Κυριακή 1 Δεκέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΑΓΩΓΗ
Καταλυτικές αλλαγές στην αγορά του βιβλίου

Ορισμένα στοιχεία για την αποδιάρθρωση της πολιτισμικής διάστασης του βιβλίου

«Η γνώση θα σπάσει τις αλυσίδες»
«Η γνώση θα σπάσει τις αλυσίδες»
Ενδιαφέροντα, για την εικόνα του βιβλίου στη χώρα μας, στοιχεία παρουσιάστηκαν το Νοέμβρη από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εκδοτών Βιβλιοπωλών και την εταιρία «Βιβλιονέτ», σε δύο ισάριθμες συνεντεύξεις Τύπου. Στην πραγματικότητα, τα στοιχεία της «Βιβλιονέτ» (ανώνυμη εταιρία με μετόχους το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, την ΠΟΕΒ, συνδικαλιστικούς φoρείς και μεμονωμένους εκδότες) έρχονται να επιβεβαιώσουν και με την «ψυχρή λογική» των αριθμών, αυτό που διαπιστώνει καθημερινά η συντριπτική πλειοψηφία των εκδοτών, των βιβλιοπωλών αλλά και των αναγνωστών: το βιβλίο στην Ελλάδα έχει οδηγηθεί στην απαξίωσή του.

Βέβαια, το βιβλίο δεν είχε ποτέ την «τύχη» σε αυτήν τη χώρα να αποτελέσει προτεραιότητα του κράτους. Αν υπήρχε ένα στοιχείο που αναδείκνυε τον αναντικατάστατο πολιτισμικό του ρόλο, αυτό πρέπει να αναζητηθεί στην ανάπτυξη του λαϊκού κινήματος. Ανάπτυξη που επέβαλε, αντικειμενικά πλέον, την ανάγκη για περισσότερα και ποιοτικότερα βιβλία, κυρίως στον τομέα της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας και της πολιτικής. Αντιστρόφως ανάλογα αναπτυσσόταν η κρατική «αντιπάθεια» προς τη γνώση, η οποία έφτασε στο σημείο να μετατραπεί σε φοβία. Το μετεμφυλιακό κράτος - είτε με τη μορφή της αστικής δημοκρατίας είτε με τη δικτατορία - έβλεπε στη γνώση έναν εχθρό και το βιβλίο ήταν ένα αντικείμενο που μπορούσε να «χρησιμεύσει» μόνο στο πεδίο της προπαγάνδας του.

Η απαξίωση του βιβλίου

Η κατάσταση δεν έχει αλλάξει «δραματικά», τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση του βιβλίου από το κράτος, τηρουμένων πάντα των αναλογιών σε σχέση με το παρελθόν, οι οποίες όμως προκύπτουν από τη διατήρηση της «κεκτημένης ταχύτητας» των κατακτήσεων του κόσμου του βιβλίου - και όχι μόνο - μέσα από αγώνες. Η πρόσκαιρη υποχώρηση του λαϊκού κινήματος όμως άφησε «χώρο» στο αστικό κράτος να «διαχειριστεί» (και) το βιβλίο μόνο με την εμπορική του διάσταση, ρίχνοντας, άρα, το κύριο βάρος της πολιτικής του στην εφαρμογή των «κανόνων της αγοράς» και σε αυτόν τον τομέα. Αν ιδωθεί αυτή η κατάσταση, σε σχέση με τα δυσθεώρητα κέρδη που αποκομίζουν τα διεθνή μονοπώλια τα οποία δραστηριοποιούνται στον τομέα του λεγόμενου «ελεύθερου χρόνου», τότε θα έχουμε μια πιο πλήρη εικόνα για τις αιτίες, ή μάλλον την κύρια αιτία: το κέρδος, που οδήγησαν το βιβλίο και στη χώρα μας στην απαξίωσή του ως πολιτισμικό αγαθό, με την ταυτόχρονη υπερτίμησή του, ως εμπορικό αγαθό.

Τα παραπάνω δε διεκδικούν φυσικά το ρόλο της ανάλυσης αυτού του πολύπλοκου και πολύπλευρου ζητήματος που, με κάποια αυθαιρεσία, μπορούμε να τιτλοφορήσουμε ως «το βιβλίο στο αστικό κράτος». Κρίθηκε όμως αναγκαίο να ξεκαθαριστεί, ότι το κράτος δεν έγινε «ξαφνικά κακό» και άρχισε σε μια «ανύποπτη» στιγμή να επιτίθεται στους εκδότες και τους βιβλιοπώλες. Η διαδικασία της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, με τις γνωστές συνέπειες για τα μικρά και μεσαία αστικά στρώματα, ήταν θέμα χρόνου να ξεκινήσει και στο χώρο του βιβλίου και όσο αυτά τα στρώματα εξακολουθούν να διατηρούν τις αυταπάτες τους, τόσο η κατάστασή τους θα χειροτερεύει. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία.

Επί του προκειμένου τώρα, φαίνεται πως η κατάσταση για το βιβλίο στην Ελλάδα, αν δεν έχει φτάσει σε οριακό σημείο, τότε πλησιάζει σε αυτό με γοργό ρυθμό. Η πρώτη παράγραφος των διαπιστώσεων της διημερίδας που είχε διοργανώσει η ΠΟΕΒ το περασμένο καλοκαίρι για τα προβλήματα που απασχολούν τον κλάδο, περιγράφει, με διαφορετικά λόγια, ακριβώς αυτή τη διαδικασία συγκεντροποίησης του κεφαλαίου στο χώρο: «Ο κλάδος του βιβλίου, από την παραγωγή, την προβολή και τη διακίνηση, διανύει στις μέρες μας τη μεγαλύτερή του κρίση και οι εξελίξεις είναι πλέον ραγδαίες. Εκδοτικοί οίκοι και πρακτορεία διάθεσης βιβλίων αλλάζουν χέρια από τη μία στιγμή στην άλλη. Εκδοτικοί οίκοι και κυρίως εκείνοι που σηματοδοτούν την ποιότητα, αναστέλλουν τη λειτουργία τους, χρεοκοπούν ή βρίσκονται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Την ίδια ώρα, δεκάδες βιβλιοπωλεία σε όλη την Ελλάδα διακατέχονται από το άγχος και την αβεβαιότητα της επιβίωσης».

Μια προδιαγεγραμμένη πορεία

Η «Βιβλιονέτ» παρουσιάζει την ίδια εικόνα με αριθμούς. Το 2001, μόλις 10 εκδότες εξέδωσαν το 31,2% των τίτλων, με τους πέντε ισχυρότερους από αυτούς, να καλύπτουν το 22%! Τα αντίστοιχα νούμερα για το 2000 ήταν 35,1% και 25,6%. Η πτώση είναι αξιοσημείωτη, αλλά η τάση είναι οφθαλμοφανής και σταθεροποιείται. Αλλωστε, η μείωση που παρατηρείται στους τίτλους για το 2001 είναι φανερό πως «κρύβει» οικονομικές «χασούρες» για κάποιους (λιγότερους), αλλά και πραγματικά δράματα για άλλους, τους περισσότερους. Για την ιστορία να πούμε ότι το 2001 εκδόθηκαν 6.917 τίτλοι, έναντι 7.590 το 2000 (-8,9%), 7.379 το 1999 και 6.649 το 1998.

Η «Βιβλιονέτ» διαπιστώνει ότι υπάρχει κάμψη στην εκδοτική παραγωγή, συγκριτικά με την «έκρηξη» της 10ετίας του '90. Για την εταιρία, αυτή η κάμψη «συμβαδίζει» με την αντίστοιχη στην αγορά του βιβλίου το 2001, όπως προκύπτει από δείγμα 25 εκδοτικών οίκων και 6 αλυσίδων βιβλιοπωλείων, που μείωσαν τον κύκλο εργασιών τους κατά 3,5% και 21,4%, αντίστοιχα.

Βέβαια, η «αγορά» (με την έννοια του οικονομικού πεδίου) του βιβλίου μεταλλάσσεται. Η ΠΟΕΒ διαπιστώνει με φανερή ανησυχία, ότι «έχουν προστεθεί και άλλοι φορείς οι οποίοι λειτουργούν παράλληλα με τους εκδότες, προερχόμενοι κυρίως από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, οι οποίοι με πρακτικές καθαρά αθέμιτου ανταγωνισμού οδηγούν τις ήδη προβληματικές εκδοτοβιβλιοπωλικές επιχειρήσεις σε δυσμενέστερη κατάσταση, χωρίς την επί ίσοις όροις δυνατότητα ανταγωνισμού, διεκδικώντας μεγάλο κομμάτι της αγοράς». Δεν είναι του παρόντος να αναπτυχθεί ένας δημιουργικός αντίλογος για το αν, κατά πόσο και πότε λειτούργησε ο καπιταλισμός με όρους «υγιούς ανταγωνισμού». Σημασία εδώ έχει το στοιχείο που επιβεβαιώνει τις «υπόγειες» αλλά καταλυτικές - όσο και οδυνηρές - αλλαγές στην ελληνική αγορά του βιβλίου.

Σε σχέση με το παραπάνω, έχει σημασία και η διαπίστωση της ΠΟΕΒ, ότι η προβολή του βιβλίου από τα ΜΜΕ (κυρίως βέβαια τον Τύπο) δεν ξεπερνά το 10% της ετήσιας παραγωγής νέων τίτλων. Επειδή ο γράφων δεν έχει συγκριτικά στοιχεία για το εξωτερικό παραμένουμε στη σημείωση της ΠΟΕΒ, ότι το μεγαλύτερο μέρος των βιβλίων που περιλαμβάνεται σε αυτό το μικρό ποσοστό «αποτελείται από τίτλους που έχουν σχέση με κάποιον διάσημο ή με το life style της εποχής». Η ΠΟΕΒ σημειώνει και την κατάργηση - αντί για την απαιτούμενη αύξηση - των εκπομπών που αφορούν το βιβλίο.

Εδώ υπεισέρχεται ο παράγοντας «ποιότητα» για τον οποίο μπορούν να ειπωθούν πάρα πολλά. Γεγονός είναι ότι ανάλογη εικόνα υπάρχει και στο εξωτερικό, όπου η διαδικασία των συγχωνεύσεων, αγοροπωλησιών ή και καταργήσεων εκδοτικών οίκων και βιβλιοπωλείων (μεταξύ των οποίων και γνωστών μεγάλων και ιστορικών επωνυμιών) έχει ξεκινήσει πολύ πριν από την Ελλάδα και τείνει να παγιωθεί, έστω προσωρινά. Από αυτήν την άποψη, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι το βιβλίο στην Ευρωπαϊκή Ενωση αντιμετωπίζεται ως «πολιτιστικό αγαθό», όπως υποστηρίζει η ΠΟΕΒ.

Το συγκεκριμένο κείμενο επιχείρησε να αναδείξει μόνο ορισμένες πλευρές των αλλαγών που συντελούνται στην ελληνική βιβλιαγορά με βάση τα στοιχεία των δύο φορέων. Η κυβερνητική επίθεση στον κλάδο, με τα αυξημένα ταχυδρομικά τέλη, την αύξηση της φορολογίας κατά 50%, τη μη εφαρμογή του νόμου που απαγορεύει τη διακίνηση βιβλίων από ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και πολλά άλλα ακόμη, εντείνεται. Οπως εντείνεται και η επίθεση στα πνευματικά δικαιώματα: είναι πολύ πρόσφατη η κατάργηση του 2% επί των πωλήσεων των ηλεκτρονικών υπολογιστών ως εύλογη αμοιβή προς τους δημιουργούς από τα δισεκατομμύρια που «διαφεύγουν» από τα πνευματικά δικαιώματα. Η πορεία αυτή είναι αναστρέψιμη μόνο μέσα από κοινό αγώνα των εργατών του πνεύματος και του χεριού γιατί είναι κοινή η αιτία που τη γεννά. Διότι, το περίφημο «ευρωπαϊκό κεκτημένο» έχει απολέσει εδώ και πολύ καιρό της επιταγές του Διαφωτισμού...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ