Κυριακή 10 Νοέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΔΙΕΘΝΗ
ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Πρόωρη κάλπη υπό ακροδεξιά σκέπη

Μεταφορά τραυματισμένου μαθητή από ισραηλινές σφαίρες

Associated Press

Μεταφορά τραυματισμένου μαθητή από ισραηλινές σφαίρες
Για πολλοστή φορά, τα τελευταία χρόνια, το Ισραήλ οδεύει προς πρόωρες εκλογές. Για πρώτη φορά, όμως, το κλίμα είναι τόσο άσχημο. Χαρακτηριστικό, ίσως, είναι ότι ο ισραηλινός Τύπος, ακόμη και αυτός που πρόσκειται στον Αριέλ Σαρόν και στο δεξιό Λικούντ, δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά του, αλλά και την ανησυχία του, υποστηρίζοντας ότι είναι η πρώτη φορά στην ισραηλινή πολιτική ιστορία που η κυβερνητική κρίση προκλήθηκε από τις απροκάλυπτες προσωπικές φιλοδοξίες των διαφόρων πρωταγωνιστών της. Με βάση αυτό το σκεπτικό, η δεξιά εφημερίδα «Χάτζφορ» σημείωνε ότι υπό άλλες συνθήκες η κυβερνητική συνεργασία ανάμεσα στους Σαούλ Μοφάζ, στο υπουργείο Αμυνας, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, στο υπουργείο Εξωτερικών, και Αριέλ Σαρόν, στην πρωθυπουργία, «θα ήταν μια ιδανική τριάδα, που σήμερα χάνει την αξία της, αφού δεν μπορεί να τιθασεύσει τις, μεταξύ της, αντιδικίες».

Η αποχώρηση του Εργατικού Κόμματος από την κυβέρνηση, όπου συμμετείχε από τις αρχές του 2001, σήμανε και την αρχή, ουσιαστικά, της αντίστροφης μέτρησης για την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Ο Σαρόν προσπάθησε να αποτρέψει αυτήν την προοπτική, αναζητώντας κυβερνητικούς εταίρους στο χώρο της ακροδεξιάς και των θρησκευτικών κομμάτων. Εντούτοις, ο πραγματικός λόγος, για τον οποίο αγωνιωδώς προσπαθούσε να διατηρηθεί στην εξουσία, φαίνεται ότι ήταν και αυτός που κατέστησε αδύνατη κάθε νέα κυβερνητική συνεργασία. Και δεν πρόκειται για τίποτε άλλο παρά για τις αμερικανικές «ειρηνευτικές προτάσεις», που μετέφερε ο Αμερικανός ειδικός απεσταλμένος Ουίλιαμ Μπερνς, με τη σφραγίδα του διαμεσολαβητικού κουαρτέτου (ΟΗΕ - ΕΕ - Ρωσία - ΗΠΑ) και προβλέπουν, μετά από τρεις φάσεις, τελική συμφωνία ανάμεσα στο Ισραήλ και σε ένα παλαιστινιακό κράτος.

Ο Νετανιάχου μιλά με τους δημοσιογράφους

Associated Press

Ο Νετανιάχου μιλά με τους δημοσιογράφους
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, ιδιαίτερα μετά από το σαφέστατο αίτημα που του απηύθυνε η Ουάσιγκτον να δείξει αυτοσυγκράτηση όσο προετοιμάζεται η στρατιωτική επίθεση στο Ιράκ, έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να μην εισέλθει το Ισραήλ σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας, η οποία, αναμφιβόλως, θέτει υπό αμφισβήτηση και την υλοποίηση των αμερικανικών αιτημάτων. Μάλιστα, στην έκτακτη συνέντευξη Τύπου που έδωσε για να ανακοινώσει τις πρόωρες εκλογές, δήλωσε ανοιχτά ότι δεν μπόρεσε να συνεργαστεί κυβερνητικά με το Κόμμα της «Εθνικής Ενότητας - Γίσραελ Μπεϊτάνιου», γιατί τα αιτήματα που του έθεσε περιθωριοποιούσαν τις αμερικανικές προτάσεις. Ψυχρά, πλην ειλικρινά, ο Σαρόν επανέλαβε ότι, κατά τη γνώμη του, οι πρόωρες εκλογές δεν είναι προς το συμφέρον της χώρας, αλλά είναι το μικρότερο κακό που ο ίδιος μπόρεσε να πράξει, καθώς η κατάργηση «στρατηγικών συμφωνιών με το Λευκό Οίκο σίγουρα θα ήταν πολύ μεγαλύτερο».

Η ακροδεξιά «Εθνική Ενότητα» ζητούσε τον τερματισμό κάθε διαπραγμάτευσης με τους Παλαιστινίους, σαρωτική στρατιωτική νίκη στα παλαιστινιακά εδάφη (των οποίων ανοιχτά ζητά την προσάρτηση στο Ισραήλ) και την εκδίωξη του Αραφάτ. Είναι ξεκάθαρο ότι αποδοχή αυτών των όρων καταργούσε τις όποιες αμερικανικές προτάσεις, που, προκειμένου, έστω, να κατευνάσουν τους Αραβες, τάσσονται υπέρ της ίδρυσης ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, μέσα από ένα «θολό λαβύρινθο» απροσδιόριστων χρονοδιαγραμμάτων και γενικόλογων μέτρων.

Από δεξιά ακροδεξιότερα

Ετσι, η ιδανική, για την ισραηλινή ακροδεξιά, τριάδα, Σαρόν - Μοφάζ - Νετανιάχου, δε βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας παρά μόνο για 90 ημέρες, όσο, περίπου, προβλέπεται να διαρκέσει, σύμφωνα με τον ισραηλινό νόμο, η προεκλογική περίοδος. Κατά το διάστημα αυτό, η υπηρεσιακή κυβέρνηση, εκτός από την πρόκληση της τελικής έγκρισης του προϋπολογισμού από την Κνέσετ, καλείται να αντιμετωπίσει και τη συνεχιζόμενη διένεξη με τους Παλαιστινίους, η οποία έχει φθάσει σε πρωτοφανή όρια βίας και έχει οδηγήσει, ουσιαστικά, σε ανακατάληψη του συνόλου σχεδόν της Δ. Οχθης.

Απορίας άξιον είναι πώς ακριβώς, έστω και αυτούς τους 3 μήνες, ο Αριέλ Σαρόν θα καταφέρει να τηρήσει την υπόσχεση «αυτοσυγκράτησης», όταν στο υπουργείο Αμυνας βρίσκεται ο Σαούλ Μοφάζ, αρχηγός ΓΕΣ μέχρι τον Ιούλιο, ενορχηστρωτής της ευρείας κλίμακας στρατιωτικής αιματηρής επιχείρησης του Απριλίου, εμπνευστής των «δολοφονιών ακριβείας» και των κατεδαφίσεων κατοικιών ως μέτρου τιμωρίας, αλλά και «νονός» του όρου «παλαιστινιακή τρομοκρατία», τον οποίο αποδίδει συλλήβδην σε κάθε πράξη παλαιστινιακής αντίστασης. Η κατάσταση χειροτερεύει ακόμη περισσότερο από την τοποθέτηση στο υπουργείο Εξωτερικών του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος, κάνοντας δυναμική επανεμφάνιση στα πολιτικά πράγματα, εδώ και μήνες κατηγορεί το Σαρόν για «μαλακή στάση απέναντι στους Παλαιστινίους» και συμμερίζεται τις απόψεις της ακροδεξιάς «Εθνικής Ενότητας».

Ο Νετανιάχου, παράλληλα, δεν κρύβει την πρόθεσή του να αναλάβει τα ηνία του Λικούντ και της χώρας. Μάλιστα, ένα μόλις 24ωρο μετά το διορισμό του στο υπουργείο Εξωτερικών, εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά του Σαρόν. Παρά την αυξημένη δημοτικότητά του στους κόλπους του Λικούντ, όμως, η ισραηλινή κοινή γνώμη μοιάζει να εμπιστεύεται περισσότερο τον υπουργό της επίθεσης στους καταυλισμούς Σάμπρα και Σατίλα, όπως δείχνουν τουλάχιστον οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, ιδιαίτερα ενόψει ενός πλήγματος στο Ιράκ.

Δύο χρόνια μετά την έναρξη της Ιντιφάντα, κοινή διαπίστωση είναι ότι, εξαιτίας πολλών παραγόντων ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν η συγκυβέρνηση και η χρήση, εξαρχής, ακραίας στρατιωτικής βίας κατά των Παλαιστινίων, που οδήγησε σε ένα φαύλο κύκλο διαρκούς φόβου και τους Ισραηλινούς, η ισραηλινή κοινή γνώμη έχει ωθηθεί προς την ακροδεξιά. Η μετατόπιση αυτή αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις, που δείχνουν ότι το Λικούντ θα βγει αρκετά ενισχυμένο από την εκλογική αναμέτρηση.

«Καζάνι που βράζει» το Εργατικό Κόμμα

Η διαπίστωση αυτή μοιάζει να είναι και η δαμόκλειος σπάθη πάνω από την κεφαλή του ηγέτη του Εργατικού Κόμματος, Μπένιαμιν Μπεν Ελιέζερ, που στις 19 Νοεμβρίου καλείται να αντιμετωπίσει τους επίδοξους αντικαταστάτες του στο τιμόνι του κόμματος, Χαΐμ Ραμόν και Αμραν Μίτζνα. Και οι δύο είναι σφοδροί επικριτές της κυβερνητικής συνεργασίας με το Λικούντ και, όπως φαίνεται, εκφράζουν την πλειοψηφία των μελών του Εργατικού Κόμματος, που φερόταν «ανακουφισμένη» από τον τερματισμό της «συγκατοίκησης».

Οι μέρες που απομένουν μέχρι τις εκλογές μοιάζουν λιγοστές, για να μπορέσει το Εργατικό Κόμμα να επανακτήσει τη θέση του στην αντιπολίτευση και να πείσει για τις διαφορές του από τη δεξιά και την ακροδεξιά. Οι απέλπιδες προσπάθειες των στελεχών του, τις τελευταίες ημέρες, να αρθρώσουν διαφορετικό πολιτικό λόγο, όπως το άρθρο του Σιμόν Πέρες στην εφημερίδα «Χααρέτζ», όπου υποστήριζε ότι η παρουσίαση εναλλακτικής πολιτικής πρότασης στους Παλαιστινίους είναι απαραίτητη για τον τερματισμό του κύκλου του αίματος, δε μοιάζουν αρκετές. Οι Μίτζνα και Ραμόν, έχουν ταχθεί, επανειλημμένως, υπέρ της επανέναρξης του διαλόγου με τους Παλαιστινίους και υποστηρίζουν ότι μόνον έτσι θα επιλυθεί οριστικά το ζήτημα της ασφάλειας και θα ανακάμψει η παραπαίουσα ισραηλινή οικονομία, της οποίας οι δείκτες κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικοί είναι.

Μόλις στα μέσα της εβδομάδας, η ισραηλινή κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε ότι το Ισραήλ εισέρχεται στο τρίτο έτος επιβράδυνσης της ανάπτυξης, το οποίο βρίσκει τον πληθωρισμό στο 8%, τον έναν στους 5 Ισραηλινούς να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας και το ποσοστό της ανεργίας να εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει, μέσα στο 2003, το 12%. Τα προβλήματα αυτά φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει ο νέος προϋπολογισμός λιτότητας που κατέθεσε στο Κοινοβούλιο ο Αριέλ Σαρόν και προβλέπει αυστηρές περικοπές σε όλες τις κοινωνικές παροχές.

Αν κανείς, μάλιστα, λάβει υπόψη του ότι όλα αυτά πλήττουν κυρίως την αραβική κοινότητα του Ισραήλ, που αριθμεί το 1/5 του συνολικού πληθυσμού, τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η χώρα εισέρχεται σε μια εξαιρετικά άσχημη περίοδο, που εμπεριέχει τον κίνδυνο ακόμη και εκτεταμένων κοινωνικών αναταραχών. Η δυσοίωνη αυτή προοπτική φαίνεται ότι έγινε αντιληπτή από τον Μπεν Ελιέζερ, που, με μια κίνηση της τελευταίας στιγμής, προσπάθησε, μάλλον αποτυχημένα μέχρι στιγμής, να αποσοβήσει τη συντριβή, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε κομματικό επίπεδο.

Η επόμενη ημέρα των ισραηλινών εκλογών δε μοιάζει να επιφυλάσσει τίποτε θετικό ούτε για τον ισραηλινό λαό ούτε για τους Παλαιστινίους. Πόσο μάλλον, που θα συμπίπτει χρονικά με την αναμενόμενη αμερικανική επίθεση στο Ιράκ, περίοδο που οι Παλαιστίνιοι φοβούνται ότι θα αξιοποιηθεί για ευρείες στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον τους, στο περιθώριο της διεθνούς επικαιρότητας. Οσο για το σχέδιο του κουαρτέτου, είναι ξεκάθαρο ότι δεν εμπεριέχει καμία «ριζοσπαστική καινοτομία», που να εγγυάται τον τερματισμό του φαύλου κύκλου της βίας, των εξευτελισμών και της κατοχής του παλαιστινιακού λαού και, πιθανότατα, θα τεθεί αυτομάτως στο περιθώριο, όταν ολόκληρη η περιοχή του Κόλπου θα βρίσκεται στη δίνη της στρατιωτικής σύρραξης με απρόβλεπτες συνέπειες.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ