσι διατηρήθηκε μεν ο χώρος καθαρός για τα δύο επόμενα χρόνια, δημιουργήθηκαν όμως πολλά άλλα προβλήματα με τη διατάραξη της φυσικής ισορροπίας. Αρχικά μειώθηκε ο αριθμός των φιδιών, με αποτέλεσμα να αυξηθούν φοβερά τα ποντίκια, τα οποία μπήκαν στο Μουσείο, έφαγαν τις ενδείξεις από τα αρχαία και τα δαπανηρά παράθυρα που μόλις πριν δύο χρόνια είχαν τοποθετηθεί. Για να αντιμετωπίσουμε τα ποντίκια φέραμε γάτες από τη Μύκονο, οι οποίες βοήθησαν μεν στη μείωση των ποντικών, αλλά άρχισαν να εξαφανίζουν τα κροκοδείλια και τις σαύρες. Ετσι μειώσαμε τον αριθμό των γατών και τα πράγματα από πέρσι φαίνεται πως αρχίζουν και ισορροπούν. Πέρα όμως από αυτές τις φανερές συνέπειες είναι πιθανόν να υπήρξαν κι άλλες επιπτώσεις στο περιβάλλον που εμείς δεν είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε». Ο ίδιος προτείνει τη σοφή και εν τέλει παραδοσιακή μέθοδο του «Μικρού Πρίγκηπα» στο βιβλίου του Εξυπερύ: «Μα τα μπαομπάμπ πριν μεγαλώσουν θα ήταν μικρά, έτσι δεν είναι; Ενα όμορφο και άκακο φυλλαράκι από γογγύλι ή τριαντάφυλλο μπορείς να το αφήσεις να μεγαλώσει όπως θέλει. Μα αν είναι από κακό φυτό τότε το ξεριζώνεις αμέσως. Είναι ζήτημα πειθαρχίας. Δεν πειράζει κάποτε να αναβάλεις για αργότερα τη δουλιά σου... αλλά αν πρόκειται για μπαομπάμπ, το να αναβάλεις να τα ξεριζώσεις είναι πάντα σωστή καταστροφή».

Κι ενώ ούτε η διατήρηση της φύσης ενός χώρου ούτε η ελεγχόμενη ανάπτυξή της έχουν τύχει της συστηματικής φροντίδας των αρμόδιων και κυρίως του υπουργείου Πολιτισμού, αξίζει να αναφέρουμε το παράδειγμα του Κεραμεικού όπου η προσέγγιση της δεντροφύτευσής του ξεκίνησε από το 1891 και συνεχίστηκε από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο υπό τον κανόνα: «τα αρχαία μνημεία μπορούν μέσω της δεντροφύτευσης να αναδειχθούν καλύτερα και να γίνουν μάλιστα περισσότερο κατανοητά, η απόλυτη όμως προτεραιότητα ανήκει στα μνημεία και όχι στη βλάστηση». Σήμερα στον Κεραμεικό ευδοκιμεί ένας μεγάλος αριθμός φυτών. Ενα μέρος αυτών είναι αποτέλεσμα συστηματικής φύτευσης. Τα υπόλοιπα αποτελούν μέρος της άγριας βλάστησης που ευνοείται από τα νερά των αρχαίων φρεάτων και το νερό του Ηριδανού.


Δήμητρα Μυρίλλα


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ